Selected tags

Further tags

Αλήτικη έκφραση που σημαίνει σφαίρα φυτεμένη στο κεφάλι.

Οι οφθαλμικές κόγχες που φιλοξενούν τους οφθαλμικούς βολβούς στον άνθρωπο είναι, ως γνωστό, δύο και οποιαδήποτε νέα οπή στο κρανίο παρομοιάζεται με τρίτο μάτι.

Πολύ κελάηδισμα κάνει μέσα από τη φυλακή, και θα βρεθεί κι αυτός με κάνα τρίτο μάτι.

(από allivegp, 03/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικη σλανγκ για το άτομο το ζόρικο, που δεν κωλώνει.

Η έκφραση προέρχεται από παλιότερες, ευτυχισμένες για οδοντιάτρους εποχές, εφόσον σ΄αυτούς κατέληγαν διάφοροι αντρειωμένοι και καλά φιγουρατζήδες που προσπαθούσαν να σπάσουν το τσόφλι του εν λόγω καρπού με τα δόντια, με τραγικές για την οδοντοστοιχία τους συνέπειες.

Ο χαρακτηρισμός αυτός εξέλιπε μετά την εμφάνιση του καρυοθραύστη, όχι αυτουνού, ούτε του αλλουνού, του Τσαϊκόφσκυ, αλλά αυτού που πάει σετάκι με αυτά.

- Έτσι που λες φίλε, οι Βιετκόνγκ αποδείχτηκαν πολύ σκληρά καρύδια για τους Γιάνκηδες, και το έργο τέλειωσε στην ταράτσα της πρεσβείας στη Σαϊγκόν. Λες να το ξαναδούμε με τίποτα άλλα παλικαράκια κι εδώ;
- Μπα, δε νομίζω. Οι δικοί μας είναι τόσο άχρηστοι που δεν θα 'χουνε φροντίσει ούτε να έχει καύσιμα το ελικόπτερο.

Τα σκληρά καρύδια (από Παπαντώνης, 03/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπρεπίζω την εξωτερική μου εμφάνιση, δηλαδή, αλλάζω στυλ ντυσίματος, κόβω μαλλιά, σκουλαρίκια, τατουάζ, ναρκωτικά, βρίσκω δουλίτσα, κυριλάτη γκόμενα κλπ, με απώτερο σκοπό τον συμβιβασμό μου με τις επιβολές των εκάστοτε κοινωνικών προτύπων και την ένταξή μου στην κοινωνία.

Μια πολύ συνηθισμένη, αλλά και υποτιμητική έκφραση (μπαμπαδισμός) που χρησιμοποιείται, συνήθως, από μεγαλύτερους σε ηλικία εκπροσώπους της μικροαστικής μιζέριας και λοιπούς δεξιόφρονες με τη μορφή παρότρυνσης. Αρκετά συχνά, συνοδεύεται από προστακτική, με αποτέλεσμα να προκαλεί τον εκνευρισμό και τις αντιδράσεις του συνομιλητή.

Εδώ σημειώνεται ότι ο όρος αφορά μόνο και μόνο την εξωτερική εμφάνιση, αγνοώντας εντελώς οτιδήποτε άλλο πέρα από αυτό, αφού, κατά τα μικροαστικά πρότυπα, αυτή έχει σημασία, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι «η πρώτη εντύπωση μετράει». Συνεπώς, μπορεί κάποιος να παραμείνει ρεμάλι και αφότου γίνει άνθρωπος.

Αυτή η έκφραση θα μπορούσε κάλλιστα να ενταχθεί στον κατάλογο με τις ατάκες ελληνικής μικροαστικής μιζέριας.

  1. Από τα 26 μαθήματα κατέβηκα στα 19 (και ελπίζω να πάω στα 17) και μένει ακόμα πρακτική και πτυχιακή... έχω μέλλον ακόμα! :cry:
    Αλλά τουλάχιστον στρώθηκα στο διάβασμα και γίνομαι άνθρωπος! (από εδώ)

  2. Σαν βγεις στον πηγαιμό για να γίνεις άνθρωπος σωστός, ένας από τους «αυτούς» δηλαδή, βαρετός και ανά πάσα στιγμή προβλέψιμος, θα περάσεις αναγκαστικά από τα τρία διαδοχικά στάδια της κοινωνικής χρυσαλίδας: πρώτα μαθητής - πιεσμένος, καταπιεσμένος, πεπεισμένος πως όλα θα πάνε καλά, αγχωμένος για μαλακίες και με μόνο ορίζοντα την επιτυχία σου στον εφιάλτη των πανελληνίων (από εδώ)

  3. Τότε του είπα ότι εγώ μπορώ να γίνω σαν εσένα, αλλά εσύ δεν μπορείς να γίνεις σαν εμένα. Με κοίταξε περιφρονητικά: «Δεν μπορείς να γίνεις άνθρωπος» του είπα (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφέρεται με αναφορά σε πράξεις που πρέπει να γίνουν ή και σε αντικείμενα που δεν θέλουμε να κατονομάσουμε (π.χ. επειδή δεν υπάρχει μονολεκτικός όρος).

- Πήρα τηλ. τη Φρόσω και της είπα τα δέοντα.
- Τι δηλαδή;
- Ε, να ότι γουστάρω και τα τοιαύτα.

- Συγγνώμη, μήπως μπορείτε να ανάψετε τα δέοντα;
- Εννοείτε τις σόμπες;
- Ναι ρε φίλε είμεθα καπνιστές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαναγκάζω κάποιον υφιστάμενό μου.

- Έβαλε χέρι η τρόικα στο υπουργείο οικονομικών και μείωσε τις δόσεις εξόφλησης από 100 σε 24.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι τα οικονομικά μας δεν πάνε καθόλου καλά.

Σλανγκ σύνθημα της παιδικής, προσχολικής ακόμη ηλικίας, που όμως παραμένει κοινός παρονομαστής και στην ενήλικη ζωή, ως τα βαθιά γεράματα και που έχει γίνει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες που διανύουμε.

- Ήρθε η καινούρια ΔΕΗ με το χαράτσι φτού κι΄απ' την αρχή...
- Ακόμη δεν πληρώσαμε το προηγούμενο! Το ταμείον είναι μείον.

Στην αρχή (από Khan, 02/02/12)Παλιός καλός Μηλιώκας! Κάπου στην αρχή. (από Khan, 02/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική συνθηματική φράση που χαρακτηρίζει τους οργανωμένους κάφρους των ελληνικών πετάλων. Προσκολλάται σε όσους έχουν κάνει χρήση τσιό ή και άλλων ναρκωτικών ουσιών πριν ή και κατά τη διάρκεια των αγώνων της αγαπημένης τους ομάδας.

- Πωωωώ ρε φίλεεε...Τσέκαρε τον Άκη πώς φωνάζει. Είναι πάλι έτοιμος να σπάσει από την ζουζού. στάνταρ έχει πιει τα δικά του..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

... ή όπου γης και πατρίς.

  1. Η κλασική αυτή φράση, όταν επέχει θέση κατηγορουμένου, χρησιμοποιείται για να δηλώσει οπορτουνισμό και / ή τυχοδιωκτισμό. ανάλογα με το άτομο, τον χρόνο και την περίσταση.
    Τουτέστιν, όταν κάποιος είναι όπου γης και πατρίς, δεν έχει σταθερές απόψεις και πεποιθήσεις, πέραν ίσως του εγώ και η πάρτη μου, αλλά συμπορεύεται με το κυρίαρχο ρεύμα, την τρέχουσα μόδα και αντίληψη, κι απλά εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις προς ίδιον όφελος. Αν έτσι επιτάσσει η ανάγκη, την μία μέρα Αναΐς, την άλλη Παναής κι άμα αλλάξει το κλίμα πάνω απ' όλα η σωτηρία της πατρίδος ή η πάλη για τον σοσιαλισμό.
    Εναλλακτικά, ο όπου γης και πατρίς ενδέχεται να είναι ένας άνθρωπος του πλήθους με την κατά Πόε έννοια, που απλά αισθάνεται ότι πρέπει οπωσδήποτε να ανήκει κάπου, να μην είναι ξεκρέμαστος γιατί ο κόσμος είναι κακός και ψιθυρίζει, αλλά που κουράγιο και χρόνος τώρα να κάνει κάτι μόνος του, δύσκολα τα πράγματα και τι να κάνεις, οπότε πας με τα νερά της γκόμενας / του γκόμενου / της παρέας / του συνδέσμου κι έχεις το κεφάλι σου ήσυχο...

  2. Η ίδια φράση, με την ίδια γραμματική χρήση, χρησιμοποιείται επίσης προκειμένου να δηλώσει ότι κάποιος / κάποια είναι άστατη στις προσωπικές της σχέσεις. Η χρήση αυτή, ωστόσο, αφορά περισσότερο ελεύθερους, -ες, παρά ξενοπηδίκουλες. Συνώνυμο: Όπου φυσάει ο άνεμος.

  1. Οι απόψεις του ΛΑ.Ο.Σ είναι «όπου γης και πατρίς».Δηλαδή όπου υπάρχουν ψήφοι. (Από εδώ)

  2. Κι εγώ δεν χωνεύω ούτε χώνεψα κανέναν από την αρχή γκαστρούλα μου, γιατί εκεί είναι όλοι 45-50άρηδες που βαριόυνται την ζωή τους και πήγαμε 2 κοπέλες οπου η μία(η κοντή που λέω...σόρυ, αλλά το παιζει τόσο και είναι σαν ξόανο...και λίγα την λέω) είναι όπου γης και πατρις(και της ψάχνουν γαμπρό(μη χσ!!!) και από την άλλη εγώ, σχεδόν νιόπαντρη, πιο σοβαρή, πιο bitch(κατα την γνωμη τους...που ματαξαναλέω χέστηκ@) και μετά από 4 χρόνια κάνω και τον μπέμπη μου...εμ είχα μια πρόοδο στην ζωή μου ΧΙ και τους πείραξε.... (από εκεί)

  3. «Είμαι όπου γης και πατρίς. Ανάλογα με τη σύνθεση της παρέας προσαρμόζομαι, αλλά αποφεύγω τα ντάπα- ντούπα, τα έχω βαρεθεί πια», δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του. (Από επαέ)

  4. Τα παράνομα ραντεβού κλείνονταν σε γνωστό ξενοδοχείο. Πρέπει να τονίσουμε ότι αυτό το «παράνομα» δεν ισχύει στην κυριολεξία. Ουδείς από τους δυο ήταν παντρεμένος. Εκείνη είχε βέβαια κάποια σχέση, αλλά δεν ήταν δεσμευμένη και έτσι αμαρτίαν σοβαρή ουκ είχε. Εκείνος από την άλλη ήταν όπου γης και πατρίς. Αλλαζε, δηλαδή, τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα. (Από πιο' κει)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισοσοβαρή-μισοαστεία κατάρα από Αιτωλοακαρνανία μεριά.
Το παλιούρι είναι ένας γεμάτος αγκάθια θάμνος, εναντίον του οποίου δεν συνιστάται η κατά μέτωπον επίθεση, κοινώς γιούργια. Προφάνουσλυ, ένας αγκαθωτός διάολος που κόβει βόλτες στα σωθικά του αποδέκτη της κατάρας δεν είναι και ό,τι καλύτερο...

Πηγή : Ο φάδερ.

Μωρέ φαταούλα, μισό μπακλαβά είχα φυλάξει να γλυκάνω το δόντι μου, και μόλις γύρισα την πλάτη μου τον σαβούρωσες; Μπα που να 'μπει ο διάολος μέσα σου και να 'ναι φορτωμένος παλιούρια, κερατά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντερβεσίδικη παραλλαγή της γνωστής φράσης έγινε της πουτάνας. Χρησιμοποιείται κυρίως από κουτσαβάκηδες των Βορείων Προαστίων Αττικής. Συσχετίζεται συνήθως με υψηλή κατανάλωση αλκοόλ και μετέπειτα ανάρμοστη συμπεριφορά.

- Τι λέει ρε τζόννυ; Πήγατε τελικά για ξεφτιλίκια με τον νιάρη; - Ε ναι ρε μαλά! Παίχτηκε κωλίλα. Τα τσούξαμε, της - τέιν έγινε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified