Selected tags

Further tags

Το ξεραμένο σύκο (γλύκισμα μεσσηνιακόν), αλλά και ο όρχις. Οιοσδήποτε εκ των δύο. Παρομοίωση αλλά και κατάρα.

  1. - Πάω για τάκλιν, αλλά τρώω μια στην τσαπέλα και μένω παγωτό φίλε. Μου πέσαν τα φρύδια.

  2. - Που να σου μαραθούν οι τσαπέλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρωματισμός - κόκκινο εξωτερικώς προς μαύρο αφότου ανοίξει η τρύπα - που αποκτάει ο πρωκτός μετά βάρβαρου πρωκτικού σεξ.

-Για έλα ρε μάγκα με την όπισθεν να σου κάνω τον κώλο παπαρούνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει πλήρη αδιαφορία από το άτομο για μια συγκεκριμένη κατάσταση. Συνώνυμο με την έκφραση στ' αρχίδια μου, αλλά περισσότερο εύηχο. Εναλλακτική χρήση: «στον πούτσο μου γαρδένιες».

- Καλά ρε φίλε, φεύγεις για Γροιλανδία έτσι, χωρίς δουλειά, χωρίς να ξέρεις πού θα μείνεις;
- Φίλε εγώ θα πάω και στον πούτσο μου λουλούδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν συμπληρώνεται από την φράση «και γύρω γύρω μέλισσες» δείχνει επιθετική αδιαφορία.

- Μαλάκα θα σε γαμήσει ο Σερίφης άμα δεν πας μάθημα!
- Στον πούτσο μου λουλούδια και γύρω γύρω μέλισσες...

(από Τσακ εις την μέσην, 29/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται κυρίως από θαμώνες νυχτερινών μαγαζιών και αναφέρεται στα άνθη που εκτοξεύονται προς το μέρος του καλλιτέχνη σε στιγμές έκστασης των ιδίων κατά τη διάρκεια γνωστών λαικών ασμάτων. Συσκευάζονται σε μικρά χάρτινα πιατάκια που κατά τη λαϊκή διάλεκτο καλούνται πανεράκια. Τα τελευταία συνήθως εκτοξεύονται ολόκληρα σε κατάσταση παραληρήματος των θαμώνων.

- Δώσε ρε Νότη...
- Άντε Νίκο, πάρε κανά λελουδικό ακόμα. Θα καεί το πελεκούδι.
- Φέρε εδώ να ρίξω κανά πανεράκι στο θεό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον συνδυασμό γλάστρα + Μαστροκώστα.
Χαρακτηρίζει χαζογκόμενες που νομίζουν ότι έχουν ταλέντο.

Δεν χρειάζεται. Οι περισσότερες απο τις μισές στην τηλεόραση τέτοιες είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μάζεμα των φύλλων από φαντάρους στο στρατόπεδο, ιδίως το Φθινόπωρο. (Συνήθως με σκούπες, τσουγκράνες και φτιάρια + μαύρες σακούλες) - Δεν θεωρείται ιδιαίτερα βαριά αγγαρεία...

Της ίδιας οικογενείας με τα: γόπινγκ, τσάπινγκ

Ετυμολογία: = Φύλλο + ing (γερούνδιο)

Ομόηχο με το αγγλικό Feeling

- Ξέρεις τι αγγαρεία μας περιμένει σήμερα, ρε σειρά;
- Γόπινγκ και φύλλινγκ... Άσ' τα θα πήξουμε...
- Ωχ φύλλινγκ; Nothing more than feeling!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειδικός τύπος τσιμπουκιού με άρωμα και γεύση ευκάλυπτου και μέντας. Ενδείκνυται για τους κατά φαντασίαν ασθενείς που μας έχουν ζαλίσει τον έρωτα.

Προφανής η αναφορά στις κλασικές καραμέλες/παστίλιες ευκαλύπτου για το λαιμό.

- Ααααχχχ ... υποφέρω ... δεν έκλεισα μάτι όλη νύχτα ... ψηνόμουν στον πυρετό ... και η μύτη μου τρέχει ακατάπαυστα ... κι ο λαιμός μου έχει κλείσει τελείως ... και πονάω ολόκληρος ... και δέν έχω όρεξη καθόλου ...
- Ασπιρινούλα πήραμε;
- Πήρα, πήρα, τίποτε δεν έκανε ...
- Μήπως να πάρεις και αντιβίωση;
- Ααααχχχ, δεν μου γράφει ο γιατρός, ρώτησα ... αλλά δεν με πιάνει κιόλας ...
- 'Ε, άμα είναι έτσι, μία είναι η λύση ... πίπες ευκαλύπτου ... για το λαιμό, τουλάχιστον, είναι ένα κι ένα ...
- Α, να χαθείς, άκαρδε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το μαλλί είναι τελείως ίσιο χωρίς να πετάει ούτε μία τρίχα.

- Ωραίο μαλλί ρε Ρούλα...
- Φράπα, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).

Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified