Further tags

[ουσ.] Άτομο με τάσεις ακατάσχετης φλυαρίας, διανθισμένης από υπερβολές και ψεύδη με απώτερο σκοπό τον εντυπωσιασμό. Η πρακτική του μπουρου-μπουρου μαλακίες, απ' όπου αντλεί τον χαρακτηρισμό του ο μπουρουντέλης, αποσκοπεί πρωτίστως στο να ρίξει γκόμενα που κινείται συνήθως στα άκρα του ηλικιακού φάσματος (πιπίνι ή πουρό) και στα ακρότατα του φάσματος νοημοσύνης (βούρλο). Διαφέρει από τον αεριτζή ως προς τον τελικό στόχο και από τον φιδέμπορα ως προς την τεχνική η οποία περιλαμβάνει περίτεχνους συνδυασμούς ακατάσχετης μπουρδολογίας και φιδο-κοπλιμέντων.

Εναλλακτικές εκδοχές: μπουρουτέλης, μπούρου (ο)

  1. - Κοίτα ρε τον άχαρο, σε τι γκόμενα πάει να την πέσει...
    - Αυτός ρε είναι μέγας μπουρουντέλης! Να δεις τελικά που θα την ρίξει στο τέλος.

  2. - Την ειχα στο μπούρου όλο το βράδυ, αλλά τελικά με πιστόλιασε
    - Εμ, φιλαράκι, είπαμε είσαι μπουρουντέλης, αλλά αυτή η χτεσινή ήταν διεθνής αγαμήτου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδικτυακή γλώσσα, αντίθετο του greeklish. Τα engreek είναι αγγλικά γραμμένα με ελληνικούς χαρακτήρες. Δεν χρησιμοποιείται και πολύ, αλλά όταν γίνεται έχει πολύ γέλιο και είναι τρομερή φάση.

Παράδειγμα από chat στο Windows Live Messenger περιλαμβάνεται παρακάτω.

- Σόου, χάου ντου γιου ντού;
- Αι έμ φάιν, άι τζάστ χέντ ε μπάθ.
- Αααα, νάις, άι ντιντ του. Γουάτ πέρφιουμ ντου γιου πουτ;
- Αι ντοντ.
- ... Οοου. Οκέη. Γουίλ γιου καμ του δε πάρτυ τουνάιτ;
- Νόου, μεν, αι χεβ εν ινγκλις λέσον. Ιτ σαξ, μπατ άι χεβ του γκόου.
- Γκάτ-ντέμιτ! Γιού αρ μίσιν δε τάιμ οβ γιούρ λάιφ, μπρο!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία ελληνική λέξη, της οποίας τα συνθετικά για να βρεθούν χρειάζεται επιστημονική έρευνα. Η συγκεκριμένη χρησιμοποιείται για τις πολύ λιγνές -έως και ανορεξικές- γυναίκες.

-Τι τσιτσιφλάγκουρο είναι αυτή η Μαίρη ρε αδερφάκι μου. Νομίζει ότι με το να είναι σαν οδοντογλυφίδα, αρέσει στους άντρες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που απαντάται κυρίως στις πολυτεχνικές σχολές ανά την Ελλάδα και ειδικότερα σε μερικές που ο αναγνώστης θα καταλάβει αμέσως ποιες είναι μόλις επεξηγηθεί το λήμμα. Αναφέρεται σε γυναίκες τύπου καμπιονάτο χαρακτηρίζοντας την εμφάνισή τους και δημιουργείται από την σύμπτυξη των λέξεων σκατά - όψη. Παρατηρήστε την υποσυνείδητη διπλή έννοια που κατευθείαν προδίδει ότι πρόκειται για slang πολυτεχνείου. Μάλιστα η συχνότητα χρήσης της είναι τόσο μεγάλη που τείνει να ξεπεράσει θρυλικές άλλες λέξεις - φράσεις όπως «μαλάκας» ή «δεν έχω γκόμενα». Συνήθως ακούγεται από φοιτητές που σχολιάζουν τις διερχόμενες φοιτήτριες από κάποιο ύψος.

- Βαρέθηκα με την Στατική Μηχανική Ρευστών Σωματικών Υγρών 2 ρε φίλε, πάμε στο μπαλκόνι της βιβλιοθήκης να κόψουμε κίνηση;
- Τι λες ρε, να πήξουμε στην σκάτοψη; Πάμε καλύτερα από την φιλοσοφική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει πολύ κοντός και χρησιμοποιείται κυρίως απαξιωτικά για τους άντρες.

- Καλέ, είδες τον κοντοκλώτση που κουβάλησε η Ελένη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε σένα μιλάω κυνηγέ ψωλαρά. Πόσες φορές είδες στον δρόμο μια αφίσα με κλαμπ-μπαρ-κτλ που γράφει με μεγάλα τεράστια γράμματα Ladies Night κάθε Πέμπτη; Πόσες φορές πήγες; Τί αντίκρυσες κάθε φορά; Εσύ ξέρεις...

Για τους υπόλοιπους, ψωladies night είναι το μεγαλύτερο όπλο των κεφαλιών του μάρκετινγκ για να αποπλανούν τον φτωχό πλην τίμιο ψωλαρά και να τον κάνουν να επισκέπτεται συγκεκριμένα μαγαζιά τάζοντάς του λαγούς με πετραχήλια ή έναν χώρο με γυναίκες-υποψήφια θηράματα. Φυσικά κανείς δεν σκέφτεται ότι το δωρεάν ποτό που συνήθως τάζουν οι αχόρταγοι μαγαζάτορες οι περισσότερες γκόμενες το βρίσκουν σε όλα τα υπόλοιπα μαγαζιά από κεράσματα μόνων και μπάκουρων. Το τελικό θέαμα που αντικρύζει κανείς είναι αυτό ενός στρατοπέδου που ετοιμάζεται για άσκηση ή κοινώς αρχιδόκαμπος. Μην πείτε μετά ότι το slang.gr δεν σας προειδοποίησε...

Δημήτρης στην πόρτα του μαγαζιού: - Σήμερα θα γίνεται χαμός, έχει ladies night.
Χρήστος μέσα στο μαγαζί: - Ναι βλέπω... Ψωladies night!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γροθοπιτάκια προέρχονται απο την λέξη γρόθος και είναι πλέον ένας ζωντανός θρύλος στην Κρήτη. Είναι μάστ, πρέπον δηλαδή, όποιος κρητικός επισκεφτεί το νομό Θεσσαλονίκης ή ακόμη γενικότερα την Μακεδονία να κάνει το παρωχημένο πια αυτό καλαμπούρι στον χ βορειοελλαδίτη εστιάτορα ή γκαρσόν.

Τα γροθοπιτάκια απ' όσο γνωρίζω ανακαλύφθηκαν μέσα στην δεκαετία των '80, όπου η πενταήμερη ήταν ένα δρώμενο στο οποίο ο καθένας έδινε ό,τι καλύτερο διέθετε από χιούμορ και το άλεθε με αυτό των υπολοίπων. Θα το είπε κάποιος με αρκετό θράσος και καθώς η απορία του σερβιτόρου ήταν αστεία, επέτρεψε στο αστείο να συνεχιστεί στις επόμενες δεκαετίες.

Και τώρα για να λύσουμε την απορία όσων δεν γνωρίζουν την πλάκα, έχει ώς εξής: εμείς με μία παρέα κρητικών (ακροατήριο) μπουκάρουμε μέσα σε ένα σουβλατζίδικο/ εστιατόριο / φαστφουντάδικο κλπ της όποιας Βορείου Ελλάδος πόλης που βρισκόμαστε. Όταν ο σερβιτόρος έρθει να πάρει παραγγελία, εμείς απαιτούμε τα γροθοπιτάκια. Όταν εκείνος με απορία μας κοιτάξει θα τον κατακρίνουμε που δεν τα πουλά και θα τον γελοιοποιήσουμε μπροστά στο ακροατήριό μας (που μπορεί αναλόγως τα ντεσιμπέλ της φωνής μας να έχει επεκταθεί στα γύρω τραπέζια) που σε ολόκληρο φαγάδικο δεν πουλά γροθοπιτάκια. Πριν αρχίσουν να ανάβουν τα αίματα εκμεταλλευόμαστε τη σωστή στιγμή (τάιμινγκ αγγλιστί) και χασκογελάμε σα βλάκες.

Για όσους Σαλονικιούς παύλα βορειοελλαδίτες έχουν υποστεί αυτή τη (βλαμμένη) πλάκα, μπορώ να σας ενημερώσω ότι γροθοπιτάκια ουδέποτε υπήρξαν σε κανέναν νομό της Ελλάδας, πόσο μάλλον της Κρήτης.

Η όλη πλάκα πιθανόν να ήταν ένα γλωσσικό ξέσπασμα καθότι είναι αρκετά συχνό εμείς οι Κρητικοί να επισκεπτόμαστε την Μακεδονία και να μην καταλαβαινόμαστε καθόλου με τους ντόπιους. πχ. -κρητικός: «κράτα μου δύο μπίρες» = φέρε μου δύο μπίρες. ή -κρητικός: «ψήλωσέ το» = δυνάμωσέ το. κλπ κλπ.

«Ίντα μου λες μωρέ γκαρσόνι τση πλάκας απου δεν έχεις λέει γροθοπιτάκια;;; Άμενε στο διάτανο εσύ κι όλο σου το μαγαζί!!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πώς μπορείς όσο πιο λακωνικά γίνεται να περιγράψεις τη συμπρωτεύουσα; Αρκεί να αλλάξεις το «θ» με «ξ»... Μια πόλη που έννοιες όπως χαλαρότητα, διασκέδαση, καλοφαγία, ομορφιά (κυρίως γυναικών) κτλ οδηγούν αναπόφευκτα σε αυτό που περιγράφει η παραπάνω λέξη-έννοια: το απόλυτο ξεσάλωμα... Η λέξη χρησιμοποιείται από γηγενείς αλλά κυρίως από όλους εμάς που όταν μπορούμε απολαμβάνουμε τις παραπάνω ομορφιές της Θεσσαλονίκης.

Όσον αφορά την προέλευση της λέξης, πάμε στο 1993 και στο ομώνυμο άλμπουμ (και τραγούδι) των Ξύλινων Σπαθιών «Ξεσσαλονίκη».

- Πού θα πας ρε Ανδρέα πάλι τριήμερο;
- Φίλε ένα έχω να πω στα παιδιά... Ξεσσαλονίκη ...
- Όχι ρε τύπε, κατάλαβα! Πανικός! - Άσ' τα θα γουστάρουμε τρέλα!

(από profhths, 01/08/08)Ξεσσαλοnike - Ξεσσαλadidas - Ξεσσαλοpuma (από Galadriel, 25/02/09)(από Khan, 26/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάσημο Ελληνικό θέατρο του 21ου αιώνα, που διαδραματίζεται σε κρεβατοκάμαρες και σαλόνια με πρωταγωνιστές συζύγους και πεθερικά και είναι γνωστό για τις τρομακτικές, γεμάτες εκπλήξεις και «thriller» παραστάσεις του.

Το τυπικό σενάριο ενός έργου Γκράν Γκρινιόλ αποτελείται από τυχαίο συνδυασμό των παρακάτω προτάσεων:

Με γράφεις εντελώς,
Ξέχασες την επέτειό μας, Αμάν πια με την γαμο-μπάλα σου,
Σήκωνε και κανά καπάκι στην τουαλέτα, Μάζεψε και κανά ρούχο αναίσθητε, Δεν με ακούς που σου μιλάω, κουφός είσαι,
Γιατί θεωρείς ότι πάχυνα, σε βλέπω πως με κοιτάς,
Βγάλε τα παπούτσια σου θα χαλάσεις το παρκέ, Μη ξαπλώσεις μόλις έστρωσα το κρεβάτι γαϊδούρι, Είμαι και εγώ άνθρωπος, Πάλι με τα ρεμάλια τους φίλους σου, Πάλι σε meeting,
Α, θυμήθηκες επιτέλους ότι έχεις και γυναίκα/μάνα/πεθερά, Θα πάθεις χοληστερίνη με τις αηδίες που τρως, Μην βγεις έξω λουσμένος θα κρυώσεις, Δεν ασχολείσαι αρκετά με τα παιδιά σου, Φέρεσαι ψυχρά στην μαμά μου, Μόνο την μάνα σου ακούς, Θα με πεθάνεις, Θα ανέβει η πίεση μου,
Θα ανέβει το ζάχαρό μου, Το κρίμα στο λαιμό σου, Θα πάω σκαστή, Φάε λίγο ακόμα έχεις ρέψει, Πάλι πίνεις, Δεν μου τηλεφωνείς, Πάλι καπνίζεις, Πάλι διαβάζεις εφημερίδα, Πάλι κάνεις κάτι που σε ευχαριστεί, Θα πέσει η φωτιά να σε κάψει, Όλα εδώ πληρώνονται,
Θα την βρεις από τον Θεό, Πάλι παίζεις με το πουλί σου, Πάλι κοιτάς την γειτόνισσα, Πολύ τρέχεις, Θα μας σκοτώσεις, Πάτα και λίγο γκάζι, Χαμήλωσε την τηλεόραση, Σβήσε το ρημάδι, Δες πως με κατάντησες, Σε είδα πως την κοίταζες...

If looks could kill θα μετρούσε τα ραδίκια ανάποδα... (από Vrastaman, 31/07/08)Σκηνή Γκράν Γκρινιόλ (από Vrastaman, 01/08/08)

βλ. και παντόφλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαέστρος περιπαιχτικά (μπαμπαδίστικο χιούμορ).

  1. - Οι Φίλοι Μοντέρνας Μουσικής, μια χορωδία που φέτος κλείνει 20 χρόνια, ζητάει τενόρους. [...] Όσοι ενδιαφέρεστε παρακαλώ στείλτε μου πμ.
    - Σαν δεν ντρέπεσαι να ζητάς τενόρους για τους Μοντέρνους και να μην ζητάς για την Χορωδία Αθηνών, που στο κάτω κάτω έχει και 85 χρόνια ιστορία.
    - Η Αθηνών μέχρι το καλοκαίρι βολεύεται με τες γυναίκαι, με τέτοια ρεπερτόρια που διαλέγει ο μανέστρος της.
    (από φόρουμ)

  2. - Πώς λέγεται το ρύζι που διευθύνει ορχήστρα;
    - Μανέστρος.
    (παιδικό ανέκδοτο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified