Selected tags

Further tags

Το τριζάτο προέρχεται από παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων όπου, η ηθοποιός, κρατώντας ένα πιάτο καθαρισμένο από το Χ απορρυπαντικό, έσερνε τον αντίχειρά της στην επιφάνειά του και από την πολλή καθαριότητα (έλλειψη λίπους και από τις δυο επιφάνειες) ακουγόταν ο τριζάτος ήχος.

Τώρα, αν ακολουθήσουμε την παροιμία που μιλά για τριζάτα στήθια, θα φανταστούμε πόσο άσπρα και καθαρά και τριζάτα είναι που αν τα χαϊδέψεις ακούς «τριιιιιιιιζζζζζζζ» και ανάποδα τον αντίχειρα «τροοοοοοοοζζζζζζζζ».

από ΔΠ βουβις

Πρόσεχε πρόσεχε μωρό μου μη μου τα τρίψεις και ξυπνήσει ο άνδρας μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τοποθέτηση των όρχεων στο στόμα άλλου ατόμου με παρατεταμένη διάρκεια ώστε να μουλιάσουν και να καθαρίσουν.

- Τι θα κάνεις μετά τη δουλειά;
- Θα πάω στο σπίτι της δικιάς μου. Θα την βάλω να μου κάνει και ένα αρχιδόλουτρο, για να με ξεκουράσει.

(από aias.ath, 15/12/09)Ορίστε! (από knasos, 15/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μουνί, το μπουγαδοκόφινο. Κυρίως στη φράση «της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης» (στην πυργιώτικη slang).

- Τι μουνάρα είσαι εσύ, μάνα μου!
- Της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης, παλαιόπουστα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χρηματική απάτη στη γλώσσα του «υποκόσμου». Ο όρος δεν αφορά μόνο σε ξέπλυμα χρήματος, αν και από αυτό το συμφραζόμενο πρέπει να έλκει την καταγωγή του. Μπουγάδες είναι οι «δουλειές» των απατεώνων του τύπου «επιχειρηματίας φάντασμα» κλπ., ανθρώπων που γδέρνουν αφελείς ιδιώτες με επιχειρηματικές ιδέες για επενδύσεις κλπ ή πιστολιάζουν τράπεζες εξασφαλίζοντας δάνεια (την πρώτη δόση) με πλαστές ταυτότητες κλπ. (προ κρίσης αυτά όλα δεν ήταν και τόσο δύσκολα).

Οι απατεώνες αυτοί μπορεί και να μη λερώνουν τα χέρια τους με γκάνια κ.λπ. και οι μπουγάδες είναι οι καθαρές σχετικά δουλειές (π.χ. οι απαγωγές δεν είναι μπουγάδες). Αλλά ως άνθρωποι σαφώς και προέρχονται ή διασυνδέονται με τη νύχτα, έτσι ή αλλιώς. Και σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για ένα έγκλημα ακριβώς ούτε του λευκού ούτε του μπλε κολάρου.

- Και θυμάσαι ρε Σάκη που του λέω «τι να τα δίνεις στην τράπεζα. τι να τα δίνεις εμένα»... τι μπουγάδα ρε μαλάκα του κάναμε αυτουνού...
- Ρε Στάθη, είχαμε ρέντα στη Ρόδο ρε μαλάκα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική αναδρομή.
Κολυνός (Kolynos) ήταν η μάρκα της πρώτης οδοντόκρεμας που κυκλοφόρησε ευρέως στην ελληνική αγορά, και επίσης του πρώτου προϊόντος σε συσκευασία σωληνάριου που κυκλοφόρησε ευρέως στην χώρα μας.

Φαινόμενο κολυνός.
Η κολυνός ήταν το πρώτο generic προϊόν στην ελληνική αγορά. Δλδ, ένα προϊόν που ουσιαστικά ορίζει μια κατηγορία προϊόντων. Για παράδειγμα σκεφτείτε την κόκα κόλα (παραγγέλετε κοκα κόλα, αλλά μπορεί να έλθει pepsi ή sinalco cola), ή τον νες (τον ζεστό στιγμιαίο καφέ, για τον οποίο κανένας δεν εγγυάται ότι δεν φτιάχτηκε με jacobs), ή τα προϊόντα της bic, που όλα δημιούργησαν οικογένειες προϊόντων (πλην του καλτσόν) κ.λ.π. Στην περίπτωση της κολυνός βέβαια, έχουμε το εξής μοναδικό φαινόμενο: όχι μόνο η συγκεκριμένη μάρκα έφτασε να σημαίνει όλες τις οδοντόκρεμες, αλλά και οτιδήποτε πουλιόταν σε σωληνάριο.

Κολυνός και σλανγκ.
Αυτό ακριβώς το φαινόμενο (το οποίο βέβαια πέθανε στις αρχές της δεκαετίας του '80), παρουσιάζει ένα έντονο σλανγκ ενδιαφέρον.

Οπότε, όταν η γιαγιά σας, ή ο παππούς σας λέει, δώσε μου τον κολυνό, εννοεί σίγουρα κάτι που είναι σε σωληνάριο. Τώρα για το τι είναι αυτό θα σας γελάσω. Μπορεί να είναι:
- η οδοντόκρεμα (που σίγουρα δεν είναι μάρκας κολυνός), η κρέμα ξυρίσματος του παππού σας (πιθανόν να είναι και μάρκας κολυνός, γιατί κυκλοφορεί ακόμα)
-η κρέμα της μάνας σας
-τσιμεντόστοκος σε σωληνάριο.

Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι η κολυνός είναι ερμαφρόδιτη όσον αφορά το γένος, αφού πλειστάκις (χρόνια ήθελα να χρησιμοποιήσω αυτό το επίρρημα και δεν κόλλαγε) χρησιμοποιείται και το αρσενικό «ο κολυνός», «τον κολυνό».

από το διαδίκτυο:

... Φαντασθείτε τι ισχυρό μπραντνέϊμ ήταν, αφού όταν έπεσε το 60 στην αγορά και η Κολγκέιτ, ο κόσμος την ζήταγε στα περίπτερα «Μια κολυνός« ...

...καλα δε ξερεις τη Κολυνος που ειχαν οι παππουδες μας κ φτιαχνανε σαπουναδα στο...

...Και η γιαγιά μας η μακαρίτισσα μάς έλεγε «πήγαινε, χαρά μου, να μου πάρεις μία Κολυνός απ’ το μπακάλη» και με τον όρο «Κολυνός» (Kolynos) εννοούσε μία οποιαδήποτε οδοντόκρεμα, όχι απαραίτητα τη συγκεκριμένη μάρκα...

(από GATZMAN, 02/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκ της Μαίρης της Παναγιωταρά, μιας εργαζόμενης μητέρας, μιας καλής νοικοκυράς.

Χαλώνουμε (βάζουμε τα χαλιά) με το που πιάνει κρύο, ξεχαλώνουμε (βγάζουμε τα χαλιά όταν ζεστάνει ο καιρός).

-Ε Μαράκι, χάλωσες ακόμα;
-Μπα, ακόμα αντέχεται ο καιρός. Λέω να χαλώσω τον επόμενο μήνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απορρυπαντικό κινημάτων και λοιπών λακέδων με σαφή κομματική δράση και αντιδραστική σύνθεση.

- Όχι ρε γμτ, σκάσανε πάλι οι μπάχαλοι στην πορεία...
- Τι σε νοιάζει ρε, αφού είναι εδώ το κνάιτ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, κατά το anti-doping control, σχηματίζεται το αντιγόπινγκ κοντρόλ, ή, συνηθέστερα, απλώς αντιγόπινγκ, που σημαίνει το μάζεμα αποτσίγαρων- γοπών από χώρους του στρατοπέδου. Αποτελεί καψώνι ή και αναγκαία μορφή καθαριότητας. Λέγεται και γόπινγκ (ένα από τα πολλά στρατιωτικά γερούνδια, όπως έρπινγκ, πύλινγκ, πευκοβελόνινγκ κ.τ.ό.) ή ξεγόπιασμα.

Πλέον έχει ξεφύγει από τον στρατό, και γίνεται ιδιαίτερα σε παραλίες τα καλοκαίρια, από άτομα που είναι επιφορτισμένα με την καθαριότητά τους ώστε να μην είναι αντιτουριστικές. Επίσης, αναλαμβάνεται ενίοτε από ακτιβιστές ως προσφορά στην οικολογία και την πατρίδα. Σ' αυτήν την μη στρατιωτική χρήση έχει, κττμγ, περισσότερη σημασία ο όρος κοντρόλ, αφού υπάρχει σύντονη προσπάθεια να ελεγχθεί η παραλία (ή άλλος χώρος) από γόπες που μας εκθέτουν.

Στη σημερινή συγκυρία, όπου ασκείται κριτική στην ελλαδιστανική νοοτροπία του «καθαρίζω το σπίτι μου, και πετάω τα σκουπίδια στο δρόμο», το αντιγόπινγκ κοντρόλ είναι επίκαιρο, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ευγενείς μορφές εθελοντισμού (ή και επαναστατικού δεθελοντισμού) και σε συναφή αυτοκριτική της νοοτροπίας του πετάω τη γόπα μου όπου νά 'ναι, η οποία χρονικώς συνέπεσε με το ντοπάρισμα της μεταπολίτευσης, το οποίο έχει ήδη υποστεί αντιντόπινγκ κοντρόλ (κυριολεκτικά και κυριολεκτικά).

  1. μικροί ψαράδες έτοιμοι;;;;; σήμερα το πρόγραμμα έχει αντιγοπινγκ control. (Εδώ).

  2. Αντιγοπινγκ σφουγγριστρα και καλλιοπη ειναι για σας τους Ι4.
    Ο στρατος ειναι εκπαιδευση και επιστημη.Εκτος και εχετε δει ποτε Spetsnaz να σφουγγαριζουν.
    Σε μας τα κανανε αυτα οι Ι3 θαλαμοφυλακες και οι Ι4 σαν εσας που ηταν να φυγουν και τελειως με μεταταξη συνηθως. (Εδώ).

  3. Βοήθησε τους προσκόπους στο «αντιγόπινγκ« (Εδώ).

  4. ετσι μου τη ΄δίνει η απαισιοδοξία του ΕΛΛΗΝΑ(ΡΑ) (και ο καναπες του ....) ε αφου και ο αλλος αφηνει την μπανανόφλουδα στην παραλία εγω θα κανω αντιγοπινγκ ; ε αφου δεν υπαρχει αξιοκρατια στις προσληψεις εγω θα παω με το σταυρο στο χερι ;
    ε αφου παρκαρουν ολοι παρανομα εκει εγω γιατι να πληρωσω παρκινγκ; ε αφου λαδώνουν για να κανουν τη δουλεια τους εγω να μη λαδωσω ; και ποιος θα τρεχει στα δικαστηρια μωρε ;;;;;;;;;;
    ΕΓΩ ΘΑ ΣΩΣΩ ΤΟ ΚΟΣΜΟ ΜΩΡΕ ΩΧΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥ..... !!! ;;;;; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υγρό απορρυπαντικό πιάτων στην στρατιωτική αργκό.

Προέλευση: άγνωστη, προφανώς κάποιος κάπου κάποια στιγμή το αποκάλεσε έτσι και πέρασε από στόμα σε στόμα δίχως να φιλτραριστεί, κλασικός ΕΣ δηλαδή.

(φαντάρος πλένει δίσκους στα μαγειρεία και τον πλησιάζει άλλος φαντάρος)

- Σειρά! ρίξε μου λίγο φάρμακο να πλύνω τα χέρια!
- Σκύψε ψηλέ να σου το βάλω υπόθετο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified