Δυσνόητη εκ πρώτης όψεως έκφραση που αναφέρεται στην στάση του σώματος μετά από κάπνισμα δυνατού μπάφου όταν π.χ. το θύμα κάθεται σε καναπέ.

Τρεις τζούρες έκανε ο Μητσάκος και έμεινε Στήβεν Χώκινγκ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άκρως σεξιστική αναφορά στο γυναικείο φύλο.

Απευθύνεται αποκλειστικά σε καθαρόαιμα ιππεύσιμα βυζοκίνητα μεναγκό της συνομοταξίας μπίμπω, κυρίως όταν αυτά δραστηριοποιούνται (συνήθως με το σπαθί τους) σε ανδροκρατούμενα επαγγέλματα.

Για τα μπάζα, ο σωστός ο σεξιστής χρησιμοποιεί άλλες εκφράσεις από τον κόσμο των ενδυμάτων και των σκευών όπως: ζακέτα, κλατσάρα, κομοδίνο, κόφα, κουβά, κουτί, μπότα, έπιπλο, πακέτο, παντόφλα, πετούγια, πόμολο, ρόμπα, σακί με πατάτες, σιδερώστρα, τσόκαρο, τσουβάλι, χαλί και ταλιμπάν.

1.
Η Λώρη Κέζα σημειώνει: «Στα όργανα του ελληνικού Κοινοβουλίου ο σεξισμός αντιμετωπίζεται με φυσικότητα. Οι βουλευτίνες χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: εκείνες που μπορούν να γίνουν θέμα φαντασίωσης και τις ανδρούτσες, δηλαδή εκείνες που είτε δεν έχουν σύζυγο ή αρνούνται να παίξουν τη γατούλα». Θυμάται διάφορα περιστατικά, μεταξύ των οποίων και το «Πάψε μωρή καλτσοδέτα» που είχε πει ο Σωκράτης Ξυνίδης στην Εύα Καϊλή

1.
Η βουλευτής της ΝΔ Γεωργία Μπατσαρά δήλωσε προσβεβλημένη ως γυναίκα όταν πριν λίγο καιρό άνδρας βουλευτής είχε αποκαλέσει «καλτσοδέτα» μια γυναίκα βουλευτή. «Ήταν ότι πιο υποτιμητικό μπορούσε να λεχθεί σε ένα μέλος του Κοινοβουλίου» σημείωσε.

2.
Δούρου: «Στο κόμμα του Πάγκαλου αποκαλούν τις γυναίκες καλτσοδέτες»

4.
Ο σεξισμός, που είναι γένους αρσενικού, έχει αποικίσει και τη νοοτροπία ημών των θηλυκών (...) Θα ερμηνεύσουμε, όπως και οι άντρες, τη συμπεριφορά μιας γυναίκας με βάση την σεξουαλικότητα της (με τον τρόπο που οι άντρες εννοούν την γυναικεία σεξουαλικότητα). Τι περιμένεις από αυτήν την γεροντοκόρη, τη μητρομανή, την κλιμακτηριακή, το πορνίδιο, την ανέραστη, την πάρτα όλα (...) Θα την χαρακτηρίσουμε ταυτίζοντάς της με ενδύματα και αξεσουάρ, ρόμπα, καλτσοδέτα, τσόκαρο. Θα αποκωδικοποιήσουμε τη στάση της, με γνώμονα την εξωτερική εμφάνιση. Τι να μας πει η μπατάλω, η κοκάλω, η άβυζη, η ασχημομούρα, το σκιάχτρο, η αντρογυναίκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκή έκφραση για την αλβανική κάνναβη, με αναφορά στον Ενβέρ Χότζα, πρόεδρο του αλβανικού κομμουνιστικού κόμματος και ηγέτη της Αλβανίας. Παραλλαγή της έκφρασης αποτελεί και το εύηχο αλλά σπάνιο Χό-Jah.

-Κανας παπάς παίζει;
-Μόνο από την καβάτζα του Χότζα έχω μαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χαρτί που ήταν κολλημένο στην πίσω μεριά του χρυσόχαρτου στα πακέτα τσιγάρων «κασετίνα», λείο και στιλπνό σαν λαδόχαρτο (για να μην απορροφά την υγρασία από τον καπνό του τσιγάρου), λεγόταν στράντζα.

Δεν φαίνεται να έχει ετυμολογική σχέση με το αντίστοιχο εργαλείο, όποτε εικάζω οτι ήταν παραφθορά του στρατσόχαρτου > στραντζόχαρτο > στράντζα.

- Πριν κυκλοφορήσουν τα «χαρτάκια», στρίβαμε (ενν. μπάφους) με τις στράντζες και τις κολλούσαμε με γάλα ζαχαρούχο.
- Και δε σας γαμούσε τα λαιμά;
- Και τα λαιμά μας μας γαμούσε και τα μάτια μας πέταγε τόσο που λέω πως την ακούγαμε πιο πολύ από τη στρά(ν)τζα παρά από το σταφ. Για καυτές ούτε λόγος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αστειάτορας τρολάρει λολαδερά μια φωτογραφία ή ένα σέλφι τρίτων, χωρίς αυτοί να το αντιλαμβάνονται. Ενίοτε γίνεται άθελά του, αλλά συνήθως γίνεται εσκεμμένα και καθ' έξιν.

Νεόκοπο αντιδάνειο εκ του photobombing (φως και βόμβος).

1.
Ο σημερινός φωτοβομβαρδισμός είναι Greek-style. Ατόφιες, αυθεντικές, ενοχλητικές στιγμές φωτοβομβαρδίσματος την ώρα που οι υπόλοιποι απλά ποζάρουν. Αυτό κάνει τη διαφορά! Φορέστε τα κράνη – ξεκινάν οι φωτοβομβίδες!

2.
Όπως και νά ‘χει η φωτοβομβίδα που σκάει την ώρα της φωτογραφίας, στο σωστό σημείο, τη σωστή στιγμή και με τη σωστή γκριμάτσα, είναι τέχνη. Και εμείς τις τέχνες τις γιγαντώνουμε

3.
Η καλύτερη φωτοβόμβα της διοργάνωσης: «Πού πάει αυτό το κάθαρμα;» φαίνεται να λέει ο Άαρον Πολ του Breaking Bad για τον συμπρωταγωνιστή του Μπράιαν Κράνστον.

4.
ο άνδρας που θα δείτε στις παρακάτω φωτογραφίες δεν θέλει να μιλήσει στην κάμερα, αλλά με κάποιον περίεργο τρόπο - απανωτές συμπτώσεις ή καλά οργανωμένο σχέδιο; - καταφέρνει να βρίσκεται συχνά στο φόντο κάποιου τηλεοπτικού πλάνου - και μάλιστα φορώντας σχεδόν πάντα την ίδια λευκή μπλούζα! Είναι η απόλυτη κινούμενη φωτοβόμβα!

(πολλά μύδια είναι κλόπυ ράιτ από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό για την βουπρενορφίνη, φάρμακο που χρησιμοποιείται για την υποκατάσταση οπιοειδών.

- Τι έχει ο Αλεξάκης και έχει πρεζώσει;
- Ήπιε κάτι βούπες πριν και την είδε Μάικλ Ντάγκλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγνώστου γλωσσολογικής προέλευσης και σπάνια έκφραση για το «λαιμός»-«λαρύγγι». Συνήθως συνδυάζεται με έννοιες που υποδηλώνουν χασισοποτεία.

Ήπια ένα δίφυλλο και μου στέγνωσε το μπισκιτίτ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράσεις που ήταν σε χρήση στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του τελευταίου Εμφυλίου Πολέμου και λίγο αργότερα, από ένα σχετικά περιορισμένο ποσοστό του γενικού πληθυσμού, και πιο συγκεκριμένα από τους πολιτικούς εξόριστους και τους βασανιστές τους στα ξερονήσια και τις φυλακές της χώρας. Αυτή η αργκό στις μέρες μας είναι έως και μηδενικού ενδιαφέροντος.

Βούλγαροι : Άνευ σχολίων.

Γολγοθάς : Ο τόπος έρευνας (και καταλήστευσης) των αποσκευών και εν ταυτώ, ο τόπος του πρώτου βασανισμού των νεοαφικνούμενων στη Γιούρα. Βρισκόταν δίπλα στην αποβάθρα που έδενε το πλοίο ή το καΐκι. Γολγοθά αποκαλούσαν στις φυλακές της Κέρκυρας ένα αλώνι που χρησίμευε ως χώρος βασανιστηρίων.

Δάσος : Το νεκροταφείο στο οποίο παράχωναν στη Γιούρα τους νεκρούς από τα καψόνια και τα βασανιστήρια.

Ελ Ντάμπα : Περιφραγμένος με συρματόπλεγμα ακάλυπτος χώρος που χρησίμευε ως πειθαρχείο. Επινοήθηκε από τον διοικητή της Γυάρου Μπουζάκη, διάδοχο του Γλάστρα. Η ετυμό είναι προφανής. Ηλιακό πειθαρχείο (και με υποχρεωτική ορθοστασία) υπήρχε και στο Μακρονήσι το 1953.

Κουνιούνται τα τσουβάλια : Φράση ενδεικτική της ποσότητας σκουληκιών και ζωυφίων που περιείχαν τα άλευρα, όσπρια κλπ τρόφιμα του συσσιτίου των κρατουμένων.

Μαρμιτατζήδες : Ευνοούμενοι (= δοσίλογοι και χαφιέδες ) κρατούμενοι που είχαν προτεραιότητα στη διανομή του συσσιτίου, και έπαιρναν επιπλέον την μαρμίτα, το περίσσευμα του καζανιού.

Μάτια : Χαφιέδες ποινικοί που κυκλοφορούσαν στους όρμους του νησιού και κάρφωναν τους κρατούμενους στη διοίκηση και τους φύλακες.

Μαύρο σπίτι : Η κατοικία του δοσίλογου Γεωργίου Γλάστρα, υποδιευθυντή και κατόπιν διευθυντή του ευαγούς ιδρύματος. Η ανέγερσή του πραγματοποιήθηκε με την εθελοντική εργασία των εξόριστων. Με τον ίδιο τρόπο χτίστηκαν και οι διάφορες βίλλες κάποιων φυλάκων.

Όρμος της σιωπής / Τάφος των ζωντανών / Όρμος των μαρτυρίων : Ο πέμπτος όρμος της Γιούρας, στον οποίο οι στρατωνισμένοι εξόριστοι βρίσκονταν στο ανύπαρκτο έλεος ενός από τους σκληρότερους βασανιστές του νησιού.

Πατριάρχης : Όνομα με το οποίο συγκεκριμένος φύλακας της Γιούρας αποκαλούσε την μαγκούρα / ραβδί / μπαμπού που χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες της υπηρεσίας. Τον ένα Πατριάρχη διαδεχόταν ο επόμενος, όπως συμβαίνει παλαιόθεν και στον εκκλησιαστικό χώρο, από τον οποίο προέρχεται η ορολογία. Η διαδοχή καθίστατο αναπόφευκτη μετά τα πολλαπλά κατάγματα που υφίσταντο οι πατριάρχες συνεπεία αλλεπάλληλων προσκρούσεων σε αμετανόητες, αιρετικές επιφάνειες.

Στρούχτορας / Ινστρούχτορας : Χαρακτηρισμός που αποδιδόταν από τους βασανιστές φύλακες σε οιονδήποτε κρατούμενο κατά το κέφι τους. Προφανέστατα σημαίνει τον ιδεολογικό καθοδηγητή, (πρβλ αγγλ. instructor ). Η στοχοποίηση από τους φύλακες κάποιου εξόριστου ως στρούχτορα είχε άμεσες και οδυνηρές συνέπειες για τον τελευταίο. Εναλλακτικά στέλεχος / γραμματέας.

Συκιά του Γλάστρα : Εντελώς τελείως μοναδικό ανά την υφήλιο οπωροφόρο δένδρο του είδους ficus carica, απαντώμενο στην νήσο Γυάρο. Από τα μέσα του 1948 μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '50 στα κλαδιά του αναπτύσσονταν όχι τα γνωστά πράσινα ή μώβ σύκα, αλλά έτερα, ερυθρού χρώματος, ομιλούντα και διαθέτοντα 4 άκρα, κεφαλή και (πιθανώς) αίσθηση του πόνου. Από αμφισβητούμενης αξιοπιστίας πηγές μαρτυρείται η ικανότητά τους να εκβάλλουν διαπεραστικά ουρλιαχτά πόνου επί πολλές ώρες ή και ημέρες, φαινόμενο που μάλλον συνδέεται με την τεχνική συγκομιδής η οποία περιλάμβανε συστηματικό ραβδισμό.

Γινωμένα σύκα : Οι (μέχρι και 20 άτομα μαζί ) εξόριστοι που φτυαρίζονταν μισοπεθαμένοι στο διαστάσεων 2 Χ 3 πειθαρχείο, μετά από (συνήθως πολυήμερο ) δέσιμο στη συκιά, συνοδευόμενο από άγρια βασανιστήρια. Στο πρώτο πειθαρχείο (μια σκορπιοβριθή σπηλιά 2 Χ 2) βασανίστηκε από την ημέρα της άφιξής του στις 18/7/47 μέχρι τον θάνατό του στις 19/8/47 ο τριαντάχρονος Λαμιώτης δάσκαλος Περικλής Κούκερης, ο πρώτος νεκρός του Εμφυλίου στη Γιούρα.

Το πλοίο της πατρίδας : Το όποιο αρματαγωγό ξεφόρτωνε στη Γιούρα εξόριστους, εφόδια και υλικά για το χτίσιμο της φυλακής και άλλων κτιρίων που σώζονται μέχρι σήμερα. Η ανέγερσή τους, μετά την ισοπέδωση του βουνού από τους εξόριστους με ελάχιστα εργαλεία ήταν το αποκαλούμενο «έργο», ευκαιρία απίστευτης ρεμούλας για πολλούς εμπλεκόμενους. Αυτό τεκμηριώνεται από το σχετικό πόρισμα ( 21/8/1953) του εντεταλμένου εφέτη Ιωάννη Μπιζίμη. Τα καψόνια, τα βασανιστήρια και οι θάνατοι κατά τη διάρκεια του «έργου» δεν τεκμηριώνονται από καμία κρατική υπηρεσία.

Τρελά : Ρούχα υπηρεσίας που εχορηγούντο στους τρόφιμους των φυλακών και των ψυχιατρείων.

Τσακάλια : Ποινικοί και δοσίλογοι κρατούμενοι στη Γιούρα, που χαφιέδιζαν τους πολιτικούς στους φύλακες.

Φορμόζα : Από τις αρχές του 1950 και μετά ο Δ' όρμος της Γιούρας, στον οποίο στρατωνίζονταν οι ανανήψαντες και ιδόντες το εθνικόν φως το αληθινόν κρατούμενοι. Η ετυμό από την Ταϊβάν, στην οποία κατέφυγε μαζί με τους υποστηρικτές του ο Τσανγκ Κάι Σεκ μετά που πήρε την τσαπού από τους κόκκινους του Μάο. Αυτά τα ωραία συνέβαιναν πάνω κάτω την εποχή που ο Ναζίμ Χικμέτ νοσηλευόταν με Στηθάγχη ( η οποία παρεμπ θεραπεύεται με νιτρογλυκερίνη όπως διαβάζω στο νέτι. Αυτοί οι περίεργοι συνειρμοί θα με φάνε μια μέρα, να μου το θυμηθείτε ). Με την ίδια λέξη δηλωνόταν η αχτίνα (πτέρυγα ) των δηλωσιών και στις συμβατικές φυλακές της χώρας.

Βασική πηγή : Ανδρέα Νενεδάκη «Απαγορεύεται. Το ημερολόγιο της φυλακής». Συγκεντρωτική καταγραφή μαρτυριών εξόριστων στη Γιούρα. Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1974.
Κάτι ψιλά από το «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» του Χρόνη Μίσσιου, και από μνήμης κάποια στοιχεία από τα γραφτά του Γιώργη Πικρού και του Φιλ. Γελαδόπουλου για το Μακρονήσι. Ο Μίσσιος μας παραδίδει και την σλανγκιά βασανιστών χειρουργείο = θάλαμος βασανιστηρίων.

Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα. Και για τον Χάνκοντα, στου οποίου το λήμμα βασίστηκα για τη δομή του παρόντος.

15/7/47 [...] Άλλοι πάλι ποινικοί για να γλυτώσουν από την πρώτη μέρα άρχισαν τις σπιουνιές και τα κλωθογυρίσματα στους φρουρούς. Αυτοί βαφτίστηκαν αμέσως. Είναι τα «τσακάλια». Και μόλις παρουσιαστούν πέφτει βουβαμάρα.

10/9/47 Ως τώρα ήταν εκεί αριστερά στην αποβάθρα ο τόπος της έρευνας. [...] τον λένε «Γολγοθά» γιατί είναι ξέρα και μοιάζει με «κρανίου τόπον». [...] Τώρα εγκαινιάστηκε άλλος Γολγοθάς. Ο δεύτερος.
Μαστούρωναν, και τους τράβαγαν το βράδυ στο Γολγοθά - οι ίδιοι το βαφτίσαν έτσι. Ήταν ένα παλιό αλωνάκι πάνω απ' τα πειθαρχεία, όπου γινότανε το σώσε. (Μίσσιος)

30/3/48 - Σκυλιά θα σας σκάσω όλους. Εγώ είμαι ο Γλάστρας... Και θα περηφανευτεί [...] δείχνοντας το νεκροταφείο με τους σταυρούς.
- Εκεί θα φυτρώσει ολόκληρο δάσος [...]
17/6/48 - Δάσος θα γίνει εκεί... φωνάζουν [...] και δείχνουν το νεκροταφείο.
Στη Σύρα θ' ανοίξουν άλλο...δάσος, φαίνεται. Ποιος ξέρει τι γίνεται κ' εκεί στο νοσοκομείο. Λέγονται πολλά.
28/4/50 Πέθανε κι ο Συρινιώτης ο Κώστας [...] έλκος στομάχου [...] πετσί και κόκκαλο στις αγγαρείες [...] Ξερνούσε αίμα [...] τον έθαψαν στο «δάσος» χτές [...] σαράντα οχτώ χρονώ [...]

17/6/48 Η Συκιά είναι η τελευταία του έμπνευση. Εκεί κρεμά απ' τους αγκώνες [...] νύχτες ολόκληρες τους κρατούμενους του πειθαρχείου. Και τους δέρνει [...] ώσπου να παραλύσουν. [...] Τα «γινωμένα σύκα», όπως λένε όσους έχουν κρεμαστεί στη Συκιά.

12/10/47 Ο Ζεϊμπέκος καυχιέται κάθε μέρα πως σπάζει δυό και τρείς «Πατριάρχες». Κι οι άλλοι φύλακες δε μένουν αργοί.
30/10/47 Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, ο πατήρ Προκόπιος λειτουργεί και ευλογεί τις μαγκούρες, τους «πατριάρχες» και τα παλούκια.

17/12/47 Οι σκηνές γεμίζουν από «εθνικόφρονες» που [...] δημιουργούν επεισόδια [...] «καρφώνουν» [...] στο συσσίτιο παίρνουν πρώτοι τη «λαδιά» [...] και άρρωστος νάναι κανείς, δε γλυτώνει από τα «μάτια» που βλέπουν για λογαριασμό του Γλάστρα.
8/2/48[...] τα «αυτιά» και τα «μάτια» είναι παντού.

12/7/47 [...] όσοι θέλοντας να γλυτώσουν έκαναν τους αδιάφορους, δέχτηκαν ολόκληρη μπόρα.
- Ώστε είσαι ψύχραιμος; Πώς σε λένε; Είσαι ο στρούχτορας οπωσδήποτε.
25/2/48 [...] μόλις έτσι να φαίνεσαι [...] πως ξέρεις να μιλάς χαρακτηρίζεσαι «στέλεχος», «στρούχτορας» ή «γραμματέας».

[...] μας πήραν τα πολιτικά μας ρούχα και μας φόρεσαν τα «τρελά» της φυλακής. Ε, αυτά δεν έχουν ζώνες, είναι όπως οι πιτζάμες [...] από ένα κωλοΰφασμα, σαν καραβόπανο [...] (Μίσσιος)
8/11/49 Αυτά που λέει ο κανονισμός της φυλακής πως είναι υποχρεωμένοι να δίνουν σ' όλους τους κρατούμενους ρούχα, «τρελά» κλπ δυό φορές το χρόνο, είναι γραμμένο μόνο στα χαρτιά.

20/5/48 Τα αλεύρια που έρχουνται είναι κακής ποιότητας. [...] Τα σκουλήκια είναι τόσα πολλά που πολλές φορές «κουνιούνται τα τσουβάλια». 8/11/49 - Τόσα σκουλήκια είχε το αλεύρι που τα τσουβάλια έπαιζαν... έλεγε ο φύλακας Λαζαράτος Ανδρόνικος.

25/6/48 Κι ό,τι μείνει, «η μαρμίτα», ξαναμοιράζεται στους ευνοούμενους. [...] Κι ό,τι μείνει δεν το δίνουν στους «μαρμιτατζήδες» [...] Το ρίχνουν στα γουρούνια του αρχιφύλακα Τσολάκη.
25/5/49 Οι μαρμελατζήδες (Σ.Σ. ;;;;;;;), οι μαρμιτατζήδες, οι ιδιαίτεροι, τα τσανάκια [...] παίρνουν πρώτοι με λαδιά τριπλή και γεμάτη καθαρή κουτάλα.

8/2/48 Το αρματαγωγό έφυγε [...] «Το πλοίο της πατρίδας», όπως λένε οι Έλληνες, Γεώργιος Γλάστρας και ο Στράτος Κοζομπολίδης, τα καλά της παιδιά...

6/4/48 Ο Στράτος έγινε κλωβάρχης. Στον Πέμπτο ως τα τώρα ήταν το πειθαρχείο. Και είναι ακόμα. [...] «Στον όρμο της σιωπής», «στον τάφο των ζωντανών», «στον όρμο των μαρτυρίων», όπως ακούγεται ο Πέμπτος όρμος, τώρα βασιλιάς και κύριος είναι ο Στράτος.

30/3/48 [...] από τη βεράντα του σπιτιού του, που δούλεψαν εκατοντάδες κρατούμενοι για να χτιστεί, και που το λένε τώρα «το μαύρο σπίτι», ακούγεται ένας βρυχηθμός θηρίου [...]
17/6/48 Στη χαράδρα του Πρώτου όρμου [...] κοντά στο «μαύρο σπίτι» του Γλάστρα χτίστηκε άλλο πειθαρχείο.

1/6/50 [...] ο Μπουζάκης έστησε την «Ελ Ντάμπα» [...] Ο ήλιος είναι μεσούρανα [...] ο αέρας [...] δεν μπορεί να δροσίσει τη λάβα στο ηλιακό πειθαρχείο [...] σ' ένα συρματοπλεγμένο τετράγωγο ξέσκεπο είναι σωριασμένοι οι τιμωρημένοι [...] τα κεφάλια τους είναι ξυρισμένα, τα ρούχα τους λιγοστά [...] και τα κύπελα του νερού αδειανά [...] Κάθε μέρα [...] δεκάδες κρατούμενοι [...] Τον Γ. Μπούσουλα [...] τον έκαμαν παράλυτο από το ξύλο και τον έκλεισε στην Ελ - Ντάμπα για είκοσι μέρες.

10/3/48 - Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, γ... την Παναγία σας... Έχετε και σεις προγόνους... Βούλγαροι...
26/8/48 Πού θα πας, στους Έλληνες ή στους Βουλγάρους ;

Φορμόζα λέγαμε μια αχτίνα της φυλακής που ήταν μαζεμένοι όλοι οι δηλωσίες [...] από το γνωστό νησί της Κίνας [...] (Μίσσιος)
23/3/50 Τώρα στον Τέταρτο μαζεύουνται εθνικόφρονες κι όσοι χαρακτηρίζουνται «ανανήψαντες». Στη «Φορμόζα», όπως λένε τώρα τον Τέταρτον [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα πιο σπάνιο συνώνυμο για αυτό που συνήθως λέμε γκόμενα- γαρίδα, δηλαδή την γκόμενα με άσχημο πρόσωπο και καταπληκτικό σώμα, στη (σεξιστική) λογική «πετάς το κεφάλι και τρως το σώμα». Για ερμηνεία του φαινομένου βλ. 3ο παράδειγμα. Τηρουμένων των αναλογιών θα μπορούσαμε να πούμε ότι η γκόμενα καραβίδα είναι το αντίστοιχο ενός παίκτη τύπου Βασίλη Σπανούλη που επειδή είναι κοντός αναγκάστηκε να αναπτύξει υπέρμετρα όλα τα υπόλοιπα μπασκετικά ταλέντα του. Έτσι και η γαρίδα- καραβίδα αναπτύσσει τακαπληκτικό σώμα για να υπεραναπληρώσει το άσχημο πρόσωπό της.

Σχετικοάσχετο: Ήμαρτον Κύριε! Ου γαρίδασι τι γαμούσι

1. ....αν είσαι «γκόμενα - καραβίδα» και οκτώ μάστερ να αποκτήσεις , το πολύ πολύ να μεταλλαχθείς σε «παραμορφωμένη-καραβίδα» μαζί με όλες τις άλλες ... κι άντε μετά να πετάξεις από πάνω σου την ρετσινιά.

2. να σε χαιρεται ο μπαμπακας σου κοριτσι.... γκομενα καραβιδα...

3. Υπάρχουν πολλές γυναίκες εκεί έξω που έχουν υπέροχο σώμα αλλά άσχημο πρόσωπο. Και ναι, είμαστε μαλάκες, ρηχοί, μισογύνηδες και γελοίοι που τα γράφουμε αυτά αλλά είναι μία πικρή αλήθεια που πρέπει να ειπωθεί. Φυσικά και υπάρχουν αντίστοιχοι άντρες - καραβίδες. Αλλά δεν μας αφορούν.
Η άσχημη γκόμενα στα καλύτερά της
Είναι φυσιολογικό να υπάρχουν γκόμενες γαρίδες. Φυσιολογικότατο. Γιατί είναι το ανώτατο level για μία άσχημη κοπέλα το να καταφέρει τουλάχιστον να έχει ένα φανταστικό σώμα ώστε να τραβάει τα ανδρικά βλέμματα. Είναι δύο οι τρόποι να είσαι υπέροχη γκόμενα αν δεν έχεις ωραίο πρόσωπο. Α) Να είσαι γαμάτη, πανέξυπνη, mindblowing και ερωτεύσιμη και Β) να έχεις ένα πολύ ωραίο και γυμνασμένο σώμα. Κι επειδή το πρώτο είναι πάρα πολύ δύσκολο και δεν εξασφαλίζεται με μερικές ώρες στο γυμναστήριο καθημερινά, το πιο συχνό φαινόμενο είναι το δεύτερο.
Κάθε ασχημούτσικη γκόμενα προσπαθεί να βρει εκείνα τα στοιχεία που θα την αναδείξουν. Οι πιο πολλές επιλέγουν να κάνουν τα πάντα ώστε ο δικός τους κώλος ή το δικό τους σώμα εν γένει να είναι το πιο ωραίο. Για πολλούς άνδρες στην τελική αυτό είναι υπεραρκετό. Δεν είμαστε ούτε τόσο ρηχοί, ούτε τόσο μαλάκες. Απλά μας αρέσει μία γυναίκα να προσέχει το σώμα της.

(από Khan, 13/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Βασικά βρισιά, που μπορεί να έχει αποδέκτη και τα δύο φύλα, τις μάνες τους, και ό,τι επιθυμεί κάποιος να βρίσει, αλλά επίσης περιγράφει υβριστικώς και παρτόλα γυναίκα που είναι εντελώς τελείως ξέκωλο, ή ξεφτιλοπούτανο ή την βρίσκεις σε ξεφτιλάδικα, γενικά κοπέλα τελειωμένη, φτηνή πουτάνα και άλλα τέτοια που απέχουν παρασλάνγκας από την τρε κομιλφό κυριλογκόμενα και αρχοντομούνα.

1. Έχει και πολλές ξένες. Βασικά και οι γκόμενες εκεί για να φασωθούν πάνε. Από το τελευταίο ξεφτιλόμουνο μέχρι την πιο κυριλογκόμενα (που ψάχνεται όμως) έχει.

  1. Πολυ μέτριο ξεφτιλόμουνο το οποίο γαμούσα με ευχαρίστηση...... (Τα ξέκωλα του Φέισμπουκ).

  2. - Δεν παω τοσο για το γαμησι εκει αλλα για να αλλαξω περιβαλον και για το κλιμα που ειναι κατι το τελειο,χωρις να εχει τον καυτο ηλιο και την κωλοζεστη της Ελλαδας εχει ωραιες θερμοκρασιες και νιωθεις ευχάριστα.
    - ναι ρε για το κλίμα !!!!! δεν χρειαζότανε καν να το πεις αυτό...α και που σαι..μόλις σου κλείσει το πρώτο ξεφτιλόμουνο το ματάκι πας να την σκίσεις αλλά προς θεού...πάνω από όλα το ΚΛΊΜΑ !!! (Εύλογη αντίδραση σε τουκανιστή πορνομετανάστη στο μπουρντέλα ντοτ κομ)

  3. Εντυπωσιακη κοπελα...δεν μπορω να πω... αλλα ετσι οπως παρουσιαζεται.. δειχνει ενα ακομα ξευτιλομουνο που κουναει την κωλαρα της στα κλαμπ και απο κατω οι νεαροι αυνανες κοιταζουν με το στομα ανοιχτο... (Από μπουρδελοσάιτ)

  4. Το μουνόπανο γαμώ το ξεφτιλόμουνο που τονε γλίστρησε μου άναψε τα λαμπάκια βραδιάτικα.. (Από ιντερνετικό βρις-οφ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified