Further tags

Τμήμα της εκπαίδευσης των Ο.Υ.Κ.. Πρόκειται για την τελευταία ή προτελευταία εβδομάδα της πρώτης φάσης της εκπαίδευσής τους όπου η σωματική και ψυχολογική πίεση εντείνεται για να «σπάσουν» όσοι δεν την παλεύουν και οι υπόλοιποι να ατσαλωθούν και να γίνουν βατράχια.

Το τι ακριβώς συμβαίνει εκεί δεν είναι απόλυτα σαφές σε εμάς τους κοινούς θνητούς. Οι νεοσύλλεκτοι υποβάλλονται σε εξοντωτική εκπαίδευση και ψυχολογικό πόλεμο από τους εκπαιδευτές τους, κοιμούνται ελάχιστα και, σύμφωνα με αφηγήσεις-αστικούς μύθους πρέπει να εφαρμόσουν και βασικές γνώσεις επιβίωσης σε αφιλόξενο περιβάλλον (να τρώνε ακρίδες κιέτσ').

Η διαβολοβδομάδα λέγεται και εκτός στρατού με πιο εύληπτο νόημα: μια εβδομάδα που εξελίσσεται ή αναμένεται πολύ δύσκολη ή όλα πάνε κατά διαόλου ή και τα δύο. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα περισσότερα αποτελέσματα στο google προέρχονταν από αθλητικές σελίδες.

  1. Από εδώ:
    Τα παιδιά αυτά που είδατε στη παρέλαση δεν έχουν περάσει καν διαβολοβδομάδα... Τι σημαίνει αυτό;;;; Ότι μόνο οι εκπαιδευτές τους είναι ΟΥΚάδες... Πήραν εντολή να τραγουδήσουν και θα το κάνουν διότι αν δε τραγουδήσουν κόπηκαν....

  2. Από εδώ:
    Τώρα δεν ξέρω τι γίνεται αλλά νομίζω πρέπει να φταίει ότι αλλάζουν την εκπαίδευση· ας πούμε το πρώτο κομμάτι το αλλάζουν με το δεύτερο. Κάτι τέτοιο έγινε σε μας αφού κάναμε την διαβολοβδομάδα και μετά, μας είχαν πει ότι θα κάναμε βουτιές, αλλά μας έβαλαν σε ένα άλλο πρόγραμμα για ιατρική και μας είπαν μετά (ότι) φταίει ότι έχουμε φόρτο εργασίας ή κάτι τέτοιο.

  3. Από εδώ (σχόλιο στο τρίτο βίντεο):
    Μόνο διαβολοβδομάδα δεν είναι αυτή. Για πρώτη εβδομάδα των Ο.Β.Α την κόβω, στον Σκαραμαγκά δηλ. που περνάς τα σχολεία που επιλέγεις. Δηλ. και με ήλιο, όμορφη μέρα και μπόλικη σαλάτα (σ.σ. wtf;). Η διαβολοβδομάδα κάποτε γινόταν χειμώνα σε ξερονήσι. Ήταν το τελευταίο στάδιο της εκπαίδευσης.

  4. Από εδώ:
    Να ξέρετε ότι από εδώ και πέρα και για πολύ καιρό θα ακούτε διάφορα παραμύθια, μεγάλα παραμύθια, γνωστά και ως «φίδια» [...] ή πως ο φίλος σας που ζυγίζει 200 κιλά χωρίς τα παπούτσια του, ήταν λοκατζής και πέρασε διαβολοβδομάδα τρώγοντας ακρίδες και βολβούς από αγριομολόχες. Κάντε υπομονή, και θα δείτε ότι μόλις όλα αυτά τελειώσουν, θα λέτε και εσείς τα ίδια και χειρότερα. (Σ.σ. Η διαβολοβδομάδα για τα Λ.Ο.Κ. μάλλον είναι εσφαλμένη πληροφορία.)

  5. Από εδώ:
    Αν προσθέσεις και τη σούρα και την έλλειψη ύπνου, δεν επρόκειτο για διακοπές αλλά για… διαβολοβδομάδα των ΟΥΚ. Στο δρόμο όλοι ξέρναγαν, έβγαλαν ότι είχαν φάει από την ημέρα που ήρθαν στη Ελλάδα.

  6. Από εδώ:
    Σε λίγο θα το γυρίσουμε στο μεταφυσικό και θα ψάχνουμε να βρούμε ποια κατάρα πληρώνουμε. Ποιος μας έχει κάνει βουντού. Ποιος είναι ο γκαντεμόσαυρος. Κι όχι τίποτα άλλο αλλά η βδομάδα, η διαβολοβδομάδα καλύτερα, δεν έχει τελειώσει ακόμα. Υπάρχει κι ο Πανθηρώνιος το Σάββατο...

(από perkins, 16/06/10)(από Galadriel, 16/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Στην στρατιωτική σλανγκ λέπια ονομάζονται κάποια μικρά αυτοκόλλητα λευκά χαρτάκια που βρίσκονται στην εσωτερική πλευρά κάθε υφασμάτινου κομματιού των ρούχων του νεοσύλλεκτου (τσέπες, μανίκια, γιακάδες, κουτουλού).

Υποψιάζομαι ότι αυτά τα κολλάνε στο εργοστάσιο, στην «Κοπή» στο Κερατσίνι, πάνω στα υφάσματα πριν τα ενώσουν ράβοντάς τα, πριν δηλαδή το ρούχο πάρει την τελική του μορφή και είναι κάτισαν δείκτες - οδηγοί.

Επειδή λοιπόν τα συγκεκριμένα ρούχα απευθύνονται σε σίγουρο τάργκετ γκρουπ και μάλιστα δωρεάν, κανείς από τους εργάτες δεν προβλέπεται να τα ξεκολλήσει όταν πια αυτά δεν είναι απαραίτητα.

Οπτικά μοιάζουν με τα χαρτάκια που αναγράφουν τις τιμές στα κατά τόπους ψιλικατζίδικα. Καθώς λοιπόν τα καινούρια στρατιωτικά ρούχα τα φοράνε οι νέοι που λέγονται και ψάρια, τα χαρτάκια ονομάστηκαν λέπια.

- Ψαρά, τα έβγαλες τα λέπια;
- Ποια;
- Α καλά, εσύ είσαι πολύ γκάου-μπίου!

To ψαρι με τα μεγαλυτερα λέπια. (από perkins, 15/06/10)Ψαρι χωρις λέπια-έχει το μπικίνι όμως, απο μέσα. (από perkins, 15/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπερντάχι. Το βρωμόξυλο, η κλωτσοπατινάδα, το άγριο ξύλο. Παραπλήσια έννοια, με λιγότερο βίαιη σημασία, το σοπάκι. Συντάσσεται με τα ρήματα δίνω, ρίχνω ένα, κερνάω.

Παμπάλαια λέξη, η οποία όμως επιζεί μέχρι σήμερα. Την έχω σταμπάρει μόνο σε επαρχία, από Κρήτη μεριά, σε διαλόγους σβούρων, πέτσακων και κούργιαλων, βλ. παράδειγμα 1, ενώ βρίσκεται και σε ένα γλωσσάρι της Μεσσηνίας εδώ. Όμως ήταν συνηθισμένη έκφραση και της κλασσικής ρεμπέτικης αργκό, η οποία είναι γέννημα θρέμμα του άστεως (βλ. παράδειγμα 2).

Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τους χωροφύλακες και λοιπά σώματα ασφαλείας της νεώτερης Ελλάδος. Διασώζεται η έκφραση «τάγιο χταποδάτο», πιθανή ερμηνεία: πολλοί μαζί βαράγανε έναν κάτω σα χταπόδι, μέχρι να μαλακώσει, βλ. παράδειγμα 3. Υπήρχε και η έκφραση «ρίξτε του ένα χωροφυλακίστικο και το πρωί στην αρχή». Δηλαδή λιανίστε τον όλη τη νύχτα και το πρωί τον περνάτε εισαγγελέα.

Δυσάρεστη έκπληξη δοκίμασαν αρκετοί αστοί πολιτικοί, όταν τους μπουζούριασε η Εθνοσωτήριος, αφού διαπίστωσαν έντρομοι και στο πετσί τους ότι τόσα χρόνια η χωροφυλακή είχε το ελεύθερο να βασανίζει και να χτυπάει κρατούμενους, διαθέτοντας και τον απαραίτητο εξοπλισμό και τεχνογνωσία προς τούτο. Φυσικά τα φαινόμενα αυτά σήμερα έχουν εκλείψει παντελώς, ως αποδεικνύουν εκατοντάδες πραγματοποιηθείσες αξιόπιστες Ε.Δ.Ε..

Η λέξη «τάγιο» προέρχεται από το ιταλικό taglio που σημαίνει μαχαίρωμα, κόψιμο, κομμάτι, βλ. παράδειγμα 4. Σύμφωνα με ιντερνετική εγκυκλοπαίδεια, στη χαρτοπαιξία, τάγιοείναι η διάρκεια ενός παιχνιδιού ανάμεσα σε δύο κοψίματα, μέχρις ότου τελειώσουν τα τραπουλόχαρτα ή μέχρι να σταματήσει οριστικά το παιχνίδι. Οπότε πιθανή δική μου ερμηνεία της έκφρασης είναι ότι σημαίνει δίνω μία καλή παρτίδα ξύλο, αυτό που λέμε ένα γερό χέρι ξύλο.

  1. - Εκιοσές ο παράουρος ο Παναής ρίχτηκε στο Μαριώ την κοπελιά του Μανώλη μας και την εξεγιβέντισε οψάργας στην πλατεία. - Ε και τι καθόμαστε, πάμε να τονε ζυγώσουμε να τονε κεράσουμε ένα τάγιο να βάλει και στις τσέπες του.

  2. «Τού 'χω δώσει ένα γερό τάγιο πριν χάσω τα μάτια μου», λέει ο τυφλός ρεμπέτης Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας σε συνέντευξή του εδώ, αναφερόμενος σε βρωμόξυλο μεταξύ του ιδίου και έτερου γνωστού βαρύμαγκα (βλ. στο κεφάλαιο Αφηγήσεις του ίδιου του Μπαγιαντέρα).

  3. «Ουρλιάζει ο Χεμαγγιόρος στο παραδίπλα δωμάτιο και τρίτο τάγιο χταποδάτο, καθώς τ' ορίζει ο κανονισμός στο Σώμα για να μαλακώνουνε οι εθνοπροδότες, να γίνεται το γινάτι τους νιανιά που να μαρτυρήσουνε στην Εξουσία τα μυστικά του εχθρού».

Αλέξανδρος Κοτζιάς, από το μυθιστόρημα Αντιποίησις Αρχής, 1979, όλο το βιβλίο είναι μονόλογος ενός ασφαλίτη επί χούντας.

  1. Ἀλλὰ ἐγὼ ἤμουν πλιὰ ἀποτελειωμένος. Σὲ λίγες μέρες λαβαίνω ἀπὸ τὸ θεῖο μου τὸ οὔλτιμο τάγιο, τὴν τελειωτικὴ μαχαιριά. Μοῦ ἔγραφε:
    Ἀνηψιέ μου, ἤσουν πάντα κατεργάρης καὶ παραλυμένος. Σοὖρθε ἡ τύχη σὰν στραβὴ καὶ τὴν κλώτσησες. Πολὺ γρήγορα θὰ χτυπᾷς τὸ κεφάλι σου στὸν τοῖχο, μὰ θἆναι ἀργά. Τώρα κάτσε ἐκεῖ ποῦ κάθεσαι. Εἶναι περιττὸ νὰ ξεκουμπιστῇς ἐδῶ. Οὔτε θέσι θαὕρῃς, οὔτε προῖκα. Ἄειντε χάσου, τενεκέ!
    Ὁ θεῖος σου Ἀλέξης
    (1912)

Κ. Σκόκος, Τα Παράξενα της ζωής (Σελίδες ημερολογίου), Αθήνα, Κολλάρος, 1921, σσ. 9−13. Από εδώ.

  1. Με την σημασία «αποκοπή, νέα γραμμή άμυνας μετά από υποχώρηση», η λέξη εμφανίζεται και στον «Κρητικό Πόλεμο» του Ρεθεμνιώτη (ενετικής καταγωγής) Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, χρόνος συγγραφής 1669 - 1677, πρώτη έκδοση 1869.

«Αμ΄ο Κορνάρος έτρεχε κ΄έπαιρνε πλήσους κόπους
κι αιδάριζε* με το μουσού** να φράσσουνε τους τόπους,
εκεί στο μέγα χαλασμό που πέσαν τα μουράγια
να κάμου παραχάντακα κι άλλα περίσσα τάγια».

  • βοηθούσε
    ** κάποιος γάλλος αξιωματικός.

Σύμφωνα με το γλωσσάρι της έκδοσης ετυμολογείται από το βενετσιάνικο tagio, ενώ παρατίθεται και το ιταλικό taglio.

Αδυνάτισα ο καημένος, απ\' το ξύλο το πολύ - πού\' φαγα στο δεκαδυο απ\' τη χωροφυλακή (Α. Κωστής 1931) (από HODJAS, 21/07/10)Μην τον βαράτε ρε παιδιά, για ένα παλιοσακάκι... (από HODJAS, 21/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφόσον οικογένεια είναι το αστυνομικό τμήμα, μπαμπάς είναι ο pater-familias, ήτοι ο διευθυντής του αστυνομικού τμήματος. Ο αλήτης διακατέχεται από οιδιπόδειο σύμπλεγμα έναντί του, ότι στην χειρότερη περίπτωση θέλει να τον σκοτώσει και στην καλύτερη να τον αναδείξει ως τον κερατά που είναι.

Φλωρατζηστί λέγεται και παπαστρούμφ.

Προσοχή στον Μήτσο. Μάλλον δουλεύει για τον μπαμπά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως από εφήβους, gamers, άτομα που τους αρέσουν οι ταινίες Ε.Φ. και γενικώς καμένους. Αναφέρεται φυσικά στα Αμερικάνικα φαντάρια (marines), αλλά δε μιλάμε για τα πραγματικά φαντάρια που βρίσκονται στο Κόσοβο ή το Αφγανιστάν ή αυτά που βασάνιζαν Ιρακινούς στο Αμπού-Γκράιμπ. Όχι!

Μιλάμε για για τους space marines, τα εξιδανικευμένα φαντάρια που βλέπουμε στις ταινίες του Κάμερον και σκοτώνουν Άλιεν, σάιμποργκ ή Ζεργκ. Αυτά που βλέπουν με θερμικές κάμερες, έχουν φουτουριστικά πολυβόλα με λέιζερ (αν έχουν σφαίρες καταγράφουν τον αριθμό που έμεινε σε LED), έχουν κάνα-δυο cyber εμφυτεύματα για να είναι πιο γαμάτοι, μιλάνε με μικροπομπούς στις μάσκες που κάνουν «κχχχ», λεγοντας φρασεις οπως «affirmative» και άλλα τέτοια καυλωτικά.

Συνήθως οι καραβανάδες των μαρινιών δεν φοράνε τέτοια καραγκιοζιλίκια, αλλά για να δείξουν τη γαματοσύνη τους καβαλάνε τρίμετρα οχήματα mech που βαράνε ρουκέτες. Επίσης συνηθίζουν να λένε κυνικές ατάκες με λογοπαίγνια (πχ. «ας τελειώσουμε την επίθεση γρήγορα και ανώδυνα γιατί θέλω να φάω νωρίς βραδινό») και γενικώς αφήνουν πίσω τον πρωτόγονο Ράμπο να πηδάει δέντρα δεύτερος και καταϊδρωμένος.

- ... και που λες το τέλος σκάνε εκεί τα μαρίνια με τα ελικόπτερα και τα ρομπότ και αρχίζουν να βαράνε στο ψαχνό με τα λέιζερ και φλογοβόλα. Τα κάνουν όλα λίμπα. Δεν μένει ούτε εξωγήινο αυτί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομάντο στο οποίο έχει απονεμηθεί η πουλάδα του αλεξιπτώτα, το μόνο στρατιωτικό διακριτικό που σχεδόν πάντα εμπνέει ανομολόγητο έστω ρησπέκτ, σε στρατόκαυλους και μη.

Ανεβαίνοντας την τροφική αλυσίδα των πουλαδερών, συναντάμε τους βατραχοπολαδερούς (με θαλάσσιες πτώσεις), τους αστεροπουλαδερούς (με 30 πτώσεις) και τους δαφναστεροπουλαδερούς (με 90 πτώσεις).

Ασίστ: Ο Άλλος, Φώτης Νιτσιοπουλαδερός, costasl.

  1. - Κι εγώ ρε παιδιά πολύ θα ήθελα να γίνω πουλαδερός βάτραχος αλλά δεν γινεται να μου στείλουν τα διακριτικά στό σπίτι;
    (εδώ)

  2. - ακουσον ακουσον...οχι απλα κρουσμα ξυλοδαρμου-απειθαρχιας...αλλα ενας βατραχοπουλαδερος μπηκε σε ναυτικη βαση και πακετωσε εναν απλο ναυτη (εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νέος στο στρατό.

Προκύπτει από το «Ψαρούλης» που για συντομία και οικονομία σάλιου καταλήγει σε «Ρούλης».

- Τι λες ρε Ρούλη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος στα ποδανά. Επίσης τσομπά και τσομπάς.

Να μην συγχέεται με τον Γάλλο ποδοσφαιριστή Didier Drogba.

Πασαδόροι: Dubass, Hodjas, Τζιμάκος.

  1. «και έρχομαι εδώ στο goddamned city.Και κάνω ένα τσιγαράκι απ’όξω απ’ το Park , το ξενοδοχείο. Κι έρχεται ένα τσινάρι κοστουμάτο, τσος-μπα πρέπει να’τανε, και βλέπει ένα καυτρόνι τόοοσο, σα βερικοκιά. «Τι είναι αυτό αδερφούλη;»μου λέει, του λέω «τι να ναι; Άσσος άφιλτρο» του λέω «κι έχει πεταχτεί το κλαδί απ’όξω, το χαλάσαν το χαρμάνι οι χαμούρες»
    «…20 χρόνια θα φας » μου λέει, «εμπορία, κατοχή και χρήση».Μη ξηγιέσαι έτσι του λέω, όλοι το ίδιο είμαστε, πατριωτάκια, και κάνω έτσι και βγάζω το καθρεφτάκι με το σένιο, και κάνω 2 ράγες, μια αριστερά και μια δεξια, «μία για τον Άρη , και μία για τον Ζέρβα, ρε γάτε» του λέω (Αθάνατος Ζώρζ Πιλαλί, live 1986, δες)

  2. - Εδώ φαίνεται ο τσοςΜπά με το όπλο
    - η υπόθεση τσομπά καί όπλα έχει παραγίνει,
    βγαίνουν πιό εύκολα από το πουλί τους.
    να παρακαλάνε μην εκραγούμε καί βγούνε
    από τη μεριά μας τα γκάνια
    (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Κοντός + μουστάκι. Θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιονδήποτε ο οποίος πληροί τις ως ανωτέρω προδιαγραφές, αλλά χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τροχόμπατσους της ηπειρωτικής χώρας οι οποίοι καιροφυλακτούν πίσω απο θάμνους (ή και πόες, αναλόγως του ύψους των) και εμφανίζονται ως από μηχανής θεούληδες στα έκπληκτα μάτια των οδηγών-εκδρομέων ουρλιάζοντας «φρηηήζ» ή κάτι παρεμφερές.

Το πιο παράξενο με αυτούς είναι ότι έχουν πάντα δίκιο για την κλήση που έχουν πάντα φρεσκοκομμένη, καθώς θα εντοπίσουν οτιδήποτε μπορεί να αποφέρει την τιμωρία του οδηγού.

Αγαπημένη τους έκφραση είναι η ανεκδοτική ρήση «Γιατί δε φουράς κράνους;»

— Φρηηηήζ!
— Μα δεν έτρεχα!
— Και τι μ' αυτό;
— Τι εννοείτε «και τι μ' αυτό»;
— Είσαι αξύριστους κι ακουμβίουτους... Να βρω κι άλλα;

(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμένος Ίκαρος, ή απλώς Κ.Ι., αποκαλείται στην αεροπορία ο απόφοιτος σχολής υπαξιωματικών, αυτός που δεν ευτύχησε να αποφοιτήσει από τη Σχολή Ικάρων, ο μη ιπτάμενος.

Αν είσαι πολύ άτυχος και σε βάλει στο μάτι ένας Κ.Ι., την έκατσες, γιατί θα βγάλει όλο το κόμπλεξ του απάνω σου και θα σε πεθάνει σε σκοπάουες, καλλιόπες, μαγειρεία, γόπινγκ, κάμπινγκ κ.τ.ό.

-Είναι ένας μαλάκας μοίραρχος που μου έχει πρήξει τ' αρχίδια.
-Πώς τονε λένε;
-Καραβάνογλου.
-Και τι είν' αυτός; Ιπτάμενος;
-Τι ιπτάμενος, ο μαλάκας. Κομμένος Ίκαρος είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified