Further tags

Παλαιακός χαρακτηρισμός για λεσβία τύπου μπουτς με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά, που φέρεται με ιπποτικό τρόπο προς τη θηλυπρεπή παρτενέρ, τύπου γυναικάκι ή φαμ ή μούτζα. Η εν λόγω διάκριση θεωρείται πλέον ξεπερασμένη και του προηγούμενου (20ού) αιώνα, ενώ η επιτέλεση έμφυλων ρόλων σήμερα κρίνεται κάθε στιγμή με περισσότερο απρόβλεπτους, εναλλακτικούς και εναλλασσόμενους τρόπους.

Είναι τζέντλεμαν με το γυναικάκι, στα όπα όπα το έχει.

Got a better definition? Add it!

Published

Ελαφρά μορφή λαϊκού που είχε κυριαρχήσει τη δεκαετία του 1990.

Μια σκέψη με αφορμή το χθεσινό ρεζίλι του ''παρκέ'' αντί ''MKD''. Ο εθνικιστικός πυρετός των αρχών της δεκαετίας του '90, που κορυφώθηκε στα περίφημα συλλαλητήρια, άλλαξε συνολικά το πολιτισμικό πρόσωπο της Ελλάδας. Πολλά trends και μόδες των νάιντιζ, που συνήθως θεωρούμε "αθώα", τροφοδοτήθηκαν και ίσως έγιναν δυνατά λόγω της αναζωπύρωσης του εθνικού συναισθήματος - διαδικασίας που φυσικά αφορούσε ολόκληρη την ανατολική Ευρώπη μετά το '89. Εμείς θεωρητικά θα μπορούσαμε να τη γλιτώσουμε ως ενταγμένοι στην καπιταλιστική δύση σαράντα χρόνια ήδη, όμως το βαλκανικό μας γονίδιο επικράτησε και ριχτήκαμε σε μια ηλίθια μάχη για το πρεστίζ. Ποιες είναι αυτές οι μόδες της νέας ελληνοσύνης: πρώτον και κύριον η διαμόρφωση μιας νέας μουσικής σκηνής, του ελαφρολαϊκού ή μπουζουκοπόπ, και της αντίστοιχης βιομηχανίας διασκέδασης. Η δεκαετία του '90 ήταν η αρχή των ''ελληνάδικων'' με πρώτο το γνωστό Βαρελάδικο. Στα 80'ς αντίθετα οι μουσικές προτιμήσεις και τα πρότυπα διασκέδασης ήταν περισσότερο ξενόφερτα, με έντονη την αμερικάνικη σφραγίδα: disco, pop αλλά και heavy metal, η θρησκεία με την αξιοσημείωτη αντοχή έστω και τώρα που απευθύνεται σε niche κοινό. Τα 90'ς έφεραν την απενοχοποίηση και μαζικοποίηση και mainstream-οποίηση της ''ελληνικής'' διασκέδασης, ως ένδειξης εθνικής ιδιοπροσωπίας αλλά και τελετουργικού αντίστασης στις διεθνείς συνωμοτικές δυνάμεις που απεργάζονται τη διαρπαγή της ελληνικής Μακεδονίας και το μαρασμό της ως κοιτίδας πολιτισμού. Το παλαιότερο σπάσιμο των πιάτων, μια περιθωριακή πρακτική που παρέπεμπε στον υπόκοσμο εν μέρει, αντικαθίσταται από το πέταγμα της χαρτοπετσέτας, που αποβάλλει τις συνδηλώσεις έντονης λαϊκότητας και μοιάζει (σύμπτωση;) με τα χιλιάδες φέιγ βολάν και άλλο έντυπο υλικό με τα εθνικά χρώματα που λεύκαζε τον ορίζοντα την εποχή των συλλαλητηρίων. Η εξέλιξη προς το ''ελληνάδικο'' ως σήμα κατατεθεν της δεκαετίας '90 δεν ήταν αυτονόητη. Στις ανατολικές χώρες π.χ. η πτώση του σοσιαλισμού ακολουθήθηκε από έντονη αμερικανοφιλία, ένα άλμα προσέγγισης προς τη Δύση. Εμείς, πολιτισμικά τουλάχιστον, περιχαρακωθήκαμε και κάναμε βήματα πίσω.

Ανάλυση των ελληνάδικων στο Φέισμπουκ

  1. Αδέσποτη μπουζουκοπόπ. (Εδώ).
  2. σκυλορόκ, μπουζουκοπόπ, αρκουδιάρικα, αγροτικό ουίσκι και Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί δεν είναι δυνατόν τέτοια διαμάντια να χάνονται. (Φέισμπουκ).
  3. Ο Τόλης Τσιμογιάννης είναι ένας αληθινός θρύλος του late-80s μπουζουκοπόπ ιδιώματος, που όμως ασφυκτιά μέσα στην ταμπέλα του “one hit wonder”. (Luben).
  4. Το πέρασμα από το μπουζουκοπόπ στο dance γίνεται σχεδόν αόρατα πια και άντε να πεις ότι διαφέρουν οι έντεχνοι, χωρίς πάντα να είναι ορατές οι διαφορές. (Parallaxi).
  5. Ένας αχταρμάς με ολίγον ποντιακή λύρα, ολίγον μπουζουκοπόπ που ραπάρει κάνοντας γυμναστική στα νεύρα και του κάθε καλοπροαίρετου. (Lifo).
  6. Η Βίσση και ιδιαιτέρως η Βανδή έγιναν φίρμες ως μια μπουζουκοπόπ κατάσταση που αφορά σε ένα συγκεκριμένο είδος διασκέδασης. (Music Heaven).

Got a better definition? Add it!

Published

Λολοπαιγνιώδης παραφθορά του κλιματιστικού air-condition. Πιο συνηθισμένο είναι το αρκουδίσιον ή και απλούστερα αρκούδι με τη λογική ότι αν το βάλεις κάνει κρύο σαν να είσαι στο δάσος με τις αρκούδες ή στον Αρκτικό Κύκλο με πολικές αρκούδες ξερωγώ. Το αρχοντίσιον από την άλλη μάλλον πρέπει να κατανοηθεί στη συνάφεια της ένδοξης εϊτίλας περίπου, ή όποτε τέσπα εισήχθησαν κάπως πιο μαζικά τα κλιματιστικά στην Ελλάδα, όπου το να έχεις κλιματιστικό ήταν σημάδι ότι είσαι κάπως πιο ευκατάστατος και μπορείς να προσφέρεις στον εαυτό σου και τους γύρω σου κάποιες περισσότερες ανέσεις. Ή, σε κάθε περίπτωση, το λολοπαίγνιο δηλώνει ότι όταν γύρω γύρω έχει καύσωνα και στη μέση κλιματισμό, γιατί μπορείς, ε τότε είσαι Άρχοντας με όλες τις συνδηλώσεις του όρου, και δεν χρειάζεται να χολοσκάς για την έξω κατάσταση και μπορείς να έχεις και την αρχοντομούνα σου δίπλα χωρίς να δυσανασχετεί. Εβέντσουαλι βεβαίως πήρε και ο κάθε αρχοντόβλαχος αρχοντοχωριάτης αρχοντόγυφτος κι από ένα αρχοντίσιον και μπήκαμε σε έναν καύλο κύκλο ψυχραναγκασμού που επιδεινώνει το κλίμα του άστεως και καταστρέφει και το όζον.

Δέον τέλος να σημειωθεί ότι σαν έκφραση έχει ένα βυζαντινοτέτοιο ζενεσεκουά, και με το τελικό νι, και με την κατάληξη εις -ίσιον (θα μπορούσε να γραφτεί και αρχοντήσιον ακόμη πιο βυζαντινοπρεπώς), αλλά και το ίδιο το άρχοντας, που παραπέμπει ξερωγώ σε Άρχοντες του Οικουμενικού Θρόνου ή σε αρχονταρίκι μοναστηριού. (Ινσέψιο: Το αρχονταρίκι Μονής με αρχοντήσιον). Προσφάτως το αρχοντήσιον εντάχθηκε και στο εικονογραφικό πρόγραμμα ιερού ναού, δίνοντας αφορμή να γίνει λόγος για τον Άγιον Αρχοντήσιον σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης.

Άγιον Αρχοντήσιον

  1. για την ημέρα του περιβάλλοντος : ανάψτε όλοι τα αρχοντίσιον. Τα φώτα του σπιτιού και οι θερμοσίφωνες στο φουλ, κάντε παντού σκουπίδια, ναι σε πλαστικά σε θάλασσες και ακτές, ρίξτε ό,τι παλιά λάδια και χημικά έχετε στο έδαφος , σπάστε της ΑΦΗΣ τις στήλες με τις μπαταρίες, λερώστε -χέστε - φτύστε παντού, όλα τα τσιγάρα έξω απ'το παράθυρο, ότι σπρέι έχετε που γαμούνε το όζον καταλύστε τα... (Εδώ).
  2. Άρχοντας με αρχοντίσιον πλέον! (Εκτός κι αν τουρτουρίζεις σε ψύχος πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, οπότε πράγματι αρκουδίσιον!). (Στου κυρ-Σαράντ).
  3. έχει κρυώσει και το δωμάτιο από το αρχοντίσιον, κρύωσαν και τα υποσυστήματα εν τω μεταξύ, καθάρισα και ό,τι σκόνη υπήρχε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Ελληναριό, αγλάισμα λεξιπλασίας μίας πλειάδας λέξεων παρεμφερούς κατηγοριοποίησης (αληταριό, πουσταριό, πουταναριό, καραπουτσαριό, κτλ) περιγράφει ένα σύνολο ετερόκλητων στοιχείων, τα οποία εν προκειμένω αυτοπροσδιορίζονται ως γνήσιοι Έλληνες, πατριώτες και σωτήρες του έθνους. Η ανωτερότητα του έθνους και η αδικία που αντιμετωπίζει είναι τα βασικά σπέρματα στην ιδεολογία του Ελληναριού.

Το Ελληναριό υιοθετεί μία επιλεκτική και ψευδοεπιστημονική προσέγγιση, αποκλειστικά για θέματα εθνικού ενδιαφέροντος, με στόχο να αποδείξει την ανωτερότητα της φυλής και του έθνους. Διαβάζει βιβλία που πωλούνται σε συσκευασία ντουζίνας τηλεοπτικά σε εκπομπές που ο τηλεπατριώτης αλυχτάει και ωρύεται και μπορεί να έχει άποψη περί παντός επιστητού.

Αποφασιστική στιγμή στην εξέλιξη του Ελληναριού ήταν η δεκαετία του '80. Χαρακτηριστική στιγμή ήταν το γεύμα στο εστιατόριο νησιού ή παραθαλάσσιου θέρετρου, όπου παρατηρώντας την αλλοδαπή οικογένεια βορειοευρωπαίων που έτρωγε σαλάτα σχολίαζε την τσιγκουνιά τους, προσθέτοντας στους συμπαριστάμενους ότι «όταν αυτοί ήταν στα δέντρα, εμείς χτίζαμε Παρθενώνες ».

  1. Σχόλιο σε προσωπικό blog:
    Αθάνατο ελληναριό
    Κι εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις ακούσει όλα, αγαπητοί αναγνώστες, προσγειώνεται με τεράστια ταχύτητα στην κεφάλα σου, κεραμίδα μεγατόνων!

  2. Σχόλιο σε ιστοσελίδα με θέμα τους Ολυμπιακούς του 2004:
    Τι δουλειά έχει το καφρο-Ελληναριό στο Ολυμπιακό Στάδιο;
    Κάναμε τελικά (παρά τις αρκετές μαλακίες, σε γενικό σύνολο) ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟΥΣ (οργανωτικά) αγώνες και έρχονται οι «μέχρι-χτες-καμία-σχέση-με-το-άθλημα» (πού ξανάδαν στίβο οι κάφροι;;;) που πήγαν μόνο για να κάνουν «όλε» στον Κεντέρη και αμαυρώνουν την καλή συνολική εικόνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατά πολλούς απεχθέστερη φάρα πασόκων, οι παλαιοπασόκοι οπαδοί της Αυριανής, εφημερίδας του Γ. Κουρή, η οποία είχε υπερασπιστεί κάποτε τον πάλαι ποτέ διευθυντή του ΟΤΕ Θ. Τόμπρα, παρά τα σκάνδαλαπερί υποκλοπών που τον αφορούσαν και για τα οποία είχε γίνει ντόρος.

  1. Μετά τη γενναία (παρότι έμμεση) παραδοχή του Μαιτρ ότι είναι Αυριανιστής (μήπως Αυριανοτομπριστής;), δεν ντρέπομαι πλέον να αποκαλύψω ότι ...

  2. (για τους αριστεροδέξιους) Η ιδεολογική τους προέλευση ποικίλει. Πολλοί στηρίζουν τα κόμματα της Αριστεράς (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ) αλλά δεν λείπουν και οι απόγονοι αυτών που το 89 αποκαλούσαμε «Αυριανοτομπριστές» αλλά και πρώην (;) Δεξιοί.

  3. Την επομένη των εκλογών της 18ης Ιουνίου 1989 εκδηλώθηκε κρίση εντός του ΠΑΣΟΚ. Πολλά στελέχη του κόμματος ζήτησαν κάθαρση από τους «αυριανοτομπριστές».

  4. ΟΛΟΙ ΟΙ ΝΟΣΤΑΛΓΟΙ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ, ΟΙ ΑΥΡΙΑΝΟΤΟΜΠΡΙΣΤΕΣ, ΟΙ ΨΕΥΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 80, ΟΙ ΞΕΒΡΑΚΩΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΜΕ ΒΙΛΕΣ ΚΑΙ ΚΟΤΕΡΑ, ...

όλα από το δίχτυ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε γυμναστήρια και παραλίες ειρωνικά για μποντιμπλντερούδες / πρησμένες / φουσκωτές / σφίχτερ-γκόμενες που έχασαν τελείως το μέτρο κι απέκτησαν τη σωματάρα του Λάινο (Lion-O) από την ομώνυμη σειρά κινούμενων σχεδίων.

Μερικές συχνάζουν στην Ερεσσό της Λέσβου. Τυχαίο; Δε νομίζω.

- Γιαδέ!! Με τρόπο. 6 και 20.
- Μαμάα!! Μια Θάντερκατ!!
- Τι 'ναι αυτό ρε πούστη μου!! Το μπούτι μου, το μπράτσο της!!
- Τη γαμάς;
- Με μεταλλαγμένα δεν έχω σχέσεις.

(από sstteffannoss, 14/11/10)Lion-O (από poniroskylo, 16/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεξικάνικο έδεσμα γουακαμόλε (μεσογειοποιημένη παραλλαγή: αβοκάντο, φουλ σκόρδο, ντομάτα, ελαιόλαδο, αλατοπίπερο, όλα νιανιά), ιδανικό για ντιπ ή για παρέα σε άλλο έδεσμα (πχ. κοτόπουλο) ή για ορεκτικόνε.

Σλανγκιά των ογδόνταζ, εποχή κατά την οποία πρωτοεμφανίστηκε το γουακαμόλι στο ελλάντα. Τότε όμως ακόμα προηγούνταν το σλανγκίζειν της απόλαυσης όποιας νέας γεύσης.

Πέραν της ηχητικής ομοιότητας με τον γαμιόλη ή την κατάληξη - όλι γενικά, η σλανγκιά παρέμεινε σε επίπεδο λειψού λογοπαιγνίου, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένου και πάντως μη διαχρονικού. Έτσι λοιπόν εξέλιπε σχεδόν εντελώς τελείως.

Η υποφαινομένη έχει την εντύπωσις ότι το πρωτοέφερε εδώτο μπαρ-εστιατόριο Μετς (μην το ψάξετε, έχει κλείσει προ Κρίσης).

- Είστε έτοιμοι να παραγγείλετε;
- Μάλιστα, φέρτε μας ένα ριζότο με γαρίδες και σαφράν, ένα σουφλέ μελιτζάνας και μία αραβική πίτα με κοτόπουλο και σως γουαγαμιόλι...
- Εεεχμμ, μμμάλιστα...
- ΡΕ ΜΠΑΜΠΑ! Πάψε να λες κάθε φορά την ίδια μαλακία! Πάλι ρεζίλι μας έκανες!
(ο μπαμπάς παρεξηγημένος:) - Στα χρόνια μου το λέγαμε και γελάγαμε και έτσι μου αρέσει να το λέω.

Εγινε η μάχη στα Γαυγάμηλα, οταν είπα στο σεφ γουάϊ γαμιόλη (από GATZMAN, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ευρηματική πατέντα που λύνει ιδιαίτερα πολύπλοκα προβλήματα χρησιμοποιώντας ευτελή εργαλεία της καθημερινότητας.

Από το τηλεοπτικό γατόνι των έητηζ Μαγκάιβερ (που μπορούσε να αφοπλίσει πυρηνικές κεφαλές με έναν ελβετικό σουγιά, δύο συνδετηράκια και λίγη μονωτική ταινία) και του σλανγκοεπιθήματος -ιά.

Αγγλιστί: MacGyverism.

Πάσα: Señor Cadmus στο Δ.Π., Βίκαρ.

- Το ξηλωνω, του βαζω διακοπτη η μηπως γινεται καμια Μαγκαιβερια σε επιπεδο BIOS ή S/W και υπακουσει στας διαταγας μου;
(εδώ)

- Ωραιος! Χρησιμοτατο μηχανημα και το κολπακι με το κομπουτερακι πολυ μαγκαιβερια!!!!
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά γι' αυτόν που κάνει μεγάλη ζωή γεμάτη ταξίδια στο εξωτερικό και καλά, μύτινγκς*, είμαι-πολύ-μπίζι-με-διάφορες-μπίζνες* και γουαζά ναούμ'.

Ο όρος προέρχεται από τη χρυσή δεκαετία τον εϊτιζ και την τότε δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Δυναστεία» με τους Κάρινγκτονς και σια.

Υπήρξε και βιντεοταινία με τον Σωτήρη Μουστάκα το 1985

- Πάμε το σουκού για μπάνιο στη Λούτσα;
- Άσε έχω μπλέξει. Πρέπει να πεταχτώ μέχρι τη Ζυρίχη το Σάββατο και την Κυριακή να κατέβω Μιλάνο για κάτι δουλειές.
- Ηρέμησε ρε γιάπη ναούμε. Ποιος είσαι, ο Δυναστείας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο,τιδήποτε έχει να κάνει με video games.

Ορισμός που χρησιμοποιούνταν ευρέως τις δεκαετίες των '80s (αναφερόμενοι στο Nintendo Entertainment System ακα NES) και στις αρχές των '90s (αναφερόμενοι στο Game Boy). Με την επαναφορά του video gaming στη μόδα, αλλά και με την επικράτηση του Nintendo Wii στην μάχη της κονσόλας στο δεύτερο μισό της δεκαετίας που πέρασε ('00s), ο ορισμός συνεχίζει να χρησιμοποιείται ορθώς και σε αυτή την δεκαετία που μόλις ξεκίνησε.

Διάφορα για την Νintendo: Όποιος είχε NES από το '85 και μετά εθεωρείτο cool, ενώ πλέον το Nintendo Wii είναι μουνομαγνήτης.

Ένα χειμωνιάτικο βράδυ Σαββάτου στο σπίτι: - Παιδιά, λέω να αράξουμε με την παρέα εδώ, να παίξουμε Nintendo. - Έγινε, χώσε Wii Sports.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified