Selected tags

Further tags

Σλανγκιά των νάιντηζ, οπότε και μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος στην γειτονική πρώην Γιουγκοσλαβία. Περιγράφει άνθρωπο, ο οποίος έχει καλυμένο το πρόσωπό του με σπιθουράκια, μπισμπίκια, ελιές, σεξουαλικά σημεία, ή καυλόσπυρα αν τυγχάνει νεανίας. Ο τοιούτος Σέξσπυρ ομοιάζει με επιφάνεια βομβαρδισμένης πόλης (δρόμου ή άλλης επιφάνειας), όπου οι βόμβες έχουν δημιουργήσει κρατήρες και χαλάσματα. Μπορεί να παρομοιαστεί και με άλλες διάσημες βομβαρδισμένες πόλεις, λ.χ. με την Βαγδάτη, την Καμπούλ, την Κανταχάρ ή την Πρίστινα, πλην μόνο για το Σεράγεβο γνωρίζω να έχει καταστεί όνομα.

Σημειωτέον ότι ο ίδιος εμφύλιος προκάλεσε και την ναϊντίλα σλανγκιά τα πήρε στην Κράινα, την οποία απαθανάτισε ο Χότζας στο συνώνυμο λήμμα τα παίρνω στο κρανίο. Όπου Κράινα, εννοείται η ομώνυμη προσωρινή δημοκρατία.

- Πού να σταυρώσει γκόμενα ο σεράγεβος! Του έχει μιλήσει κανείς για το Clearasil;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καμία σχέση με νήπια που πάσχουν από την νόσο Creutzfeld-Jacobs-Suchard.

Τρελά μωρά αποκαλούνται κυρίως:

Αγγλιστί: hot babe.

- Τρελό μωρό από Βραζιλία διδάσκει χορό!!!!!! ΑΓΟΡΙΑ ΚΡΑΤΗΘΕΙΤΕ!!!!
(εδώ)

- Τρελά μωρά μας δείχνουν τά... οπίσθια τους!!!
(εδώ)

- ΠΑΤΡΙΚ Ο ΕΧΕΜΥΘΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟ ΜΩΡΟ;
(εδώ)

- Το τρελό μωρο λεγεται Μuddy το Τρελό Μωρο. Ειναι 3 μηνων γατακι φοβερα χουρχουρω γεματη ορεξη για παιχνίδι και μιαουλισμα, τρεχει σα τρελο για χαδια..
(εδώ)

Τέρας λογικής... (από HODJAS, 19/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο: «Βαλβολίνης».

Οι τύποι που συχνάζουν τα καλοκαίρια κυρίως στις παραλίες της Αττικής και πασαλείφονται με κάθε λογής έλαια (αντηλιακά ή άλλα). Το κριτήριο επιλογής του αντηλιακού τους δεν είναι ποτέ ο δείκτης προστασίας του, αλλά το πόσο πυκνόρρευστο είναι, πόσο γυαλίζει και για πόσο διάστημα, αφού ο σκοπός τους δεν είναι η προστασία τους από την ηλιακή ακτινοβολία. Απλά θεωρούν ότι όσο περισσότερο γυαλίζει το κατά τη γνώμη τους αγαλματένιο κορμί τους, τόσο καλύτερη είναι η επίδειξή του, παρ’ όλες τις μπάκες και τα προκοίλια που διαθέτουν. Έτσι ποσώς ενδιαφέρονται αν αλείψουν το σώμα τους με κάποιο καλό αντηλιακό ή με βαλβολίνη.

Πολλές φορές, αν και έχουν περάσει τα ...ήντα συνεχίζουν να πασαλείφονται και να παίζουν ρακέτες ασταμάτητα. Το φαινόμενο έτεινε να πάρει κοινωνικές διαστάσεις στην δεκαετία του 90, όταν η συγκεκριμένη συνομοταξία πουροτεκνών κυκλοφορούσε σε υπερβολικά μεγάλο αριθμό στον Άγιο Κοσμά και στον Αστέρα, ενώ στην αδελφότητα παρατηρούσε κάποιος και αρκετά νέα μέλη κάτω των 30, οι οποίοι τη σημερινή εποχή συνεχίζουν επάξια το δρόμο που άνοιξαν οι πρωτοπόροι και μέντορές τους.

Η αναγνώρισή τους είναι πολύ εύκολη μέσα στο συνωστισμό που επικρατεί συνήθως στις εν λόγω πλαζ, από τα πιο κάτω χαρακτηριστικά:
1. Γυαλίζουν από μακριά.
2. Το χρώμα του δέρματός τους είναι κάτι σαν σοκολατί.
3. Κυκλοφορούν με μικροσκοπικά μαγιό.
4. Συνήθως φορούν χρυσές καδένες στο λαιμό και στα χέρια.
5. Είναι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους μεσήλικες και άνω.
6. Φορούν εξεζητημένα γυαλιά ηλίου.
7. Παίζουν μανιωδώς ρακέτες με ομόσταυλούς τους λαδωμένους.
8. Δεν παλουκώνονται ποτέ, ενώ σπανίως μπαίνουν στη θάλασσα.

  1. Οι φιλενάδες:
    - Μαρία, ήταν καλά εχθές στην πλαζ;
    - Τι καλά ρε Τζένη. Δεν έφτανε το 1 εκατομμύριο κόσμος, ήταν και κάτι λαδωμένοι και παίζανε ρακέτες από πάνω μας 4 ώρες. Μας πρήξανε οι μαλάκες.

  2. - Κοίτα τον λαδωμένο. Δυόμιση ώρες ρακέτες το πουρό κι εμείς παίζουμε 5 λεπτά και τα φύγουμε ρε Γιώργο.
    - Χέσε μας ρε. Ασ' τους να κοπανιούνται και πάμε στην καντίνα να πάρουμε κανένα μπυρόνι.

xecutive... (από HODJAS, 16/04/10)(από Vrastaman, 16/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικράν έχων την ψωλήν, ωσεί γυμνοσάλιαγκα τινά.

Ο τοιούτος συχνά μετατρέπεται σε σαλιγκαρόπουστα στην λογική του δε γαμείς που δε γαμείς, δε γαμιέσαι να γαμήσουμε κι εμείς;

Τι πήδημα μωρέ να καταλάβει με τον σαλιγκαροψώλη; Σαν κωλοσκούπισμα ήτανε...

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα καμπανοαπίδια είναι μια ποικιλία αχλαδιών που συναντά κανείς κυρίως στην Αρκαδία και στην Κυνουρία. Πρόκειται για μεγάλα σε μέγεθος αχλάδια, τα οποία σε πολλές περιοχές της Ελλάδος τα λένε και απίδια. Λόγω του σχήματός τους θυμίζουν καμπάνα.

Στις περιοχές αυτές ο όρος καμπανοαπίδια χρησιμοποιείται πολύ συχνά για να υπογραμμίσει το μέγεθος των αρχιδιών που διαθέτει κάποιος, το οποίο μέγεθος προκύπτει συνήθως όχι από την γνώση του από πρώτο χέρι, αλλά από τις πράξεις του του κατόχου των ...καμπανοαπιδιών.

- Ο Νώντας έχει κάτι καμπανοαπίδια ως απέναντι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει τα μαλλιά του καρέ, κούρεμα που συνηθιζόταν στους άντρες κατά τα τέλη της δεκαετίας των έιτιζ ('80s) και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας των νάιντιζ ('90s), του 20ού αιώνα (να μην τα ξαναλέμε!).

Υπήρχαν ποικίλα είδη καρέ, που κυμαίνονταν από το κάπως πιο μακρύ «καπελάκι» (γκοφρέ ή κοφτό), μέχρι το ίσιο μακρύ μαλλί που κάλυπτε όλο το σβέρκο και περίσσευε ελαφρά κάτω από τη γνάθο. Συχνά άφηναν να μακρύνουν μόνο οι τρίχες που ξεκίναγαν από το πάνω μέρος του κεφαλιού, με τις εσωτερικές να είναι ξυρισμένες με την ψιλή. Έτσι, όταν έπιανες κότσο το μαλλί, αναδυόταν περήφανα το κατά το ήμισυ ξυρισμένο κρανίο σου.

Τα κουρέματα τύπου καρέ συνήθιζαν κυρίως οι καστανοί και ξανθοί άντρες, υπήρχαν όμως και σε μελαχρινή βερσιόν.

Αν και εκ πρώτης όψεως πούστικο ως κούρεμα, εκείνη την εποχή χαρακτήριζε τους τύπους που θεωρούνταν ταυτόχρονα τρέντυ και ποθητοί γκόμενοι.

Συνώνυμο: καρές, (πληθ.) καρέδες

Τον βλέπεις εκείνο τον καρεδάκια; Έχει ένα γκομενάκι σκέτη καύλα, αλλά άκουσα ότι της ρίχνει πολύ ξύλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερμεγέθες πέος του ανδρός. Όχι απλά το μεγάλο, αλλά το τεράστιο.

Ως εκ τούτου το λήμμα αποκλείεται να έχει σχέση με το μικροσκοπικό συμπαθές ομώνυμον έντομον. Επομένως, πρόκειται δια άλλον έναν παραλληλισμόν του ανδρικού γεννητικού οργάνου με διάφορα εργαλεία όπως λοστάρι, στυλιάρι, καλέμι, κ.λπ.

Παρότι ο παραλληλισμός αυτός είναι σύνηθες φαινόμενον, δεν είναι βέβαιη η προέλευσις του λήμματος «γρύλος». Πιθανώς η χρήσις του όρου να υποδηλώνει ότι το εν λόγω πέος είναι τόσο μεγάλο που μπορεί μεταφορικά να χρησιμοποιηθεί και ως γρύλος δια ανύψωση οχημάτων ή ενδεχομένως άλλων βαρών. Γενική πεποίθησις είναι παρόλ' αυτ'α, ότι απ' όσους διατείνονται πως διαθέτουν γρύλον, ελάχιστοι λένε την αλήθεια.

Επιπροσθέτως επισημαίνεται πως: Ος θεωρεί ότι διαθέτει γρύλον αντί πέους, καλόν θα είναι να μην προβεί εις δοκιμάς άρσης βαρών. Το ανδρικόν πέος δεν προορίζεται δια ταύτην χρήσιν.

  1. - Αν είσαι μάγκας, κατέβα κάτω μωρή κότα.
    - Τράβα ρε απο 'δω μη βγάλω το γρύλο έξω και φύγεις τρέχοντας.

  2. - Γιώργο, είδες το dvd της Τζούλιας;
    - Ναι ρε. Μαλακία ήτανε. Πάντως ο τύπος είχε ένα γρύλο ....

(από dimitriosl, 13/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που τσέκαρα ότι λεγόταν στα νάιντηζ τουλάστιχον σε διάφορα Βόρεια Προάστεια της Αθήνας. Η λογική είναι περίπου η εξής:

Ο Ποπάι τρώει σπανάκι.

Η ελληνική βερσιόν του τρώει σπανακόρυζο που είναι πιο ελληνικό, περμαθουλώδες και ξενερουά.

Ergo, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο είναι ο κοντός και μικρὸς τὸ δέμας (καθώς κάμποσοι ομηρικοί ήρωες) τυπάς, που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει την φυσική του μειονεξία με το να μετατραπεί σε μπιλντέρι σφίχτερμαν. Πλην δεν πείθει κανέναν, και οι άλλοι εξακολουθούν να τον θεωρούν ως άνθρωπο-μισή μερίδα-μισή χαψιά, σπανακορύζου εν προκειμένω.

Τι να κλάσει μωρ' ο μηδέν βαθμοί, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που ό,τι σχετίζεται μ' αυτό είναι υπερβολικά κιτς.

Παράγωγα: καρακιτσάτος/-η/-ο, καρακιτσαριό

— Φιλαράκι, αγόρασα ένα πουκαμισάκι πολύ άψογο, σου λέω. Το ένα μανίκι λαχούρι, το άλλο εφημερίδα, και τα κουμπιά προσομοίωση μπάλας ποδοσφαίρου. Γαμάτο σου λέω!
Πού πας ρε καρακίτσο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που έχει μόνο ένα φρύδι. Όχι, δεν μιλάω για κάποιο είδος αναπηρίας, αλλά για ένα φρύδι που ξεκινάει από την αριστερή άκρη του αριστερού ματιού και φτάνει ως την δεξιά άκρη του δεξιού ματιού. Χωρίς διακοπή. Μεγαλύτερος εχθρός της το τσιμπιδάκι, του οποίου αγνοεί την εφεύρεση, όπως αγνοεί και την ανάδυση του κινήματος της τριχοφοβίας στην ύστερη νεωτερικότητα. Είδος προς εξαφάνισιν στο οικοσύστημα των θηλέων νέας κοπής, πλην θάλλει σε κυρα-περμαθούλες, θείτσες, νυθείτσες, θεούσες, Αφροξυλάνθες, χριστιανόφουστες και άλλες δυνάμεις της Δεξιάς και της Συντήρησης, ου μην, αλλά και της Αριστεράς και της Προόδου, καθώς και σε χήρες του Τρότσκυ.

Για όσους δεν το ξέρουν, η Frida Kahlo ήταν σημαντική Μεξικάνα ζωγράφος που απαθανάτισε τα διάσημα φρύδια της σε εκατοντάδες αυτοπροσωπογραφίες της. Ήταν γυναίκα του Diego Rivera και ερωμένη του Λέοντος Τρότσκυ, φαινόταν ότι τους έγραφε όλους στα φρύδια της με τον μποέμ τρόπο ζωής της, κι όμως έκρυβε μια σπάνια ευαισθησία. Η απεικόνισή της από την Salma Hayek στην ομώνυμη ταινία μπορεί να θεωρήθηκε από τους φανατικούς της ζωγράφου ως ιερόσυλη αμερικλανιά, πλην τους υπόλοιπους δεν μας χάλασε.

«Συνήθως, σε αυτήν την ζωή, οι επιλογές που σου δίνονται από έναν άντρα είναι εξίσου κακές, απλώς η μία από τις δύο είναι ολοφάνερα λάθος ενώ η άλλη έχει κάποιο κρυμμένο τίμημα. Είναι σαν τα ψιλά γράμματα στο συμβόλαιο της πιστωτικής σου που δεν υπάρχει περίπτωση να προσέξεις παρά μόνο όταν σε καλέσουν να πληρώσεις όσα χάλασες με ένα αρκετά μεγάλο επιτόκιο. [...] Γιατί όσο περισσότερο χρόνο κάθεσαι με κάποιον τόσο πιο ευάλωτη γίνεσαι και, παρά την έμφυτη βλακεία τους, οι άντρες τα μυρίζονται αυτά. Κι άπαξ και καταλάβουν ότι έπεσες σαν το ποντίκι μέσα στην φάκα που λέγεται συνήθεια θα κοιτάξουν με κάθε τρόπο να σε εκμεταλλευτούν. Γιατί όλα είναι θέμα συνήθειας. Όπως εκείνο το τσιμπιδάκι φρυδιών που είχες και που δεν το άλλαζες με τίποτα μέχρι που τελικά το έχασες κι αναγκάστηκες να πάρεις καινούργιο για να μην γίνεις Φρίντα Κάλο.

ΚΑΡΑΜΠΑΚΑΚΗ Στέλλα, Οι άντρες είναι σαν τα παπούτσια, εκδ. Πολύτροπον, 2009, σ. 87-88.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified