Το «φτωχικό» χρησιμοποιείται μεταφορικά. Αναφέρεται δηλαδή σε κατάσταση ευφορίας, χλίδα, αρχοντιλίκι.

Κοπιάζω σημαίνει «κάνω τον κόπο», πηγαίνω. Κοπιάζω στο φτωχικό σημαίνει πηγαίνω και συμμετέχω κι εγώ σε αυτήν την ευχάριστη κατάσταση, είτε είναι δική μου, είτε άλλου.

Εμπνευσμένο από παλιές Ελληνικές ταινίες. Ίσως ο πρωταγωνιστής Ξανθόπουλος, προσκαλεί έτσι άτομα στο σπίτι του. Αυτά έρχονταν από μακρυά και με τα πόδια φυσικά. Πού αυτοκίνητα, συγκοινωνίες αλλά και εισιτήριο για συγκοινωνίες τότε. Κόπος πραγματικός το ποδαράτο στο μακρινό σπίτι.

- Έλα ρε, που είσαι;
- Εδώ, στο κλαμπάκι που σου έλεγα. Γαμάτη μουσική, οι φίλες της Μαρίας, καθαρά ποτά. Θα κοπιάσεις στο φτωχικό μου;
- Άργησα να γυρίσω από τη δουλειά. Πίνω ένα γκαιφέ και έρχομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι τα οικονομικά μας δεν πάνε καθόλου καλά.

Σλανγκ σύνθημα της παιδικής, προσχολικής ακόμη ηλικίας, που όμως παραμένει κοινός παρονομαστής και στην ενήλικη ζωή, ως τα βαθιά γεράματα και που έχει γίνει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες που διανύουμε.

- Ήρθε η καινούρια ΔΕΗ με το χαράτσι φτού κι΄απ' την αρχή...
- Ακόμη δεν πληρώσαμε το προηγούμενο! Το ταμείον είναι μείον.

Στην αρχή (από Khan, 02/02/12)Παλιός καλός Μηλιώκας! Κάπου στην αρχή. (από Khan, 02/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).

Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».

Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.

- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!

το μέταλλο (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλανιάρικη έκφραση που υποδηλώνει μη διάθεση περαιτέρω επεξήγησης λόγω έλλειψης χρόνου, χώρου, ασφάλειας.

Αναφέρεται στην συναλλαγή μεγαλύτερου νομίσματος με ψιλά κάτω της δραχμής (50 λεπτά), εξ ου και χρονολογείται από τις δεκαετίες '50 και '60, λόγω της εκτενούς χρήσης του πενηνταρακίου. Η φράση παρέμεινε δόκιμη ωστόσο και στα τέλη της δεκαετίας '90, όπου το 50δραχμο είχε χάσει την αξία του λόγω διολίσθησης του εθνικού μας νομίσματος, και πιθανώς να χρησιμοποιήθηκε από τα τότε αλάνια εν αγνοία των αληθών καταβολών της. Η πιθανότητα να ξαναγίνει και κυριολεκτικά δόκιμη δεν είναι διόλου απίθανη, μιας και το 50λεπτο του € έχει σχεδόν πλησιάσει την «ψιλού».

Ισοδύναμες εκφράσεις:

  1. να σ' τα κάνω λιανά
  2. να σ' τα δώσω μασημένη τροφή

Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 2006

Η ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΩΝ ΞΕΝΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟ ΘΕΟΔΩΡΟ ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟ

[...]
ΚΥΡΙΤΣΗΣ: Θέλω να ρωτήσω εάν οποιαδήποτε στιγμή από το Μάρτιο του 2005 μέχρι τώρα, υπήρξε καμία κρούση προς την πλευρά της κυβέρνησης, απ` αυτούς τους όποιους έκαναν τις παρακολουθήσεις. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ : Συγνώμη, δεν κατάλαβα την ερώτησή σας. ΚΥΡΙΤΣΗΣ: Το επαναλαμβάνω. Από το Μάρτιο του 2005 ή και νωρίτερα, ερωτώ, εάν έγινε καμία κρούση προς την πλευρά της κυβέρνησης, απ' αυτούς που έκαναν τις παρακολουθήσεις. Κρούσεις για λόγους εκβιασμού, κρούσεις για λόγους προειδοποίησης, κρούσεις οποιουδήποτε είδους.
ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ: Φοβούμαι ότι και πάλι δεν κατάλαβα το ερώτημά σας. ΚΥΡΙΤΣΗΣ: Να το κάνω πενηνταράκια. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ: Κάνετέ το όπως θέλετε, αλλά σας παρακαλώ, κάνετέ το σοβαρά και υπεύθυνα.
ΚΥΡΙΤΣΗΣ: Σοβαρά το κάνω. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν καταλαβαίνω τι εννοείτε. Ποιοί είναι αυτοί που έκαναν τις παρακολουθήσεις; Πείτε μου.
ΚΥΡΙΤΣΗΣ: Δεν ξέρω
[...]

(από εδώ)

Δες επίσης και σπάω σε κέρματα, σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ντάγκα ντάγκα: Ηχοπαράγωγο επίρρημα, γενικώς περιγράφει ήχους (και πάει κι ένα βήμα παραπέρα βεβαίως βεβαίως). α) Ήχους λίγο πιο μπάσους και πιο μεγαλοπρεπείς από το χαρμόσυνο ντιν νταν, αλλά με μια ανεπαίσθητη ενοχλητική χροιά (π.χ. υλικό από ελαφρύ φτηνό μέταλλο, ντενεκέ κιέτσ', καμπανάκια, τριγωνάκια για τα κάλαντα κ.λπ., παράδειγμα 1), ή β) Ήχους βαρείς, κοφτούς, σοβαρούς και τελεσίδικους, λίγο πιο λάιτ από το μπαμ μπαμ (π.χ. χέρι που χτυπάει σε στερεή επιφάνεια κ.λπ.).

Στην καθομιλουμένη (βασική σλανγκιά) με ψιλομάγκικη χροιά, ντάγκα ντάγκα θα πει επί τόπου, ντούκου, μπραφ (με την καλή την έννοια).

Κυρίως αναφέρεται σε ρευστό χρήμα πληρωμένο αμέσως, χωρίς παζάρια, χωρίς «ευκολίες», χωρίς γραμμάτια και αηδίες, αλλά cashέρι, ζεστό ζεστό. Από τον ήχο που κάνει το τούβλο τα λεφτά όταν χτυπάει στο τραπέζι - βλ. (β) παραπάνω. Διπλό για έμφαση. Το να πληρώνει κάποιος ντάγκα ντάγκα την σήμερον ημέρα της οικονομικής κρίσεως αποτελεί μέγα διαπραγματευτικό εργαλείο, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε πολύ καλύτερη τιμή αγοράς προϊόντος, δεδομένου ότι η αγορά κάνει κρα για ρευστό.

Σπανιότερα αναφέρεται και σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. περιγράφοντας την αμεσότητα και την ευθύτητα στον λόγο, «τα είπε ντάγκα ντάγκα» ως αντίστοιχο των «τα είπε έξω από τα δόντια», «μίλησε σταράτα» κ.λπ.

  1. Στη μορφή «ντάγκα ντάγκα Κυριελέισα» αποτελεί έθιμο του Ελληνικού βορά για τα Φώτα. Αναπαράγω από εδώ: Τελευταία μεγάλη γιορτή του Δωδεκάμερου σήμερα τα Φώτα ή Kυριελέησα[...] Στη συνέχεια τρέχουν, κρατώντας τις εικόνες, σε όλο το χωριό φωνάζοντας: «ντάγκα-ντάγκα Kυριελέησα». Οταν συναντούν μικρά εκκλησάκια (υπάρχουν αρκετά απ' αυτά στη Δαδιά) τα τριγυρίζουν τρεις φορές, φωνάζοντας πάντα την κραυγή της ημέρας που -κατά κοινή πεποίθηση- είναι η μίμηση του ήχου της καμπάνας και το όνομα της γιορτής.[...]

  2. Γούγλε γούγλε έδειξε ότι σε μονό (Ντάγκα) παίζει και ως κλιτική κυρίου ονόματος π.χ. του Βαγγέλη Ντάγκα αμυντικού του Ηλυσιακού(έπαθα μόρφωση πάλι).

Παράδειγμα 1: Ούτε Γάτα Ούτε Ζημιά [1955]
ΠΟΠΗ: Και δε μου λες; Δεν πήγες στη Θεσσαλονίκη; ΛΑΛΑΚΗΣ: Ε, δηλαδή, για τη Θεσσαλονίκη πήγαινα, αλλά κατέβηκα σε ένα σταθμό, να πάρω μια ασπιρίνη, γιατί πόνεσε το κεφάλι μου... ΠΟΠΗ: Το δικό σου το κεφάλι; ΛΑΛΑΚΗΣ: Το δικό μου το κεφάλι, Πόπη μου. Είναι δυνατόν να με πονέσει το ξένο το κεφάλι;
ΠΟΠΗ: Και λοιπόν... τι έγινε; ΛΑΛΑΚΗΣ: Ε... να... ώσπου να κατέβω... ώσπου να πάρω την ασπιρίνη... φρου, φρου ο σταθμάρχης, του, του, η ταχεία, ντάγκα, ντάγκα το καμπανάκι... ξέμεινα!

Εδώ άλλο παράδειγμα:
Και η Πέγκυ Ζήνα όμως, εκτός από το Cayenne, θέλησε ν' αποκτήσει και κάτι ιδιαίτερο. Έτσι διάλεξε μια μαύρη και γυαλιστερή Porsche Cayman. [...] Το πλήρωσε που το πλήρωσε κι αυτή ογδόντα χιλιάρικά και... ντάγκα-ντάγκα, ας το χαρεί τουλάχιστον.

Εδώ κι άλλο:
Α ναι, το καταραμένο χρήμα... διαθέτω 2500 ως πάρα πολύ βαριά 3 χιλιάρικα αλλά ντάγκα ντάγκα [με το συμπάθειο] κιόλας.

Εδώ κι άλλο:
και ομως.. μια οικογενεια αθιγγανων που εχω ειναι κυριοι σε ολα!πληρωνουν στην ωρα τους (νταγκα νταγκα) και ουδεποτε κανουν παζαρια...

Ο Βαγγέλης. (από Galadriel, 06/11/09)Το τραμ το τελευταίο (από allivegp, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ σε αυτά.

Κυριολεκτικά: γράμματα ψιλά δηλαδή λεπτά ή μικρά τόσο που σχεδόν δεν είναι ορατά από ανθρώπινο μάτι. Τα παλιά χρόνια που όλα τα κείμενα ήταν χειρόγραφα, ο συγγράφων συνέγραφε τα ψιλά γράμματα με τη χρήση μεγεθυντικού φακού. Θεωρούνται δευτερευούσης σημασίας αλλά…
Μεταφορικά: «Το πέρασα στα ψιλά (ενν. γράμματα)» σημαίνει: δεν του έδωσα σημασία, το προσπέρασα.

Απαντώνται: (ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΠΑΜΕ… ΔΙΑΒΑΖΕ)
Σε συμβόλαια, τραπεζικά κυρίως, στα οποία αναγράφονται με ψιλά γράμματα όροι φαινομενικά δευτερεύοντες και τυπικοί, αλλά ουσιαστικά τόσο δεσμευτικοί για τον υπογράφοντα που, αν τους διάβαζε (αν δεν βαριόταν ή αν τον άφηναν), θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να υπογράψει το συμβόλαιο.

Σε τηλεοπτικά σποτάκια χρηματοδοτικών κυρίως προγραμμάτων. Εμφανίζονται στο κάτω μέρος της οθόνης σε μέγεθος και ανάλυση τέτοια που να είναι δυσανάγνωστα από τον τηλεθεατή. Μετεξέλιξη των τηλεοπτικών ψιλών γραμμάτων είναι τα κυλιόμενα, κανονικού μεγέθους, γράμματα με υψηλό όμως ρυθμό κίνησης (ταχύτητα) ώστε και πάλι να επιτυγχάνεται ο ίδιος σκοπός. Να αναφέρονται μεν, να μη διαβάζονται δε.

Σε ιστοσελίδες κερδοσκοπικές ή φαινομενικά αφιλοκερδείς (τίποτα στη ζωή δεν είναι αφιλοκερδές) που έχουν την νομική υποχρέωση να πληροφορούν και να προειδοποιούν τον επισκέπτη για τους όρους χρήσης της σελίδας και για την νομή και κατοχή των πνευματικών δικαιωμάτων που παρέχει ο χρήστης στον κάτοχο του διαδικτυακού τόπου. Τα ψιλά γράμματα, στην διαδικτυακή ηλεκτρονική τους εκδοχή, είναι επίσης ηλεκτρονικά συμβόλαια που βρίσκονται (αν βρίσκονται) σε συνδέσεις υψηλού επιπέδου (όχι δηλαδή σε εμφανές σημείο), είναι δε μακρόσυρτα και μακροσκελή κείμενα τα οποία αρχίζουν με γενικότητες, ίσως να οδηγούν και σε άλλες υπο-συνδέσεις, δείχνουν κουραστικές και περιττές, αλλά σε κάποια σημεία ορίζουν τον τρόπο που διαχειρίζεται ή και παραχωρείται η πνευματική ιδιοκτησία των ψηφιακών δεδομένων (φωτογραφίες, κείμενα, ήχοι, βίντεο κλπ).

Προβλήματα που προκύπτουν: (ενδεικτικές αναφορές)
Στα έντυπα συμβόλαια ο υπογράφον μπορεί, αν εν αγνοία του παραβιάσει κάποιον από τους όρους του συμβολαίου, να βρεθεί αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν είχε εξ αρχής υπολογίσει.

Το θύμα των τηλεοπτικών «ψιλών γραμμάτων» ταλαιπωρείται επισκεπτόμενο τα εν σποτακίου διαφημιζόμενα καταστήματα, έχοντας στο μυαλό του άλλους όρους από αυτούς που πραγματικά ισχύουν.

Στη διαδικτυακή τέλος τεχνολογία, ο χρήστης μπορεί να παραχωρήσει πληροφορίες (έγγραφα, κείμενα κλπ) τα οποία να γίνουν αντικείμενο κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης, κάτι που αρχικά δεν είχε υπολογίσει, καθώς και στη χειρότερη περίπτωση προσωπικά στοιχεία-πληροφορίες (ΑΦΜ, ΑΑΤ, Αρ. Πιστωτικών καρτών κλπ).

Ποιοι την πατάνε: Σχεδόν όλοι. Ο x λόγω αγραμματοσύνης, ο ψ λόγω βαρεμάρας, ο z λόγω υπερβολικής σιγουριάς. Το βέβαιο είναι ότι όλοι είναι εν δυνάμει θύματα των ψιλών γραμμάτων και ειδικότερα στα διαδικτυακά ψιλά γράμματα την πατάνε σχεδόν όλοι. Αλήθεια ποιος έχει διαβάσει (facebook, slang.gr, ….) και ακόμη περισσότερο ποιος σκέφτηκε ποτέ μέχρι που μπορεί να πάει η βαλίτσα; Όλοι λίγο πολύ, άλλος λόγω αμορφωσιάς, άλλος λόγω απολύτου εξειδικευμένης μορφώσεως, έχουμε περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης του Αριστοτελικού «όλον», το οποίο όλον βρίσκεται στο διαδίκτυο. Σε όλες τις μορφές του, τις καλύτερες και τις χειρότερες.

Συμβολή του συντάκτη: ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

  1. - Έχει πιτυρίδα το ξέρεις;
    - Έλα μωρέ τώρα, ψιλά γράμματα.

  2. - Καλά ρε, δεν είδες ότι δεν είχες νερό στο ψυγείο;
    - Δεν το έλεγξα. Το πέρασα στα ψιλά.
    - Ε! τότε καλά να πάθεις. Τώρα πλερό...

Απαραίτητο παρελκόμενο (από Stravon, 06/09/09)ψιλα γράμματα μεν... (από BuBis, 07/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική, παλαιά έκφραση, που αναφέρεται σε άτομα τα οποία κάνουν αιματηρή οικονομία.

Στον τοίχο καρφώνουμε συνήθως πράγματα που εκτιμούμε και θέλουμε να θαυμάσουμε: κάδρα, φωτογραφίες, πτυχία, αντικείμενα αξίας.

Ακόμα και η δεκάρα, κάτι που θεωρείται ευτελές και ελαχίστης αξίας (έχοντας παλιότερα και μία τρύπα στη μέση), μπορεί, για κάποιον τσιγκούνη να θεωρηθεί αντικείμενο ιδιαίτερης αξίας, άξιο να αναρτηθεί στον τοίχο του.

- Τι λέει ο θείος σου από το Μόναχο, θα μείνεις εκεί τώρα που ανεβαίνεις Γερμανία;
- Σιγά να μην μείνω, ο τύπος καρφώνει τη δεκάρα στον τοίχο, είναι ικανός να με χρεώσει για τη φιλοξενία!

Δεκάρες για κάρφωμα (από krepsinis, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι σε μεγάλη ποσότητα. Συνήθως το λέμε για το κέρδος.

- Ο Γιάννης είναι μυαλό, έχει γίνει σημαντικό στέλεχος της εταιρείας και βγάζει λεφτά με τη σέσουλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης, ο σπάγκος, ο εξηνταβελόνης. Αυτός που συνήθως έχει χρήματα αλλά τα ξοδεύει με πολύ φειδώ. Η πλήρης έκφραση είναι «έχει καβούρια στις τσέπες», τα οποία όταν βάζει το χέρι να βγάλει και να δώσει κάνα φράγκον τον δαγκώνουν και αναγκάζεται να το τραβήξει και τελικά γλιτώνει τα περιττά έξοδα... Γνωστός στην ιστορία καβουράκιας είναι ο ήρωας των Comix Σκρουτζ Μακ Ντακ και ο ήρωας των γηπέδων και πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού Καπετάνιος-Γιώργος Βαρδινογιάννης.

- Τον μαλάκα τόσες φορές έχουμε πάει για καφέ και ούτε μία φορά δεν έβαλε το χέρι στην τσέπη να πληρώσει. Καλά καβούρια έχει;
- Άσ' τον μωρέ τον τσιγκούναρο, τώρα θα τον μάθεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified