Μειωτικό παρατσούκλι της ομάδας του Άρη. Εκ του Άρης> Αρούλης> Αρούλα> Ρούλα.
Πάσα: Πανκέλης.
Την άλλη Κυριακή παίζουμε με τη Ρούλα στο Χαριλάου.
Μειωτικό παρατσούκλι της ομάδας του Άρη. Εκ του Άρης> Αρούλης> Αρούλα> Ρούλα.
Πάσα: Πανκέλης.
Την άλλη Κυριακή παίζουμε με τη Ρούλα στο Χαριλάου.
Got a better definition? Add it!
Ο ορισμός είναι άπλα, χωράει τους πάντες, ιδίως αν το τηλεκουμάντο είναι για σένα σα συσκευή εξίσου άχρηστη με τον αγγουροκόφτη. Συχνότερα όμως χρησιμοποιείται για αναλώσιμες σίλικον Βάλεϋ παρουσίες και αντράκια που χορεύουν στο τέλος κάθε εκπομπής το γκεϊμπέκικο και φλυαρούν ακατάσχετα.
Πού είναι η Πετρούλα ρε φίλε;;; Hταν η αγαπημένη μου τηλεκουράδα!
Got a better definition? Add it!
Ο όρος διαδόθηκε ως παρατσούκλι για τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και από τον Τζίμη Πανούση, αλλά έχει επεκταθεί στο να χαρακτηρίζει οποιονδήποτε χουντάλα νοσταλγό της Επαναστάσεως και χουντόσκυλο.
Εγω προτεινω να γινει ενα δημοψηφισμα για το αν πρεπει χουντοδουλοι και φιλοναζιστες να αποκαλουνται ελληνες ! (Εδώ).
ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΟΠΤΙΚΗ-ΡΑΠΤΙΚΗ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΔΩΣΑΝ ΟΙ ΜΑΦΙΩΖΟΙ ΦΕΡΜΑΝΟΤΣΟΛΙΑΔΕΣ ΧΟΥΝΤΟΔΟΥΛΟΙ ΤΗΣ ΝουΔουπασοκοδημαρ (Εδώ).
όμως η δράση του αξέχαστου Σακη Καράγιωργα δείχνει ακόμα πιο έντονα πόσο χουντοδουλοι ήταν όλοι οι πνευματικοί ηγέτες του τόπου (Εδώ).
ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΕΧΝΗ ΣΑΣ ΡΕ ΧΟΥΝΤΟΔΟΥΛΟΙ; ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΑΣΜΑΤΑ ΡΕΕΕ; ΤΩΡΑ ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΟΥΣ 'ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΑΣ' και καλη σας νύχτα! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Σλανγκικώς, παραπέμπει όχι σε κάτοχο συνδρομής, αλλά συνδρόμου, και πιο συγκεκριμένα του συνδρόμου down (τρισωμία 21).
Οι πάσχοντες από το εν λόγω σύνδρομο παρουσιάζουν συμπτώματα όπως μειωμένη πνευματική ανάπτυξη και μογγολοειδή χαρακτηριστικά.
Για τον λόγο αυτό, ως συνδρομητής χαρακτηρίζεται, με μειωτική διάθεση και σε politically incorrect πλαίσια, άτομο με παρόμοια χαρακτηριστικά, ανεξαρτήτως του αν αυτά προέκυψαν από την εν λόγω ή άλλη ασθένεια, ή από φαινόμενα όπως reality tv κλπ
-Φίλε τον τύπο πίσω τον κόβω για συνδρομητή.
-Σκάσε ρε μαλάκα, λ-j-ίγο σεβασμό.
-Ρε συ, ο Σπύρος δεν υπάρχει, 10 φορές του το είπαμε και πάλι ξέχασε τα εισιτήρια.
-Αφού είναι συνδρομητής, τι του τα έδωσες και εσύ μωρέ μαλάκα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο άντρας που μια γυναίκα τον έχει βάλει μέσα στο βρακί της, και είναι ωσεκτουτού μουνόδουλος, μουνοείλωτας, χαζομούνης, μουνοσαλιάρης, μουνοτρέχας, πουτόπιστος κ.τ.ό.
Μπορεί να έχει και λίγο πιο καυλή έννοια όταν σημαίνει κάποιον που κυνηγάει πολύ το μουνί ως μουνάκιας. Δεν είναι βέβαια καλό κι αυτό, καθώς δηλώνει εξάρτηση, ωστόσο μπορεί η έμφαση να πέσει στο ότι ο κιλοτάκιας είναι γαμίκουλας και όχι μόνο στη μουνοδουλίασή του. Συνήθως πάντως ο όρος είναι μειωτικός, επικεντρώνοντας στην έλλειψη ανεξαρτησίας του κιλοτάκια.
Ορισμός εδώ: Κιλοτάκιας: Κατευθυνόμενα ανδρίδια που χαίρουν μετριότατης εκτιμήσεως και από τις ίδιες τις συντρόφους, μανάδες, φιλενάδες, αδελφάδες που τους κατευθύνουν, διότι τον κατευθυνόμενο πολλές τον επόθησαν, ελάχιστες τον εκτίμησαν.
Εδώ πλήρης ανάλυση:
Είδος ανδρός ανεξάντλητο, αειθαλές και αεικίνητο. Από δω στρίβεις το κεφάλι, από το κει το πας να σου και ένας κιλοτάκιας με χαμόγελο crest να σε κοιτά και να σου λέει: «δεν θα πεθάνω ποτές, ό,τι και αν λες, όπου και αν πας, εδώ κοντά μου θα γυρνάς!».
Διάβαζα τις προάλλες τον «BHMagazino» και «τα λόγια της πιάτσας» του Δημήτρη Θεοδωρόπουλου. Κάπου στα λήμματα της Μπεο-Ψωμιαδο-Μαρινακικής και λοιπών περιόδου, εντοπίζω και το εκ της τελευταίας εσοδείας λήμμα της ελληνικής- προσαρμοζόμενο στα ποδοσφαιρικά- «κιλοτάκιας» που αποκαλεί ο προσφιλής Αχιλλεύς Μπέος βεβαίως – βεβαίως, κάποιον άγνωστο από τον Βόλο. «Τι με λες;» είπα στον εαυτό μου, «έχουν τέτοιους και οι ‘όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω;».
Got a better definition? Add it!
Δεν ξέρω αν έχει θέση εδώ μέσα, αλλά ας δούμε εν τάχει (ποιος τα 'χει; ) το σημασιολογικό φορτίο της λημματογραφούμενης προσφώνησης.
Όταν αυτή απευθύνεται σε γυναίκα, η ατμόσφαιρα ελαφραίνει αξιοσημείωτα με την χρήση του αρσενικού μωρέ, με όλον τον αέρα χαλαρής οικειότητας που αυτό φέρει. Αντιθέτως, η χρήση του θηλυκού τύπου μωρή είναι αρνητικά φορτισμένη, ακόμα και στην περίπτωση προφανέστατα φιλικής διάθεσης από την πλευρά του ατόμου του εκφέροντος τη λέξη, η οποία αποκτά μια νυάνς πατερναλιστικής ειρωνείας στην καλύτερη περίπτωση. Την περίπτωση που ο αποδέκτης του «μωρή» είναι άντρας, δεν την συζητάμε καν.
Στον καθεστωτικό λόγο, ένα αντίστοιχο θα ήταν το διαφορετικό ηθικό πρόσημο των εκφράσεων «δημόσιος άνδρας» και «δημόσια γυναίκα».
Τώρα, να πούμε για την έως και θυελλώδη συνύπαρξη του καθώς πρέπει, του καθημερινού και του αργκοτικού λόγου; Μπα, θα ξημερωθούμε... Θέμα ώσμωσης είναι όλα. Να δω μόνο τον Πρετεντέρη στο γυαλί να κατεβάζει πουστοπουτανιλίκια και χριστοκάντηλα και να πεθάνω ρε μάστορα...
Αυτά, και γλαύκα ες Αθήνας. Στην τελική, άμα το λήμμα δεν είναι σλανγκ, ας πάρει την τσαπού, και τι έγινε μωρέ...
Νταξ μωρέ, ελπίζω να καταλαβαινόμαστε, μη ζητάτε παράδειγμα και μην αρχίσετε τώρα τα «μη λουφάρεις μωρή κουφάλα» και τέτοια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η αληθινή σημασία της ονομασίας του κόμματος του Αντρέα Παπανδρέου, έτσι όπως με πληροφόρησε (άλλος) ένας σοφός ταξιφάρας: Πατέρα Αναπαύσου, Συνεχίζω Ολική Καταστροφή.
σ.ς.: Το λέει ο Γ.Α.Π.
.
Got a better definition? Add it!
ή γαυγικό: ο σκύλος.
Η ονομασία προέρχεται από τον ήχο «γαβ γαβ» που κάνει το ζώο κατά το γαυγισμά του.
- Ωπ, ωραίος! Πήρες γαβγικό;
- Ε ναι ήθελα ένα σκυλάκι να μού κάνει παρέα...
Got a better definition? Add it!
Τη λέξη αυτή χρησιμοποιούν άνθρωποι των παλαιότερων γενεών (60 και άνω) όταν θέλουν να αναφερθούν συλλήβδην στα κινούμενα σχέδια, αλλά και στις φιγούρες που υπάρχουν στα ηλεκτρονικά βιντεοπαιχνίδια. Υποθέτω ότι αυτή η λέξη προέκυψε καθώς οι μόνες κινούμενες φιγούρες τις οποίες γνώριζαν οι παλιοί ήταν αυτές του θεάτρου σκιών και μόλις είδαν τα κινούμενα σχέδια, αμέσως τα συσχέτισαν με τον καραγκιόζη.
Ο όρος αυτός βέβαια έχει και μία υποτιμητική χροιά καθώς οι παλιοί πάντοτε πίστευαν ότι τα κινούμενα σχέδια ή απασχολούν συνεχώς τα παιδιά και αυτά δεν κάνουν πιο σημαντικές δουλειές (όπως το διάβασμα) ή δε βγαίνουν στις αλάνες να παίξουν όπως έκαναν αυτοί παλαιότερα...
Ο μικρός, αντί να ανοίξει κανένα βιβλίο, είναι όλη τη μέρα μπροστά στην τηλεόραση και βλέπει τα καραγκιοζάκια. Να δω τί θα κάνει αυτό το παιδί στη ζωή του...
- Βγείτε και καμία βόλτα να πάρετε λίγο αέρα. Όλη τη μέρα είστε μπροστά στο κομπιούτερ και παίζετε με τα καραγκιοζάκια. Όταν ήμασταν στην ηλικία σας, ήμασταν στις αλάνες και παίζαμε όλη τη μέρα...
- Αλλάζουν οι εποχές παππού... Αν είχατε κι εσείς τότε το WoW, δε θα ήσασταν στις αλάνες, το είπε και ο Mikeius.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified