Further tags

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος τηλεοπτικού δημοσιοκάφρου, ο οποίος μέσα από το απυρόβλητο παράθυρό του βάλλει ανελέητα και αδυσώπητα κατά παντός, συνδυάζοντας αυτόχριστα την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία σε συσκευασία 3-σε-1.

Το λήμμα αποτελεί λογοπαίγνιο του ονόματος του εκλεκτού ανθού της σύγχρονης δημοσιογραφίας Ευαγγελάτου.

Τις προάλλες βγήκε ο Εισαγγελάτος και μας παρουσίασε τον πυροσωλήνα ζωντανά στο δελτίο ειδήσεων. Στη συνέχεια αναρωτήθηκε που μπορεί να τον βρήκαν οι τρομοκράτες. Έλα ντε, που να τον βρήκαν; Εδώ τον βρήκε ο Εισαγγελάτος. (από Blog)

«είχα δυο επιλογές: να σπάσω την τηλεόρασή μου, διότι η πίεση του αίματός μου είχε φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα, σε σημείο που να χρειάζομαι ισχυρή δόση ηρεμιστικών, ή να πατήσω το κουμπάκι και να σταματήσω την παροχή ρεύματος στη συσκευή, απαλλάσοντας τον εαυτό μου από τη θέαση του ενοχλητικού υποκριτικού υποκειμένου που λέγεται Εισαγγελάτος. Μετά ωρίμου σκέψεως προτίμησα το δεύτερο.» (από Blog)

Είναι νομίζω γνωστό τοις πάσι ότι ο Ευαγγελάτος τρέφεται με τον τρόμο και τον πανικό που προκαλεί στους άλλους... Εν πάσει περιπτώσει, τι σκατά προτείνει η Τατιάνα και ο Εισαγγελάτος; Να καταργήσουμε το Augmentin; Και όσοι έχουν σωθεί από αυτό; Και όσοι έχουν μικρόβια που είναι ανθεκτικά σε άλλα αντιβιοτικά και το χρειάζονται; (από Blog)

Εισαγγελάτος εν δράσει (από Vrastaman, 01/10/08)Τρόμος! (από Hank, 15/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που, όταν τον ακουμπάει κάποιος ή όταν φυσάει αέρας, πέφτει κάτω σηκώνοντας τα χέρια ψηλά, λες και τον πυροβόλησαν οι ληστές με τα καλάσνικοφ, για να εκμαιεύσει απο τον λάιντσμαν φάουλ ή πέναλντι - αυτός λέγεται καραγκούνης.

Επειδή η κατάσταση με τα χρόνια επιδεινώνεται και ο τύπος μάλλον
πάσχει απο την σπάνια νόσο των δυτών, από τούδε και στο εξής στο κάθε άσκοπο πέσιμο στο γηπέδο, στο δρόμο, στο μαγαζί ή στο σχολείο, ο οποιoσδήποτε επαγγελματιάς ή όχι ποδοσφαιριστής μπορεί άνετα να ονομάζεται καραβούτας.

Παίζεις 5x5 με συναδέλφους απο την εταιρεία, παίρνει το τόπι ο κοιλαράς προϊστάμενος, κάνει 2 μέτρα και πέφτει κάτω ζητώντας φάουλ. Πάς από πάνω και του λες «σήκω πάνω, ρε καραβούτα τι φάουλ». Bέβαια, την επόμενη φορά που θα ζητήσεις άδεια θα πάρεις τα @@ σου αλλα τεσπά.

(από kapetank, 23/02/10)(από kapetank, 23/02/10)

Δες και θέατρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπεκφεύγεις, την κάνεις μ' ελαφρά, εγκαταλείπεις το πλοίο, οπισθοχωρείς με δόλιο τρόπο με σκοπό να ανακτήσεις τα χαμένα ψηφαλάκια διατηρώντας όμως τους δύο εντεταλμένους υπαλλήλους σου ως υπουργούς.

Η πρόσφατη αποχώρηση του ΛΑΟΣ από την κυβέρνηση συνεργασίας δικαιολογεί νομίζω τον μακρύ ορισμό, που όμως εισάγει νέα δεδομένα στη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική ζωή.

