Βικτίμια ή βικτιμάδες αποκαλούνται τα εκούσια θύματα των τάσεων της μοδός, της ποπ κουλτούρας, της τρέντι πολιτικής, γουατέβα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ορδές σούργελων με Juicy Cuture γιομάτα τρουκς και γελοίες μπότες Ugg (το ένα χέρι στο iPhone και το άλλο στις «50 αποχρώσεις του γκρι») που παρελαύνουν έφιππες σε επινοημένα αλόγατα με υπόκρουση το ώπα γκάγκναμ στάιλ (φωτογραφία από τις αρχές του´13).

Οι γιαλόμες θεωρούν ότι κραδαίνοντας επώνυμα αγαθά (ή μαϊμούδες αυτών), το βικτίμι ελπίζει ότι θα αποσπάσει θαυμασμό και ρισπέκ ανάλογο προς τη πραγματική (ή φαινομενική) αξία τους, και καταντά έτσι θύμα της κενόδοξης ανασφάλειας του. Αλλά ποιος τις χέζει τις γιαλόμες, είναι οι χειρότερες βικτιμούδες όλων.

Εκ του fashion victim (λεξιπλασία του Oscar de la Renta).

1. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούριο, το καλόγουστο με το κιτς, οι αντίκες με τα παλιατζίδικα, οι πλανόδιοι πωλητές (κερασι τραγανοοοοοοοοοοοοό) με τα επώνυμα καταστήματα, οι φλώροι με τους ντιζαϊνάτους, οι ψαγμένοι με τα βικτίμια

2. Εκεί όλοι ανήκαν σε κάποια φυλή, υπήρχαν χίπιδες, βικτίμια, ροκαμπιλάδες, μέταλα, αναρχικοί και φυσικά γότθοι, οι οποίοι ήταν πιο κομψοί απ’ όλους

3. Το γαλλικο νυχακι κι εγω για ασπρο το'χω, αλλα μπορει να εχει προχωρησει η επιστημη, δεν ξερω. Μια βικτιμού στη δουλειά, μου ειχε στειλει μαιλ για το νεο μανικιούρ Loubouten (δεν ξερω αν γραφεται ετσι, χεστηκα). Απεξω κοκκινο και απο μεσα μαυρο. Αστα, μην ρωτησεις καν......

4. επισκέφτηκα το γνωστό «σκακιστικό» βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, πέφτω πάνω σε κάτι πιτσιρικάδες και «να’σου το Γκρέιχοκ» και «έτσι ο Γκρέιχοκ» και μόνο τη λέξη Γκρέιχοκ άκουγα. Ααα, λέω (σαν κλασικός μάρκετινγκ βικτιμάς) νά λοιπόν το νέο μου φαρμακερό βέλος που θα προστεθεί στην ποικιλώνυμη σκακιστική μου φαρέτρα… πάω σε μια κοπέλα υπεύθυνη και ζητάω λοιπόν το «άνοιγμα Γκρέιχοκ» ή τον σκακιστικό συγγραφέα Γκρέιχοκ… « Το Γκρέιχοκ είναι ρόουλ πλέινγκ γκέιμ, κύριε!» με κατακεραύνωσε. Για τα σκακιστικά, στο ραφάκι στο βάθος.»…έφυγα σα βρεγμένη γκρίζα γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Little CheckBoxes

Κουτάκια είναι τα τυπωμένα ή ψηφιακά τετραγωνάκια, τα οποία αντιστοιχούν σε προτάσεις, για τις οποίες αποφαίνεται κανείς επιλέγοντας μεταξύ των δύο: "ναι", μαρκάροντάς τα, ή "όχι", αφήνοντας τα κενά (ή γράφοντας ένα "x" μέσα τους). Μαρκάρεις αν κάτι ισχύει για σένα, αν αυτή είναι η προτίμησή σου μεταξύ πολλών επιλογών, αν ένα κριτήριο ή μια προϋπόθεση πληρούται, αν ένα βήμα ή μια διαδικασία έχει διεκπεραιωθεί ή αν μια υποχρέωση ή ένα καθήκον έχει εκπληρωθεί. Είναι τα αγγλικάνικα checkboxes ή tickboxes. Φαντάζομαι το ξέρατε. Τα κουτάκια από τις διοικητικές φόρμες, τα εξεταστικά quiz και τα ψυχομετρικά τεστ έχουν ξεφύγει! και αποικίσει τα μυαλά και τις γλώσσες των ανθρώπω, εξου και οι εκφράσεις:

Σκέφτομαι Κουτάκια, Σκέφτομαι με κουτάκια...

...που δηλώνουν τα [νοητικά] κουτάκια με τα οποία κανείς προσεγγίζει τα ζητήματα της ζωής, από τα πιο πεζά και γραφειοκρατικά μέχρι και τα πιο βαθιά και καραγκαγκάν υπαρξιακά. Η φράση σκέφτομαι (συμπληρώνω, τσεκάρω) κουτάκια σημαίνει τη νοητική δραστηριότητα να σκέφτεσαι με εργαλείο ένα νοητικό ευρετήριο κυρίως τη λίστα με τις υποχρεώσεις, τα καθήκοντα, τα "ορόσημα" που πρέπει να φτάσεις .

- Τι σκέφτεσαι... - Τίποτα, κάτι κουτάκια σκέφτομαι για αύριο.. - Γιατί, τι έχεις να κάνεις αύρίο;

Η δραστηριότητα αυτή μπορεί, όμως, να μην περιορίζεται σε ένα λίγο πολύ μνημοτεχνικό ή οργανωτικό εργαλείο, αλλά να ανακλά ένα γενικότερο και παγιωμένο τρόπο σκέψης και δράσης, έναν τρόπο πρόσληψης και εμπλοκής με την πραγματικότητα μέσα από την κατάτμηση και συναρμολόγησή της. Το να σκέφτεται κανείς με κουτάκια μπορεί να φαίνεται ένας αποδοτικός και εύληπτος τρόπος να διαχειρίζεται τον εαυτό και τις υποθέσεις του, ο οποίος, όμως, επειδή τείνει να αγνοεί τη σχέση με το όλον και ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διεκπεραίωση αυθαίρετα διασπασμένων διαδικασιών και όχι για το νόημά τους, "μαραίνει" τον ψυχισμό από ουσιαστικές διαστάσεις του. Γι' αυτό και σλανγκικά το σκέφτομαι με κουτάκια είναι ένας μειωτικός χαρακτηρισμός για τον τρόπο σκέψης-δράσης ο οποίος προσεγγίζει τα προβλήματα μηχανιστικά, επιφανειακά, ξερά, ως και κυνικά κλπ, αλλά επειδή βγάζεικαι έναν "πραγματισμό", "ρεαλισμό" και μια προσήλωση στη λύση προβλημάτων, όλο και περισσότεροι προμελετημένα συνήθως παραδέχονται και καμαρώνουν ότι "σκέφτονται με κουτάκια".

Το νόημα της λέξης κουτάκια εδώ είναι: τα μικρά κομμάτια ή διαμερίσματα ενός ευρύτερου σχεδίου ή συνόλου ή ζητήματος.

Άνοιξε το μυαλό σου στο αναπάντεχο! Οι έξυπνοι άνθρωποι δεν σκέφτονται ποτέ με «κουτάκια» Αν ο νους μας είναι το μεγαλύτερό μας όπλο για να βγάζουμε ένα δύσκολο 24ωρο, η προπόνησή του με τα κατάλληλα εργαλεία παραμένει τεράστια πρόκληση. (γυναικείο περιοδικό)

Το μόνο που μπορεί να μας κάνει δυστυχισμένους είναι η εικόνα που έχουμε φτιάξει στο μυαλό μας για το πώς θα μπορούσαμε να είμαστε ευτυχισμένοι». Κουτάκια, κατηγορίες, ταμπέλες. Προσδοκίες σκηνοθετημένες με απόλυτη λεπτομέρεια. Πρωταγωνιστές με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, συγκεκριμένες αντιδράσεις, συγκεκριμένους διαλόγους, συγκεκριμένες εκμυστηρεύσεις.

«Ένιωσα ανασφάλεια, όχι απογοήτευση. Ήθελα να ξέρω πως θα έχω δουλειά το Σεπτέμβριο. Από τη στιγμή που δεν είχα μια σαφή εικόνα για το τι θα γίνει και η εποχή έχει μια ρευστότητα, που δεν έχει να κάνει με την επιτυχία και το αν είσαι εργατικός, ήθελα να έχω μια σιγουριά. Είμαι πολύ με τα κουτάκια μου και με αγχώνει να μην ξέρω τι θα συμβεί αύριο. Ήξερα, π.χ., πως Σεπτέμβριο θα στείλω τον Γιαννάκη στον παιδικό. Το είχα αποφασίσει πέντε μήνες πριν, είχα διαλέξει σε ποιο παιδικό σταθμό θα πάει. Έτσι είμαι εγώ. Θα μου πεις πως όλα δεν έρχονται όπως τα θέλεις. Ναι, αλλά όταν παίρνεις μια απόφαση, παίρνεις και το ρίσκο σου». [η Φαίη Σκορδά σκεφτεται με κουτάκια]

Η λογική μου με το συναίσθημα μου είναι δύο διαφορετικά κουτάκια. Όταν ανοίγει το ένα, κλείνει το άλλο. Στα ρεπορτάζ μας κοιτάω να βάζω τη λογική μπροστά και το συναίσθημα να το παίρνω μαζί μου στο τέλος στο σπίτι. [και η Δάφνη Καραβοκύρη]

Οι άνθρωποι δε χωράνε σε κουτάκια

Δεύτερη, συναφής, αλληλεπικαλυπτόμενη με την παραπάνω έννοια για τα κουτάκια είναι η σημασία της προκατάληψης, της ετικέτας, του στερεοτύπου ή του εξωτερικού (και ρηχού) περιγράμματος. Προκάτοχος έκφραση εδώ είναι το οι άνθρωποι δε χωράνε σε καλούπια, δηλαδή, ότι η περιγραφή και κατανόηση των ανθρώπων ως συσσωρεύσεων και συναρμογών από χαρακτηριστικά (από κριτήρια, τα οποία πληρούν ή όχι) τους στερεί τη μοναδικότητά τους, που είναι και η ουσία τους. Κι εδώ είναι πιο εμφανής η αγγλικάνικη επιρροή από τη φράση think out of the box, σκέψου έξω από τα παραδεδεγμένα πλαίσια. Αλλά φαίνεται ότι αυτό το νόημα για τα κουτάκια επικονιάζεται κάπου νοηματικά και με ένα άλλο νόημα σχετικό με τη μαζοποίηση και την τυποποιηση και την ομογενοποίηση: κουτάκια = σπίτια σπιρτόκουτα της suburbia, όπως φαίνεται από το παλιό τραγούδι του Pete Seeger "Little Boxes".

Η αγάπη, φίλοι μου, δε χωράει σε κουτάκια. Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι. Ακόμα και ο ίδιος άνθρωπος είναι διαφορετικός με διαφορετικούς ανθρώπους. Για να αγαπήσεις τον άλλο στ’ αλήθεια, απόλυτα, θα πρέπει πρώτα να αγαπάς με τον ίδιο τρόπο τον εαυτό σου. από δώ

Οι άνθρωποι δεν χωράνε ούτε σε κουτάκια ούτε σε τρυπάκια. Ή είναι στη ζωή σου ή όχι. Εκτός και αν θες ψίχουλα. " (από εδώ, δεν ξέρω τι εννοεί τρυπάκια με ύψιλον).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.

Ένας λατέρνατιβ τύπος:

  • Ακούει μουσικές που δεν του αρέσουν, απλά για να δείξει διαφορετικός και «ψαγμένος».
  • Θεωρεί τους Kaiser Chiefs ψαγμένη μουσική.
  • Θεωρεί τον Χατζηγιάννη ροκ.
  • Συχνάζει στο Γκάζι, επειδή είναι το πιο hot spot της πόλης, ακόμα και αν δεν του αρέσει.
  • Καπνίζει στριφτό, αλλά τα τσιγάρα του μοιάζουν σαν κακοτυλιγμένα πιτόγυρα.
  • Στο super market, στα ποτά, ακόμα ψάχνει να βρει το μπουκάλι του mojito.
  • Βλέπει μόνο ψαγμένες ταινίες που αυταπατάται ότι τις κατανοεί, αλλά στις 9 βλέπει τον «Λάκη τον Γλυκούλη».
  • Θεωρεί μια κουράδα σε αλουμινόχαρτο τέχνη και πληρώνει 500 ευρώ για να την βάλει στο σαλόνι του.
  • Με τους φίλους του συζητάνε για την δυσπρόσιτη γοητεία του τσαλακωμένου εγώ και για τον αβάσταχτα κατακερματισμένο πλούτο της εσωτερικότητας του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κάνουν μια παύση και κοιτάζονται στα μάτια, προσποιούμενοι ότι συλλογίζονται, ενώ στην ουσία λένε από μέσα τους: «Τι μαλακίες είναι αυτές; Θέλω να δω ειδήσεις του Star ΤΩΡΑ!»
  • Φοράει και την παλαιστινιακή μαντίλα, επειδή είναι και επαναστάτης.
  • Προσπαθεί να εντάξει ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο του, χωρίς καν να ξέρει τι σημαίνουν. Λέξεις τύπου «cult», «extravagant» κ.λπ.
  • Του «αρέσουν» τα ρακόμελα, είναι in. Άσχετα αν του προξενούν τάση προς εμετό.
  • Ένας φίλος του του λέει ότι, χθες το βράδυ έκανε one night stand 5 φορές (και του δείχνει την παλάμη του). Ο λατέρνατιβ νομίζει ότι αυτό είναι ένας cool όρος για τη μαλακία και από κει και έπειτα το χρησιμοποιεί και αυτός.

Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.

Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.

...

Βλ. και εντεχνindie

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσάτρα πάτρα απόδοση του αμερικλάνικου, κατά βάση, motivated = ο έχων κίνητρο, ή κινητοποιημένος, αυτός, δηλαδή, που παρακινείται στη δράση με ισχυρή και αρκούδως εσωτερικευμένη παρώθηση, ώστε να μοιάζει ενθουσιώδης κάνοντας πράγματα τα οποία δύσκολα σε κινητοποιούν από μόνα τους και δύσκολα αποκτούν/ εύκολα χάνουν το όποιο προσωπικό νόημα.

Εμείς τον θέλουμε τον πωλητή μοτιβαρισμένο, αλλιώς πάει στον πελάτη και κλαίνε κι οι δυο μαζί.

Ο όρος μάλλον ακούγεται πολύ στο χώρο των επιχειρήσεων, ειδικά των πωλήσεων, ενός εργασιακού πεδίου έτσι κι αλλιώς ουγκα μπουγκα από την άποψη στρες και ανταγωνισμού, που γενικά τραβάει χαοτικό ζόρι με την κρίση και χρειάζεται κανείς να είναι (δηλαδή, να φαίνεται, δηλαδή, να είναι) κάργα μοτιβαρισμένος για να ελπίζει στον επιούσιο, αλλιώς, ελπίζει στον πούτσο που κλαίγανε.

Αλλά ακούγεται γενικώς, όχι πολύ, ευτυχώς.

ΤΕΡΜΑ ΜΟΤΙΒΑΡΙΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ BESTΑΡΙΣΜΕΝΟΣ! AT FUNDUM! ‪#‎MotivationWeekendBEST‬ πηγή

Έπρεπε να το αναποδογυρίσεις αμέσως για να φύγει έξω το όποιο υγρό υπήρχε [...]. Η αν είσαι ποιο μοτιβαρισμενος να τον άνοιγες με την βοήθεια διαφόρων site (ifixit) η βίντεο στο youtube, όπως προανέφερε και ο φίλος από πάνω, και να το σκουπίσεις (απορροφήσεις) το υπόλοιπο με μια χαρτοπετσέτα, η με ένα ελαφρά υγραμένο πανάκι! πηγή: πώς να καθαρίσετε το mac σας αν είστε ή αν δεν είστε μοτιβαρισμένος.

Μια ακόμη ερώτηση που πρέπει να προετοιμάσεις είναι το πού φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 5 χρόνια. Αυτή ειναι μια καλή ερώτηση και για σένα. Η δουλειά που θα κάνεις θα επηρεάσει το πού θα εισαι σε 5 χρονια. Σου κάνουν αυτη την ερώτηση για να δουν αν θα εισαι μοτιβαρισμένος για αρκετό χρόνο. Αν τους πεις πως σε 5 χρονια θέλεις να πας στο φεγγάρι, ίσως να μην σε προσλάβουν σε τηλεφωνικό κέντρο. Αν τους πεις, όμως, πως θέλεις να γίνεις εκπαιδευτής ατόμων που εργάζονται σε τηλεφωνικό κέντρο, η θέση μάλλον θα είναι δική σου. πηγή: βρες δουλειά στο εξωτερικό.

Και επειδή σε μεγάλη πλειοψηφία ο άνθρωπος είναι "κοκο" και φοβάται την αλλαγή και την εξέλιξη γενικώς συνεχίζει είτε να καταστρέφει τον κόσμο, είτε να κατατστρέφει τα παιδιά του, είτε να θεωρεί την οικογένεια ένα σόου που πρέπει να κάνει κι αυτός με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η παραμικρή παιδεία και προυπόθεση να ερθει στον κόσμο ενα παιδί αλλά να έρχεται απλά γιατι ήρθε η ώρα (έλεος), είτε να ψηφίζει και πάλι τους ίδιους που μοιράζουν στις τράπεζες δις όταν δεν μοιράζουν σε κανέναν το εφάπαξ. Απλά γιατι ο άνθρωπος πλέον έχει γίνει λίγο απάνθρωπος. Μοτιβαρισμένος και συμβιβασμένος. πηγή

ΠΟΡΩΜΕΝΟΣ = "Μοτιβαρισμένος"(από μόνος του) και Αποφασισμένος(20 πάντα) για τη νίκη. ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ = 'Ακαμπτος, Αλύγιστος, Ασυνεπής, 'Ατοπος, Αυτός που δεν συμμορφώνεται. πηγή: συζήτηση σε φόρουμ για το παιχνίδι football manager με θέμα τη μετάφραση αγγλικών όρων στην ελληνική βερσιόν (driven, motivated, κλπ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που εκφράζεται με πληθωρικά μελοδραματικούς μανιερισμούς προκειμένου να στρέψει όλα τα λέιζερ πάνω του.

Αντίθετα με την επικρατούσα άποψη, οι ντραμακουινισμοί δεν είναι προνόμιο των γυναικών και των ΛΟΑΤ.

Εκ του αγγλικανικού drama queen.

- Καλή συνέχεια!
(αποχώρηση του Pavlea χωρίς ντραμακουινισμούς από το σλανγκρρ, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψαγμένη, ως προς την προφορά, απόδοση του αγγλικού psycho: ο ψυχασθενής με παράξενη ή και βίαια συμπεριφορά.

Παράλληλα και με τα δυο παίζει (περισσότερο προφορικά αυτό) και το ψάικο ενίοτε και σαν πσάικο. Και βεβαίως – βεβαίως όλα προέρχονται από το ψυχή είναι άκλιτα και εμφανίζονται σαν ουσιαστικά, επίθετα κι επιρρήματα.

Οι στατιστικές τοποθετούν τους Έλληνες ως προς την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων στις πρώτες θέσεις της αντίστοιχης ευρωπαϊκής λίστας. Άρα τι; Βρήκαμε επιτέλους τι παράγουμε σαν χώρα; -μια και αφού πουλάμε τρέλα θα ήταν περίεργο να μην την παράγουμε, νο; Ή έχουμε να κάνουμε μ’ ένα είδος που αναπαράγεται με τρομερή επιτυχία βασικά, δια της μολυσματικής δράσης του; Ά! Ναι! Και ποιος κρίνει (αν μη τί άλλο, ως προς τα όρια) ποιος είναι ποιος και τι είναι τι;

Θα ήταν παράλειψη η μη αναφορά στις ταινίες «Ψυχώ» (“Psycho” -1960-) του Alfred Hitchcock με σενάριο από νουβέλα του Robert Bloch (-1959- βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά) και “American Psycho” (2000) της Mary Harron με σενάριο από νουβέλα του Bret Easton Ellis (1991) που έχουν γράψει μια κάποια ιστορία.

1. Παιδιά αυτός ο Μ… δεν είναι φυσιολογικός διευθυντής. Είναι ..σάικο! Λέει σε συνέντευξη του ότι: i) Έχει σπάσει τζαμαρίες στο control όταν έχασε θέμα. ii) Του πήγαν άθραυστα τζάμια και τα χτυπούσε επί δέκα λεπτά με καρέκλες μέχρι που τα έσπασε. iii) (…) μια φορά έπιασε να πνίξει έναν τεχνικό επειδή έχασε ένα link. iv) Έσπασε μια πόρτα του σταθμού και μαζί τα δάχτυλα του. Μας συγχωρείτε αλλά αυτός δεν είναι άνθρωπος ούτε χιονάνθρωπος. Μάλλον έχει κάποιο πρόβλημα και πρέπει να το δει.

2. Δεν κατάλαβα τίποτα. Σε μένα μιλάς; Σε ξέρω; Με ξέρεις; Τι Σαββόπουλο τσαμπουνάς; Μπας και βλέπεις παντού φαντάσματα των πρώην σου; Μπας και είσαι λίγο σάικο;

3. Ο βλαχού έχει πάντα έναν και μόνο έναν κολλητό συμβλαχού με τον οποίο κάνουν αστεία για πούτσες και γαμήσια ή απλά γελάνε επαναλαμβάνοντας την ίδια ατάκα, πχ «ατσάαα» και «ίσι μουρφή!» Εκατό φορές τη μέρα. Κατά τ' άλλα είναι λιγομίλητος τύπος. Αν επιχειρήσεις οποιαδήποτε κοινωνική επαφή πάνω από μούγκρισμα, θα σου ρίξει ένα psycho βλέμμα που θα φρίκαρε και τον πληκτρά των Rammstein.

4. Θες να μας πεις ότι θα κόψεις το τσιγάρο, έμμεσα; Καλό ήταν, αλλά μου φάνηκε κάποια στιγμή λίγο psycho να κάθεσαι και να μιλάς με το character και να σαι no life!

5. Πωωωω ρε φίλε psycho-φάτσα δες!!! Μαζεύτε τον ρεεεεεεε....

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της «σαϊλας», ψυχοκαταστάσεως εν γένει, psy- (σαϊ-), πιθανόν περιγράφουσα περισσότερο την ιδεοσυναισθηματική της εκδοχή και του γενικευμένα απρόβλεπτου αυτής, εντοπιζόμενη αλλά και επανανοηματοδοτούμενη κατά την εκφορά της από γκόμενα.

- Καλώς το μου. Τι αγόρασες εκεί;
- Α, είχα πάει φαρμακείο και πήρα αντικαταθλιπτικά και μια μάσκα ομορφιάς...
- Καλά μιλάμε είσαι μεγάλη σαϊλογκόμενα!

Σαϊλογκόμενα με λίγο από γιαλομαμούνα (από Khan, 02/10/10)Ο Εβραίος Shylock με την κόρη του Jessica Shylock, μεγάλη σαϊλογκόμενα, ντόοοοοινγκ (από Khan, 02/10/10)

Δες και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλημένος με κάποιο συγκεκριμένο σήριαλ. Ελαφριά μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί με τον καιρό να εξελιχτεί σε χρόνια και βαριά (έως θανατηφόρα για τον εγκέφαλο).

Η γυναίκα μου είναι τηλετζάνκι. Όταν παίζει τις «Νοικοκυρές σε απόγνωση» μπορώ να πηδάω άφοβα την μπέιμπι-σίττερ στο διπλανό δωμάτιο.

Το μπουγαδοκόφινο δεν βλέπω πουθενά (από Marco De Sade, 25/03/09)Πάντα υπάρχουν και χειρότερα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified