Further tags

Το ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, απαξιωτικά.

Εκφέρεται με το σκεπτικό (διαδεδομένο κυρίως σε παλαιότερες εποχές) ότι η ιδιωτική εκπαίδευση αφορά πρωτίστως μπούληδες με άι κιου ραδικιού που δεν την παλεύουν σε δημόσια σχολεία ή πανεπιστήμια.

Από το στουρνάρι και το γαμοσλανγκοτέτοιο -άδικο. Βλ. επίσης: κολεγιόπαιδο, μωραϊτόπαιδο, Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ, Πανεπιστήμιο του Μίκυ Μάου.

  1. άντε καιρός είναι να στείλετε τα παιδιά σας μακριά, εκεί στα στουρναράδικα της Ευρώπης να γίνουν κάτι σαν Σαμαροπαπανδρέοι ή γιάπις...
    (εδώ)

  2. Γιάννης Στουρνάρας... με μεταπτυχιακό από το στουρναράδικο της οξφόρδης στις υπηρεσίες του έθνους...
    (εκεί)

  3. Χτες έγραψε η «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» ότι έχω στείλει την κόρη μου στο Deree. Οντως, έτσι είναι. Ενα παιδί αν δεν μπορεί ή δε θέλει να πάει στο Πανεπιστήμιο, δεν έχει διέξοδο στην Ελλάδα, τι θα κάνει μετά το Λύκειο. Κάπου πρέπει να πάει.
    (Αλέκα Παπαρήγα για την χρησιμότητα των στουρναράδικων, παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης η Λεωφόρος Αλεξάνδρας.

Κατέβηκα όλο το LA με πράσινα φανάρια, δεν το έχω ξαναδεί!

Μπλαστ φρομ δη παστ. (από Vrastaman, 13/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμοι όροι: το κωλάδικο, το μπουρδέλο.

- Μαλάκα πήγα σε μια κωλαντερί χθες... όλα τα λεφτά δικέ μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στύλος / σωλήνας γύρω από τον οποίο εκτελείται αισθησιακός χορός, και συνεκδοχικά όλο το μπαρ / κλαμπ που τον διαθέτει και είναι τ. σωληνάδικο, κωλάδικο και λοιπά ευαγή ιδρύματα.

Πάσα (Δ.Π.): Perkins.

Δεν σου κρυβω οτι επιδιωκω να παω στη κολαση αν υπαρχει. Το παραδεισο τον φανταζομαι σε ενα ωραιο και ησυχο τοπιο στη φυση οπου θα βρισκονται παντου καλογεροι και ανθρωποι γενικα του θεου. Αντιθετως η κολαση πιστευω θα ειναι τιγκα στις γκομενες (ειδικα στις πιο εμπειρες!) στα ξεφρενα κλαμπακια με σωληνομπαρες που θα γινονται καθε Παρασκευη foam party, φουλ στα beach bars, πολυ ζεστη (οποτε πολυ κολυμπι για να συνελθουμε) ξαπλα στην αμμουδια κατω απο τον καυτο ηλιο, και ανα μιση ωρα 14 σετακια ρακετες! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά, το ρήμα τζινάβω είναι κατά τον Πετρόπουλο μάλλον «γύφτικης αρχής» και έχει ένα μεγάλο φάσμα σημασιών, όπως καταλαβαίνω, νιώθω, πονηρεύομαι, οπότε τζιναβοτός είναι ο πονηρεμένος, ο μυημένος στον τζιναβόκοσμο.

Το Τζιναβονήσι είναι σχηματισμός κατά το τζιναβότοπος, και σημαίνει το κατ' εξοχήν gay-friendly νησί, την Μύκονο.

Να μην συγχέεται με την Σαλαμύκονο.

ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΟ ΤΖΙΝΑΒΟΝΗΣΙ

Είναι ξελογιάρα, και γω αβέλω μπάκολο για τον τζιναβότοπο, τζάκα πηγαίνουν αδερφές για να δικέλουν σερμελιές, και όπως πάντα αβέλει γκοντορελιά.

(Από το καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου).

(από Khan, 15/08/12)Λευτεριά στην Βόρεια Μύκονο! (από Khan, 15/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποκαλείται έτσι η Μύκονος, ως το κατ' εξοχήν gay-friendly νησί.

Σχετικά: τρεντονήσι, Συκαρία, Τζιναβονήσι.

Βλ. και Μύκονος, λευτεριά στη βόρειο Μύκονο.

  1. και το μυαλο του, που τελευταια του επαιζε μυστηρια παιχνιδια, ανεσυρε παλιες μνημες απο τη ζωη που αφησε ανεπιστρεπτι πισω, απο τα οργια στο Πουστονησι, τα ατελειωτα παρτυ με ουζα και διαφορα αλλα ποτα πχ βερμουτ και βεβαια τον πρωτο του ερωτα, τοτε που το Λιλιαν δεν υπηρχε, τοτε που η υπαρξη του ολη ειχε κυριευθει απο ενα και μονο ενα πραγμα: την αγαπη του Βαγγελα, αυτου που η μητερα του δεν αφησε να παντρευτει στην Τηλο επειδη λεει ηταν κομμουνιστης. (Από την Ραψωδία Α΄ της Λιλιάδος, με ραψωδό τον acg).

  2. Σε καποια φαση η μια αρχισε να τραγουδαει κοροιδευτικα: η φιλη μου με εφερε στο πουστονησι,κανενας δεν θα μας γαμησει... Αυτο ηταν, απ τα γελια μου φυγε το ουισκι απ το στομα.αυτες με ακουσαν και σταματησαν για λιγο, μετα λεει η μια: και αυτος που γελαει πουστης θα ναι μωρη. Μου κοπηκε το γελιο. Σηκωθηκα, εβγαλα το κεφαλι απ το μπαλκονι και λεω. Αμα σκαρφαλωσω και σας σκισω το μουνι θα σας πω εγω. (H εμπειρία μου στην Μύκονο).

  3. Ας συμφωνησουμε και σε κατι αλλο: οι περισσοτεροι ειμαστε ομοφοβικοι του κερατα. Σα λαος δε γουσταρουμε τους πουστηδες, πως να το κανουμε; Δεν ειμαστε Ολλανδοι.
    Οποτε μια καλη λυση ειναι να δωσουμε το πουστονησι τη Μυκονο στις αδερφες τους ΑγγλοΓερμανους και ως ανταλλαγμα να μας απαλλαξουν απ'το χρεος μας. (Εδώ).

(από Khan, 15/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφρονητική περιγραφή ρημαδιακών, καταπονημένων, καχεκτικών, χλεμπονιάρικων, σταφιδιασμένων και χτικιαριακών υποκειμένων, αντικειμένων, τόπων και τρόπων. Με ιδιαίτερη μνεία στα αμνά.

Πιθανώς Ηπειρώτικο ιδίωμα. Αβέβαιη και η ετυμολογία, σάμπως και να συνδέεται με την σούφρα.

- Να ανασκολοπισθεί και το παρηκμασμένο και διαπλεκόμενο ΕΣΡ. Χουντοκρατούμενο, ομοφοβικό, σαφρακιασμένο, ασχολείται μόνο όσο βλέπει η πεθερά για τη διάθεση του τηλεπτικού χρόνου.
(εδώ)

- Μωρή σαφρακιασμένη κάμπια, για το Μεμά και τη Ροζαλίτσα μας πέρασες; Άντε γλέίψε καμιά πάκικη ψωλή μπας και βγάλεις κάνα φράγκο να πάρεις καμιά φασολάδα να ντερλικώσεις. :pipa1: :fuck2: (εκεί)

- μαλάκω σαφρακιασμένη γαμιολοφόρα λέει στην 6χρονη κόρη της ότι τα κορίτσια γίνονται μαζορέτες για να παντρευτούν πλούσιους παίκτες (τσίου, παραπέρα)

- H γριά μπατάλω η νταουνλοντιέρα, elle est munie d' un σαφρακιασμένο μουνί
(παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνοαμερικανική έκφραση η οποία προέρχεται από την αγγλική λέξη block=οικοδομικό τετράγωνο + την γνωστή ελληνική κατάληξη -ος. Ο υποφαινόμενος άκουσε την παραπάνω λέξη μαζί με πληθώρα άλλων συναφών στο ταξίδι του στις USA. Ο πληθυντικός είναι δόκιμος και ως μπλόκια και ως μπλόκοι (βλ. παραδείγματα).

  1. Είναι μόνο δύο μπλόκους παρακάτω, σο πάμε να δούμε.

  2. - Oh my gad, Harry! Πώς κι' από δω;
    - Περπάτουσα στους 42 δρόμοι κι' είπα δεν πετάγομαι στο φίλο μου τον Τζώρτζη δυο μπλόκια παρακάτω να του πω ένα γεια...

Βλ. επίσης δώσε κώλο στον ρουφιάνο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σκοτεινά σεπαρέ των κωλόμπαρων που βρίσκονται στο βάθος της αίθουσας ή μικρά δωμάτια 120 x 200 εκατοστών μέσα στα κωλόμπαρα, όπου προσφέρεται βίζιτα «του ποδαριού».

Ο πελάτης: - Έχεις κανένα μωρό να κεράσω και να βγάλει κανένα γούστο;
Ο «μπάρμαν»: - Πήγαινε στην τελευταία καβάντζα στο βάθος και θα σου στείλω ένα ουκρανεζάκι, μούρλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως μη ανδροπρεπής χαιρετισμός, αλλά και ως εκδήλωση θαυμασμού. Συχνά την χρησιμοποιεί κανείς όταν θέλει να μιμηθεί κάποιον gay γιαυτό και η λέξη αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους ομοφυλόφιλους.

- Γιαννάαααααακηηη; Τσουτσουμπρούτζου!

- Τι καλέ αυτός δηλαδή είναι τσουτσουμπρούτζου τελείως;

- Άσε με ρε μαλάκα, εγώ είμαι άντρας, δεν τα μπορώ αυτά τα τσουτσουμπρούτζου.

ΑΜΑΝ (τσουτσουμπρούτσου) (από patsis, 09/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified