Further tags

Μαξιλαράκι-τρυκ που αναπαράγει τον ήχο της πορδής, μόλις εφαρμοσθεί πίεση σ' αυτό.

Η μέθοδος ρομπο-ποίησης των υποψηφίων θυμάτων είναι απλή: Αρκεί δηλαδή να καθίσει πάνω σ' αυτό, κάποιος σοβαρός και εύθικτος κατά τα λοιπά τύπος, στον οποίον αποσκοπείται να προκληθεί αίσθημα αμηχανίας και σειρά (κενών) εξηγήσεων και δικαιολογιών, υπό τα χάχανα των παρισταμένων. Το μαξιλαράκι στενάζει κάτω απ' τα καπούλια του θύματος, που στριφογυρίζει με αγωνία και αιδώ, ενώ τα ακαριαία σφυρίγματα, πλήττουν θανάσιμα το κύρος του θύματος .

Δεν είναι αποτελεσματικό με τους κατά πεποίθηση κλανιάρηδες, οι οποίοι ουδέποτε ερυθριούν, παρά θριαμβολογούν όταν πέρδονται. Άλλωστε το λέει η φράση: «Τον κλανιάρη κι αν μαλώνεις, μες στα γέλια τον λιγώνεις»

Βέβαια, μόνον με την δικιά του πορδή ο καθείς αισθάνεται οικεία. Φυσικά, οι ξένες του βρωμάνε, κατά το: «Καθένας την κλανιά του την έχει μοσχοσάπουνο».

Προχτές, βάλανε κάτι τσογλάνια κλανομαξίλαρο στη θέση του καθηγητή ! Όταν έκατσε και ξεκίνησε παράδοση για την κλασσική εποχή έγινε το έλα να δεις !

Αγγλιστί: whoopee cushion

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει εκ των λέξεων αγουροξυπνημένος και αγγούρι.

Αγουροξυπνημένος θεωρείται αυτός που ξύπνησε ή τον ξύπνησαν πολύ νωρίς ή αυτός που έχει μόλις ξυπνήσει, αλλά δεν έχει συνέλθει ακόμη πλήρως από τον ύπνο. Οι νοητικές λειτουργίες είναι σε λανθάνουσα κατάσταση. Δεν έχει μπουτάρει ακόμα.

Εκφέροντας τον όρο αγγουροξυπνημένος, δίνουμε έμφαση στη δυσκολία που αντιμετωπίζει κάποιος, προκειμένου να συνεχίσει τον ύπνο του, η να ενταχθεί φυσιολογικά στο πρόγραμμα της ημέρας, λόγω ξυπνήματος. Αισθάνεται λες και τον έχουν φυστικώσει με αγγούρι καλυβιώτικο. Λέμε τώρα...

Ο αγγουροξυπνημένος μπορεί να εκδηλώσει έντονες καφαρχιδιστικές τάσεις. Έτσι το αγγούρι που δωρεάν έλαβε, μπορεί να δοθεί απλόχερα στους άλλους. Και επειδή η δράση προκαλεί αντίδραση δεν είναι απίθανο κάποιος να του το επιστρέψει με τόκο. Εμ...Η συμπεριφορά προκαλεί συμπεριφορά...Ας μην το κρύψωμεν άλλωστε.

  1. Αγγουροξυπνημενος όμως και μες τις κατουρόκαβλες καθώς ήταν, ανακάθισε στο κρεβάτι και καθώς έσκυψε να δέσει τα σανδάλια του παρ’ολιγο να βγάλει το μάτι του με το μπούτσο του.
    Δες

  2. Η καλή Forthnet μου λεει θα ενεργοποιηθείτε στις 13 Ιουνίου. Γυρίζω και γω σπίτι μου 13 Ιουνίου, τηλέφωνο πάπα.. α, ωραία λεω, θα κάνουν τα διάφορα.. Μέχρι το βράδυ δεν έχει γίνει κάτι, δε δίνω σημασία... Την άλλη μέρα παίρνω το πρωί να ξυπνήσω το σύζυγο - διότι εκτελώ και χρέη ξυπνητηριού - και απαντάει ένα παιδάκι.. Πότε έκανα εγώ παιδάκι; Λάθος θα πήρα φαίνεται.. Κλείνω, ξαναπαίρνω... Τσεκάρω και το νούμερο να’μαι σίγουρη... Το σηκώνει ένας κύριος, καθόλου αγγουροξυπνημενος και καθόλου ο άντρας μου... Συγγνώμη του λεω είναι το ΧΧΧΧΧΧΧ νούμερο; Όχι μου λεει είναι το ΧΧΨΨΨΨ.. μάλιστα... εγώ όμως πήρα το ΧΧΧΧΧΧΧ...
    Δες

(από GATZMAN, 20/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμάλγαμα των λέξεων μπύρα και του μυθικού ήρωα Ηρακλέους. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την περιγραφή μίας συγκεκριμένης κατηγορίας μπυρόβιων, οι οποίοι υπό κανονικές συνθήκες είναι εσωστρεφείς φλώροι αλλά μετά την πόση του θαυμαστού αυτού ποτού γίνονται θαρραλέοι μπήχτες και επιτυγχάνουν λαμπρά κατορθώματα.

- Λοιπόν τη βλέπεις αυτή εκεί στο απέναντι τραπέζι; Τόση ώρα που μιλάμε με καρφώνει με τα μάτια. Θα πάω να της μιλήσω!
- Άσε ρε Μπυρακλή να πούμε, που πριν πιεις τις Franziskaner έλεγες ότι όλες σε έχουν χεσμένο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Elegant – ηχητικά - σλανγκικός χαρακτηρισμός της πουστάρας.

Ετυμολογία: ομοφυλόφιλος + σκύλος.

Προέλευση: πέραν και πλέον του προφανούς, έχει και μια πιο ουσιαστική εξήγηση αφού στην προσπάθεια να πολιορκήσουν την πίσω πόρτα, οι συμπαθείς (κατά τα λοιπά) πούστρες το κάνουν doggy style (ένα λογικό συμπέρασμα βγάζω, ε...)

Συνώνυμα: καμιά 500αριά στο λήμμα πούστης.

- Ρε μαλάκα, αυτός ο ομοσκυλόσκυλος ο Σιανίδης πάλι με μουνάρα κυκλοφορούσε χθες!
- Ρε λες να το παίζει πούστης για να κερδίζει την εμπιστοσύνη των γυναικών, μετά να τις μεθάει και να τις πηδάει;
- Λες...;

(σ.σ. ας προβληματιστούμε)

oμοσκυλοσκυλος (από BuBis, 08/07/09)ωμοσκυλοσκυλος (από BuBis, 08/07/09)ζεστοσκυλοσκυλος (από BuBis, 08/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «άει στο διάoλο» + «διάλογο». Να μην συγχέεται με την αστική τάξη, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει.

Είδος διάλογου που σχεδόν από την αρχή του εμπεριέχει την ανταλλαγή βρισιών, μπινελικιών, σωματικών εκκενώσεων, θεολογικών αναφορών, ξένων γλωσσών, κλπ.

Συνήθως δε, σύμφωνα με την πανάρχαια δημοκρατική μας παιδεία λέγονται το ένα σε απάντηση του άλλου άρα όντως μπορεί κανείς να τον πει διάλογο, after all…

Τέτοιου είδους διάλογοι συνηθίζονται σε καφενεία μεταξύ παππούδων για τα πολιτικά, την πρέφα ή το τάβλι, σε γήπεδα μεταξύ οπαδών, σε συνεδριάσεις δημοτικών συμβουλίων, σε φοιτητικές συνελεύσεις, μεταξύ οδηγών για το παρκάρισμα ή για προσπέραση αλλά και σε διάφορες άλλες κοινωνικές σχέσεις (έχω δει συνεδριάσεις μεταξύ προέδρων ΚΑΠΗ που εξελίσσονται πουτάνα όλα…).

Η κατάληξη ενός αστοδιαλόγου είναι άγνωστη αλλά μπορεί να ξεκινήσει από κρασάκι σε ταβέρνα με τραγουδάκια μέχρι ταβερνόξυλο.

Απέκδυση ευθυνών (Δισκλεμέρι): φυσικά η έμπνευση προέρχεται από τούτο δω το βλόγιον! Φενκς στον Βρασίδα και τον Τζόνη, το χρησιμοποιώ ήδη και είμαι σίγουρος ότι το κάνουν πολλοί άλλοι!

Γραμματέας : Άρχεται η συνεδρίαση! Κύριε πρόεδρε, ξεκινήστε…
Πρόεδρος : Καταρχάς να πω ότι οι μισοί εδώ μέσα είστε μεγάλες κουφάλες… Ποιος ξερνάει στον Τύπο όλα αυτά τα μαϊμουτζιλίκια, γαμώ την πανακόλα!
Αρχηγός αντιπολίτευσης : Άντε και γαμήσου ρε πούστη άνδρα! Παλιό-σκουληκαντέρα, μήπως θέλεις να σου κάνουμε και καμιά πίπα;, ναουμ ; Tα θέλει ο κώλος σου βλέπω, μην βγάλω στην φόρα τις ντεμεκιές σου!
Γραμματέας : Κύριε συνάδελφε, πως μιλάτε έτσι στον πρόεδρο!
Έτερος Σύμβουλος : Άντε χάσου μωρή πεταλουδίτσα της νύχτας και συ!
Γραμματέας : Τι πετάγεσαι εσύ ρε πίτσκο! Σε έχω γραμμένο ρε στα τέτοια μου, σώγαμπρε!
Έτερος Σύμβουλος : Μπά, σου φύτρωσε, ορθιοκατούρω ; Ομόρφυνες βλέπω…
Σύμβουλος Χουντάλας : Γάμησες μας ρε αρκούδα, κάτσε κάτω και συ μωρή Κερατώ, άντε γιατί χιτλεριάζομαι
Αριστερός : Nαι σιγά μην πάθεις καμιά αγκύλωση στο δεξί, μωρή ναζιάρα
Σύμβουλος Χουντάλας : Nαι μίλησε και ο κουκουές, yes master, παλιό σταλίνα!
Εναλλακτικός light : άντε ρε μαδαφάκας, τελειώνετε, στην Ίφκινθο τώρα θα έχει μουνόβραση!
Αριστερός : Άντε ρε φυματικό ραδίκι, άμα δε σ’ αρέσει, ντύνεσαι και φεύγεις!
Γραμματέας : Αυτά λοιπόν για σήμερα κύριοι, η επόμενη συνεδρίαση σε 3 μήνες. Θα ακολουθήσει δεξίωση στο εξοχικό κέντρο τα 5 Φ. Ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σας…


Καφετζής από την Πόλη : Τι ρεμπέτ ασκέρ αυτοί οι μισκίνηδες, για τον χουρδά είναι, για! Είπαν τα μπινελίκια τους, μάζεψαν τα τσαμασίρια τους αλλά με αφήσαν τόνγκα… Την άλλη φορά να πιούνε Κυφωνίδη, γαμώ το χαΐρι τους…

ασταδιάλα ρε! (από BuBis, 08/07/09)ασταδιάλα ρε! (από BuBis, 08/07/09)

Δες και μάνογουορ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη πατικωλίδι ετυμολογείται εκ των πατάω και κώλος.

Πρόκειται για ιδιωματισμό του Αγρινίου, όπου πολλοί παράνομοι αγώνες στους δρόμους και στις αερογέφυρες. Συνεπώς ως πατικωλίδι ορίζεται η κόντρα, η σπινιά και γενικά το γαμηστερό καυλόγκαζο.

Σπανιότερα συναντάται και ως συνουσία μέσω πρωκτού.

  1. Ρε συ, είδες φανάρια-αερογέφυρα κάτι τρελά πατικωλίδια που έπεσαν;;;;

  2. Αν πάς στο σπίτι της Εύας, κάνε της ένα καλό πατικωλίδι!

(από proteas1992, 29/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφιερώνομαι σε μονογαμία.

Έχω ρομαντική / συναισθηματική σεξουαλική επαφή.

Μην μουνογαμιέσαι πολύ γιατί θα βαρεθεί το γκομενάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως γιγνώσκουν οι αφοσιωμένοι αναγνώσται τοιαύτου διδικτυακού τόπου, η είσοδος εις οινοπνευματοποτεία δι’ ομοφυλόφιλους (κοινώς γκέι μπαρ) γίνεται μετ' επιδείξεως διαπουστευτηρίων.

Αλλά ποία εστί η διαδικασία; Μα εννοείται ότι ακολουθείται το... πρωκτόκωλο! Ήτοι χοντοθεραπεία, κωλοβυθοσκόπηση κτλ.

Φίφης: «Εχθές φίλτατε έγινα δεκτός εις λέσχη αποκλειστικά δια γκέϊ!»

Καυλαγόρας: «Ωχχχ... καιαι... τι έγινε;»

Φίφης: «Ε ως γνωστόν ετηρήθη το πρωκτόκωλο: εμετάβην δια χοντοθεραπείαν αρχικώς, ύστερα επροέβην εις κατανάλωσιν Cosmopolitan και μετά συνευρέθην μετά του Αμπτούλ και του Γιουσούφ Χαμίτ!»

Καυλαγόρας: «Ωω μ' εαυτόν κίναιδε (Πω ρε πστ μου) !!»

Φίφης: «Με εφώναξες;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ βρωμιάρης κι ατημέλητος (λόγω βαρεμάρας ή εκ πεποιθήσεως κι όχι λόγω ανέχειας ή κάτι τέτοιο).

Από το «βρωμύλος» και το «βρωμόκωλος».

Αυτός που το είπε (πραγματική περίπτωση), απλά πήγε να πει για κάποιον κάτι απ τα δύο, αλλά τελικά μην έχοντας αποφασίσει προς στιγμήν ποιο θα χρησιμοποιήσει, τα ένωσε λίγο κι έκανε το «βρωμίκωλος».

Δηλαδή ήταν λέξη που ειπώθηκε, αλλά και σχηματίστηκε, κατά λάθος. Αλλά παρέμεινε...

...αυτός είναι βρρρωμ...ί...κωλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...

- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....

βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified