Further tags

Μια φράση από την Κρητική ύπαιθρο και το πιο ενεργό της κύτταρο, το καφενείο.

Μιλάμε για τη λεπτή αλλά καθοριστική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο κλασικό και μη ενδιαφέρον
α. «κέρασέ τονε μωρέ »: τη γνωστή προστακτική που απευθύνεται κατά ριπάς στον καφετζή με την είσοδο κάποιου φίλου, γνωστού κλπ στο κατάστημα,
το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το
β. «να κεραστεί»: τον ιδιαίτερο αυτό τύπο προσταγής που εκφέρεται σε τρίτο ενικό υποτακτικής αορίστου παθητικής φωνής.

Αν και στη ζωή του καφενείου το (β) μπορεί να χρησιμοποιείται όπως και το (α), το (β) είναι πιο κατηγορηματικό, καθώς μετατρέπει την προσωπική χειρονομία του κεράσματος σε απρόσωπη προσταγή, σε κοινωνικό και συλλογικό αίτημα «να κεραστεί! πρέπει να κεραστεί! είναι χρέος να κεραστεί».

Αυτή η ακραία αντίληψη για το χρέος (γνωστή ρετσινιά για τους Κρήτες), έχει μετατρέψει το να κεραστεί! σε δημοφιλή έκφραση που ακούγεται και εκτός των καφενείων της υπαίθρου, σε κάθε περίπτωση που 1. κάποιος λέει ή κάνει κάτι το πολύ σωστό που αξίζει την επιβράβευση (επειδή λέγεται μάλιστα ενώ ο άλλος δεν έχει τελειώσει αυτό που λέει, με ενθουσιασμό και πλήρη ταύτιση, έχει την έννοια του σταμάτα να μιλάς και φίλα με, φράση που δεν πολυακούγεται στα καφενεία της κρητικής υπαίθρου λόγω του κοινωνικού ρατσισμού),
2. συνηθέστερα, στην ακριβώς αντίθετη περίπτωση που κάποιος λέει μαλακία ή κάτι τόσο άκυρο και κουφό που αξίζει την επιβράβευση, ή σε περίπτωση που κάποιος δειλιάζει και το λέει ανοιχτά, ή γενικότερα λέει βλακεία.
Φυσικά, τώρα που το «κερνάω» έχει λάβει κι άλλες νοηματικές αποχρώσεις, η έννοια 2. είναι και πιο ισχυρή.

  1. - Χανιώτης: Μας έχετε πρήξει τα ούμπαλα με το κωλόφιδο, ποιος τον γαμεί τον ΟΦΗ εκτός Ηρακλείου... - Αθηναίος: Εεε, δεν είναι έτσι, στην Αθήνα Κρήτη = ΟΦΗ και ΟΦΗ = Κρήτη... - Ηρακλειώτης: Πώς το είπες αυτό ρε κουμπάρε; - Αθην: Λέω, στη μπάλλα, Κρήτη = ΟΦΗ και ΟΦΗ = Κρήτ... - Ηρακλ: ΝΑ ΚΕΡΑΣΤΕΙ! Μπράβο φίλε, ωραία το είπες... άκου τα ρε γρόθε χανιώλη...

  2. Σε ίντερνετ καφέ πιτσιρικάδες παίζουν counter strike LAN - (ο Μανωλιός χαμηλόφωνα στο Γιωργιό του) Έπαε θα κάτσω Γιωργιό, πίσω από την πόρτα να τσι περιμένω... - Ίντα; - Λέω, έπα θα κάτσω πίσω από την πόρτα να περιμ... - ΝΑ ΚΕΡΑΣΤΕΙ! ακούτε ρε μαλάκες τι λέει το βρωμοκάμπερο, κατέβα κάτω να παίξεις ρε χέστη...

  3. - Αποκλείεται ρε συ, ο Τέλης με τη ΔΑΠίτισσα, αυτοί βρίζονται συνέχεια... - ΝΑ ΚΕΡΑΣΤΕΙ! Ανοιχτομάτη μου εσύ, μόνο δάχτυλο δεν της έβαλε χθες στον Πλάτανο, εσύ χαμπάρι δεν πήρες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σχιζοφρένειες στις πανκ συναυλίες.

Ό,τι να ναι έκφραση (από το πάτα κιούτα + dancing) της παλαιάς σχολής των Κοζανιτών πανκς της Θεσσαλονίκης.

Αν ο χορευτής δε διαθέτει λοφίο, το μιμείται με το ένα χέρι, και με το άλλο δουλεύει τον αγκώνα.

- Ρε Σάκη, να παίζουν οι Πανικός εν έτει 2008 και από κάτω πατά κιούτα ντάνσινγκ...γούστα...
- Συγκίνηση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια παραδοσιακή ύβρις από Κρήτη (Χανιά μεριά) που διαδόθηκε έναν καιρό από την ύπαιθρο στην πόλη μέσα από τη γνωστή οδό η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί ως
«τ' ακούω στο χωριό μου, το λέω στο σχολειό μου»
η οποία είναι νομίζω πολύ συνήθης για τις σλανγκ των επαρχιακών πόλεων.

Κυριολεκτικά σημαίνει: «άντε στο διάολο για να ξέρω που σε έχω [τοποθετήσει, αφήσει, εντοπίσει]»...

- Ουσιαστικά είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να μειωθεί κάπως η ένταση της αποστολής κάποιου στο διάολο μέσα α. από το γεγονός ότι σε στέλνω στο διάολο όχι για άλλο λόγο, παρά μόνο χρηστικά για να ξέρω πού βρίσκεσαι τοπικά, πού συχνάζεις....
β. από το γεγονός ότι, για να χρησιμοποιώ τον διάολο ως αποθηκευτικό μου χώρο, παναπεί πως κι εγώ τα ξέρω τα κατατόπια, είμαι δλδ κι εγώ διαολοσταλμένος ουκ ολίγες...
- Καμιά φορά λέγεται και σε 2 χρόνους δηλαδή «άμε στο διάολο [παύση] να κατέω που σ' έω«, και τότε πραγματικά έχει στόχο να ελαφρύνει λίγο το πράμα, δλδ να τονίσει ότι σε στέλνω στο διάολο καθαρά για λόγους γεωεντοπισμού.
- Από την άλλη όμως, το ότι με τη βρισιά αντιμετωπίζεις τον άλλο ως αντικείμενο ή και ζώο που το πας, το φέρνεις και το αποθηκεύεις, κάνει τη φράση αρκετά ηχηρή βρισιά....

- Μανώλη, σου βάλε απουσία ο Ρακοκαζανάκης...
- Κι εσύ ρε τσίρακα γιατί την έγραψες...
- Δε μπορούσα να κάνω αλλιώς γιατί το υπογράφει αμέσως...
- Ο μπεκρής ρε μαλάκα; Τ' αρχίδια του ελέγχει... απουσιολόγε, άμε στο διάολο... άμε στο διάολο να κατέω που σ' έω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πουτάνα (η κανονική) ή, η πηδιόλα γυναίκα.

Χαρχάλα κυριολεκτικά (στη Δ.Κρήτη τουλάστιχον) είναι η σφεντόνα (ετυμολογία δεν ξέρω), που με το χαρακτηριστικό της σχήμα θυμίζει τη γυναίκα που έχει αϋπνίες.

Με ένα σερτς διαπιστώνω ότι χαρχάλα λέγεται και

α. το προϊόν (πχ κινητό) μπακατέλα, αλλά και...
β. το βελανίδι που μαζεύεται το φθινίπωρο... [;].

Επίσης η λέξη πρέπει να χρησιμοποιείτο και από τους Ρεμπέτες (βλ. παράδειγμα 2).

Στην Κρήτη λέγεται και σήμερα, είναι πολύ εύχρηστη.........

  1. - Μωρή χαρχάλα, και το Μανώλη και το Στρατή και το Μανούσο....δεν έχεις αφήσει άντρα για άντρα...

2.- Ετοιμάζω ένα βιβλίο 500 σελίδων για τον Τσιτσάνη. Δεν σημαίνει ότι τον εξιδανικεύω. Ήταν κι αυτός μουτράκι…Πολλοί νομίζουν ότι ο ρεμπέτης είναι τόσο μεγάλο ιδανικό, ώστε αν αξιωθείς να πάρεις άντρα ρεμπέτη θα είναι ο σπουδαιότερος. Κι αν πάρεις ρεμπέτισσα -χαρχάλα και κουφάλα- θα ΄ναι η σπουδαιότερη. Στυλιζαρίσματα και τυποποιήσεις…Μακριά από μας.

από συνέντευξη του Ντίνου Χριστιανόπουλου, εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση αυτή, της οποίας η αυθεντική προφορά είναι απ΄ Αγιάσιου τσι Πλουμάρ΄ μήδι Γναίκα μήδι Μλάρ, ανήκει στη μεγάλη οικογένεια απαξιωτικών αποφθεγμάτων τοπικιστικής αντιζηλίας και μικρογεωγραφικού ρατσισμού.

Ο ευρισκόμενος στην νεκρική του κλίνη παππούς παιδικού μου φίλου από την Ερεσό Λέσβου, μου το ψιθύρισε στο αυτί δίκην ευχής και κατάρας πριν αποδημήσει από τον μάταιο τούτο κόσμο. Και δεν επρόκειτο για κύκνειο χιούμορ, ο παππούς ήταν απόλυτα σοβαρός.

Στον ίδιο αυτόν αναπαυόμενο εν ειρήνη παππού οφείλεται και η υπέροχη λέξη πουτσύλατο.

«...κάποιος ξένος είχε αγοράσει ένα μουλάρι από Αγιάσο το οποίο ήταν μαύρο αλλά μόλις έβρεξε αποδείχτηκε ότι ήταν βαμμένο με Φούμο και έγινε γκρι.Σε κάποιον άλλον ξένο προξένευαν μια γυναίκα για παρθένα και κατά την διάρκεια του κρίσιμου test αποδείχτηκε το άκρως αντίθετο.( Η προέλευση της γυναίκας και του Μουλαριού αλλάζουν ανάλογα με τα χωριά).Τώρα η αλήθεια πια είναι τρέχα γύρευε! (…) Από κοινωνιολογικής πλευράς έχει ενδιαφέρον ο παραλληλισμός της γυναίκας με το ζώο εργασίας...»

(Από το Ρεμπέτικο φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων τρελός και ελεεινός! χρησιμοποιείται κυρίως για τους χαβαλετζήδες που τολμούν να φτάσουν σε ακραίες καταστάσεις!!

Ο Γιάννης πολύ ελό παιδί ρε φίλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καφέ μπαρ «Αχίλλειο» στην Λεωφόρο Νίκης με Βογατσικού, Θεσσαλονίκη.

Προφανώς λόγω του ότι ο Μ/Ο ηλικίας των θαμώνων ανεβαίνει με την πάροδο του χρόνου!

- Πάμε καφενείο;
- Μπελ Αιρ θα είμαι, στείλε μήνυμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προστάδιο εξέλιξης του κάγκουρα.

Η λέξη οδεύει προς την αχρηστία καθώς, λόγω της βελτίωσης στην διατροφή και τις βελτιωμένες ιατρικές υπηρεσίες, τα ταγκαλάκια εισέρχονται τάχιστα στην ηλικία του κάγκουρα.
Αυτή η εξέλιξη συνεπικουρείται από:
α) την άνοδο του εισοδήματος, επιτρέποντας την αγορά / επιχορήγηση τετράτροχου σε τρυφερή ηλικία,
β) την ευελιξία της δανειακής αγοράς που διαθέτει πόρους για μαλακίες και
γ) το διαδίκτυο που υποδαυλίζει τα α) και β) βάζοντας ιδέες.

Το ταγκαλάκι, ή ορθότερα τα ταγκαλάκια, καθώς ζούνε σε αγέλες, συνήθως
α) έχουν τα ενδιαιτήματα τους σε λαϊκές συνοικίες, β) βόσκουν σε παρακείμενα πάρκα,
γ) φωλιάζουν καθήμενα στις ράχες από τα παγκάκια στα πάρκα,
δ) φωράνε τιραντέ φανελάκι και συχνά διχάλα 1-4,
ε) κάνουν οικονομίες για να πάρουνε ΒΜΧ ή παπάκι (αναλόγως εποχής και ηλικίας),
ζ) κοιτάνε τα παρερχόμενα πιπίνια με κάτι μάτια να, και τα χέρια στις τσέπες.

Από τις 17/07/1996 τα ταγκαλάκια έχουν περιληφθεί στον Κατάλογο Απειλούμενων Ειδών της IUCN (http://www.iucnredlist.org)

- Ποίος φώναζε ρε συ μεσημεριάτικα;
- Έλα μωρέ, κάτι ταγκαλάκια ήτανε, αλλά φύγανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για παιδάκια κυρίως, τα οποία λειτουργούν απερίσκεπτα και ανώριμα... Λειτουργεί περισσότερο σαν χαϊδευτικό, παρά σαν ύβρις όταν χαρακτηρίζεται κάποιος έτσι.

- Όποτε παίζω σκάκι με το αδερφάκι μου, παίζει επιπόλαια, και το παιχνίδι το τελειώνω σε 4 γύρους...
- Το βαζάνι, μικρό είναι... Θα μάθει σιγά σιγά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυποποιημένη έκφραση από την Δ. Κρήτη που σηματοδοτεί τα μεγάλα κομμάτια σε μεθύσια... Προφέρεται με βαριά προφορά και απευθύνεται στον κεραστή, όταν πια δεν έχει καμία σημασία το είδος του οινοπνεύματος αλλά μόνο η συγκεκριμένη δοσολογία (κατοστάρες κι απάνω).

Μρε Ρούσιο, ίντα να σου βάλω; Ουίσκι γ-ή...
- Ό,τι βάλεις πάει, Κωστή.... δε θωρείς απού 'μαστε ντίπι χεσμένοι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified