Selected tags

Further tags

Και ναι ναι τώρα η ελληνική γλώσσα γεννάει άλλη μια.... την τρεντογλωσσούζ!!!!

Φυσικά θα απορείτε τι ακριβώς είναι αυτή η γλώσσα και ποιος την δημιούργησε... Μην ανησυχείτε θα τα μάθετε όλα!!! Λοιπόν πριν αρκετό καιρό μια ομάδα κοριτσιών αποφάσισε να δημιουργήσει τη δικιά της γλώσσα. Στην αρχή ξεκίνησε σαν μια απλή πλάκα και ένα παιχνίδι μεταξύ τους αλλά μετά άρχισε να συζητιέται στις παρέες των κοριτσιών και το όλο θέμα έγινε γνωστό! Η ιδέα ξεκίνησε από τους τρέντυ του hi5 που τρεντοποιούν αδιακρίτως λέξεις και ονόματα με τον συγκεκριμένο τρόπο.

Με δημιουργικότητα, στοιχειώδη γνώση ελληνικών και υπομονή όλα μαθαίνονται...
ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
1) Στο τέλος κάθε λέξης βάζουμε το -ουζ αφού βγάλουμε το τελευταίο φωνήεν (π.χ. ντουλάπι-ντουλαπούζ). 2) Λέξεις που τελειώνουν σε τρεντάρονται με την πρόσθεση του -ζΖζζζζζΖζ στο τέλος
3) Σε άρθρα και μικρές λέξεις (θα) αποφεύγουμε να βάζουμε την κατάληξη -ουζ

Μερικά ανώμαλα
ναι -νι
οχι -νοπε (nope)
(β)ρε -(β)ρι
οκ -οκι
σορι -σοζ

Για να θεωρηθεί όμως γλώσσα χρειαζόμαστε 50000 (αν δεν κάνουμε λάθος) άτομα και λογοτεχνία που να εξελίσσεται (αυτό τό 'χουμε).
Για να συμμετάσχετε στο κίνημα αυτό πάρτε τηλέφωνο στο 6943888425

ευχαριστούμε

παράδειγμα διαλόγου στην τρεντογλωσσούζ:
- Ρι μαρούζ τι κανειΖζΖ;
-Την παλευούζ μαντούζ μου, την παλευούζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατηγορία ομοιόμορφων trendy νέων ηλικίας 13-18, συνήθως από Β. Π., που λιώνουν στα Starbucks της γειτονιάς τους με τις ώρες (συν. έχουν μαλλί κουνουπίδι).

Αυτά τα starbuckάκια είναι τόσο ίδια μεταξύ τους, που δεν ξεχωρίζεις το ένα από τ' άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σβαγκουροειδή πιπιναριά το κλίνουν πλέον το γιόλο κανονικά. Ωσεκτουτού λημματογραφούμε την σλανγκιά αυτή εν τη γενέσει της, στα σχολειά, τα ινσταγκράμια και στα ασκ.εφέμια.

Για να το κάνω πιο λιανά σε όσους γεννήθηκαν προ του 2000, γιολάρω σημαίνει προβαίνω σε κάθε λογής μαλακία, γιατί η ζωή είναι και καλά μικρή, και τις απαθανατίζω στο εξυπνόφωνο με ένα τσίου ή με μια σέλφικη ποζεριά, ποιούμενος πάντα την νήσσαν και με παρατεταμένα τον δείκτη και το μέσο δάχτυλο.

Βλ. το τελευταίο γιολάρισμα στην άσφαλτο γνωστού χιπχοπά (1ο μήδι).

1.
- Είδα τη λέξη «Σελφάρω».Έχω πάρει το λεξικό του Μπαμπινιώτη σκίζω μία μία τη σελίδα και τη μασάω.
- που να δείς και το «Γιολαρω». Όλη τη βιβλιοθήκη του Καποδιστριακού θα φας.

2.
- Θέλει αντοχές να ζεις χωρίς καταχρήσεις.. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι χάνεις το ωραίο κομμάτι αυτής της ζωής. Γιολάρουν.. και τέλος; έχουμε μία ζωή για να τα κάνουμε όλα πουτάνα...; ή μήπως για να τη ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται και να την αξιοποιήσουμε στο έπακρον.. Γιόλαρε το και άλλες πίπες. Ζήσε καλά.

3.
- «Δεν μπορώ τώρα, γιολάρω.» ~Barack Obama

4.
- γενικά γιολάρω τα σαββατοβραδα βλεποντας ταινιες

5.
- Τελικά ξεανγχωθηκα, δόξα τω θεω. Πέρα από το γεγονός ότι κατάλαβα ότι δεν έχω ξεχάσει τα πάντα όπως νόμιζα Razz συνειδητοποίησα ότι σήμερα είναι η τελευταία μέρα άγχους και από αύριο θα γιολαρω σα τις πουτάνες Laughing

6.
- ΓΙΟ ΓΙΟ ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΜΕ ΜΑΓΙΟΟ ΠΟΥ ΓΙΟΛΑΡΕΙ ΣΑΝ ΤΡΕΛΟ ΓΙΟ ΓΙΟ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα παιχνίδι που παίζεται από 14-16,συνοδεύεται από μια κίνηση των χεριών δείχνοντας στο ματζαφλάρι του καθενός και ποικίλει σε φαντασία. Μπορεί να περιλαμβάνει απλές ερωτήσεις, ανέκδοτα, και εάν κάποιος είναι αφηρημένος, και μόνον τότε, μπορεί να την πατήσει.

- Ε, ξέρεις σ' αγαπάει... - Ποιος;
- ΑΥΤΟΣ!!!!!!! ΧΑΧΑΧΑ
(καντήλες)

(από Άγης, 04/12/10)(από Άγης, 04/12/10)

Βλέπε και αυτός! 1-0.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθεση δύο ανεξάρτητων βου-που-δοσλανγκικών εκφράσεων των αρχών της δεκαετίας του 90. Η 1η «τα λέμπελ» εχρησιμοποιείτο για καθορισμό σημείου συνάντησης της μαθητιώσας νεολαίας έξω από το γνωστό συνώνυμο φαστφουντάδικο της Αγ. Παρασκευής, ως σύντμηση της φράσης «τα λέμε στα λέμπελ». Η 2η προέρχεται από τον γνωστό και μη εξαιρετέο αγγλικό τύπο «σι γιου λέιζερ», του οποίου η σημασία είναι προφανής και δεν κρίνεται σκόπιμη η πλήρης ανάπτυξή της στο παρόν πεδίον.

Ως εκ τούτου, η φράση «θα βρεθούμε ύστερα έξω από τα λέμπελ» υποκαθίσταται , πολύ χαριτωμένα θα έλεγα (φαντάσου να το λέει ένα 16χρονο καβλοράπανο έξω από το ντηρί, τότε; ε; ε;) από το «τα λέμπελ λέιζερ».

- Μάριον; Πού είσαι μωρύ; Σε ψάχνω!
- Άσε μωρύ μαλάκω, ο γέρος μου με έχει φρικάρει τελείως! Τέσπα, άμα ξεμπερδέψω, τα λέμπελ λέιζερ...

βλ και τα λέμε λέιζερ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιντερνετικός τρέντικος χαζογέλωτας που έχει επικρατήσει στην ιντερνετική νεανική κουλτούρα.

Ξεκίνησε στο hi5 μεταδόθηκε μέσω του msn (ή αλλιώς τρέντικα γραμμένο mcn) και κατέληξε στο facebook. Θυμίζει το αντίστοιχο international internet slang ''xoxo'' που σημαίνει ''hugs ‘n’ kisses'', το οποίο προφανώς κάποιος μπουζουκοκέφαλος από τις παρακάτω κατηγορίες μετάλλαξε σε «xa0xa0».

Το χρησιμοποιούν ευρέως άτομα που ανήκουν στις εξής κατηγορίες:
1) Άτομα - msn επαφές ηλικιών 11-13.
2) Φίλοι των ατόμων της πρώτης κατηγορίας, που υιοθετούν το ''στυλ'' τους για να είναι τρέντυ.
3) Άτομα αρσενικού γένους - msn επαφές που γουστάρουν κοπέλες από την δεύτερη κατηγορία ή και την πρώτη.
4) Καΐλες σε NET cafes, το χρησιμοποιούν στα forums των clan τους για τα παιχνίδια που λιώνουν.

Σε όλες οι κατηγορίες το χρησιμοποιούν αναίσθητα.

Παράδειγμα σε Facebook Status:

John Smith Den paei kala o kosmos!!! Den thn paleuei ka8olou!!! Exw arxisei k pisteuw to Liakopoulo pou leei oti mas psekazoun xaivanitida!!! axa0xa0xa

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άγιος των απανταχού της γης emo.

Παραδείγματα περιττεύουν.

Άη Λάινερ (από poniroskylo, 20/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάλεκτος που ομιλείται αυστηρά και μόνο από cool άτομα. Περιλαμβάνει εξελληνισμένες ξένες λέξεις, ε(κ)ξενισμένες ελληνικές κι άλλα τέτοια γλωσσικά μπασταρδέματα.

Ωσεκτουτού, ο όρος coolέζικα μπορεί εύλογα να θεωρηθεί recursive.

- Με άρχισε σε κάτι «τσιλ» και «σταφ» και «τσεκερά» και κάτι τέτοιες coolέζικες αηδίες και τον έστειλα από 'κει που 'ρθε, τον σάχλα!

Σχετικά: αού, κουλ, κουλαριστά, κούλαρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που παράχθηκε και χρησιμοποιείται (περισσότερο) από χαζά 14χρονα, που γράφουν το «τι κάνεις μωρό μου» κάπως έτσι: «t knc mwlo m;», και θέλουν να δηλώσουν ότι αστειεύονται, ότι κάνουν πλάκα δηλαδή.

- Ρε!
- Τι;
- Ρε έχασα την αγαπημένη σου μπλούζα, αυτή που μου δάνεισες...
- Τιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι;
- Χαχα έλα ρε πλακίζω! Ορίστε εδώ είναι, πάρτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified