Selected tags

Συντόμευση λέξης με παράλειψη τμήματός της (π.χ. προκατασκευασμένο --> προκάτ)

Further tags

Το γαμοσλανγκοπροθήμα βλαχο- προσδίδει σε σχεδόν οποιαδήποτε λέξη μια ουρδεσάνς χυδαίου και νεοπλουτίστικου. Σιγουράκι. Στα πλαίσια αυτά, βλαχοφιλελέδες αποκαλούνται τα πρηξαρχίδια που παπαγαλίζουν καμαρωτά χυδαίες φιλελέ ή νεοφιλελέ κασέτες, συχνά χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.

Το εν λόγω μπινελίκι εξαπολύεται, inter alia:

Πάσα από το δουπού και πρώτο μήδι: ΜηΧεΣω.

1.Οι μόνες επιχειρήσεις που όταν κλείνουν συγκινούν τους βλαχοφιλελέδες είναι αυτές του ΚΚΕ Βλ.

2.ΠΟΙΟΣ ΠΟΥΣΤΗΣ ΡΕ ΜΑΛΑΚΕΣ ΕΜΑΘΕ ΤΟ TWITTER ΣΤΟΥΣ ΒΛΑΧΟΦΙΛΕΛΕ; ΚΑΛΑ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΤΟ FB; (Φωνακλάς, εδώ.)

3.αμα αρχίσουν οι βλαχοφιλελε τις ντοπιολαλιες γαμα τα Βλ.

4.Crash-test κλασικών φιλελέδων vs. βλαχοφιλελέδων: συγκρίνατε την αισθητική των μετεκλογικών δηλώσεων Στέφανου Μάνου και Θάνου Τζήμερου:

«Ελπίζω οι δυνάμεις που αναδείχθηκαν να μπορέσουν να συνεργαστούν να φτιαχτεί μια κυβέρνηση για να κυβερνηθεί η χώρα. Με τις δυνάμεις που διαθέτουμε θα βοηθήσουμε, γιατί κινδυνεύει να διαλυθεί ο τόπος» (Στ. Μάνος)

«...αναγνωρίζω πως είμαι προδότης, προδότης, προδότης (μπορείτε να το συνεχίσετε εσαεί), δοσίλογος, γερμανοτσολιάς, σκουλήκι που έκλεψε την ψήφο σας για δικό του όφελος, αλήτης, χαμερπής, κάθαρμα, μικροτσούτσουνη κομπλεξάρα (...) Εν τω μεταξύ, όλοι εσείς που πέσατε να κατασπαράξετε με λύσσα το πρώτο κόμμα που έγινε από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, επειδή δεν τα έκανε όλα ακριβώς όπως τα είχατε στο μυαλό σας, να χαίρεστε την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού που προέκυψε με την ψήφο σας ή με την αποχή σας.» (Θ. Τζήμερος)

@πορδοσάλτε (από σφυρίζων, 22/11/13) Το πέρασμα του Νίκου Ορφανού από τον ρόλο του Κίτσου στη βουλευτική έδρα με το φιλελέφτ Ποτάμι συνιστά μία κομβική στιγμή για τον ελληνικό βλαχοφιλελευθερισμό. (από Khan, 15/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι και μουσικό όργανο, είναι και λουλούδι, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει ως βρισιά, προερχόμενη με αποκοπή από το μαλακοβιόλα ή πιο σεμνά από το χαζοβιόλα. Στα συν του ως βρισιά το ότι ομοιοκαταληκτεί με το καριόλα.

  1. Είστε όλες ένα τσούρμο βιόλες, άλλες πουτάνες, κι άλλες καριόλες! (Ανδρική θυμο-σοφία με ρίμα).

  2. Γύρευε με ποια ξενέρωτη βιόλα τριγυρνάει.

(από Παγράτσου Κολιάτι, 06/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνομα Βασίλης σε διάφορες τοπικές διαλέκτους. Το αντίστοιχο του Βασίλω μάλλον είναι Τσίλιο.

Τώρα προφανώς βγαίνει απο το Βασίλης-Βατσίλης-Τσίλης. Καλό και απλό.

Απ' όλους τους ποιητές μ' αρέσει ο Μαβίλης
κι απ' όλα τα ονόματα μ' αρέσει το Βασίλης (Τσίλης).

(από bright, 17/05/13)Βασιλική (Τσίλα) (από GATZMAN, 17/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικό παρατσούκλι της ομάδας του Άρη. Εκ του Άρης> Αρούλης> Αρούλα> Ρούλα.

Πάσα: Πανκέλης.

Την άλλη Κυριακή παίζουμε με τη Ρούλα στο Χαριλάου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός στα καλιαρντά (και όχι μόνο) εκ του γουρούνα.

Με τα ξεφωνητά και τις τσιρίδες μου αριβάρανε οι ρούνες και με αβέλανε στο ρουνάδικο.

(από Khan, 01/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπιέ ντε τουαλλέτ, κωλόχαρτο, εξευγενισμένο όμως, ώστε να το χρησιμοποιούμε κάθε μέρα.

Περιφρονητικό και αυτό για πτυχία κλπ...

  1. - Αγάπη μου, μην ξεχάσεις τυρί, ρύζι, γάλα και ένα πακέτο όχαρτα.
    - Εντάξει μωρό μου...

  2. - Πέντε χρόνια πανεπιστήμιο και τι πήρα; Αυτό το όχαρτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του Ηρακλή ή οπαδός της. Προκύπτει αφενός λόγω ρίμας με το Ήρα, την αρχή του Ηρακλή (άλλωστε ο Ἡρακλῆς δασυνόταν) και αφεδύο επειδή η ομάδα του Γηραιού αποκαλείται και γριά και οι οπαδοί της γριές, οπότε φανταζόμαστε ότι η εν λόγω γριά είναι επιπλέον και χήρα. Ο κύριος λόγος όμως είναι ο πρώτος, και εκτός από την ρίμα μπορεί να αποδοθεί και γραπτώς ως χΗΡΑ.

Άλλες ονομασίες: κωλόγρια, στρουμφάκι.

  1. Γιατι εχω την αισθηση οτι χΗΡΑ κ Φοφη θα παιζουν στην σουπερλιγκα του χρονου;;;;; (Εδώ).

  2. Χήρα γερά η πίπα είναι κοντά! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για την πάλαι ποτέ (ουάου!) Σοβιετική Ένωση (Ε.Σ.Σ.Δ.)

Σήμερα εκπορεύεται κυρίως από «δεξιούληδες» και υπονοεί χώρες με αυταρχικό καθεστώς, υψηλό επίπεδο κρατισμού, γραφειοκρατία, διαφθορά και τα συναφή.

(Στο καφενείο) - Ρε Μήτσο, στο' χω πει, στην Ελλάδα από το 74 και μετά μας κυβερνάνε οι αριστεροί, πάρτο χαμπάρι, είμαστε Σοβιετία, όλα τα περιμένουμε από το δημόσιο, πώς θα έρθουν επενδύσεις έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εισαγγελέας (με σλανγκική αποκοπή). Παλαιάς κοπής έκφραση.

Ο λέας προφανώς δέχτηκε τη μηνυτήρια αναφορά από τον ασφαλισμένο και ενήργησε μέσα σε προβλεπόμενα πλαίσια: συμβουλεύτηκε τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, Δ/ντη του ΚΥ. Ωστόσο, δεν μπορούσε να βρει και να διαβάσει το Π.Δ. 121;
Και ο Δ/ντης του ΚΥ; Τί πήγε και είπε στον λέα και οδηγήθηκε η υπόθεση στο ακροατήριο; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολλοί Έλληνες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις που καταλήγουν σε -ήσεις, -ίσεις, κάμουν το πρώτο σίγμα silent (tres chic). Αυτό συμβαίνει καθότι απλοποιείται και διευκολύνεται πολύ η προφορά της λέξης, καθώς τα δύο σίγμα απαιτούν καθαρότερη άρθρωση και μεγαλύτερη προσπάθεια από τον ομιλών.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι δεν προέρχεται από κάποιο μέρος της Ελλάδας ως ιδιωματισμός, αλλά μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία Κό'α Κόλα , σε ένα τέ'αρτο, καθώς έχουν παρατηρηθεί από Καταυλακιώτες αλλά και Καρδιτσιώται.

  1. - Νjίκο, Νjίκο!
    - Έλα Γιώργο!
    - Έλα ήρθε ο κόσμος! Έλα να με βοηθή'εις! Μάζεψε και τις αιτή'εις από τις αυξή'εις από τις επιδοτή'εις μην τα πάρει κανένας!

  2. (Σε κατάστημα ειδών τεχνολογίας)
    - Και νά σε ρωτήσω, τι απαιτήσεις έχει αυτό το μηχανάκι;
    - Απαιτή'εις, απαιτή'εις, πρόσεχε μην την πατή'εις.... Καρ καρ καρ καρ!
    - Καλά...Μπορώ να απευθυνθώ σε κάποιο άλλο τμήμα;
    - Ναι, καλέστε τις πωλή'εις.

  3. - Έλα μωρό μου, θα έρθεις αύριο κατά τις 8 και τέ'αρτο να με ξυπνή'εις;
    - Να σε πάρω τηλέφωνο καλύτερα;
    - Όχι έλα να μου χτυπή'εις... Μπας και κάνουμε και τίποτα γυμναστικές ασκή'εις... Πρωινές...

πρβλ και -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη, ζγκατάψυξ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified