Ιδιότητα που χαρακτηρίζει καθυστερημένο, ηλίθιο άτομο. Από τον Κατέλη.
Με τον κατελισμό που τον διακρίνει, πως να μην τα σκατώσει ο βλάκας...
Ιδιότητα που χαρακτηρίζει καθυστερημένο, ηλίθιο άτομο. Από τον Κατέλη.
Με τον κατελισμό που τον διακρίνει, πως να μην τα σκατώσει ο βλάκας...
Got a better definition? Add it!
Παρακλάδι του σουρεαλισμού που καταπιάνεται με την λατρεία των ημικαθυστερημένων. Γνώρισε άνθηση στην Ελλάδα στο τέλος του 20ου αι. με το θέατρο και συνέχισε στις αρχές του 21ου αι. στη μουσική.
«Ντοσμου ιτσου ιτσου, τοραστή τσουυυυυ!!! φου φου φου»
- Πάμε από δω παιδάκι μου θα μας φάει η μαϊμού!
- Έλα ρε μάνα, τέχνη κάνει ο άνθρωπος...
Σχετικό: Κατέλης
Got a better definition? Add it!
Υπαρξιακή σχολή, η οποία βασίζεται στο ρεύμα της ηλιθιότητας που αναπτύσσεται και ακμάζει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες.
Κάνει τη μια μαλακία πίσω απ' την άλλη. Τέτοιος κατελισμός ούτε ο ίδιος ο ηγέτης...
Σχετικό: Κατέλης
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το χαμηλ. μπαταρ., δηλαδή χαμηλή μπαταρία, ε, κι επειδή μοιάζει με αράβικο, όποιον μένει συνεχώς από μπαταρία τον φωνάζουν Άραβα.
-Εκεί που μιλούσαμε ξαφνικά τίποτα! Λες να μου το 'κλεισε στα μούτρα;
-Άντε ρε τον Άραβα, πάλι θα του 'πεσε! (η μπαταρία, μην πάει ο νους σας στο κακό!)
-Πολύ Άραβας το άτομο! Δεν σταυρώνει μέρα χωρίς να φορτίσει το κινητό... Εξαρτημένος παιδί μου!
Got a better definition? Add it!
Κλασικός και λιγάκι απαρχαιωμένος όρος που προέρχεται ή έστω διαδόθηκε από την ιδιόλεκτο των χάπατων στα 90's και που περιγράφει την ευφοριογόνο (αγαπογόνο ίσως) ψυχοτρόπο δράση διάφορων ουσιών (με πατριάρχη το eψιλον), σε αντιδιαστολή προς την παραισθησιογόνο (που εξασφαλίζεται από τη συνομοταξία των τριπακίων).
Συντάσσεται με το «δίνω», «βγάζω», σπανιώτατα «σκάω φήλινγκ». Πιο ιδιότροπη και τώρα πιο διαδεδομένη η χρήση ως περιγραφή του γενικού κλίματος και συναισθήματος που αποπνέει ένας μέρος και μια κατάσταση.
Ακόμα πιο ιδιότροπη η χρήση του ως περιγραφή της «αύρας» ενός ατόμου (βλ. παράδειγμα).
- Τι λέει ο καινούργιος συνάδελφος; - Καλά με τον καΐλα δε βγάζεις άκρη... Τον έχωσα λίγο να βοηθήσει στο πατάρι και άρχισε και μου λέγε «Αδερφέ, το φήλινγκ σου, την αλήθεια σου να μη χάσεις, αυτό έχει σημασία». Τα πιάσαμε τα λεφτά μας λέω....
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εξαιρετικά μεγάλη συγκέντρωση μαύρων ανά τετραγωνικό μέτρο. Λέγεται ιδίως για κυριλάουα νυχτερινά μαγαζιά που οργανώνουν κάθε τόσο «μαύρες» βραδιές με μουσική hip hop, r'n'b και τα σχετικά. Τα μαγαζιά αυτά δεν είναι τα ορίτζιναλ «μαυράδικα» (που βρίσκονται σε ψιλοπαρακμιακές περιοχές και προσελκύουν σχεδόν αποκλειστικά μαύρους).
Το σύνολο των προαναφερθέντων μοντέρνων «μαύρων» ακουσμάτων (τη τζαζ όσο να 'ναι δεν τη λες μαυρίλα).
Γενικά η λεγόμενη «μαύρη» κουλτούρα στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Κατά βάση είναι η αφροαμερικάνικη κουλτούρα, όπως αυτή προσλαμβάνεται και προσαρμόζεται από τα εκατομμύρια των αφρικανών που ζουν στη Γριά Ήπειρο.
Η έκφραση χρησιμοποιείται και στις 3 περιπτώσεις με ελαφρώς υποτιμητική / σαρκαστική διάθεση, από λευκούς που πιστεύουν πως οι μαύροι (λόγω μεγάλης πούτσας) και οι αλβανοί βεβαίως βεβαίως (που είναι πιο μπρουτάλ ρε πστ μου) μας έχουν φάει όλες τις γκόμενες κι έχουμε μείνει να βροντάμε την ψωλή μας.
- Φίλε, παίζει για καλοκαιράκι να δουλέψω στο Mao. Έχω έναν γνωστό εκεί και μου είπε αν είναι να πάω για πορτιέρης.
- Τι να πα να κάνεις εκεί στη μαυρίλα ρε αγόρι;
- Θυμάσαι ρε μαλάκα τη Τζέσι, το πορνίδιο που τραβιόμουνα πέρσι; Το γύρισε και από σκυλού ακούει μόνο μαυρίλα πλέον. Σκάει και με κάτι χαμηλοκάβαλα τζιν να φαίνεται κι η κωλοχαράδρα της φάτσα φόρα...
- Θα ρουφάει καμιά μαύρη ψωλή αγόρι μου και γι' αυτό έχει κολλήσει... Εμ βλέπεις, τι να κλάσει κι η δικιά σου η δεκαπεντάποντη μπροστά στο βόα;
Got a better definition? Add it!
Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 1996. Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ εκλέγεται από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ο Κώστας Σημίτης. Στην κρισιμότερη στιγμή της πολιτικής του παρουσίας, ο Γεράσιμος Αρσένης είχε την άνεση να αυτοσαρκασθεί για την αποτυχία του να εκλεγεί διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία μονολογώντας «Γιώργο, χάσαμε…»
Το ρητό παραπέμπει στην ιστορία κάποιου χωρικού, στον οποίο μια φωνή είπε να παίξει όλα του τα χρήματα στον ιππόδρομο, στο άλογο με το νούμερο τρία. Το έκανε, και μετά από μια δύσκολη κούρσα το άλογο πάτωσε κι αυτός έχασε όλο του το βιος. Τότε, απογοητευμένος, άκουσε την ίδια φωνή να του λέει απλά «Γιώργο, χάσαμε…»
Εννιά μήνες αργότερα, ο Μιλτιάδης Εβερτ επανεξελέγη στην αρχηγία της Ν.Δ.. «Γιώργο χάσαμε…», επανέλαβε χαριτολογώντας μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας, ο Γιώργος Σουφλιάς.
Έτσι, η ατάκα έμεινε σαν μια ομολογία αναγνώρισης και αποδοχής μιας ήττας που προσπαθούμε να διαχειριστούμε με ψυχραιμία.
- Πάω που λες να ξεπαρκάρω, και βλέπω τζάμι συνοδηγού σπασμένο και το mp3 player να έχει κάνει φτερά!
- Γιώργο, χάσαμε.
Got a better definition? Add it!
Ένας εκκεντρικός συνήθως καλλιτέχνης ροκάς / μεταλλάς / γκοθάς κτλ. με θηλυπρεπή εμφάνιση, έντονο έως προκλητικά έντονο μακιγιάζ, προσεγμένη κόμη που πραγματικά μπορεί και να μην είναι ομοφυλόφιλος. Παραδείγματα τέτοια ο Marilyn Manson, ο Βrian Molko κ.α.
Ο πούστης με έντονη θηλυπρέπεια και μακιγιάζ στο πρόσωπο, αλλά ταυτόχρονα και αντιφατικά μεν με περίσσια μαγκιά συνήθως σε μια απέλπιδα προσπάθεια του να πείσει τους επικριτές του ότι τουλάχιστον είναι μάγκας, ντόμπρος και βαρύς στα λόγια και στις πράξεις κι ας είναι πούστης. Βρίσκεται σε διαρκή άρνηση και μη αποδοχή της ομοφυλοφιλίας του και καταλήγει να γίνεται διπλή ρόμπα και ξεφτίλα μιας και δεν καταφέρνει να πείσει ούτε τον ίδιο του τον εαυτό ότι η καινοτομία που πάει να εισάγει (αυτή του μάγκα πούστη) θα του αποφέρει καρπούς / μερικούς πόντους για να ανέβει κατηγορία πάνω από τον κλασσικό πούστη. Στον Ελλαδικό χώρο καταξιωμένος πουδρόμαγκας είναι ο Ανδρέας Ευαγγελόπουλος a.k.a «Εθνικός Σταρ», trash είδωλο των 90's, που εισήγαγε την, τολμηρή ομολογουμένως, «μεγάλη Ιδέα» για την εποχή του μάγκα πούστη με πεταλουδέ μάτι(όπως τον έκραζε τότε ο ανταγωνιστής του και επίσης πουδρόμαγκας Μίστερ Μπούτιας σε μια διαμάχη που είχαν στην trash εκπομπή του Ερωτοδικείου).
Ο Εθνικός Σταρ σε πολλές εμφανίσεις του κρατούσε ένα κομπολόϊ από τα 90's μέχρι πρόσφατα. Σε μια του δήλωση είπε χαρακτηριστικά:
-«Εγώ χορεύω κορίτσι μου ζεϊμπέκικα, αυτό με εκφράζει εμένα. Είμαι βαρύς εγώ αγάπη μου κι ας φοράω πούδρα!»
Ο Λ.Λαζόπουλος σε εκπομπή του γκρέμισε το προφίλ/καινοτομία του πουδρόμαγκα πούστη ξεφτιλίζοντας δημοσίως τον εμπνευστή της μεγάλης αυτής Ιδέας και τότε μπήκε στο χρονοντούλαπο ο πρώτος και τελευταίος μεγάλος πουδρόμαγκας της εποχής μας...
-Είμαι βαρύς κι ας φοράω πούδρα. Ο πουδρόμαγκας...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ερωτικός, ο προκλητικός ερωτικά με τη θετική έννοια, αυτός που προβαίνει σε πρωτόβουλο ερωτικό κάλεσμα, σε αντίθεση με τον χλιμίτζουρα, τον χλεχλέ, τον ξενέρωτο.
Το επίθετο προέρχεται από δημιουργική παράφραση του επιφωνήματος "ζαμπουζάμπου ζαμπουζά", το οποίο χρησιμοποιήθηκε από την Ελένη Βλαχάκη στο επεισόδιο 37 της γνωστής σειράς "Κωνσταντίνου και Ελένης". Είναι μία ακόμα λέξη από αυτές με τις πλούτισε το λεξιλόγιό μας η εν λόγω σειρά.
Ενίοτε χρησιμοποιείται και το επίθετο "ζαμπουζιάρικος" που αναφέρεται σε αντικείμενα/καταστάσεις.
1)Πώς περιμένεις ρε να ρίξεις γκόμενα με αυτή τη φάτσα. Γίνε λίγο ζαμπουζιάρης!
Βαρέθηκα ρε φίλε τη ξινίλα της Μαρίας. Πάμε να βρούμε καμιά ζαμπουζιάρα γκόμενα να κάνουμε παιχνίδι.
2)Καλά η γκόμενα φόρεσε χθες ζαμπουζιάρικα εσώρουχα και με έστειλε!
Τρέλα αυτό το ζαμπουζιάρικο περπάτημα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ένα από τα εις -στάν εθνικά αυτοφαυλιστικά, που προκύπτει μέσα από τη ρητορική στρατηγική που ήδη έχω περιγράψει στα ευρωπαϊστάν, φιλελευθεριστάν, Διαφωτιστάν, Μεταρρυθμιστάν. Δηλαδή:
Δίνω τον λόγο στο πρώτο παράδειγμα που τα εξηγάει ωραία:
Ο εκσυγχρονισμός, ως σλόγκαν, έχει δημιουργήσει εδώ και χρόνια φανατικούς οπαδούς. Φανατισμός, ο οποίος πολλές φορές είναι τόσο έντονος ώστε να προσομοιάζει με θεοκρατισμό τύπου Ταλιμπάν. Εξ ου και ο νεολογισμός «εκσυγχρονιστάν» που έχει χρησιμοποιηθεί για να αποδώσει αυτό τον φανατισμό. Η χρήση του όρου αυτού θέλει να καταδείξει την αδιαλλαξία και θρησκοληπτική σχεδόν εμμονή με την οποία προωθούν τις πολιτικές και τις απόψεις τους για την κοινωνία. Το τραγικό, αν όχι τραγελαφικό, της υπόθεσης αυτής είναι ότι στους οπαδούς του «εκσυγχρονιστάν» βρίσκεται σημαντικός αριθμός ανθρώπων που η εργασιακή τους θέση (π.χ. δημόσιοι υπάλληλοι) θα τους ήθελε ενάντια, ακριβώς λόγω των βασικών θέσεων του ιδεολογήματος αυτού. Αν αυτό δεν είναι ψευδής συνείδηση, ενδεχομένως να είναι κάτι πολύ χειρότερο, αλλά ας μην το αναλύσουμε εδώ αυτό. Ο εκσυγχρονισμός σε Κύπρο και Ελλάδα, εμφανίζεται ως όρος με τον Σημίτη στην περίοδο της διαδοχής του Α. Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ το 1995. Οι εκσυγχρονιστές εμφανίζονταν ως μια άφθαρτη ομάδα τεχνοκρατών, έτοιμη να διαχειριστεί την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ως προς το περιεχόμενο του όρου δεν υπάρχουν κοινές παραδοχές. Το ακριβές νόημα και περιεχόμενο της έννοιας ποτέ δεν εξηγήθηκαν πλήρως, ούτε και αναπτύχθηκαν θεωρητικά. Το εγχείρημα του «εκσυγχρονισμού» οριζόταν στην ουσία με αρνητική παρά θετική χροιά: έπαιρνε την μορφή εναντίωσης στις παλιές λαϊκιστικές πρακτικές, καθώς και στον συντηρητικό συνασπισμό που εκπροσωπούσε η ΝΔ. Όταν οριζόταν με θετική χροιά, ταυτιζόταν με την πρόοδο και το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν ως ο υποστηρικτής των «προοδευτικών» δυνάμεων στην ελληνική κοινωνία. Πίσω από την ταμπέλα του εκσυγχρονισμού καλύφθηκαν, και καλύπτονται, μια σειρά από στόχοι και πολιτικές, πολλές φορές ανόμοιες και αντιφατικές μεταξύ τους. Ο καθένας που χρησιμοποιεί τον όρο το κάνει με το δικό του σκεπτικό διότι αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να πωλήσει τη θέση του πιο πειστικά. Αποτελεί μια ωραία καραμέλα πίσω από την οποία κρύβονται επιμελώς πραγματικές προθέσεις πολιτικών δυνάμεων, επιχειρηματικών και μιντιακών (ΜΜΕ) ομίλων. Αν ως προς το θεωρητικό περιεχόμενο υπάρχουν ασάφειες, ως προς την πολιτική του χρήση υπάρχουν κοινές συνισταμένες και πρακτικές. Οι πολιτικές της λιτότητας, της συγκράτησης και της μείωσης του εργασιακού κόστους, του λιγότερου κοινωνικού κράτους και της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, αποτελούν οργανικό κομμάτι όλων των πολιτικών δυνάμεων που ευαγγελίζονται τον εκσυγχρονισμό, είτε δεξιών είτε σοσιαλδημοκρατών. Ταυτόχρονα, κάθε αναφορά σε κοινωνικές κατακτήσεις και κάθε προσπάθεια διατήρησης εργατικών κεκτημένων, κάθε κριτική των αγορών, συκοφαντείται από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο ως λαϊκισμός, αναχρονισμός, ή συντεχνιασμός. Ο εκσυγχρονισμός είναι μια ουδέτερη διατύπωση που αποκρύπτει τις ιδεολογικές του ρίζες και στοχεύσεις. Στην ουσία, εκσυγχρονισμός, ή νεοφιλελευθερισμός, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. (Γιάννος Κατσουρίδης εδώ).
Όπως δείχνει και το άρθρο ο όρος ήταν πολύ της μοδός επί Σημιτιστάν, όταν το εκσυγχρονιστάν είχε τον προστάτη άγιό του
Μετά την προσφάτως επισκήψασα κρίση, το πρόταγμα του εκσυγχρονισμού έχει ελαφρώς θολώσει και εν πολλοίς αντικατασταθεί από αυτό των επειγουσών μεταρρυθμίσεων, ωστόσο συνεχίζει να χρησιμοποιείται και σήμερα με τις παραπάνω σημασίες, όσο συνεχίζουν να υπάρχουν εκσυγχρονιστήρια που είτε φλερτάρουν με τον "χιπστεροναζισμό" του Ποταμιού είτε μετατρέπονται σε χιπστέρια που ψηφίζουν ΠαΣόΚ επειδή είναι βίντατζ.
Τέλος, να σημειώσουμε ότι είναι ένα από τα πλέον προφιλή μπινελίκια του Κώστα Ζουράρι/ Ζουράρεως, που το εντάσσει σε μία σειρά άλλα μπινελίκια από την τετρακισχιλιετή ιστορία του ανθηρού Έλληνος λόγου, όταν κάνει λεκτικό bashing σε εκσυγχρονιστήρια/ εκσυγχρονιστάδες:
Ετικέτες: Αντισημιτικά, Περιοχή: Κολωνάκι, Φίλιον.
Got a better definition? Add it!