Further tags

Δεν αφορά στον πολιτικό προσανατολισμό τινός, αλλά στην εκ γενετής προδιάθεση των γεννητικών του οργάνων του να τείνουν προς τα αριστερά ή δεξιά του παντελονιού.

Πρόκειται για κλασική ερώτηση που κάποτε έθεταν στους πελάτες τους οι τελούντες πλέον υπό εξαφάνιση ράφτες.

- Από τα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι Φραγκοράφτες που έραβαν τις «ευρωπαϊκές» ενδυμασίες. Οι Φραγκοράφτες αντικατέστησαν σιγά-σιγά τους αμπατζάδες και από τις αρχές του 20ου αιώνα κυριάρχησαν εντελώς στην παραγωγή των ενδυμάτων. Φραγκοφορέθηκα, έλεγαν στην Μικρά Ασία, ντύθηκα Ευρωπαϊκά. Φραγκιά έλεγαν την Γαλλία και γενικά την δυτική Ευρώπη. Ο φραγκοράφτης έφτιαχνε ανδρικές φορεσιές. Έπαιρνε με τη μεζούρα τα μέτρα του πελάτη. Μετρούσε: στήθος, πλάτη, μάκρος, μανίκια, καβάλο. Ρώταγε «είσαι δεξιός ή αριστερός;» Έβαζε σημάδια πάνω στο ύφασμα και το έκοβε...
(εδώ)

- Δεν ξέρω αν είμαι αριστερός ή δεξιός. Νομίζω πως δεν χωράω πουθενά, αλλά καλού-κακού θα ρωτήσω το ράφτη μου.
(εκεί)

- Πιστεύω ότι «δεξιά κι αριστερά» υπάρχει σήμερα μόνο στα…ανδρικά παντελόνια..που γίνονται με παραγγελία στο ράφτη. Κι αν λάβουμε υπόψιν ότι στην πλειοψηφία οι άνδρες αγοράζουν έτοιμα τα παντελόνια τους αντιλαμβάνεστε το αποτέλεσμα…
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή δίνω πρέσσα.

Κυριολεκτικά, εκφωνείται σε περιπτώσεις όπου ανοίγω την στρόφιγγα του αγωγού για να επιταχύνω τη ροή και να αυξήσω την παροχή του ρευστού, επομένως και την πίεση στη διατομή του αγωγού.

Στην καθομιλουμένη, όμως, μπορεί να έχει πλείστες άλλες χρήσεις, όπως,

  • επιστρατεύω όλες τις εγκεφαλικές δυνάμεις που μου έχουν απομείνει προκειμένου να ολοκληρώσω μία εργασία,
  • επιταχύνω την εργασία μου ώστε να προλάβω το ραπόρτο προ της δεδομένης προθεσμίας,
  • τεντώνομαι προκειμένου να μπορώ να αγγαρειομαχήσω με αξιώσεις, ως φανταρική λειτουργία,
  • πέφτω με τα μούτρα στο διάβασμα ώστε να προλάβω να βγάλω κάποια ύλη μέχρι αύριο που δίνω μάθημα.

    Γενικά, κολλάει σε οριακές καταστάσεις όπου συντρέχουν λόγοι «αύξησης της ροής» εργασίας, πληροφορίας κουλουπού...

- Ρε φίλε; Δε μαζευόμαστε το βραδάκι να δώσουμε λίγη πίεση μπας και βγάλουμε δυο-τρία κεφάλαια μέχρι αύριο; Δε χάνουμε τίποτα... -Πω ρε μαν, νωρίς το θυμηθήκαμε και φέτο... Δε γ...ται; Και τα υπόλοιπα πρωί-πρωί τα χτυπάμε μια σμίκρυνση. Οκ, θα σκάσω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί ομπρέλα ορισμών:

  • ο οδηγός ταξί, ο οποίος διέπεται από τις αρχές του φασισμού/εθνικισμού/ναζισμού και άλλων ανωμαλιών, ο οποίος το δηλώνει με ατέρμονες και απρόκλητες συζητήσεις υπέρ της «επαναστάσεως», «τι καλά τα περνούσαμε στην Χούντα, μας έδωσε και τις άδειες ταξί», «για όλα φταιν οι βρωμιάρηδες οι μετανάστες», «ένας Χίτλερ/Παπαδόπουλος/Καρατζαφέρης θα μας σώσει», κλπ.
  • ο οδηγός ταξί, ο οποίος είναι προκλητικότατος, αφού καπνίζει χωρίς να μας ρωτήσει, οδηγεί σαν να έχει νέφτι στον κώλο, πτύει ροχάλες, ρίχνει μπινελίκια, την πέφτει στις γυναίκες πελάτες, μας πάει στην Δάφνη μέσω Πειραιά παίρνοντας διπλά αγώγια αβέρτα κουβέρτα, κλπ.
  • ο οδηγός ταξί, που δεν του αρέσει η φάτσα μας, τα μαλλιά μας ή ο προορισμός μας και δεν μας κάθεται… Αν είσαι, δε, μελαμψός ή αλλόφυλος γενικά, forget it…
  • ο οδηγός ταξί, που είναι καρφί της Ασφάλειας και δίνει κόσμο, είτε του πολιτικού είτε του χώρου των ουσιών.

    Συνηθίζεται ο οδηγός τούτος ταξί να έχει όλα τα παραπάνω χαρίσματα, 4 σε ένα δηλαδή. Φυσικά δεν ανήκουν όλα τα μέλη της κίτρινης φυλής στην ανωτέρω υποκατηγορία των ταξιστών… Πολλοί από αυτούς απλά ήθελαν να γίνουν μπασίστες (ή ντράμερς)…

- Για όλα φταίνε τα κομμούνια και οι βρωμιάρηδες οι μαύροι! Αθλιότητα κύριος! Να πεθάνουν όλοι οι πούστηδες! Καλά τα λέει ο Άδωνης! Κάτσε να βάλω λίγο Τερλέγκα! Ώρε κέφια! Μια νύχτα δική σουυυυυυ! Χράπ φτού! Που ρε πούστη μ'! Ξέχασα να ανοίξω το παράθυρο! Κάτσε να πάρουμε το μωρό, ωραίο μουνάκι, σκισσς μωρή χαμ... Που πάτε μαντάμ; Πειραιά; Βολεύει, πως δεν βολεύει! Ε, μίστερ, δεν σε πειράζει νομίζω; Χράτς, χράτς (Ξύσιμο αρχιδιού)… Ρε κοίτα τον βρωμιάρη τον φρίκουλα που θέλει και ταξί! Που πας φίλος; Νίκαια; Δεν πάει! Τον είδατε τον χλεμπονιάρη, αν μπει μέσα εδώ θα πρέπει να πλύνω το ταξί με άκουα-φόρτε. Βρε ούστ, στην πατρίδα σας σκατιάρηδες! Εσύ φίλος που είπαμε, Εξάρχεια; Αναρχία, αναρχία; Σωστός! Να γίνει αναρχία, να τα κάνουμε μπουρδέλο όλα, και μετά να στείλουμε τα τανκς… Μωρό, έτσι δεν είναι; Ναι; Έλα ρε Μάκη, τι έγινε Μεγάλε! (Μιλά στο κινητό). Ναι, ρε έρχομαι, ήπια δυό ούζα στον Τζίμη και ψιλο-με-βάρεσε! Ναι, ναι, έχω έναν κουλό μαλλιά και ένα δίμετρο… Ναι, άντε γεια, παλιο-βάζελε! Παρδόν, είπες τίποτα κύριος; Εσύ ρε να πας να γαμηθείς, σ' έχω κοζάρει, λέμε! Βρε ούστ! Μωρό, επιτέλους μόνοι! Να, ρε μαλάκα, (μούτζα) που θα μου βγεις από δεξιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπότζα είναι συνώνυμο της τσίμας.

Ανήκει στην ναυτική slang και χρησιμοποιείται από το πλήρωμα των ιστιοπλοϊκών σκαφών. Είναι παράγγελμα του καπετάνιου του ιστιοπλοϊκού προς το πλήρωμα κατά το οποίο τους ανακοινώνει τον επόμενο ελιγμό. Κατά τον συγκεκριμένο ελιγμό το σκάφος γυρνάει έτσι ώστε να «πιάσει» τον άνεμο από την άλλη πλευρά του πανιού. Η στροφή είναι περίπου 90 μοίρες και γίνετε κατά την πλεύση «δευτερόπρυμα». Ο λόγος ύπαρξης της είναι για να προσεγγίζεται έμμεσα κάποιος προορισμός που δεν γίνεται άμεσα λόγω των καιρικών συνθηκών.

Αντίθετό της το «τακ».

-ΕΕΕΕΕΕΕτοιμοι για μπότζα;
-εεεεεέτοιμοι!
-Τάκη εσύ;
...
-Έτοιμος!
-Πάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προεόρτια κυριολεκτικά - το προφανές: τα γλέντια που γίνονται πριν την γιορτή για να προετοιμάσουν τον κόσμο για τα πανηγύρια της κανονικής γιορτής – μικρότερα σε ένταση και έκταση, αλλά καθόλου ευκαταφρόνητα.

Στην Γυναικεία γλώσσα προεόρτια είναι όλα τα γλέντια που προειδοποιούν και προετοιμάζουν τις γυναίκες για τα πανηγύρια της περιόδου (σπλατεριές κιέτσ'). Το λήμμα αναφέρεται είτε απλά σκέτο «προεόρτια» ή, για την αποφυγή μπερδεμάτων, κομπλέ με την διευκρίνιση «περιόδου».

Ας σημειωθεί ότι, δεν πρόκειται για απλή ειρωνική ή περιπαικτική μεταφορική γενικόλογη χρήση της λέξης, αν και υποθέτω ότι έτσι θα ξεκίνησε, αλλά για χρήση που σημαίνει πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Ως προεόρτια της περιόδου αναφέρονται, ανάλογα με το κορμί και τους νευρώνες της καθεμιανής - τα κορμιά μας έχουν δικό τους χαρακτήρα - τα εξής (μη εξαντλητική λίστα):

  • Ψυχολογικά: κακοδιαθεσία, νευρικότητα, υπερευαισθησία, ανησυχία, θυμός, αϋπνία, δυσκολία στην συγκέντρωση, κατάθλιψη, αδυναμία, άγχος, κακή λειτουργία της μνήμης, αίσθηση χαμηλής αυτοεκτίμησης, ξεσπάσματα σε κλάματα.
  • Κοιλιακά: κράμπες στην κοιλιά, φουσκώματα, δυσκοιλιότητα, ναυτία, εμετοί, πόνος στην πλάτη και στην μέση, συχνοουρία.
  • Δερματικά: ακμή, εξανθήματα.
  • Κατακράτηση υγρών: πρήξιμο αστραγάλων, χεριών και ποδιών, παροδική αύξηση του βάρους, πρήξιμο στήθους και πόνος.
  • Νευρολογικά – μυϊκά: πονοκέφαλος, ζαλάδες, τάση για λιποθυμία, μουδιάσματα, ταχυκαρδίες.
  • Κολπικές εκκρίσεις: καφέ ή ροζ ανάλογα με το κορμί όπως προαναφέρθηκε και ανάλογα με το πόσο κοντά είναι η γιορτή.

    Τα προεόρτια ως κουβέντα της καθομιλουμένης σχετίζονται άμεσα με τον επίσημο όρο «προεμμηνορροϊκό σύνδρομο» και βέβαια με το γνωστότατο, λόγω της αμερικάνικης κουλτουροτιβίς μας, pms. Η πλάκα είναι ότι όλα τα παραπάνω είναι και συμπτώματα εγκυμοσύνης οπότε αν παίζει τέτοιο ενδεχόμενο η φάση γίνεται μύλος, άντε να καταλάβεις... βλ. τελευταία παραδείγματα από γυναικοφόρα.

Σο αυτάααα. Κάθε μήνα, λίγα απαυτά, μερικά απαυτά, όλα αυτά, ανάλογα. Ευτυχώς όμως μετά έρχεται επιτέλους η περίοδος και φεύγουν, μένει μόνο η αιμορραγία, άντε και κανα πονάκι, για καμιά βδομάδα. Δηλαδή, μούμπλε μούμπλε μια βδομάδα αιμορραγία, δύο προεόρτια, μια κανονική ζωή. Ποιος με ρώταγε, δεν θυμάμαι, γιατί να παίρνουν νωρίτερα οι γυναίκες σύνταξη... :P

(τραλαλά) -Πάμε για κανα ποτάκι Σάββατο;
(σνιφ) -Άσε ρε Χρύσα, δεν το βλέπω, δεν είμαι πολύ καλά... (σνιφ)
(ενδιαφέρον / ανησυχία) -Τι είναι ρε; Σε τριγυρνάει καμιά ίωση; (μπερδεμένη παραίτηση / σιωπηλή αγωνία) -Μπα... Ξέρω γω... Όλα μαύρα μου φαίνονται. Όλοι είναι εναντίον μου, δεν μ' αγαπάει κανείς. Να τώρα το σκέφτομαι και μου ρχεται να βάλω τα κλάματα (μπουχουχού).
(συμπόνοια) -Ωχχχ... (περίσκεψη) Πότε είναι να αδιαθετήσεις; (σκέψη) -Χμμμ... την άλλη βδομάδα... (μάτια γουρλώνουν - είδαμε το φως το αληθινό) Ε, πες το ρε πούστη μου!!! Τα προεόρτια είναι!!! (ανακούφιση) Άι σιχτίρι και τα 'παιξα, νόμιζα ότι έφτασα για ψυχιατρείο ουφ!

Εδώ: Προεόρτια περιόδου και εγκυμοσύνη: [...] Πάντα πριν μου έρθει περίοδος, έχω τα λεγόμενα προεόρτια (καφέ υγρά) για 2-3 μέρες.

και εδώ: συμπτώματα ωορηξίας; η προεόρτια περιόδου; Κορίτσια καλησπέρα, τα φώτα σας [...]έχω ενα τράβηγμα στο στήθος, μοιάζει με προεόρτια περιόδου αλλά δεν είναι λίγο νωρίς; εχω κύκλο 32 ημερών. Λέτε να είναι ωορηξία; [...]

και εδώ: Απ:Προεόρτια περιόδου - Εγώ απλώς αισθάνομαι κουρασμένη.Δεν έχω ψάξει βέβαια τη θερμοκρασία μου για να δω αν όντως έχω δέκατα.Τώρα μάλιστα θα έπρεπε να έχω αδιαθετήσει γιατί έχω φουσκώματα,πόνους,ζαλάδες και πονάκια στη μέση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη slang των ηχοληπτών, φέτα είναι το τμήμα της κονσόλας ή του μίκτη που περιέχει τα όργανα ρύθμισης και τις συνδέσεις για ένα κανάλι ήχου. (Υπάρχουν κονσόλες οχτακάναλες, δεκαεξακάναλες και λοιπά – το track που λένε στα εγγλέζικα. Κάθε κανάλι και φέτα.)

Κατά κανόνα, σε κάθε κανάλι αντιστοιχούν ένα fader (γραμμικό ποτενσιόμετρο που ελέγχει την ένταση του ήχου), κάποιες βαθμίδες equalizer (κανείς δε λέει «ισοσταθμιστής»), ποτενσιόμετρο προενίσχυσης, διάφορα κουμπάκια (mute, groups, πανάρισμα, συμπίεση, ειδικά εφέ, κέρατα) και υποδοχές για τα βύσματα. Και επειδή όλα τούτα, όπως τα βλέπεις από πάνω, είναι στοιχισμένα κάθετα, έχει επικρατήσει η ονομασία φέτα.

Συνεκδοχικά, φέτα λέγεται και πιο συγκεκριμένα το fader, πιθανότατα επειδή χρησιμοποιείται συχνότερα από οτιδήποτε άλλο. (Βλ. παρ. 2β, 3.)

  1. Να ρε φίλε, αυτή είναι ραδιοφωνική κονσόλα της προκοπής! Οι φέτες είναι αποσπώμενες, κι άμα χαλάσει καμιά, τη βγάζεις χωρίς να κοπεί η ροή. Την πας για επισκευή, μετά την ξαναμοντάρεις κι ούτε γάτα ούτε ζημιά. Ενώ με τη μαλακία το μίκτη που έχουμε εμείς, όποτε βγάζει πρόβλημα (και βγάζει πρόβλημα κάθε τρεις και λίγο), βγαίνουμε εκτός αέρα!

  2. — Δώσε προσοχή, νέος! Οι φέτες, όπως τις βλέπεις από αριστερά προς τα δεξιά, είναι: σιντί ένα, σιντί δύο, πικάπ ένα, πικάπ δύο, μινιντίσκ, πισί, υβριδιακό, μικρόφωνο ένα, μικρόφωνο δύο, μάστερ. Θα τα θυμάσαι, ρε όρνιο;
    — Μ.. μάλιστα, κυρία Σοφία.
    Κεριά και λιβάνια! Τα ποτενσιόμετρα δεν τα πειράζεις. Το μάστερ δεν το 'γγίζεις. Τις υπόλοιπες φέτες τις πας ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΜΕΣΗ για θα σε πάρει ο διάλος. Γκέγκε;
    — Μ.. μμ.. μμμάλιστα, κυρία Σοφία!

(σημ.: εδώ η πρώτη αναφορά σε φέτες δηλώνει τα κανάλια συνολικά, ενώ η δεύτερη δηλώνει μόνο τα fader)

  1. Ο Στράτος, που δούλευε εδώ παλιά, ήτανε τεχνικός με αρχίδια, μπορούσε να λύσει την κονσόλα και να την ξαναδέσει με κλειστά μάτια. Ενώ ο Μήτσος, που φέρανε τώρα, είναι αρχίδια τεχνικός. Μόνο ν' ανεβοκατεβάζει φέτες ξέρει. Κι αν στραβώσει κάτι, χαώνεται και βάζει τις φωνές ότι «κάποιος του πείραξε τις ρυθμίσεις». Άντε βγάλε άκρη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί απόπειρα συγκεντρωτικού λήμματος για το συμπαθές αυτό αξεσουάρ.

• Όταν σου πέφτει ή σου πετάνε στο κεφάλι ένα αντικείμενο, τότε λες «μου ήρθε καπέλο», «μου το έφερε καπέλο».

• Πουλάνε με καπέλο, καπέλο στις τιμές, δηλαδή πουλάνε ακριβότερα απ' ότι πρέπει, πάνω από το μέγιστο νόμιμο. Bλ. καραβίσιος, βαπορίσιος.

Ψάθινα καπέλα.

Μουνί καπέλο.

• Αυτό είναι άλλο καπέλο, δηλαδή αυτό είναι άλλο θέμα, άλλου παπά βαγγέλιο.

• Παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω, (όπως έκανε τη μέρα του γάμου του ο Γιώργος Κωνσταντίνου στο «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα»). Λίγο πριν, η Μάρω Κοντού τον είχε καπελώσει, οπότε περνάμε στο:

• Καπελώνω. Βγαίνω από πάνω, επισκιάζω, παίρνω το πάνω χέρι σε μία σχέση, σε μία ομάδα, το παίζω αρχηγός σε μία κοινή προσπάθεια, υποβαθμίζοντας τον ρόλο των υπολοίπων, οι οποίοι πλέον λέγονται καπελωμένοι και η πράξη λέγεται καπέλωμα.

• «Ψηλά καπέλα», αποκαλούμε αυτούς που αντιμετωπίζουν αφ' υψηλού την πραγματικότητα, είτε λόγω πλούτου και τάχαμου κοινωνικής ανωτερότητας, είτε λόγω τάχαμου πνευματικής ανωτερότητας. Βλ. και το «δεν γαμείς ψηλά καπέλα».

• Σου βγάζω το καπέλο. Ρισπέκ. Σέβομαι απεριόριστα.

Γούστο μου και καπέλο μου και καουμποϊλίκι μου!.

Να σώσω το καπέλο. Τζογαδόρικη σλανγκ.

• Ταριφοσλάνγκ. Καπέλο αποκαλούν οι ταρίφες την ταμπελίτσα ΤΑΧΙ που έχουν στην οροφή του αυτοκινήτου.

Βλέπε επίσης το «βγάλ' τη σκούφια σου και βάρα με» καθώς και το «πετάω τη σκούφια μου».

Τα ευρωπαϊκά καπέλα, ημίψηλα, καθιερώθηκαν μεταξύ 1830-1880. Μέχρι τότε καπέλο δεν είχανε δει τα άγια τούτα χώματα, που κακά σκουριά δεν πιάνουνε, λέμε τώρα. Ο λαουτζίκος φορούσε κούκους, σκούφιες, φέσια, σαρίκια, κεφαλομάντηλα, μαντήλες, (τσεμπέρια) οι γυναίκες και άλλα ωραία.

Όταν πρωτοεμφανίστηκε το καπέλο, μαζί με την ευρωπαϊκή φορεσιά, (κουστούμι), αντιμετωπίστηκε με την δέουσα ειρωνεία και σκώμμα από την λαϊκή σάτιρα. Σχετική η φιγούρα του Ζακυνθινού Σιορ Διονύση στον Καραγκιόζη που σατιρίζει το ευρωπαϊκό ντύσιμο.

Ο Καζαντζάκης στον Καπετάν Μιχάλη, (μπούρδα μυθιστόρημα, αλλά γεμάτο αυθεντικές πληροφορίες για τον παλιό Χάνδακα), χρησιμοποιεί την λέξη «ψαλιδόκωλος» γι΄ αυτούς που φοράνε φράκο.

Η μαρίδα γιουχάριζε τους ευρωπαίους περιηγητές που σκάγανε μύτη στην Ψωροκώσταινα με την παράξενη αμφίεσή τους.

Το καπέλο σιγά σιγά όμως πέρασε και στις λαϊκές τάξεις. Βλ. το γνωστό άσμα για τον Μπάρμπα Γιάννη κανατά, που φορούσε «ψηλό καπέλο και παπούτσια λάστιχα».

Θησαυρό σχετικών γνώσεων και πληροφοριών (αλλά και σλανγκ εκφράσεων) αποτελεί η «Η τραγιάσκα» του Ηλία Πετρόπουλου.

Τα περισσότερα τα έχουμε, οπότε δεν βάζω παράδειγμα. Επίσης οι περισσότερες εκφράσεις είναι κλασικές και υπάρχουν και στα λεξικά, οπότε ούτε κει βάζω παραδείγματα. Περιορίζομαι στα εξής :

  1. Φίλε, για να κάνω επιλογή, πρέπει όχι μόνο να έχω κατεβάσει σημαία, αλλά και να έχω μαζέψει το καπέλο. Αν έχεις σηκωμένο το καπέλο, πρέπει να πάρεις τον πελάτη, ακόμα και αν πηγαίνει στου διαόλου το κέρατο, διαφορετικά μπορεί να σε καταγγείλει. (εξειδικευμένη ταριφολογία για προχωρημένους).

  2. Αισχρές γυναίκες τράβαγαν εκεί τους ναυτικούς,
    κάποια μ' άρπαξ' απότομα, γελώντας, το καπέλο
    (παλιά συνήθεια γαλλική του δρόμου των πορνών)
    κι εγώ την ακολούθησα σχεδόν χωρίς να θέλω. (Ν. Καββαδίας, Μαραμπού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια κίνηση ή πράξη εκτελείται με απόλυτη ακρίβεια, όπως το γνωστό γεωμετρικό όργανο διαγράφει τον κύκλο.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε αθλητικές περιγραφές αλλά και γενικότερα.

  1. Τι μπαλιά έβγαλε ρε ο πούστης, διαβήτης!

  2. Α, έτσι μπράβο, βάλε το σανίδι από πάνω να κάτσει διαβήτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σορτάρω, δάνειο εκ του shorting της αγγλόφωνης χρηματιστηριακής ιδιολέκτου, που σημαίνει πως «επιδίδομαι στην χρηματιστηριακή πρακτική του short selling», δηλαδή της πώλησης μετοχών τις οποίες δεν έχω ακόμη στην κατοχή μου αλλά τις έχω ως δανεικές (με την προοπτική πως θα τις ξαναγοράσω όταν θα πέσει η αξία τους), το οποίο αν και έχει μεταφραστεί ως ανοικτή πώληση, μολαταύτα χρησιμοποιείται αυτούσιο στον οικονομικό τύπο και τους ελληνικούς χρηματιστηριακούς κύκλους.

Εμπεριστατωμένη ανάλυση και σχόλια περί του φαινομένου και στο λήμμα σορτάκιας.

  1. Επίσης δάνειο του αγγλικού sort out, που σημαίνει ξεδιαλέγω, ξεσκαρταρίζω. Η χρήση του όμως δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη.

Πάσα: Πειρατίνα Τζένη (από την Υεμένη;)

  1. - Η κρίση, που έμεινε γνωστή ως κρίση των καταθέσεων και δανείων, έληξε επίσημα το 1995 και το Resolution Trust Corporation ενσωματώθηκε στον εγγυητικό μηχανισμό της Fed (Federal Deposit Insurance Corporation), που είχε δημιουργηθεί την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης τη δεκαετία του '30, με στόχο τη ρύθμιση του τραπεζικού συστήματος και την προστασία των αποταμιευτών σε περιπτώσεις τραπεζικών πτωχεύσεων. Σε μια ακόμη δραματική εξέλιξη στο πλαίσιο της επιχείρησης σωτηρίας των διεθνών κεφαλαιαγορών, οι βρετανικές χρηματιστηριακές αρχές ανακοίνωσαν την απαγόρευση της πρακτικής των ανοιχτών πωλήσεων (short selling), δηλαδή της πώλησης μετοχών που δεν έχουν υπό την κατοχή τους οι επενδυτές, αλλά τις έχουν δανειστεί και η οποία θεωρείται ως μία από τις πηγές της πρόσφατης χρηματιστηριακής αστάθειας. (Από εδώ)

  2. - Στον SP500 θα διακινδυνέψω σορτάρισματα τις επόμενες εβδομάδες γιατί πιστεύω ότι η «τύχη θα είναι με το μέρος μου». Αλλά προσοχή είναι για μεγάλα παιδιά παιχνίδι. ΠΧ... Εαν δω μια «παράλογη ανοδική αντίδραση» παρακολουθώ 60λεπτα διαγράμματα και μόλις το σύστημα δώσει κορυφή εγώ σορτάρω. Αυτό με δεδομένο ότι η βραχυχρόνια τάση είναι καθοδική. Δεν ξέρω πως παίζεις εσύ τα παράγωγα αλλά εγώ είμαι πολυ προσεκτικός γιατί δεν έχω λεφτά για πέταμα. Γενικά τα παράγωγα τα προτείνω μόνο σε πολύ έμπειρους αλλιώς μοιάζει σαν να δίνεις πυρηνικά όπλα σε έναν μαθητευόμενο μάγο! Ποια θα είναι νομοτελειακά η κατάληξη; (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο με οικονομική ευρωστία σκοτεινής/ύποπτης προέλευσης.

Τυπικά παρουσιάζει μια λαρτζ συμπεριφορά και φροντίζει να δημιουργεί την εντύπωση ατόμου που ξέρει τα μέσα και τα έξω, που μπορεί να προβλέπει τις οικονομικές εξελίξεις, που έχει ισχυρά κονέ και κινείται με άνεση σε καίριους χώρους (γραφεία, δικαστήρια, αίθουσες πλειστηριασμών, τράπεζες, χρηματιστήριο), εξ ου και το σουλατσαδόρος. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει τι δουλειά κάνει ή ποιο ακριβώς είναι το πεδίο στο οποίο δραστηριοποιείται, με αποτέλεσμα να τον ακολουθεί παράλληλα και η υποψία ότι πρόκειται για λαμόγιο.

Συνήθως, δηλώνει ασαφή επαγγέλματα, όπως π.χ. “εισαγωγαί-εξαγωγαί” / “real estate” (έτσι, σκέτο) / “εισοδηματίας” / “χρηματιστής” αλλά παίζει να είναι στην τελική τοκογλύφος ή ενεχυροδανειστής ή λαθρέμπορος ή κάτι παρόμοιο.

- Πάλι με νέα τζιπούρα στο Da Capo o Λάκης, και σε περίοδο κρίσης, παρακαλώ. Ξέρει κανείς με τι ασχολείται πραγματικά;
- Τοκιστής σουλατσαδόρος μου μοιάζει, αλλά ποιος θα τον ελέγξει; Ξέφραγο αμπέλι την κατάντησαν την Ελλάδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified