Selected tags

Further tags

  • [i]Ψωλή μου που 'σουν όμορφη κι' ήφτανες στο φεγγάρι και 'δα θωρώ τ'αρχίδια σου κ' ήκαμες μαξιλάρι.[/i]
  • [i]Ψωλή μου που 'σουν όμορφη και 'ποκαμάρωνα σε και 'δα στην τρύπα του μουνιού θωρώ σε και κοιμάσαι.[/i]
  • [i]Ψωλή μου που 'κανες τσαντίρι το σεντόνι και 'δα που σε χρειάζομαι σε πήραν οι δαιμόνοι.

[/i] Κρητικές χαρακτηριστικότατες μαντινάδες που αφιερώνονται σε όσους έχουν παροπλίσει το πέος τους και δεν μπορούν να εκτελέσουν τα σεξουαλικά τους καθήκοντα.

Δεν χρειάζεται, οι μαντινάδες μιλάνε από μόνες τους.

(από kounelos66, 12/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είδος εκείνου του υπερψαγμένου μουσικόφιλου λατέρνατιβ ποπ/ροκ μουσικής, ο οποίος απαξιώνει τους οψιμαθείς νιούμπηδες που είδαν πρόσφατα το φως τους με το χ ή το ψ μουσικό συγκρότημα. Για τον ίδιο, ο πρώτος, παγκοσμίως πανάγνωστος ωμός και ακατέργαστος δίσκος του ίδιου συγκροτήματος είναι πάντα το real thing.

Σχηματίζεται κατά το σταλεγάκιας - γιατί έτσι κι αλλιώς «σ' τά 'λεγα 'γω ότι είναι γκρουπάρα» (σιγά μην τό 'λεγες, τώρα το λες).

- Τι ψωνισμένο αρχίδι είναι αυτός ο Μάικ...
- Πρωτοδισκάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρ' ότι η μετοχή είναι παθητική, η λέξις δηλώνει άτομο που έχει ψάξει, και όχι άτομο το οποίο έχουν ψάξει, αν και το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Προέρχεται από την ρηματική μορφή της φράσης «την έχει ψάξει» ή πιο απλά «τό 'χει ψάξει το ζήτημα», ή «την ψάχνει με τη γυμναστική». Μοιραία, το υπόλοιπον του πληθυσμού ζηλεύει γιατί δεν μπορεί να το κάνει και όταν προσπαθεί διατρέχει τον κίνδυνο να μείνει με τ' αρχίδια στα μάτια.

Ψαγμένος, λοιπόν, είναι αυτός που ξέρει τα σωστά μέρη, τις σωστές μουσικές, το σωστό φαγητό, τις σωστές ταινίες, βιβλία, από τέχνες, κάτι απ' όλ' αυτά ή και όλα μαζί σε ένα πολύ κομψό και πρακτικό βαλιντζάκι. Δεν πίνει ξίδια, πίνει καλά ποτά. Δεν σαβουριάζει, τρώει καλό φαγητό. Αν του πεις ουγκχ δεν θα καταλάβει την αναφορά στον καλλιτέχνη, αλλά ξέρει την ταινία Изгнание και τον σκηνοθέτη της με τα ονόματά τους (πόσο ωραία τα λέω για τον εαυτό μου). Αγνοεί τον Εντικά, αλλά θα σου μιλάει ώρες για τον Πικάσο. Είχε περάσει περίοδο κατά την οποία θεωρούσε τον Κολτρέην ξεπερασμένο και άκουγε σχήματα τύπου Kilimanjaro Darkjazz Ensemble, αλλά όταν τον ξαναβρήκε ανακάλυψε νέο βάθος στο ωμό, αλλά συναισθηματικό του παίξιμο.
Τα στανταράκια τον αφήνουν αδιάφορο, όταν αυτός τα μάθαινε εμείς οι υπόλοιποι ανακαλύπταμε το βυζί της μάνας μας, αλλά ο σωστός ψαγμένος σκορπίζει απλόχερα την γνώση που με κόπο κατάκτησε και για τούτο έχει το σέβας των ερασιτεχνών (με την έννοια του ετύμου της λέξης) και όχι τον φθόνο ή το «ξεσκότα μας το μπούτσο μωρή ψωνάρα». Κατ' αυτήν την έννοια διακρίνεται ο ψαγμένος από τον σεβαστό αθλητή του νέημ ντρόπινγκ και της ημιμάθειας (βλ. σχόλια εδώ), όπου δεν παρατηρείται αγάπη προς κάποιο αντικείμενο, αλλά εργαλειοποίηση της γνώσης και της πληροφορίας.

Καθείς είναι ψαγμένος στο αντικείμενό του, μπορεί εύκολα κάποιος να είναι συνολικά ξυλοκόπος, αλλά οι γνώσεις του σε ένα πεδίο να αγγίζουν την τελειότητα και το βάθος το απύθμενο στην διείσδυση και την κατανόηση, αλλά και την συνολική αντίληψη του αντικειμένου.

Αφιέρωσις: κχαν, που του τό 'κλεψα σχεδόν.

- Πολύ ψαγμένος ο Τάκης με τη μουσική, ε;
- Ποιος ρε, ο πρωτοδισκάκιας; Έναν πούτσο είναι, μην ψαρώνεις. Αν μιλήσεις μισή ώρα μαζί του, θα αρχίσει να ξεφουρνίζει τις μαλακίες τη μία πίσω απ' την άλλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούμε ένα ρούχο ή αξεσουάρ που είναι παλαιομοδίτικο, άκομψο και μας πέφτει πολύ φαρδύ.

Κυριολεκτικά, τα πεθαμενατζίδικα είναι η γκαρνταρόμπα αποβιωσάντων ατόμων, που παραχωρήθηκαν έναντι ευτελούς συνήθως τιμήματος από τους συγγενείς σε παλαιοπώλες, για να καταλήξουν να πωλούνται σε παλαιοπωλεία στα γιουσουρούμ/ψειροπάζαρα/flea markets.

Χαρακτηριστικά, πεθαμενατζίδικα σακάκια, παπούτσια, καπέλα, γραβάτες, πουκαμισιές κ.α. βρίσκει ακόμη κανείς στο μπιτ παζάρ (οδός Ιουστινιανού) στη Θεσσαλονίκη.

Σημειωτέον ότι ο όρος «πεθαμενατζίδικα» μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για λουλούδια, που αφού χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή στεφάνων σε κηδείες, συλλέγονται και επαναχρησιμοποιούνται στις λαϊκές πίστες και ναούς του λαϊκού πενταγράμμου γενικότερα.

Επίσης, πεθαμενατζίδικα μπορεί να χαρακτηριστεί μια ειδική κατηγορία τραγουδιών σε κλίμακα μινόρε με απαισιόδοξη διάθεση και στίχους, π.χ. Νικόλας Άσιμος - Στο φαλιμέντο του κόσμου. (παρ. 2)

  1. - Κανόνισε να φορέσεις πάλι κανένα πεθαμενατζίδικο.

  2. από εδώ
    - οοοοο, πεθαμενατζίδικα τραγούδια, γουστάρωωωωω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, ειναι μια ευφάνταστη καρναβαλική αμφίεση (δες φωτό) που σκέφτηκε κάποιο τσικλίκι και κατάφερε πολυ πετυχημένα να συνδυάσει τον Νίκο Γκάλη με τον 'Αλις Κούπερ.

Μεταφορικά, γκάλης κούπερ μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος απο αυτούς τους σαρανταπεντάρηδες που εξακολουθούν να παίζουν ακόμα μπάσκετ και να πιάνουν για ώρες το γηπεδάκι της γειτονιάς κάνοντας ολντ φάσιον φιγούρες εμπνευσμενες απο τον Γκάλη (σπάσιμο όχι στον αέρα αλλα στο έδαφος), κηρύττοντας το ήθος στους νέους συμπαίκτες (μη βρίζετε παιδιά μου, εμείς είχαμε ήθος στα νιάτα μας), και έχοντας στυλιστικό ντρες κόουντ εμπνευσμένο από τα '80ς (παπούτσια στράικ, σταράκια, κορδέλες στα μαλλιά, μάλλινες φανέλες του Μίλωνα ή του Σπόρτινγκ για να ψαρώνουν οι νιούφηδες)

Πας όλο αγωνία στο γηπεδάκι για μπάσκετ και πάλι το γήπεδο είναι πιασμένο απο ΑΥΤΟΥΣ.

- Ψηλέ, πα' να φύγουμε.
- Κάτσε ρε να τους δούμε, έχουν χαβαλέ.
- Ωχ τι κάνει, ρε μαλάκα, αυτός με τα στράικ, σπάσιμο στο έδαφος;
- Θεός ρε, γκάλης κούπερ...

(από kapetank, 24/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη slang των ηχοληπτών, φέτα είναι το τμήμα της κονσόλας ή του μίκτη που περιέχει τα όργανα ρύθμισης και τις συνδέσεις για ένα κανάλι ήχου. (Υπάρχουν κονσόλες οχτακάναλες, δεκαεξακάναλες και λοιπά – το track που λένε στα εγγλέζικα. Κάθε κανάλι και φέτα.)

Κατά κανόνα, σε κάθε κανάλι αντιστοιχούν ένα fader (γραμμικό ποτενσιόμετρο που ελέγχει την ένταση του ήχου), κάποιες βαθμίδες equalizer (κανείς δε λέει «ισοσταθμιστής»), ποτενσιόμετρο προενίσχυσης, διάφορα κουμπάκια (mute, groups, πανάρισμα, συμπίεση, ειδικά εφέ, κέρατα) και υποδοχές για τα βύσματα. Και επειδή όλα τούτα, όπως τα βλέπεις από πάνω, είναι στοιχισμένα κάθετα, έχει επικρατήσει η ονομασία φέτα.

Συνεκδοχικά, φέτα λέγεται και πιο συγκεκριμένα το fader, πιθανότατα επειδή χρησιμοποιείται συχνότερα από οτιδήποτε άλλο. (Βλ. παρ. 2β, 3.)

  1. Να ρε φίλε, αυτή είναι ραδιοφωνική κονσόλα της προκοπής! Οι φέτες είναι αποσπώμενες, κι άμα χαλάσει καμιά, τη βγάζεις χωρίς να κοπεί η ροή. Την πας για επισκευή, μετά την ξαναμοντάρεις κι ούτε γάτα ούτε ζημιά. Ενώ με τη μαλακία το μίκτη που έχουμε εμείς, όποτε βγάζει πρόβλημα (και βγάζει πρόβλημα κάθε τρεις και λίγο), βγαίνουμε εκτός αέρα!

  2. — Δώσε προσοχή, νέος! Οι φέτες, όπως τις βλέπεις από αριστερά προς τα δεξιά, είναι: σιντί ένα, σιντί δύο, πικάπ ένα, πικάπ δύο, μινιντίσκ, πισί, υβριδιακό, μικρόφωνο ένα, μικρόφωνο δύο, μάστερ. Θα τα θυμάσαι, ρε όρνιο;
    — Μ.. μάλιστα, κυρία Σοφία.
    Κεριά και λιβάνια! Τα ποτενσιόμετρα δεν τα πειράζεις. Το μάστερ δεν το 'γγίζεις. Τις υπόλοιπες φέτες τις πας ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΜΕΣΗ για θα σε πάρει ο διάλος. Γκέγκε;
    — Μ.. μμ.. μμμάλιστα, κυρία Σοφία!

(σημ.: εδώ η πρώτη αναφορά σε φέτες δηλώνει τα κανάλια συνολικά, ενώ η δεύτερη δηλώνει μόνο τα fader)

  1. Ο Στράτος, που δούλευε εδώ παλιά, ήτανε τεχνικός με αρχίδια, μπορούσε να λύσει την κονσόλα και να την ξαναδέσει με κλειστά μάτια. Ενώ ο Μήτσος, που φέρανε τώρα, είναι αρχίδια τεχνικός. Μόνο ν' ανεβοκατεβάζει φέτες ξέρει. Κι αν στραβώσει κάτι, χαώνεται και βάζει τις φωνές ότι «κάποιος του πείραξε τις ρυθμίσεις». Άντε βγάλε άκρη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μουσική που μας φτιάχνει και την ακούμε ΔΥΝΑΤΑ. Μας κάνει (για λίγο), να μην ντρεπόμαστε που είμαστε ζωντανοί.

- Θα σταματήσετε, επιτέλους εσείς οι αποπάνω με τα ουρλιαχτά!!!
- Ρε δε βαράτε το κεφάλι σας καλύτερα..
- Πάαινε ρε βρε καμιά γκόμενα να ‘συχάσουμε λεω...
- Γιωρ ε Γιώργη κλείσε το παράθυρο του φωταγωγού, να γουστάρουμε Tool.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως προβάδικο ορίζεται το στούντιο μουσικής που επί το πλείστον χρησιμοποιείται ως χώρος για πρόβες μουσικών συνόλων / συγκροτημάτων, τα οποία κατά κανόνα νοικιάζουν τον χώρο με το δίωρο. Κατά κανόνα, γιατί οι τιμές κυμαίνονται ανάλογα με την ποιότητα καθώς και το όνομα του στούντιο στην πιάτσα.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως ένα στούντιο μπορεί να χρησιμοποιείται για πρόβες δεν σημαίνει απαραίτητα πως σε αυτό δεν γίνονται ηχογραφήσεις (και αντίστροφα). Απλά, πολλοί στουντιάδες έχοντας γνώση του ότι οι ελεύθεροι χώροι για πρόβες σπανίζουν (ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα), αλλά και πως πολλοί πλέον επιλέγουν τις σπιτικές ηχογραφήσεις (η τεχνολογία πλέον επιτρέπει την ηχογράφηση ολόκληρου δίσκου σε ένα λάπτοπ και μάλιστα με πολύ καλό τελικό ηχητικό αποτέλεσμα) προτιμούν να πλασάρουν τους χώρους τους για πρόβες. Άλλοι δε, τους διαμορφώνουν αποκλειστικά για πρόβες.

Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως ο χώρος ή ο στουντιακός εξοπλισμός είναι εξαιρετικής ποιότητας. Μάλλον το αντίθετο, αν και πρέπει να αναγνωριστεί πως τα μουσικά στούντιο έχουν αναβαθμιστεί σε μεγάλο βαθμό ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν στους νέους ή μη μουσικούς.

  1. θα μιλήσω από τελείως διαφορετική γωνία.
    Αφού το πας «βύρα τις άγκυρες», μία σοβαρή απόφαση που θα πρέπει να πάρεις είναι
    αν θα το κάνεις νόμιμο ή όχι!

Αν το κάνεις νόμιμο τότε αφού καταφέρεις να βγάλεις την άδεια για τον χώρο (προδιαγραφές με εξόδους κινδύνου, πυρασφάλειας, ηχομόνωσης κλπ.... ή λάδωμα, δεν είναι σίγουρο ποιό κοστίζει πιό πολύ!)
θα πρέπει δηλαδή να κόβεις και κάνενα Παροχής Υπηρεσίας που και πού (19% στο κεφάλι) για να δείχνεις έσοδα
τα οποία αν δεν είναι τουλάχιστον όσα τα έξοδα σου (ενοίκιο + ρεύμα +...+) δηλαδή αν παρουσιάζεις διαρκώς ζημίες,
θα έχεις καταφέρει να αυξήσεις την πιθανότητα για έλεγχο και άρα extra κόστη. Αν βάλεις και
κάποιον να προσέχει όταν γίνονται οι πρόβες, γιατί αλλιώς οι φθορές και οι απώλειες των μηχανημάτων
θα είναι μεγαλύτερες, για να μην μπλέξεις με επιθεώρηση εργασίας και ΙΚΑ θα πρέπει να τον κάνεις πρόσληψη,
δηλαδή θα πρέπει να κάνεις συνέταιρο το κράτος...
Άντε μετα να είσαι ανταγωνιστικός. Το μόνο κάλο στην υπόθεση είναι οι επιδοτήσεις οι οποίες θα σου φανούν τρομερό βάλσαμο αν δεν τις
υπολόγιζες μέχρι τώρα...

Άρα για να μιλάμε πιό λογικά θα το κάνεις παράνομο όπως κατεξοχήν είναι τα προβάδικα.
Τότε θα πρέπει να είσαι πιό προσεκτικός με τις διαφημίσεις και την γκλαμουριά που θα βγάλεις προς
τα έξω.
Με την επικρατέστερη λογική: παρανομία ψιλοκρυμμένο μέρος, λίγο παρακμή, φαντάζονται
χαμηλούς τζίρους και δεν κάθονται να ασχοληθούν καθόλου οι ελεγκτικές αρχές. (Από εδώ)

  1. καλησπερα σε ολους!!!βασικα εγω θελω να κανω ενα προβαδικο και ταυτοχρονα και στουντιο!εχω ενα ψηγειο κοντα στα 6 επι 4 και ειναι ολο ντηγκα στον αφρο... κοντα στα 30-35 εκατοστα παντου εκτος απο το εδαφος...και λεο να βαλω τα σηνυθισμενα οργανα..ντραμς κιθαρες τετοια....και να βαλω και μια κονσολα που να κανει ηχογραφισς.............θα εχει καλη ηχομονοση;; (Από εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης μουσικού στούντιο (οποιουδήποτε προσανατολισμού). Ενίοτε, ως στουντιάς μπορεί να αποκαλείται (καταχρηστικά) ο υπάλληλος / ηχολήπτης / λίγο απ' όλα πίσω απ' την κονσόλα τυπάς που βρίσκεται στον χώρο, όταν ο κατεξοχήν στουντιάς την έχει κάνει (προσωρινά ή μη) για διάφορους λόγους από το στούντιο.

  1. Γενικά από την behringer μόνο ορισμένα πεταλάκια της συμπαθώ!!! Και να απαντήσω στον φίλο X-minor τα αλλουμινένια ηχεία εγώ προσωπικά τα λατρεύω... Είχα και εγώ την επιφύλαξή μου όταν τα πρωτοείδα αλλά όταν έπαιξα στην 4x10 καμπίνα της Hartke με την gallien μου έπαθα πλάκα... Δεν έχω ακούσει καλύτερο συνδιασμό... Και ο στουντιάς που τα είχε μου είπε πως είναι πολύ λιγότερο ευπαθή από τα άλλα... (Εδώ)

  2. Απο δω και περα,κριτηριο για το αν παμε σε ενα στουντιο ή οχι 8α ειναι και αν εχει τσαμπα cafe... επισης αν μας κερασει pizza ο στουντιάς ή αν μας κανει και το τραπεζι ακομα καλυτερα ... (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθυστερημένος.

Αυτός που συχνάζει στα μπουζούκια μπας και του κάτσει καμιά χαζογκόμενα.

Συνήθως ο μπουζουκάγκουρας-μπουζουκοπίθηκος είναι ιδίας καταγωγής με τον αυστραλοπίθηκο. Αφού καθίσει σε ένα τραπέζι που χωράνε άνθρωποι στις διαστάσεις του Τζον Κόρφα και δώσει 150 ευρώ για μια φιάλη νοθευμένο τσόνι η κατεσάρ, σηκώνεται να κάνει το κομμάτι του χορεύοντας ποζεροζεϊμπέκικο, με το τσιγάρο στο στόμα και τον νταλγκά να τρέχει απ' τα μπατζάκια.

- ... Μετά την εξεταστική, μαλάκες θα το κάψουμε! Θα πάρουμε τα καλύτερα νιαμού της σχολής και θα πάμε στον πούσταρχο.
- Τι λες ρε μαλάκα μπουζουκοκάγκουρα, τράβα μόνος σου!
- Ταγάρι...

(από kapetank, 09/03/10)(από kapetank, 09/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified