Selected tags

Further tags

Έχει μια σημασιολογική μετατόπιση από το τραβάω τα βυζιά μου. Σημαίνει περισσότερο μια απέλπιδα προσπάθεια, ιδίως αν το λέει άντρας, οπότε θέλει να πει ότι είναι πιο πιθανό να ρεύσει γάλα από τις θηλές του παρά να επιτύχει το εν λόγω εγχείρημα. Επίσης όταν κάτι είναι μάταιο, ανόητο, επίπονο αλλά με αβέβαιες πιθανότητες επιτυχίας.

- Πρέπει, λέει, να κάνουμε όλοι θυσίες για να σωθούν οι τράπεζες. Δεν μου τραβάς καλύτερα τα βυζιά να κατεβάσω γάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα - Ιόνιο) : Βρίσκομαι σε δύσκολη κατάσταση, καταστρέφομαι, χάνω το παιχνίδι, μου καταγιγνώσκεται ποινή (δικαστική, πειθαρχική ή γκολ).

Συνώνυμα : Τρώω πούτσα / καβλί / ψωλιά (μεταφορικώς) / τον ήπια κ.τ.λ.

  1. Μήτσο! Στείλε γρήγορα τα χαρτιά στο λογιστή, μη φάμε κανά παστέλι από την εφορία.
  2. Η ΑΕΚ έφαγε τρία παστέλια χτές απ' το γαύρο.
  3. Άσε, τρία χρόνια παντρεμένος με την Ουρανία, έχω φάει τρελό παστέλι. Μου' χει ψήσει το ψάρι στα χείλη η κουφάλα.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H φράση προέρχεται από γνωστό τηλεπαιχνίδι που παιζόταν παλιότερα στο Mega με παρουσιάστρια την Έλενα Ακρίτα και αποτελούσε μεταφορά του ομώνυμου κουίζ σόου του BBC με τηλεπαρουσιάστρια την Αν. Ρόμπινσον. Η τελευταία είχε κερδίσει τον τίτλο της πιο στριμμένης τηλεοπτικής πρωταγωνίστριας. Η ελληνική έκδοση ξεκίνησε το 2001 και η Έλενα Ακρίτα κινείτο σε αντίστοιχη ρώτα με την Αν. Ρόμπινσον και γι' αυτό ο Μητσικώστας είχε σατιρίσει δεόντως το αυστηρό και βλοσυρό ύφος της. Τα σκηνικά του παιχνιδιού ήταν σκούρα. Οι παίκτες έπαιζαν ως ομάδα και στο τέλος κάθε γύρου καλούντο να επιλέξουν τον παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Τόσο το στυλ της πρωταγωνίστριας, όσο και τα σκηνικά του παιχνιδιού, δημιουργούσαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Η χαρακτηριστική φράση με την οποία η παρουσιάστρια εκτελούσε τον παίκτη ήταν: «Λυπάμαι, είστε ο πιο αδύναμος κρίκος». Στο τέλος διαγωνίζονταν μεταξύ τους οι δυο εναπομείναντες με στόχο να προκύψει ο νικητής.

Άρα η έννοια του όρου βασίζεται στην εύρεση του αδύναμου κρίκου της ομάδας. Η εύρεση δηλαδή του παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Αντίστοιχα, όταν λέμε πως κάποιος είναι ο αδύναμος κρίκος, θεωρούμε πως τα αποτελέσματα ή οι επιδόσεις του υπολείπονται των άλλων και τον καλούμε ή να διορθωθεί ή να αποχωρήσει. Επίσης λέγοντας τη φράση, μπορεί να θεωρούμε πως η γνώμη του δεν ταυτίζεται με την άποψη της πλειοψηφίας και τον καλούμε να συμβιβαστεί με αυτή την άποψη ή να αποχωρήσει.

Η φράση αυτή λέγεται με χιουμοριστικό στυλ, ωστόσο διατηρεί μέσα της έναν τόνο, κάτι σαν ετυμηγορία, σαν πόρισμα, που παραπέμπει στο στυλ της τηλεπαρουσιάστριας. Συνήθως, μια τέτοια ανακοίνωση κρύβει στο background της συσσωρευμένη αντίδραση για την επίδραση του αδύναμου κρίκου στην ομάδα.

  1. Σε ορειβατική αποστολή, ο τελευταίος που δεν έχει σχέση με το άθλημα βρίσκεται μακριά από τους άλλους, αγκομαχεί και είναι καταϊδρωμένος. Ο αρχηγός της αποστολής τον παίρνει παράμερα και με χιουμοριστικό στυλ του λέει:
    - Θανάση μην το πάρεις προσωπικά, αλλά… είσαι ο αδύναμος κρίκος της ομάδος. - Γιατί το λες αυτό;
    - Ο καιρός χαλάει, σε λίγο νυχτώνει κι αν ακολουθούμε τους ρυθμούς σου δεν θα προλάβουμε να φτάσουμε σύντομα σε ασφαλές μέρος. Θα αντιμετωπίσουμε κίνδυνο. Γι 'αυτό λέω να την αράξεις στο καφενεδάκι που θα συναντήσουμε σε κανά πεντάλεπτο και να μας περιμένεις εκεί.

  2. - Ντίνα, μην το συζητήσουμε άλλο. Όλη η ομάδα θέλει να πάμε στο στέκι του Αχαΐρευτου. Μόνο εσύ θέλεις να πάμε στο καφέ της Χαράς. Άρα είσαι ο αδύναμος κρίκος. Οπότε, ή έρχεσαι μαζί μας ή... καληνύχτα.

(από GATZMAN, 28/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, ο ευνούχος - από το τούρκικο hadim.

Πιο χαλαρά, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον ανίκανο, αυτόν που έχει αδυναμία στύσης. Ακόμη πιο χαλαρά, τον ανέραστο, τον αδιάφορο για τα ερωτικά. Η λέξη λέγεται και για τον μικροτσούτσουνο - η χρήση αυτή είναι λάθος, βασικά, αλλά έχει μια πλάκα.

Έχω την εντύπωση ότι η λέξη είναι κυρίως Βορειοελλαδίτικη. Προφέρεται δε ως χα-dd-ουμ-s. Δεν είναι ακριβώς βρισιά - θυμάμαι να τη λέει τη λέξη και η γιαγιά μου - αλλά είναι φοβερά απαξιωτικός χαρακτηρισμός. Όχι τόσο γιατί ο χαντούμης δεν μπορεί να πηδήξει, όσο γιατί δεν μπορεί να κάνει παιδιά.

Μεταφορικά, χαντούμης είναι και αυτός που δεν μπορεί να τελειώσει μια δουλειά, ειδικά μια δουλειά που θέλει αρχίδια και τσαμπουκά. Έτσι, σημαίνει και αυτόν που κωλώνει, τον δειλό και, κατ' επέκταση, τον θρασύδειλο και ύπουλο άνθρωπο που επειδή δεν μπορεί να σου τη βγει στα ίσια θα σου τη φέρει από πίσω.

Για τα αντώνυμα δες και τα λήμματα βαρβάτος και βαρβατίλα

  1. - Τάρανδο τον έχει κάνει τον κυρ Παναγιώτη η Φροσάρα ... τσίπα δεν έχει μείνει πια στον κόσμο ...
    - Καλέ, τι λες τώρα ... αφού χαντούμης ειν' αυτός, όλη η γειτονιά το ξέρει ... τι θες να κάνει η γυναίκα ... έχει τις ανάγκες της κι αυτή ...

  2. ... κλείνω τη συνεισφορά μου στον προκείμενο κριτικό έρανο, ελέγχοντας δύο (σκόπιμες;) παρερμηνείες του Σροτ σε κρίσιμα θέματα του ιλιαδικού έπους. Η μία έχει να κάνει με τη δήλωσή του ότι απουσιάζει παντελώς το ερωτικό θέμα στην ομηρική Ιλιάδα, επειδή ο ποιητής της υπήρξε δήθεν χαντούμης. Η άλλη προβάλλει τον αυθαίρετο ισχυρισμό ότι στο ιλιαδικό έπος διακρίνεται δήθεν η στρατιωτική αταξία στο στρατόπεδο των Αχαιών από την ευταξία των αντιπάλων τους, που εκπροσωπούν την ασσυριακή πειθαρχία. (από άρθρο του Δ. Ν. Μαρωνίτη στο ΒΗΜΑ, 20/01/08)

  3. Γώ σε λέγω πού είμαι χαντούμ ς, και συ με ρωτάς πόσα παιδιά έχω. (Παροιμία από τις Σαράντα Εκκλησιές της Αν. Θράκης)

  4. Εκτός από χανούμης είσαι και χαντούμης. (Καταλυτικό επιχείρημα με στόχο φίλαθλο της ΑΕΚ από το http://erythrolefkometerizi.blogspot.com)

  5. -Καλά, είναι γνωστό ότι ο Χίτλερ ήταν χαντούμης και είδες πώς του βγήκανε τ΄απωθημένα ... αυτούς να φοβάσαι ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγοντας «πήγα να σηκώσω τον Παρθενώνα», υποδηλώνουμε την προσπάθεια που κάνουμε για να υλοποιήσουμε ένα εγχείρημα που είναι υπεράνω των δυνατοτήτων μας. Η έκφραση μπορεί να αναφερθεί στην περίπτωση που πρέπει να σηκώσουμε υπερβολικά μεγάλο βάρος για τις δυνατότητες μας αλλά και σε συναφείς περιπτώσεις.

Λέγοντας «κι έμεινα με τα μάρμαρα», υποδηλώνουμε την ανεπιτυχή έκβαση του εγχειρήματος μας ή/και οποιαδήποτε δυσμενή συνέπεια εξαιτίας αυτού. Η δυσμενής αυτή συνέπεια μπορεί να αφορά τον άνθρωπο ή το αντικείμενο που προσπαθούμε να σηκώσουμε, οποιοδήποτε αντικείμενο που μπορεί να πάθει ζημιά εξαιτίας του εγχειρήματος καθώς και οποιαδήποτε δυσμενή συνέπεια μπορεί να προκληθεί στην υγεία (είτε αυτού που επιχειρεί το εγχείρημα, είτε κάποιου άλλου που μπορεί να βρίσκεται στο χώρο).

Με τη φράση εκφράζεται η αγανάκτηση κάποιου με τον εαυτό του για τα αποτελέσματα του αναφερόμενου εγχειρήματος. Εγχειρήματος που πολλές φορές δε θα μπορούσε να αποφευχθεί (βλ. παράδειγμα)

- Άστα... είχε πέσει η μάνα μου και προσπαθώντας να τη σηκώσω έπαθα λουμπάγκο.
- Είναι παχιά η μάνα σου;
- Ζυγίζει 120 κιλά. Παρόλο που πήρα τα κατάλληλα μέτρα, δε θα μπορούσα να αποφύγω το μοιραίο. Την έχω πάθει και παλιότερα
- Καλά δεν υπήρχε κανείς να σε βοηθήσει;
- Απολύτως κανένας... Άστα μην τα ψάχνεις. Άστα... Πήγα να σηκώσω τον Παρθενώνα κι έμεινα με τα μάρμαρα.

Παρθενώνας (από GATZMAN, 09/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί του «τραβάω τα μαλλιά μου».

Άσε δικέ μου να σου πω τι έπαθα σήμερα... τράβαγα τα βυζιά μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδίστικος χαρακτηρισμός στομωμένων εργαλείων κοπής, όπως ψαλίδια, κοπίδια, ξυράφια, αλαβάρδες και δεν συμμαζεύεται.

- Μάκη, πιάσε το κοπίδι να ανοίξουμε τις κούτες, ήρθε η παραγγελία. Που' σαι, το πράσινο, γιατί τα άλλα δεν κόβουν ούτε νερό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο διαχρονικό πια «Κωσταντίνου και Ελένης», ο Μάνθος σε ένα επεισόδιο τα χώνει στον Κωσταντίνο που είναι ακόμα πολύ ντροπαλός με την μνηστή του... έτσι προσπαθεί να του δώσει να καταλάβει ότι πρόκειται για μια ανούσια κατάσταση, καθώς με την ατάκα αυτή υπονοεί ότι ο Κωσταντίνος πρέπει να πλησιάσει ερωτικά τη μνηστή του.

- Βγήκαμε, πήγαμε για καφέ, μετά σινεμά και μετά την πήγα σπίτι της...
- Ρε φίλε τόσον καιρό μέλι μέλι και τηγανίτα τίποτα;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμβληματική φράση που έλκει την καταγωγή της από το σεβάσμιο εθνικό άθλημα του ταβλίου. Όντας κατά τεκμήριο η χειρότερη δυνατή ζαριά, το ασσόδυο ωθεί ενίοτε τον ατυχή που το έριξε να ανακράξει σε σπαραξικάρδιους τόνους και, κοιτώντας με απόγνωση προς τα ουράνια, το θρυλικό αυτό απόφθεγμα, απόσταγμα συσσωρευμένης βιοσοφίας. Είναι ένας πιο φιλοσοφικός τρόπος να αναθεματίσει κανείς τη μαύρη του την τύχη, εφόσον οδηγούμεθα - δια της επαγωγικής μεθόδου - σε ένα γενικότερης ισχύος συμπέρασμα. Και το συμπέρασμα είναι προφάνουσλυ πως, όσο και να προσπαθεί κανείς και να κωλοχτυπιέται, αν δε βάλει και το κουλό της η τυφλή θεά, άσπρη μέρα δεν πρόκειται να ξημερώσει (εκτός αν ρίξουμε κανά γιαούρτι, όπως έλεγαν παλιά οι φίλτατοι ανάρχες).

Εκ του ταβλέτου, η βαρυσήμαντος αυτοσαρκαστική ρήση επεξετάθη εις ευρύτερα πεδία της κοινωνικής ζωής. Ομοίως με το παίγνιον, προφέρεται συνήθως χαμηλοφώνως και με έκφραση απελπισίας, σε περιπτώσεις που γαμήθηκε ο ολύμπιος Δίας...

Η λειτουργία (function) της παρούσης εκφράσεως, καθώς και άλλων παρομοίων, είναι σημαντικότατη. Με το να καταριέσαι την τύχη σου, δημιουργείς την ψευδαίσθηση ότι κατά κάποιο τρόπο την αλλάζεις προς το καλύτερο. Είναι μια πανάρχαιη τελετουργία προς εξορκισμό του κακού. Δεν επεκτείνομαι περισσότερο γιατί θα μου λέτε πάλι ότι γράφω άρθρα.

Υ.Γ. 1. Εκτός του παθόντος, την φράση μπορεί να εκστομίσει με κακία και ο αντίπαλός ταβλαδόρος, ο τυχεράκιας / κωλόφαρδος. Τότε ή τον αρχίζεις στις γρήγορες, ή κάνεις τουμπεκί και εύχεσαι να ρεφάρεις.

Υ.Γ. 2. Προσωπικά, όταν παίζω προτιμώ την αρχαΐζουσα γραμματική διατύπωση: «με ασόδυο ουδείς εγάμησε».

Υ.Γ. 3. Έχω την εντύπωση ότι συνηθίζεται ιδιαίτερα από τους πληθυσμούς του ένδοξου Βορρά...

- Φίλε, μόλις τα λέγαμε με τον Γιωργάκη στο κινητό. Την έπεσε λέει σ' εκείνη την κομμώτρια που δουλεύει κοντά στο σπίτι του.
- Ποια, εκείνο το ξανθό το καυλάκι; Και τι έγινε, μη μου πεις ότι του 'κατσε..
- Μου τα μάσαγε, μια έτσι μια γιουβέτσι μου τα 'λεγε. «Δεν ξέρω», «θα δείξει» και άλλες κλασικές μαϊμουδιές.
- Εγώ σου λέω τον χίωσε κανονικότατα και με το νόμο. Αφού το παλικάρι είναι σα να τον τράκαρε τρόλεϊ...
- Δεν τα λες και λάθος. Με ασσόδυο φίλε δε γάμησε κανείς, να το ξέρεις αυτό...

(από Khan, 20/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτυχημένος στοιχηματισμός. Όταν τις παίζει στοίχημα (ΠΑΜΕ στοίχημα) και χάνει ότι λεφτά έχει βάλει. Είναι η πιο συνηθισμένη λέξη μεταξύ των πωρωμένων τζογαδόρων. Όλοι έχουμε πάει στον κουβά μπιπ το στανιό μου.

(το είχα πάθει πριν από κάτι μήνες)

Παίζω ένα κουπόνι για Σαββατοκύριακο. Τη Γκρόνιγκεν άσο, τη Σάλτσμπουργκ διπλό, τη Μπάρτσα διπλό μες στη Μπιλμπάο. Πιάνω και 3 ιταλικά. Και τι χάνω; Τι χάνω μπιπ τη γκαντεμιά μου; Τη Γκεντσλερμπιρλιγκί. Την είχα παίξει Χ την πουτάνα. Από τότε δεν ξαναπαίζω τούρκικα. Ο απόλυτος κουβάς.

Γιά φέρτε όλο το παραδάκι εδώ... (από Marco De Sade, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified