Selected tags

Further tags

Από διαφήμιση της Frulite. Το λέμε όταν κάτι είναι πολύ καλύτερο από κάτι άλλο, «άλλη κατηγορία» ας πούμε.

Ή όταν κάποιος είναι «φρούτο» πολύ πιο πολύ απ' τους άλλους.

- Τι είναι αυτός ο ανώμαλος που μπήκε τώρα στο σάιτ;
- Άλλο φρούτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση έχει διπλή σημασία.

  1. Την λέμε ειρωνικά όταν κάποιος προσποιείται τον ανήξερο ή το παίζει «τρελός».

  2. Για τους φτωχούς της Ελληνικής γλώσσας, με το ελάχιστο λεξιλόγιο. Η σωτήρια φράση που εξηγεί τα πάντα.

  1. Τι λες ρε φίλε, το παίζεις αούα κι έτσι…

  2. Άπαιχτη η γκόμενα, έχει ένα κορμί αούα κι έτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρελαίνω κάποιον με τις μαλακίες που λέω. Όρος αυστηρά απευθυνόμενος από και προς Σαλονικιούς.

Ρε πάλι τα ίδια θα λέμε; Μη με γυρνάς τα μυαλά τόσα χρόνια ρε μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστή ατάκα του χαριτωμένα ευτραφούς συντρόφου του Αστερίξ που, ως γνωστόν, είχε πέσει μικρός στο καζάνι με το μαγικό φίλτρο. Ο εν λόγω κύριος με χόμπυ τα μενίρ, τα αγριογούρουνα και το ξύλο στους Ρωμαίους, όχι απαραίτητα μ' αυτή τη σειρά, χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη ατάκα χτυπώντας παράλληλα το κεφάλι του με δάχτυλο, γεγονός που παράγει τον ήχο «τοκ, τοκ», μη μπορώντας να καταλάβει τους Ρωμαίους εν γένει.

Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η ατάκα χρησιμοποιείται από διαφόρους (ανεξαρτήτως σωματικού βάρους και χόμπυ) για να δείξουν ότι δεν κατανοούν τη συμπεριφορά ή τις απόψεις τρίτων.

- ... και πήγανε ρε πούστη μου 3 άτομα να κάνουνε μαγκιά στον Τάσο; Ρε ο Τασούλης έχει 258 νταν και 86 μαύρες ζώνες στο καράτε, στο βαράτε, στο ταβερνόξυλο, στο ακίντο, στο ζίου ζίτσου. Ρε 30 να ήτανε, όχι 3, πάλι θα τους έκανε γκάιντα στο ξύλο ο άλλος.
- Τι να πω... (τοκ, τοκ, τοκ) Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαρακτηριστικά ελληνική σχιζοφρένεια, δηλαδή με την ευρύτερη έννοια, η τρέλα και το χάος. Καθιερώθηκε και από την ομώνυμη εκπομπή.

Ένα μποτιλιάρισμα σκέτη ελληνοφρένεια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Κεφαλονιά ως νησί με κουρλούς, δηλαδή τρελούς. Χρησιμοποιείται και από τους ίδιους τους Κεφαλονίτες.

  1. Ένας λασκαράτος είμαστε όλοι σε τούτο το κουρλονήσι, κι όποιος παριστάνει τον «κανονικό», πάρτε ένα σίκλο με νερό και αμολάρετέ τον πάνω του. (Εδώ).
  2. Εκεί, που το βανάκι δεν θα έκανε πια δρομολόγια στην πολύβουη πόλη, αλλά ονειρεμένες βόλτες στο κακοτράχαλο, λατρεμένο «κουρλονήσι» μας. (Εδώ).
  3. Λένε πως η Κεφαλονιά είναι το νησί των τρελών. Κουρλονήσι την ονοματίζουν. Κι’ όλους τους Κεφαλονίτες κουρλούς μας αποκαλούν. Για να πούμε την αλήθεια δεν έχουν και άδικο. Η τρέλα έχει την έδρα της σ’ αυτό το νησί. Όμως είναι μια τρέλα όμορφη. Μια τρέλα ακίνδυνη. Μια τρέλα γεμάτη σάτυρα και γέλιο. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Επιφώνημα / ιαχή που λεγόταν στα τέλη των 90's από τους οπαδούς της Νίκης Βόλου, ως μέρος του συνθήματος «κουρουκουτάο(υ), κουρουκουτάο(υ), φόρτσα Νικάρα, Ιωνία μάο-μάο!».

Η λέξη είναι συνώνυμη των: είμαι στ' αρχίδια μου, δε μασάω τα αρχίδια μου, δε με νοιάζει κι αν με δέσουν / σταματήσουν, εγώ θα κάνω τελικά αυτό που γουστάρω.

Είναι μία λέξη-επινόηση των οπαδών της ομάδας αυτής, η οποία εκτός από την ομοιοκαταληξία που κάνει με τη λέξη μάο-μάο (η γνωστή όχι και τόσο πολιτισμένη φυλή ιθαγενών της Αφρικής), ταιριάζει και με την ιδιοσυγκρασία πολλών κατοίκων της Νέας Ιωνίας Βόλου, όπου και η έδρα της ομάδας (το γνωστό κλουβί ή κλούβα). Όποιος είναι από εκεί γνωρίζει, my word!

  1. - Ρε μαλάκα, δεν έχουμε λεφτά για το εισιτήριο, πώς θα μπούμε στο λάιβ;
    - Στ' αρχίδια σου ρε, θα μπούμε κουρουκουτάου κι όποιον πάρει ο χάρος!!

  2. - Καλά, τί κάνει; Προσπαθεί να περάσει από τον κλοιό των ΜΑΤ μόνος του;
    - Ε, άμα είσαι κουρουκουτάου δε λογαριάζεις τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τρελός, αλλοπρόσαλλος, βαρεμένος, παράξενος.

Επίθετο με την ίδια κατάληξη για όλα τα γένη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι ως επίρρημα.

- Τον είδες ρε μαλάκα τον άλλο τον λιλαλό το γείτονα σου; Πάλι στο μπαλκόνι είναι μόνο με το βρακί και σφυρίζει σ όποιον περνά!

- Τι λέει, πώς τα πας;
- Άσε Νώντα. Γράφω αύριο και διαβάζω διαβάζω κ δε θυμάμαι τίποτα.Έχω να βγάλω 240 σελίδες, λιλαλό η κατάστα φίλε.

Βλ. και ψυχολογικό (ή ψυχικό) τραλαλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα της Ανίτας Πάνια απ' το «Χρυσό Κουφέτο». Ήθελε να δηλώσει, αλλά και να ενθαρρύνει καταστάσεις τιραμισουρεαλισμού με αποκριάτικη κυρίως χροιά, καραμούζες και κορδέλες ωσεί σερπαντίνες. Γενικά, η έκφραση χρησιμοποιείται όταν με μπόλικο οπτιμισμό θέλουμε να αξιολογήσουμε θετικά όποια χαοτική τρέλα στην ζωή μας και να συνεχίσουμε στο ίδιο Θέατρο του Παπαρολόγου.

Μια μη εξαντλητική λίστα παραλλαγών:

Με τρέλα και δαντέλα / νταντέλα!
Με τρέλα και Στιρέλα!
Με τρέλα και Νατάσα Συρεγγέλα!
Με τρέλα και Μπαρμπαρέλα!
Με τρέλα και Γκαμπριέλα! (Τρελό πορνικό γαμήσι).
Με τρέλα και Μανουέλα! (Τρελός αυνανισμός).
Με τρέλα και Σιλικονέλα! (Τρελό κονάτο γαμήσι).
Με τρέλα και ροδέλα!

Και πολλά άλλα!

  1. Από βλόγιον:

Ε ρε τρέλα και κορδέλα! Πανελίστας στίς εκπομπές της Βάσιας Λόη που το παίζει απόλυτο αρσενικό, ψάχνει γκόμενες μέσα στο facebook με την δημιουργία συλλόγου [silogos apoliton arsenikon ellados].

  1. Άλλο βλόγιον:
    Τρέλα με κορδέλα!
    Αυτό είναι το blog δύο αγανακτησμένων φιλενάδων, που γράφουν για τους γύρω τους, για όσα τις απασχολούν στη δύσκολη φάση της εφηβείας, για τις σκέψεις τους και κυρίως για την τρέλα που τις δέρνει!!

  2. Προσκλήσεις ανορθογραφιστή στα διαδίχτυα:

ΓΙΑ ΤΡΕΛΑ ΜΕ ΚΟΡΔΕΛΑ ΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕΧΡΗ Κ 40ΑΡΕΣ
Περιγραφή
εχεις ωρεξη για κορδελα θελεις σεξ κ ροδελα κ πολα αλλα το μονο που εχεις να κανεις ειναι να επηκινονησεις μαζι μου, δοκημασε τη εχεις να χασεις δεκτες κ φωτογραφιες παρακαλο οχι ευσομες κ αδερφες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μουρλέγκω, μουρλόγκα

Η τρελέγκω, η τρελόγκα η τρελοκαμπέρω.

Καλύπτει όλο το φάσμα των περιπτώσεων, από την αγαθιάρα εκκεντρική που αγαπάμε μέχρι και την σκατόψυχη σόσιοπαθ που, δοθείσης της εξουσίας, θα καλιγουλίσει ούρμπι ετ όρμπι και θα προβεί σε μικρές ή μεγάλες ασχήμιες.

- «Άι γαμήσου, μουρλέγκω», μουρμούρισε μέσα απ' τα δόντια του ο Αρίστος... (εδώ)

- Ποιος θα την μαζέψει την μουρλέγκω; Κύριε Αλέξη Τσίπρα, αν πράγματι θέλετε να διατηρήσετε στον ΣΥΡΙΖΑ όλον αυτόν τον κόσμο της Δημοκρατικής Παράταξης που σας εμπιστεύθηκε πριν μερικούς μήνες, καλό θα ήταν να βρείτε έναν τρόπο να ΣΙΩΠΗΣΕΙ η ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟΤΑΤΗ κυρία Κωνσταντοπούλου. (εκεί)

Φτηνό λολοπαίγνιο από μπλογκ 3ης κατηγορίας

- Tι λές μαρή ;;;; Μουρλόγκα.....Το παιδί μου να μην με αγαπά ; Που με λέει και "μανούλα"... και κάνω τσίσααααα από τη χαρά μου δεν το συζητώ... (αρχετυπική Ελληνίδα Μάνα, παραπέρα)

- σαν την άλλη τη μουρλόγκα την εναλλακτικιά που ισχυρίστηκε ότι μετά το σουβλάκι είναι καλύτερα να πιεις βυσινάδα και τσάι του βουνού αντί για ποτό με ανθρακικό.(παραδίπλα)

Εκ του βεν. murlo ("χαζός") και των γαμοσλανγκοκαταλήζεων -έγκω και -όγκα.

Αγγλιστί: Batshit crazy woman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified