Selected tags

Further tags

Η τσιρίδα που ακούγεται σε τηλεοπτικά παραθύρια ή από τηλεντελάληδες που διαλαλούν την όποια πραμάτεια τους, μετατρέποντας την τηλεόραση σε άλλο τσιριδοκούτι. Αυτός που συνηθίζει την τηλετσιρίδα χαρακτηρίζεται ως τηλετσιρίδας με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον πολιτικό Άδωνη Γεωργιάδη.

1. Σ´ έχουν πάρει κοντά τα κολλεγιόπαιδα ως τηλετσιρίδα και ενδεχομένως για να σπάνε πλάκα. Κατέβασε λίγο τον αμανέ.

2. Με τον τηλετσιρίδα υπουργό η υγεία μας είναι εξασφαλισμένη ανεξάρτητα από τη χρήση της τεχνολογίας. η κάλπη μίλησε ο λαός ψήφισε

(από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κόβω βάναυσα (δηλαδή άγαρμπα ή αδικαιολόγητα), κάτι που εκπέμπω, μεταδίδω ή αναπαράγω. Χρησιμοποιείται κυρίως για ραδιόφωνο και τηλέοραση, αλλά έχει να κάνει και με σινεμά, με μουσική, κλπ.

Με την έννοια της απότομης διακοπής, σφάζονται:

  • Τραγούδια σε μπαρ, κλαμπ και τα τοιαύτα (π.χ. αν ο dj δεν αφήσει το κομμάτι να παίξει ολόκληρο ή όσο χρειάζεται τέλος πάντων, αλλά κάνει αλλαγή πάνω που είχες χαρεί)
  • Οι τίτλοι τέλους και τα credits (Για ταινίες και εκπομπές που προβάλλονται στην τηλεόραση, μόνο τα συνδρομητικά και το κανάλι της Βουλής ΔΕΝ τα σφάζουν. Για σινεμά, φοβάμαι ότι τα σφάζουν σχεδόν όλοι πλέον.)
  • Τραγούδια ή βίντεο σε εκπομπή (π.χ. αν βγούμε εκτός χρόνου και πρέπει να περάσουμε επειγόντως σε διαφημιστικό ή δελτίο)
  • Παραγωγοί, όταν τους κόβουν εν ψυχρώ στον αέρα (π.χ. όταν κυριολεκτικά «πιέζει ο χρόνος»)
  • Ο,τιδήποτε ακρωτηριάσει ο χασάπης (π.χ. στο μοντάζ)
  • Ο,τιδήποτε τύχει να μεταδίδεται την ώρα που πέφτει έκτακτο δελτίο (εδώ η διακοπή είναι συνήθως προσωρινή)
  • Ο,τιδήποτε οποτεδήποτε οπουδήποτε (αν πρόκειται για τεχνικό ή ανθρώπινο λάθος)
  • Το μόνο που δε σφάζεται ούτε σε περίπτωση πυρηνικής καταστροφής είναι οι διαφημίσεις...

    Με την έννοια της ματαίωσης, σφάζονται:

  • Ο,τιδήποτε προγραμματισμένο συμπέσει με σημαντική ζωντανή μετάδοση (π.χ. ομιλία πρωθυπουργού ή κάποιου ισχυρότερου, ΔΕΘ, λειτουργία, παρέλαση, ποδόσφαιρο κλπ)

  • Ολόκληρες σειρές (π.χ. αντί για δώδεκα επεισόδια που προβλεπόταν στο πρόγραμμα, τελικά προβάλλονται πέντε. Ή παίζουν μια-δυο σεζόν κανονικά, αλλά κανείς δεν παραγγέλνει ποτέ τις επόμενες.)
  • Ολόκληρες εκπομπές (π.χ. ο παραγωγός τσακώθηκε με τον διευθυντή και η εκπομπή πήρε πούλο)
  1. - Ποιος μαλάκας είναι στα ντεκς;
    - Γιατί μωρέ, καλά παίζει.
    - Τι καλά! Καλάθια και κοφίνια! Πήγε κι έσφαξε το Thunderstruck πριν προλάβω να χτυπηθώ! Και το άλλαξε σε «θα 'ναι σα να μπαίνει η άνοιξη»! Θα τον σφάξω!
    - Ώχου μωρέ, εσύ γκρινιάζεις κι όταν σφάζουν το Free Bird. Τι άλλο να το κάνουν δηλαδή, για σφάξιμο είναι, μισή ώρα κομμάτι.
    - Να μην το παίξουν αν είναι να το σφάξουν!
    - Να μην το παίξουν, τελεία.

  2. - Ωραίο το εργάκι, ε; Άντε, μάζεψε μπουφάν και πάμε να φύγουμε.
    - Όχι ακόμα, θέλω να δω τα credits!
    - Χέσε με ρε με τα credits, που σε κόφτει ποιος ήταν μπούμαν και ποιος ηλεκτρολόγος! Που σιγά και μην τα παίξει κιόλας, τι στοίχημα ότι θα τα σφάξουνε;
    - ...Τα σφάξανε.
    - Ε άιντε. Σκώσου.

  3. - Δε θέλω να σε αγχώσω, αλλά σε ψάχνει η κυρία Σοφία.
    - Εμένα!; Γιατί; Ωχ Παναγιάμου Δεκαεξακάναλη, τι έκανα πάλι;
    - Γιατί σου 'χε μείνει ένα λεπτό χρόνος μέχρι τις διαφημίσεις, κι αντί να χώσεις γέφυρα, έβαλες τραγούδι. Και σφάχτηκε, βέβαια. Χαϊβάνι, ε χαϊβάνι.

  4. - Τομπούστη τον Παρλαπιπόπουλο, τόση ώρα του λέω να το λήξει, κι αυτός της ψωλής του το χαβά, όλο «κάτι τελευταίο πριν κλείσουμε, αν και μας πιέζει ο χρόνος όπως μας ειδοποιούν απ' το κοντρόλ» και μαλακίες! Μα το θεό, αν δεν έχει πει καληνύχτα σε οχτώ δευτερόλεπτα, θα τον σφάξω! Και στ' αρχίδια μου!

  5. - Έτοιμο το σποτάκι, το πάω στη ροή.
    - Κιόλας; Δε φαντάζομαι να το έσφαξες σαν προχτές που βιαζόσουνα, κι έφαγες ολόκληρη συλλαβή απ' το σπικάζ!
    - Σε παρακαλώ, με προσβάλλεις. Είπα έτοιμο, τώρα μιλάμε ή κλάνουμε; (Σάλτα και γαμήσου, παλιομαλάκα.)
    - Νταξναούμ, φίλος, ρώτησα. (Α σιχτίρ, παλιοσκιτζή.)

  6. - Πρέπει επιτέλους να απαλλαγούμε απ' αυτό το καρκίνωμα που λέγεται ΕΡΑ Σπορ. Δε γίνεται να σφάζουμε τόσες τοπικές παραγωγές για να αναμεταδίδουμε τον αγώνα χάντμπολ Παναιτωλικού-Κωλοπετεινίτσας. Δεν έχουν συχνότητα με πανελλαδική κάλυψη; Έχουν. Να αφήσουν τους περιφερειακούς σταθμούς ήσυχους!

  7. - Σούπω, παίζει ακόμα Doctor Who στο Σκάι ή το σφάξανε; Είχα δει κάτι επεισόδια, αλλά μετά τίποτα. Μήπως άλλαξε μέρα ή ώρα;
    - Χέστηκα. Εγώ τα κατεβάζω. Βάλε DSL, ρε κακομοίρη, που κάθεσαι κι ασχολείσαι με Σκάι. Είναι και τρεις σεζόν πίσω...

  8. - Ο Κούλογλου είναι σοβαρός δημοσιογράφος, γι' αυτό του σφάξανε την εκπομπή. Πολύ τον εκτίμησα τότε.
    - Δηλαδή άμα σφάξουνε την Πάνια, θα την εκτιμήσεις κι αυτήνα;

Η κυρά Σοφία (από anchelito, 28/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φούσκα που βλέπουμε στα κόμιξ πάνω από τον χαρακτήρα που μιλάει, μέσα στην οποία καταγράφονται τα λόγια ή οι σκέψεις αυτού. Συννεφάκι σκάει και στους υπολογιστές, όταν το σύστημα σε ειδοποιεί για κάτι που μόλις έγινε, ή που πρέπει να γίνει κλπ.

Λέγεται συννεφάκι γιατί είναι λευκό το φόντο και γιατί συνήθως έχει σχήμα σύννεφου, δηλ. δεν είναι γραμμικό. Υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ συννεφακίου σκέψης, λόγου, κραυγής κλπ, βλ. εδώ.

Δεν ξέρω αν ανήκει πια στην αργκό αυτή η λέξη (άρα και στο παρόν λεξικό). Σαφώς όμως πρωτοεμφανίστηκε αδόκιμα (γι' αυτό και την καταχωρίζω) και, όπως πιστεύω, ελλείψει άλλου όρου πέρασε τελικά στη ζαργκόν της τυπογραφίας. Αν έχει ο λαός σοβαρές ενστάσεις, θα το ξουτάρω.

Ο ΗΡ ολοκλήρωσε τον έλεγχο κατάστασης. κάντε κλικ σε αυτό το συννεφάκι για να δείτε τα αποτελέσματα.

Γεια σου Ιρονικ Συννεφουλα (από perkins, 17/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που συνδυάζει γλώσσα του λιμανιού και γλώσσα του σαλονιού.

Η χρήση του κάπως λόγιου τύπου «παρούσα» δίνει μια εσάνς πσαγμενιάς, που όμως μετριάζεται από το μαγκίτικο «φάση» του οποίου, btw, οι σημασίες είναι πιο πολλές κι απ' το «strike» στα εγγλέζικα.

Πρόκειται για έκφραση πασπαρτού. Την χρησιμοποιεί είτε ο πσαγμένος για να κάνει ένα άνοιγμα στους νεολαιοχιπχοπάδες, ή αντίθετα η πλέμπα για να το παίξει Μπαμπινιώτης.

  1. Μιλάει ο λεξιλογόφιλος (;) Ζουράρις στους ουγκόφιλους μπαογκτζήδες. Βλέποντας, αρχικώς, ότι δεν καταλαβαίνουν τίποτα, πετάει την φράση πασπαρτού και φκιάνει το πράμα:
    «Άπαντες οι οικτροί αυτοπάρακτοι αυτοσεισίφαλλοι, οι της χειραντλήσεως βλιτομάμες θα κληθούν να αποζημιώσουν...» (περίεργα κοιτάγματα) «στην παρούσα φάση, όλους εμάς τους Παοκτζήδες που φτύσαμε αίμα όλη τη χρονιά»

  2. Μιλάει η Άντζελα και προσπαθεί με νύχια και με δόντια να αποκτήσει μια τιμητική θέση στους άριστους χρήστες της ελληνικής:
    «Εμένα που με βλέπεις έχω κλείσει σπίτια με την αποστρέπτουσα εμφάνισή μου. Μην κοιτάς που, στην παρούσα φάση, δεν γίνεται εκτιμητέο.»

"Προτείνω κυβέρνηση τεχνοκρατών στην παρούσα φάση", λεβεντιά. (από Khan, 20/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομιλία ή διάλεξη στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) το ετυμολογεί από το ιταλικό sprecamento, ίσως και με επίδραση από το αγγλικό speaker.

Κατηγορηθήκαμε από κάτι χαμαλομουσκούληδες, που κουλά να χάλουν, λόγιοι τινές, παρεπιδημούντες εν συζητητηρίω, ότι μετερχόμεθα ιδιόλεκτον ακατανόητον, προσέτι δε γλώσσαν ξυλίνην, λες και κάνομε αδοκήτως σπικραμέντο σε πριμάτσους. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή είναι δηλωτική απορίας, κατάπληξης και αγανάκτησης ταυτόχρονα, σε ίση μάλιστα αναλογία.

Έχει τις ρίζες της στις θεϊκές δηλώσεις που έκανε ο Νιγηριανός ποδοσφαιριστής του Εργοτέλη Πάτρικ Ογκουνσότο μετά τη λήξη ενός κρίσιμου αγώνα ΟΦΗ-Εργοτέλη διαμαρτυρόμενος για πέναλτι-φάντασμα που έδωσε ο διαιτητής σε βάρος της ομάδας του, και το οποίο την καταδίκασε σε υποβιβασμό. Ο καταιγιστικός, γεμάτος πάθος και λυρισμό αυθόρμητος λόγος του, μπορεί να παραλληλιστεί μόνο με αυτόν του άλλου μεγάλου πυλώνα του σύγχρονου ποδοσφαίρου, Εδεσσαίου παράγοντα κ. Μάτσιου.

Κατακλείδα και κορωνίδα των δηλώσεων του κ. Ογκουνσότο, αποτελεί το αγωνιώδες, προαιώνιο ερώτημα «Πώς γένιν αυτό;» που δεν θα απαντηθεί ποτέ και που δείχνει ότι ο κ. Ογκουνσότο απλά δεν έχει καταλάβει ακόμη ότι βρίσκεται στη χώρα της παράγκας.

  1. Σήμερα αήζω τρία βαθμό πρέπει να πάρει Εργοτέλης, αφν το ντως μας πέναλτι, το έτσι πέναλτι το ΟΦΗ, ντεν ήτανε πέναλτι το ντώσει πέναλτι, χμφφ τελευταίο λεπτό ντώσει πέναλτι, εγκώ ντεν ντώσμε πέναλτι το ε το ντιατητής. Πώς γένιν αυτό;

  2. (νέος αλλοδαπός ειδικευόμενος χειρουργός προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα:)
    - Εγκώ ντεν έκοψε τένοντα, εγκώ έραψε μόνο μυς, αφν, ντεν ακούμπησε νυστέρι μόνο ψαλίντι χμφφφ τελευταίο λεπτό εγκώ ντεν έκοψε τίποτε, αλλά ντάκτυλο ντεν κουνιέται. Πώς γένιν αυτό;
    - Τελέρε Ογκουνσότο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολιτική αναμέτρηση με τη μορφή τηλεοπτικής μονομαχίας, η τηλεμαχία δηλαδή.
Από το αγγλικό debate.

Γράφει ο Ν. Σαραντάκος:
Σε κάποιο διαδικτυακό βήμα συζητήσεων, κάποιος υποστήριζε, και μάλιστα με ύφος χιλίων καρδιναλίων, ότι: Στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπάρχει η λέξη δίβατον < δύο + βήμα (ομιλίας)=δύο βήματα (βάθρα) ομιλίας. Από τη λέξη αυτή προήλθε το ξενόγλωσσο debate (ντιμπέιτ). Συνεπώς η συζήτηση, η συνομιλία περισσοτέρων των δύο ατόμων κακώς χαρακτηρίζεται ως debate. Φυσικά, όλη αυτή η «εξήγηση» είναι για τα πανηγύρια.

Το αγγλικό debate ετυμολογείται προφανέστατα από το γαλλικό debattre που έχει την ίδια σημασία, συζητώ, αλλά αρχικά σήμαινε ‘παλεύω’ (αν έχει δει κανείς μερικά ντιμπέιτ βρίσκει διάφανη την ετυμολογία) και είναι από το λατινικό battere, χτυπάω κάποιον. Εκτός αυτού, λέξη δίβατον δεν υπάρχει στα αρχαία ελληνικά. Όταν τα υποστήριξα αυτά στο Διαδίκτυο, ο συντάκτης μου απάντησε με στόμφο ότι υπάρχουν και λέξεις που δεν τις κατέγραψαν τα λεξικά. Απάντησα ως εξής:
Λέξη δίβατον, έγραψα και επιμένω, δεν παραδίδεται στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Μπορεί να υπήρξε και να είναι αμάρτυρος τύπος, αλλά δεν έχετε καμιά απόδειξη γι' αυτό. Όπως καταλαβαίνετε, αυτό εξασθενίζει απελπιστικά την πρότασή σας.

Όπως καταλάβατε, αυτό είναι το πρόβλημα με τις ωραίες και άπιστες ετυμολογήσεις: ρίχνει ο παλαβός μια πέτρα στο πηγάδι, και μετά πρέπει ο γνωστικός να πέσει μέσα για να τη βγάλει· δηλαδή, πρέπει να αφιερώσεις χρόνο και κόπο για να ανασκευάσεις μια άποψη που ο άλλος βγάζει από την κοιλιά του στο πι και φι.

Τηλεμαχία λοιπόν, αλλά έλα που του Αλέφα το γλωσσικό κριτήριο έχει διαφορετική γνώμη!
Ελληνοποιήθηκε έτσι και ηχητικά, το ντιμπέιτ σε ντιμπέη.
Ντιμπέη ρε ντιμπέη!!!!!!!
Απορία: Γιατί έγινε ντιμπέη κι όχι ντιμπέι;

  1. οι ωραίοι έχουν πέη κ τα παίζουν στο ντημπέη #sourgela (εδώ)

  2. - Ρε αυτοφωράκια, τελικα, γουσταρεις Ντημπεη, ναι ή ου;
    - Ασε, αγορινα μου, τραβα ρωτα πρωτα τον εξωφυλαρούχα σου ... http://fb.me/4Y1OU7EJn (εδώ)

  3. ντημπεη ρε μουνια ... κεσκεσε ρε (εδώ)

  4. ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΣΟΥΡΩΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ΣΤΟ ΝΤΗΜΠΕΗ ΑΝΤΙ ΝΑ ΒΑΛΟΥΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ ΚΟΥΓΚΑΡ ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΑ. Ψ Ο Φ Ο. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγω ήχους όπως νιιιι συνεχόμενο, ναιαιαια γεμάτο νάζι και γενικότερα όλες οι λέξεις που χρησιμοποιώ από- και κλείεται να μην έχουν ένα ερωτηματικό γεμάτο απορία ή έστω μια γλυκιά κατάληξη.

Συνήθως οι γυναίκες που νιαουρίζουν, πειράζουν ταυτόχρονα και τις άκρες των μαλλιών τους. Όταν τσιρίζουν ή διαμαρτύρονται για κάτι, το νιαούρισμα παύει να είναι όσο να πεις σέξι και καταντάει τσιρίδα σκέτη που σου σπάει τα τύμπανα. Οι κοπέλες που νιαουρίζουν δεν πρέπει να συγχέονται με τις χαζογκόμενες (είναι εντελώς διαφορετική κατηγορία). Επίσης το ότι νιαουρίζουν δεν σημαίνει ότι δεν έχουν άποψη πάνω στο θέμα, απλά το λένε πιο ναζιάρικα (βρε παιδί μου). Δεν είναι απαραίτητο πως τους αρέσουν οι γάτες, το διευκρινίζω.

Τους άντρες ή που τους φτιάχνει πολύ το συγκεκριμένο νιαούρισμα ή που τις κοροϊδεύουν ή στην τελική τις θεωρούν φάκαμπλ. Η γυναίκα που νιαουρίζει θέλει ειδικές οδηγίες χρήσης, όπως και τα γατάκια όταν νιαουρίζουν κάτι ζητάνε αλλά το θέμα είναι να βρεις τι :-)

- Έλα ρε μωρό μουυυυ, πάλι δεν θα’ ρθεις; Έλα (συνεχόμενα), με νευριάζεις (το ν παρατεταμένο, περικαλώ).

*Το παράδειγμα χρειάζεται ηχητική βοήθεια, όπως καταλάβατε.

βλ. και πεινιάω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το όνομα της γνωστής Μεταφράστριας ταινιών και ξένων σειρών.

Αποτυχημένες μεταφράσεις και προφορά από Έλληνες που προκαλούν γέλιο. Συνήθως απόπειρες μετάφρασης ή προφοράς για ξένα προϊόντα ή ταινίες. Είναι τόσο παγιωμένες και με αντοχή στο πέρασμα του χρόνου που ακόμα και όσοι γνωρίζουν την σωστή μετάφραση και προφορά εξακολουθούν να τα λένε λάθος για να μην τους πουν ξερόλες.
Παραδείγματα :

nike = νάικ (σωστό νάικι)
porsche = πόρσε (σωστό πόρς)
overlay = όβερλάι (σωστό όβερλέι)

- Μαίρη τσάκω το Όβερλέι να καθαρίσεις λίγο το τραπεζάκι στο σαλόνι γιατί θα έρθουν τα παιδιά να δούμε μπάλα!
- Όβερλέι το έλεγε η μάνα σου; Μας το παίζεις και Αγγλομαθής, ααα και άμα θες καθάρισε το εσύ, δικοί σου φίλοι θα έρθουν !!

Στην αρχη (από Khan, 26/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ακατάσχετα φλύαρος και, κατ' επέκταση, αερολόγος. Διακόπτει τους άλλους συνεχώς - π.χ. άσε, πού να σου λέω ή, καλά, άμα σου πω τι έπαθα ... - μονοπωλεί μονίμως την κουβέντα, λέει μόνο για να λέει και λατρεύει τον ήχο της φωνής του.

Η λέξη σχηματίζεται από το μπουρ-μπουρ (ή, μπούρου-μπούρου βλ. και μπούρου-μπούρου μαλακίες) με δεύτερο συνθετικό το -αγάς, όπου αγάς είναι ο τοπικός διοικητής ή αφέντης την εποχή της Τουρκοκρατίας. Ο μπουρμπούραγας, λοιπόν, δεν είναι απλώς πολυλογάς - είναι και ο αρχηγός των πολυλογάδων και, ωσεκτουτού, απίστευτος σπασοκλαμπάνιας.

Στον επαγγελματικό στίβο, ο μπουρμπούραγας απαντάται συχνά στους χώρους των πωλήσεων και του πι-αρ όπου διακρίνεται ως biri biri maker. Αν ακολουθήσει καριέρα πανεπιστημιακή/νομική/τηλεοπτική συχνά εξελίσσεται σε ειδικό μπουρδολόγο / παπαρολόγο. Στο οικογενειακό περιβάλλον είναι ιδιαίτερα ενοχλητικός αν έχει και άποψη για τα θέματα του νοικοκυριού - αν είναι, δηλαδή, και γυναικοθόδωρος.

Σημειωτεόν ότι ο όρος μπουρμπούραγας δέον να χρησιμοποιείται μόνον για άντρες. Μια γυναίκα μπορεί να χαρακτηρισθεί μπουρμπούρα αλλά συνηθέστερα την λέμε γλωσσού, γλωσσοκοπάνα, γαλιάντρα ή κατίνα - αν και όλα αυτά έχουν κάποιες λεπτές νοηματικές διαφορές.

- Καλέ, τι πράμα είναι αυτός ο ξάδερφος σου ... πρώτος μπουρμπούραγας ... ήρθε επίσκεψη προχτές, αρμένικη βίζιτα την έκανε ... τρεις ώρες έκατσε, γλώσσα μέσα δεν έβαλε ... μπούρου-μπούρου και μπούρου-μπούρου, μας έπρηξε ... και πανάθεμα με αν θυμάμαι ένα πράμα που μας είπε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified