Further tags

Ή αλλιώς το καγκούρι. Ο παλιός psychedelas (ειδικα στα uplifting events) που χορεύει κάνοντας τις κλασικές κινήσεις (θεριστή, κεντέρη, κλπ). Εμφανίζεται και σε κυριλέ trance parties όπου και δακτυλοδείχνεται από τα trendyboys (Β.Π. συνήθως) .

Για δες τον κάγκουρα πως χτυπιέται.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χαζός, ο αφελής, ο ελαφρύς.

Ανέκδοτο:

Ήταν ένας Γερμανός, ένας Αμερικάνος και ένας Μπάμπης...

Δες και τάκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν ξέρει καθόλου μπάλα. Ο άγαρμπος.

- Ρε το κελέκι ούτε να μαρκάρει δεν ξέρει.

βλ. και άμπαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι οπαδοί του Άρη στη Θεσσαλονίκη.

Πάλι θα οργώσουν τα γήπεδα της β΄εθνικής οι βουλγαροεβραίοι.

(από Vrastaman, 10/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομο, συνήθως ευτραφές, τη στιγμή που μπαίνει στο οπτικό σου πεδίο, κρύβοντας το αντικείμενο παρατήρησης, συνήθως μια ενδιαφέρουσα ύπαρξη.

Ετυμολογία

κρύβω (αρχ. κρύπτω) + τόφαλος -> κρυπτόφαλος

Για προχωρημένους

Ο όγκος του κρυπτόφαλου (που πρέπει να είναι μεγαλύτερος απ' τον όγκο του αντικειμένου παρατήρησης) από μόνος του αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη.

Για να ισχύει ο όρος, πρέπει ο κρυπτόφαλος να είναι και χαμηλότερου ενδιαφέροντος από το αντικείμενο παρατήρησης, αν όχι αντικειμενικά, τουλάχιστον σύμφωνα με τα γούστα του παρατηρητή:

όπου x ο παρατηρητής, y ο κρυπτόφαλος, z το αντικείμενο παρατήρησης, V ο όγκος και f η συνάρτηση ενδιαφέροντος / γούστου.

Συνώνυμα

Σε περίπτωση που το συμβάν λαμβάνει χώρα σε μπαρ, ο όρος συναντάται και ως «μπαρκούδα».

- Πσσσσσσσσσς! Κοίτα το γκομενάκι εκεί κοίτα-κοίτα-κοίτα!
- Πού ρε;
- Εκεί ρε, εκεί! Κοίτα-κοίτα-κοίτα! Πσσσσσς! Αυτά είναι!
- Πού ρε, δε βλέπω!
- Καλά άστο... μπήκε κρυπτόφαλος στη μέση...
- Α ναι, τον κρυπτόφαλο τον βλέπω...
- Μαλάκα μου είσαι αργός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγγενικός όρος με την «πουτάνα» αλλά με μία τεράστια διαφορά: Ενώ η «πουτάνα» πάει με ΟΛΟΥΣ, η «καριόλα» πάει με όλους ΕΚΤΟΣ από ΕΣΕΝΑ
Γράφεται και «καργιόλα».

- Το Μαράκι χθες φίλε έκανε ρεκόρ. Πήγε με εμένα, τον Ηλία, τον Σπύρο, τον Κώστα, τον…
- Μόνο εμένα δε μου κάθεται γαμώ!
- Ναι το πουτανί! Περίεργο ε;
- Δεν είναι πουτανί! Καριόλα είναι γαμώωωωωω!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χέστης, ο πολύ φοβιτσιάρης που το παίζει νταής.

- Τις προάλλες πέτυχα 4 τυπάδες που πουλούσαν μαγκιά σε ένα μικρό παιδί. Με το που ήρθε ο πατέρας του έγιναν καπνός. Μιλάμε για πολύ μπουγατσόφλωρους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς ο άνθρωπος που ακολουθεί ένα είδος μόδας δογματικά με υπερβολικό φανατισμό. Για άλλους υπερβολικά trendy.

- Κοίτα τον Γιώργο φοράει γυαλιά ηλίου ενώ έχει συννεφιά!
- Θεέ μου, τι ταγαράς που είναι!

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται για το άτομο που κινδυνεύει να γίνει αντιληπτός από τους γύρω του για κάτι που έχει κάνει. Συχνά για χρήση ναρκωτικής ουσίας.

- Ρε σεις, ποιος θα πάει να πάρει γαριδάκια, κόκα κόλα, κρουασάν, σοκολάτα και να νοικιάσει το pro;
- Εγώ δεν πάω θα 'μαι κάρτας, αυτά έπρεπε να τα κανονίσουμε από πριν.

Got a better definition? Add it!

Published

Υπερθετικό του μαλάκας.

- Ρε τι κάνει ο μαλάκαρος ρε, οφσάιντ στο κόρνερ;;;

Got a better definition? Add it!

Published