Δύο συνάδελφοι στη δουλειά (πραγματικό γεγονός) :

-Μμμ, να σου πω...Μήπως μπορείς να υπογράψεις κάτι για μένα;
-Τι ακριβώς;
-Κοίτα, εγώ φεύγω γιατί με περιμένει η γυναίκα μου κανόνισε τα με τ' αφεντικό...
-Εεεε, κάτσε που πας; Μη καρατζαφεύγεις κάθε φορά που είναι να πάρεις ευθύνες στις πλάτες σου ρε λαμόγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρριόλα με δύο -ρο είναι η φανατική θαυμάστρια της Carrie Bradshaw και φανατική θεατής της σειράς Sex & the City. Είναι το κοριτσάκι που έχει ταυτιστεί με το ίνδαλμά του τόσο πολύ, που την έχει δει Carrie, και νομίζει ότι ο γκόμενός της έχει την περιουσία του Mr Big, για να της αγοράζει υποδήματα Manolo Blahnik των πεντακοσίων Ευρώ τουλάχιστον, σε κάθε ευκαιρία. Και γενικότερα το κοριτσάκι που το παίζει σεξουαλικός κυνηγός, και της αρέσει να διηγείται τις εμπειρίες από τα θηράματά της κ.ο.κ.

Υπάρχουν πολλές καρριόλες. Είναι και σαραντάρες στο ράφι, που την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, βγαίνουν σε παρέες τεσσάρων γυναικών (από «Χρυσό Κουφέτο»), για να μοιάζουν με την σειρά. Είναι και δεκαεφτάρικα πιπίνια, -καρριολίτσες που προσπαθούν να γίνουν Κάρι πριν την ώρα τους. Μερικές είναι καλές και αξίζει να ενθουσιαστείς μαζί τους, (get carrie-d away το αγγλικό pun), μερικές είναι πικάντικες σαν ινδικό κάρι, ενώ άλλες καρριόλες είναι απλώς καριόλες με ένα ρο, με τον γνωστό ορισμό: «σε αντίθεση με την πουτάνα που πάει με όλους, η καριόλα είναι αυτή που πάει με όλους εκτός από σένα». Αν σας τύχει καρριόλα, που δεν σας πολυενδιαφέρει, μπορείτε να γυρίσετε την καρριολιά εναντίον της, δηλαδή να την φτύνετε όποτε θέλετε, ή και να της φοράτε περικοκλάδες, και να δικαιολογείστε με το σκεπτικό ότι αυτά έκανε κι ο Μπιγκ στην Κάρρι, και τελικά σε καλό της βγήκαν!...

Μένιος: Η Λάουρα έχει γίνει πολύ καρριόλα τώρα τελευταία! Παίρνει την Λίλιαν, την Μόνικα και την Μπάρμπαρα, και βγαίνουν πάντα οι τέσσερεις τους!
Γιώργος: Κι εσύ τι κάνεις; Μ.: Θέλω να την συνοδεύσω, για να έχω κι ευκαιρία να δω την Λίλιαν, αλλά η καρριόλα μου το απαγορεύει αυστηρά. Θέλει να είναι μόνο γυναικοπαρέα για να συζητούν για τις κατακτήσεις τους, λέει...
Γ.: Ρε τις καρριολίτσες!

Διαφήμιση της Heineken, παρωδία αντίστοιχης σκηνής στο Sex & the City. (από Hank, 14/01/09)(από Khan, 08/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των «κλάνω» και «πλανητάρχης». Μπορεί να είναι:

  1. Ο άρχων της κλανιάς, ο καλός στα πνευστά. Δηλαδή ο πρώτος, ο πρόεδρος του Ομίλου κλασομπανιέρων.

  2. Ο κλαζμεντέν, αυτός που κλάνει μέντες από τον φόβο του, ο Αντόνιο Εκλασαμέντες ισπανιστί, και πάλι ο πρόεδρος.

  3. Ένας πλανητάρχης που βρωμίζει τον πλανήτη με βόμβες διασποράς, μεταφορικές (βλ. 1ο μύδι) ή πραγματικές.

  4. Ένας πλανητάρχης, που είναι κλαζμεντέν, θρασύδειλος κτλ.

- Τι θα γίνει με τον Ομπάμα; Θα είναι ντούρασελ, να φτιάξει δυο τρία πράγματα στον πλανήτη, ή θα αποδειχθεί κανάς κλανητάρχης Ομπάμιας κι αυτός;

(πρωην) κλανητάρχης επι τω έργω (από Vrastaman, 22/01/09)Αγελάδα Πλανητάρχης (όλος ο χάρτης πάνω της, σε μαύρο χρώμα περικαλώ) (από GATZMAN, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομο, συνήθως ευτραφές, τη στιγμή που μπαίνει στο οπτικό σου πεδίο, κρύβοντας το αντικείμενο παρατήρησης, συνήθως μια ενδιαφέρουσα ύπαρξη.

Ετυμολογία

κρύβω (αρχ. κρύπτω) + τόφαλος -> κρυπτόφαλος

Για προχωρημένους

Ο όγκος του κρυπτόφαλου (που πρέπει να είναι μεγαλύτερος απ' τον όγκο του αντικειμένου παρατήρησης) από μόνος του αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη.

Για να ισχύει ο όρος, πρέπει ο κρυπτόφαλος να είναι και χαμηλότερου ενδιαφέροντος από το αντικείμενο παρατήρησης, αν όχι αντικειμενικά, τουλάχιστον σύμφωνα με τα γούστα του παρατηρητή:

όπου x ο παρατηρητής, y ο κρυπτόφαλος, z το αντικείμενο παρατήρησης, V ο όγκος και f η συνάρτηση ενδιαφέροντος / γούστου.

Συνώνυμα

Σε περίπτωση που το συμβάν λαμβάνει χώρα σε μπαρ, ο όρος συναντάται και ως «μπαρκούδα».

- Πσσσσσσσσσς! Κοίτα το γκομενάκι εκεί κοίτα-κοίτα-κοίτα!
- Πού ρε;
- Εκεί ρε, εκεί! Κοίτα-κοίτα-κοίτα! Πσσσσσς! Αυτά είναι!
- Πού ρε, δε βλέπω!
- Καλά άστο... μπήκε κρυπτόφαλος στη μέση...
- Α ναι, τον κρυπτόφαλο τον βλέπω...
- Μαλάκα μου είσαι αργός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λεξιπλασίες που σχηματίζονται με σύγκραση των ονομάτων δύο πολιτικών, ώστε να σχηματίσουν ένα όνομα. Συνήθως στις παρόμοιες λεξιπλασίες υπονοείται ότι ενώ οι δύο πολιτικοί επαγγέλλονται ή γενικώς θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί και εναλλακτικοί, στην ουσία μοιάζουν υπερβολικά, ως μη έδει.

Για τον λόγο αυτό οι λεξιπλασίες αυτές με ισχυρή σύγκραση πρέπει να διακρίνονται από τις λεξιπλασίες τ. τσιπραλαβάνοι, όπου έχουμε ασθενή σύγκραση, σχεδόν παράθεση, (και όπου εκεί το νόημα είναι να θιγεί ότι ο αντίπαλος δεν είναι μόνος του, αλλά έχει και παρέα κάποιον εξίσου κατακριτέο με αυτόν, οπότε εκεί συνήθως δεν συμπαρατίθενται δύο ονόματα από τελείως διαφορετικούς ιδεολογικούς χώρους). Τα όρια βεβαίως μεταξύ των δύο διαφορετικών τύπων λεξιπλασιών δεν είναι στεγανά, αλλά υπάρχουν και γκρίζες ζώνες, όπως οι/ο Πουτβέντεφ (Πούτιν + Μεντβέντεφ). Το χαρακτηριστικό με τους Μερκοζί είναι ότι μπορεί να τεθούν είτε σε ενικό σαν να πρόκειται για μία υπόσταση, είτε και στον πληθυντικό, όπως οι Τσιπραλαβάνοι.

Ιδεολογικές χρήσεις των λεξιπλασιών αυτών:

α) Θίγεται το γεγονός ότι στις δημοκρατίες της εποχής μας (μετανεωτερικότητα ή ύστερη νεωτερικότητα, ή όψιμη μετανεωτερικότητα ανάλογα με τα γούστα), τα κόμματα εξουσίας όποια πρόθεση και να έχουν, ντε φάκτο ακολουθούν πολύ παρόμοια πολιτική λόγω της επιβεβλημένης παγκοσμιοποιημένης μονοτροπίας σε ολόκληρο τον πλανήτη, λόγω της υπερίσχυσης της οικονομίας έναντι της πολιτικής, λόγω της ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς ειδικά αν υπάρχει κοινό νόμισμα και ταλιμπάν. Ο Γάλλος φιλόσοφος Alain Badiou έχει ονομάσει τις σύγχρονες δημοκρατίες θέατρο, όπου το ίδιο έργο παίζεται εναλλάξ από δύο διαφορετικούς θιάσους, τους δεξιούς που το παίζουν ως Théâtre de Boulevard και τους σοσιαλιστές που το παίζουν ως επαρχιακός θίασος, με μοναδική εξαίρεση (πάντα κατά τον Badiou) τον Γιώργο Παπανδρέου, που το έπαιξε ως μπρεχτικό θέατρο αποστασιοποίησης, με απλά λόγια λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα. Η παράσταση έχει δύο πράξεις, την περίοδο χάριτος , όπου δίνουμε στον ηθοποιό την προσωρινή δυνατότητα να μην κάνει πράξη τις προεκλογικές του επαγγελίες χωρίς να δυσανασχετούμε, καθώς η αλλαγή θιάσου έχει φέρει κάποιο ενδιαφέρον στην παράσταση, και την φθορά της εξουσίας, όπου επέρχεται μονοτονία από την επαναλαμβανόμενη μη τήρηση των επαγγελιών, και οι θεατές σφυρίζουν την παράσταση, περιμένοντας πρόσκαιρη ανανέωση ενδιαφέροντος με τον επόμενο θίασο που δεν θα τηρήσει τις επαγγελίες του. Οι συγκλίσεις αυτές έχουν οδηγήσει σε λεξιπλασίες όπως Παπαμανλής, Καρανδρέου κ.τ.ό., για να περιγραφούν οι «δημοκρατίες» («ελευθέριες ολιγαρχίες» κατά την αριστοτελική ορολογία) που έχουμε μάθει όλοι καλά ιδίως τον τελευταίο καιρό.

β) Έχω την εντύπωση ότι συχνά οι λεξιπλασίες αυτές πλήττουν κυρίως αυτόν που επαγγέλλεται την διαφοροποίηση, και συνήθως τον «πατριώτη» ή «εθνικιστή» (ανάλογα με τα γούστα), τον υποσχόμενο την εθνική διαφορά από την παγκοσμιοποιημένη μονοτροπία. Λ.χ. η λεξιπλασία Παπαράς πλήττει κυρίως τον Σαμαρά (που δεν έχει παίξει ακόμα το ρολάκι του), όπως το σερβικό Toris πλήττει κυρίως τον εθνικιστή Τόμα Νίκολιτς, όπως (για άλλους λόγους) και το τι Πλαστήρας τι Παπάγος έπληττε τον Πλαστήρα. Οπότε ορισμένες από αυτές τις λεξιπλασίες δεν είναι απολύτως ουδέτερες μεταξύ των δύο, αλλά μάλλον αποσκοπούν να εξοντώσουν τον «υπερήφανο εθνικά»- «ανθενωτικό» πολιτικό, εντάσσοντάς τον στο ίδιο πακέτο με τον αντίπαλό του, ή απλά τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που δεν έχει ακόμη καταλάβει την εξουσία.

γ) Όταν οι λεξιπλασίες ενώνουν πολιτικούς διαφορετικών εθνικοτήτων, τότε θίγονται συγκεκριμένες διεθνείς τάσεις, λ.χ. οι Μερκοζί εναντίον των Ρομπαρόζο ή των Παπασκόνι. Και πάλι όμως, υπάρχει συχνά το στοιχείο του «ως μη όφειλε», λ.χ. είναι ξεφτίλα για τον Σαρκοζίξ να συναιρείται με την Μέρκελ, αντίθετα προς όποια επίδίωξή του για εθνικά υπερήφανη γαλλική πολιτική.

δ) Συναφώς, ορισμένες φορές θίγεται η υποτέλεια του ενός πολιτικού στον άλλο παρά τις διακηρύξεις του για ανεξαρτησία και αυτονομία. Λ.χ. ο Σαρκοζί που υπακούει στην Μέρκελ είναι Μερκοζί, ενώ ο Μεντβέντεφ που αποτελεί αχυράνθρωπο του Πούτιν είναι Πουτβέντεφ. Οπότε, παρά το γεγονός ότι οι λεξιπλασίες ενίοτε ομοιάζουν με τους τσιπραλαβάνους περιγράφοντας πολιτικούς του ίδιου χώρου, κατά βάθος η έμφαση είναι και πάλι στο «ως μη έδει».

Τέλος, να πούμε ότι οι παρόμοιες λεξιπλασίες κατασκευάζονται και αναπαράγονται ταχύτατα είτε από δημοσιοκάφρους, είτε από χρήστες των διαδιχτυών και στην εμπέδωσή τους παίζουν καταλυτικό ρόλο τα τερτίπια του φωτομάγαζου, που επιτρέπει και εικόνα της κωμικής σύμφυρσης των δυο φατσών.

Μη εξαντλητική λίστα:

- Καρανδρέου (= Κώστας Καραμανλής + Γιώργος Παπανδρέου)
- Καραπαπάρας (= Καρατζαφέρης + Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Μερκοζί (= Μέρκελ + Σαρκοζί)
- Παπαμανλής (= Παπανδρέου + Καραμανλής)
-Παπαράς (=Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Παπασκόνι (=Παπανδρέου + Μπερλουσκόνι)
- Πουτβέντεφ (=Πούτιν + Μεντβέντεφ)
- Ρομπαρόζο (=Ρομπάι + Μπαρόζο)
- Σαμανδρέου- Σαμαρανδρέου
- Τόρις (=Τόμα Νίκολιτς + Μπόρις Τάντιτς)

  1. Οι ΜΕΡΚΟΖΙ με Νέα “ΙΕΡΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ” ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ και ΔΙΑΤΑΖΟΥΝ… (Εδώ).

  2. Έρριξαν τους Παπασκόνι με πραξικόπημα! (Εδώ)

  3. Πρώτο γαλλογερμανικό «όχι» στους Ρομπαρόζο. (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Από το Μητσοτάκης και Δράκουλας = Μητσοτάκουλας.) Αυτός που προκαλεί υπερβολική ατυχία στους άλλους, ο υπερβολικά γκαντέμης. Λέγεται και σκέτο Μητσοτάκης.

  1. - Ρε Μητσοτάκουλα, ήρθες και όλο ασσόδυα φέρνω! Φτου, φτου σκόρδα, ξορκισμένος με τον απήγανο!

  2. - Είμαι τελείως Μητσοτάκης, μόλις έφτασε η σειρά μου τελείωσαν τα εισιτήρια!

(από GATZMAN, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν είναι ο Μπαμπινιώτης, (δεν είναι ο κροταλίας), αλλά μία επικίνδυνη μεταλλαγμένη παραλλαγή του, βγαλμένη μέσα από λάθος πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε φρικτά ναζιστικά εργαστήρια γενετικών ερευνώνε, και ο οποίος κάποια στιγμή το έσκασε και ανέλαβε να κατακρεουργήσει τον πλούτο της γλώσσης ήν μας έδωκαν Ελληνικήν. Πρόκειται για τερατώδες όν, κάτι μεταξύ μπαμπουίνου και Μπαμπινιώτη, που κυκλοφορεί ελεύθερο και πυροβολεί αδιακρίτως, σκορπίζοντας τον τρόμο και το σύστριγγλο. Ά, κόντεψα να το ξεχάσω, είναι και μέλος του slang!

Μεταξύ φίλων :
- Άσε ρε μεγάλε που θα μου πεις ότι η Ελενίτσα ξέρει Γαλλικά...
- Ναι ρε μαλάκα σου λέω, αφού έχει πάρει το Μπακαβλορεά...
- Ωοοοο, μεγάλε έγραψες! Για πάρτε ρε ένα μπαμπουινιώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified