Selected tags

Further tags

Ο χαρακτηρισμός που έγκειται στο να παρουσιάσουμε την έντονη τριχοφυΐα (συνήθως γυναικών) στην γεννητική τους περιοχή!

  1. Πήγα να την γλείψω κι έφαγα την τρίχα της αρκούδας, δάσος η γκόμενα!

  2. - Το 'χει ξυρισμένο ρε μαλάκα;
    - Τι ξυρισμένο ρε; η γκόμενα μιλάμε είχε δάσος, χρειάστηκα πυξίδα για να βρω τρύπα!

(από Galadriel, 23/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).

Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρισάθλιος, κυρίως εμφανισιακά αλλά και «εσωτερικά». Ο μιζερομίζερος, ο καχεκτικός, ο «κακομοίρης». Συνήθως είναι και ξινίχλας. Ανήκει στην κατηγορία μύγας, αλλά νομίζει ότι έχει πιάσει τη ζωή απ' τ 'αρχίδια και συμπεριφέρεται αναλόγως: κάνει πουστίτσες, έχει πάντα την «καλή» κουβέντα στο στόμα του, κάνει κατήχηση σε όλους προσπαθώντας να επιβάλλει τις απόψεις του, γενικά σπάει καυλί και συμπεριφέρεται σαν κυρα-περμαθούλα. Μπορεί όμως και να είναι πολύ μαζεμένος και ντροπαλός, όχι όμως από τους μαζεμένους και ντροπαλούς που μας είναι συμπαθείς, αλλά απ' αυτούς με το ύπουλο μάτι.

Άπλυτος, αξύριστος, άλουστος, ακούρευτος, λιγδιασμένος, με ικανή δόση πιτυρίδας. Παλιό μοντέλο άντρα, δε λέω, τώρα πια δεν το βλέπεις συχνά. Ευτυχώς.

Έτσι όπως το φαντάζομαι, η λέξη προέρχεται από ένα περίεργο κράμα των λιμός (πείνα, άρα λιμασμένος -μεταφορικά- ή απλώς αδύνατος) και φτερό (τόσο ανεπαίσθητη είναι η παρουσία του, αλλά με την κακή έννοια). Το -ξί- μπήκε για λόγους ευφωνίας ή συλλαβικού ρυθμού.

Δεν απαντάται στο θηλυκό, αλλά αν θέλουμε να το πούμε για γυναίκα χρησιμοποιούμε το ουδέτερο και γίνεται ακόμα πιο υποτιμητικό. Αφορά γυναίκες οι οποίες είναι επίσης ατημέλητες, καχεκτικές, βρώμικες, ελεεινές και εξαιρετικά μικροκαμωμένες.

  1. Βρε κορίτσι μου, τί δουλειά έχεις εσύ με αυτόν τον κατακαημένο, άντε τράβα να βρεις κανα γκόμενο να σου ταιριάζει αντί να υποτιμάς τον εαυτό σου έτσι μια ζωή με όλους τους λιμοξίφτερους...

  2. Καλά, χθες φρίκαρα, ήρθε στο μπαρ η Ελένη, αυτό το σίχαμα, το λιμοξίφτερο, και μου την έπεσε άσχημα, δεν ήξερα από πού να φύγω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στόρι για τη συγκεκριμένη ατάκα βασίζεται στο ζευγάρι Θάνου και Παγώνας Παγιαυλή, που ζούσε στην παλιά περιοχή της Αγίας Παρασκευής, περιοχής που βρισκόταν παλιά κοντά στο Θησείο. Το ανδρόγυνο δημιουργούσε την εικόνα ενός πολύ αρμονικού ζευγαριού, ζευγαριού που αποτελούσε πρότυπο προς μίμηση. Όλοι ήθελαν να τους μοιάσουν.

Μόνο που κάποια στιγμή το μουσαντό φάνηκε και έτσι ο μύθος κατέρρευσε. Ήταν πολύ καλό αυτό που φαινόταν ότι συνέβαινε, για να ήταν αληθινό. Η αλήθεια ήταν πως, ενώ η κοπέλα ξυλοφορτωνόταν κάθε βράδυ, το πρωί το ζευγάρι κυκλοφορούσε μέσα στις γλύκες και τα σορόπια για να ξεγελάει τον κόσμο.

Η έννοια του συγκεκριμένου όρου, αναφέρεται σε ένα ζευγάρι που υποκρίνεται πως είναι δεμένο και αγαπημένο, εξαιτίας κάποιου κοινού συμφέροντος (οικονομικοί λόγοι, κοινωνική καταξίωση, κλπ). To ζευγάρι προσπαθεί να περάσει την εικόνα μιας υποτιθέμενης αρμονικής σχέσης.

Ορισμένες σχετικές περιπτώσεις αναφέρονται ακολούθως:

α) Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να μιλήσουμε για ανδρόγυνο που έχει δικιά του επικερδή επιχείρηση και τα 'χει σπάσει ανεπανόρθωτα σε σημείο που τόσο ο άνδρας, όσο και η γυναίκα σκέφτονται τις δυσμενείς συνέπειες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν αν δημοσιοποιηθεί η κατρακύλα της σχέσης τους.

β) Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε, για ζεύγος διάσημων από διαφορετικούς χώρους που για λόγο εκμετάλλευσης των δημοσίων σχέσεων που ανοίγονται από μια τέτοια ένωση, το παίζουν πως έχουν σχέση χωρίς όμως να παίζει τίποτα.

γ) Θα μπορούσαμε ακόμα να μιλήσουμε για υποτιθέμενο ζευγάρι ντιγκιντάγκα - ετεροφυλόφιλης από τον καλλιτεχνικό χώρο, με στόχο τη δημιουργία συνεργασιών (βλ παράδειγμα 1). Αποτελεσματικός αρωγός σε αυτό, το αναμενόμενο κους κους.

Ωστόσο, ο όρος θα μπορούσε να αναφέρεται και σε ένα πραγματικά αρμονικό ζεύγος, όπου κάποιοι άλλοι για δικούς τους λόγους, είτε τους ζηλεύουν, είτε θέλουν να τους διαβάλουν.

Ακόμα ό όρος θα μπορούσε να αναφερθεί από τύπους που τους ξενίζει η εικόνα ενός πραγματικά αρμονικού ζεύγους που ζει στον ρομαντικό κόσμο του. Έτσι ως συνωμοσιολόγοι σκαρώνουν σενάρια.

Θα μπορούσαμε ακόμα να μιλάμε και για ζεύγος, που χωρίς να υποκρίνεται, ζει μέσα στα μέλια και στα σορόπια σχεδόν αποκομμένο μέσα στον κόσμο του.

Σημείωση:

1) Το ζεύγος αυτό δεν είναι απαραίτητο να είναι ανδρόγυνο. Μπορεί να αναφερόμαστε σε άνδρες (βλ. παράδειγμα 2), ή σε γυναίκες.

2) Η δεύτερη λέξη του όρου, εκτός από ζευγαράκι, μπορεί να αναφερθεί, είτε ως ζεύγος, είτε ως ζευγάρι, είτε ως αντρόγυνο (εδώ εξαιρείται φυσικά η περίπτωση ατόμων του ιδίου φύλου).

  1. ...για την Τζούλια Αλεξανδράτου, που μαζί με τον Ψινάκη αποτελούν πλέον το ζευγαράκι της αγίας Παρασκευής.
    http://www.enet.gr/online/online_text/c=112,dt=11.02.2007,id=94775612,7361020

Υποτιθέμενοι λόγοι: Βραδινό σόου, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του “K-P” ετοιμάζουν η Τζούλια Αλεξανδράτου, με τον Ηλία Ψινάκη και τον Ηλία Πανταζόπουλο για λογαριασμό του ALPHA. Όπως λέει και το γνωστό άσμα «στόχος είναι τα λεφτά».
http://www.kolonaki-press.com/psinakis-pantazopoulos-aleksandratou-gia-ekpompi.html

  1. Χώρισε (οικονομικά) το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής (Θέμος-Μάκης) και όλοι ασχολούνται με αυτούς!! http://www.moto.gr/forums/showthread.php;s=bcd33dc8c8997b9dcb14efd768cce956&postid=1034749

  2. ...το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής δεν χωνεύεται με τίποτα. Ο τύπος που μοιάζει στον Ρηβ δεν κάνει ούτε για κομπάρσος σε μεταμεσονύκτια ταινία του Alter, ενώ ως Λοις Λεϊν η Τερι Χατσερ ήταν τετρακόσιες φορές καλύτερη. (Για το Superman returns)
    http://blogs.athensvoice.gr/filmsathome/

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. (πληθ.) Τα πολύ μικρά γράμματα μιας γραμματοσειράς ή ενός γραφικού χαρακτήρα.

  2. Ο υπερβολικά τακτικός και οργανωτικός άνθρωπος. Στην περίπτωση αυτή το ουσιαστικό γίνεται επίθετο: «ψείρας» (αρσ. και για τα δύο φύλα)

  3. Το πολύ μικρού μεγέθους μικρόφωνο που τοποθετείται μέσα από το ρούχο ενός συνεντευξιαζόμενου και πιάνεται στον γιακά, ώστε να μην φαίνεται αλλά αυτός να ακούγεται καλά.

  4. (πληθ.) Τα ψιλά χριστουγεννιάτικα λαμπάκια, πολλά μαζί (συνήθως καμιά 60αριά) ώστε να σχηματίζουν γιρλάντα.

  1. - Ποιον έχουν καλεσμένο στο πάνελ σήμερα;
    - Δεν τον ξέρω.
    - Δεν έγραφε;
    - Και πού θες να διαβάσω εγώ αυτές τις ψείρες χωρίς γυαλιά;

  2. Ωραίος γκόμενος ο Αποστόλης αλλά πολύ ψείρας βρε παιδάκι μου, όλα πρέπει να είναι στην εντέλεια για να μπορέσει να λειτουργήσει. Και άμα του το λες, απαντά «α, όλα κι όλα, είμαι τελειομανής, το ξέρετε». Ένας υποχόνδριος μαλάκας και μισός είναι.

  3. Χθες στα γυρίσματα έγινε μια κόμπλα άλλο πράμα. Πέθανα στα γέλια. Η κυρία Τομπαίζογλου φορούσε φουστάνι και για να περάσει την ψείρα έπρεπε να την βάλει από κάτω. Της είπε ο Τάκης να το κάνει μόνη της καλύτερα κι αυτή απάντησε «Όχι μωρό μου, βάλτο μου εσύ».

  4. Πάλι αγόρασες ψείρες γαμώ την οικονομική μου κρίση μέσα; Κάθε Χριστούγεννα αυτό το βιολί θα έχουμε;

βλ. και τον ορισμό του χρήστη perkins για συμπλήρωμα στο 4 του παρόντος ορισμού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή αναφέρεται για άνθρωπο που είτε είναι λυκόπουλο, είτε νεότερος, είναι καταβεβλημένος και είναι έτοιμος για τις ουράνιες πολιτείες. Η φράση αυτή αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιος έχει προσβληθεί από βαριάς φύσης ασθένεια (π.χ: καρκίνος), ώστε παρά το μεγάλο βαθμό απόσυρσής του, εκτιμάται πως σύντομα θα γίνει μόνιμη απόσυρσή του από την κυκλοφορία και συγκεκριμένα όταν το χρώμα του αποκτήσει μια συγκεκριμένη απόχρωση του εκρού).

Η φράση αυτή θα μπορούσε να αναφέρεται επίσης για άτομο που υποφέρει από χρόνια ανίατη ασθένεια και δεν μπορεί να κυκλοφορεί (π.χ: είναι κλεισμένος σε ψυχοθεραπευτικό ίδρυμα, είναι καθηλωμένος σε αναπηρική πολυθρόνα εξαιτίας ατυχήματος, κλπ).

Αυτή η φράση προέρχεται από τον παραλληλισμό του ανθρώπου που αντιμετωπίζει τις αναφερόμενες καταστάσεις (και έχει περιορίσει την κυκλοφορία του, ή πρόκειται να αποσυρθεί εντελώς από τη ζωή), με το αυτοκίνητο που του αφαιρούνται οι πινακίδες επειδή δεν μπορεί πλέον να κυκλοφορήσει (π.χ: τρακαρισμένο αυτοκίνητο σε βαθμό που να είναι ασύμφορη η επισκευή του, αρκετά παλιό, ή αρκετά εγκαταλειμμένο.)

- Τι κάνει ο Κώστας μετά από εκείνο το αυτοκινητιστικό ατύχημα; Θυμάμαι που μίλαγαν οι γιατροί για κάποια μυοσκελετικά προβλήματα. - Εκεί είσαι ακόμα;
- Δηλαδή;
- Έχει πάθει ανεπανόρθωτη ζημιά. Μάλλον δεν θα ξαναπερπατήσει ποτέ. Είναι μόνιμα καθηλωμένος σε αναπηρική πολυθρόνα. Έχει πάρει και αναπηρική σύνταξη. Άσ' τα... άσ' τα... Του πήραν τις πινακίδες. Δράμα η κατάστασή του φίλε... δράμα.

Βλ. και σχετικό λήμμα παραδίδω πινακίδες, καθώς και ετοιμάζει βαλίτσες για πάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο των ορισμών τζιτζί τζετ τζετάουα κλπ
που σημαίνει σαφώς τέλειο, υπέροχο, αστεράτο!

- Έβαλε ο Μάκης κάτι ζάντες στο εργαλείο, έγινε τζιτζελόνι μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αντρικό μόριο ενός αξιοσημείωτου πάχους, η διείσδυση του οποίου στον γυναικείο κόλπο είναι από επίπονη έως οδυνηρή. Ο κάτοχος τέτοιου οργάνου, μπορεί μεν να καμαρώνει ως γύφτικο σκεπάρνι, από την άλλη, όμως, θα δοκιμάσει το πρωκτικό δύο, το πολύ τρεις, φορές στη ζωή του, λόγω του φόβου που προκαλεί το όργανό του.

(Από την πρόσφατη ταινία «Η Τίμια Γυναίκα του Γιατρού»)
Τρελαίνομαι μωρό μου, τρελαίνομαι... Θέλω να σε γαμήσει για να σου δώσει το μουνί στο χέρι με το μουνοτρύπανό του...

Δες και: πέος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καρδάρα σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι ένα μεγάλο ξύλινο ή μεταλλικό κυλινδρικό δοχείο με δύο λαβές, ή με μία ημικυκλική, που χρησιμοποιείται στο άρμεγμα για την αποθήκευση του γάλατος.

Λέξη κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό, είναι η λέξη μεγάλο. Έτσι η σύνθετη λέξη καρδαροκεφαλή, που προέρχεται εκ των λέξεων καρδάρα και κεφαλή, υποδηλώνει το μεγάλο κεφάλι κάποιου.

Σημείωση: 1. Η λέξη χρησιμοποιείται με στόχο την επίτευξη μεγαλύτερης εκφραστικότητας.
2. Αν ο κεφάλας τυγχάνει να κάνει κάποια απερίσκεπτη κίνηση, η εκφορά του όρου, δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην κουταμάρα που έκανε (βλ.παράδειγμα 2).

  1. - Πω ρε πούστη, τι κεφάλι έχει αυτός; Τεράστιο, ε;
    - Πραγματική καρδαροκεφαλή!

  2. Κάποιος κεφάλας προσπαθώντας να ανέβει σε μια σκάλα για να ανεβάσει κάποια πράγματα στο πατάρι, δεν παίρνει τα κατάλληλα μέτρα, παραπατάει και πέφτει. Αργότερα η γυναίκα του, συλλογιζόμενη τη μαλακία του και τις συνέπειες της, που ήδη κι αυτή επωμίζεται, του λέει:
    - Απρόσεχτος μια ζωή... Αλλά τι περιμένεις; Καρδαροκεφαλή... μεγάλη και άδεια.

  3. (Απο forum)
    Kαλά εγώ δεν είμαι η Αμελί εκτός αν της βάλεις μούσια και γιαννιώτικη καρδαροκεφαλή.
    http://potepote.blogspot.com/2008/02/le-fabuleux-destin-damelie-poulain.html

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified