Selected tags

Further tags

Ο ψαλιδόκωλος, δηλαδή αυτός που φοράει φράκο με διχαλωτή ουρά, που θυμίζει ουρά χελιδονιού. Όταν οι πρώτοι τοιούτοι άρχισαν να φορούν τέτοια πράματα στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, θεωρήθηκαν κουτόφραγκοι και φλώροι από τους φουστανελάδες μας, με αποτέλεσμα την λοιδωρία τους με παρόμοιες εκφράσεις.

Πάσα: Νίκος Σαραντάκος, βλ. εδώ.

Μερικά χελιδόνια δεν έφτασαν για να φέρουν την άνοιξη στην πολύπαθη Ελλάδα μέχρι σήμερα...

Scissorhands couldn\'t tell his arse from his elbow... (από HODJAS, 08/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το σοβάτισμα εκδηλώνεται με δυο θεμελιώδεις τρόπους:

Ασίστ: johnblack, Τζούλια Αλεξανδράτου.

- Μακιγιάζ ελαφρύ. Σοβάτισμα μόνο για τις πλισεδιασμένες. Για τα αγοράκια ούτε λόγος (εκτός κι αν παίζουν στην τηλεόραση). (εδώ)

- Ο κατασκευαστικός κλάδος έδειξε χθες τα πρώτα σοβαρά σημάδια ανάκαμψης. Η μισή Ελλάδα το έριξε στο ...σοβάτισμα!
(Με αφορμή την κυκλοφορία τσόντας με την Τζούλια Αλεξανδράτου, εκεί).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκανδιναβικής προελεύσεως ξανθός, τερατώδης, φοβιστικός, άρειος νεανίας ανω των 150 kgr, ύψους 2m και άνω, με μύες Σβαρτσενέγκερ και IQ 0,3 και κάτω!!!

  1. Την έπεσα σε μια σουηδέζα, αλλά είχε μαζί και ένα ούργκεν που με κυνηγούσε να με πλακώσει!!

  2. Πάω γυμναστήριο για να γίνω ούργκεν!!

  3. Φάε ενα ούργκεν!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αφορά στον πολιτικό προσανατολισμό τινός, αλλά στην εκ γενετής προδιάθεση των γεννητικών του οργάνων του να τείνουν προς τα αριστερά ή δεξιά του παντελονιού.

Πρόκειται για κλασική ερώτηση που κάποτε έθεταν στους πελάτες τους οι τελούντες πλέον υπό εξαφάνιση ράφτες.

- Από τα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι Φραγκοράφτες που έραβαν τις «ευρωπαϊκές» ενδυμασίες. Οι Φραγκοράφτες αντικατέστησαν σιγά-σιγά τους αμπατζάδες και από τις αρχές του 20ου αιώνα κυριάρχησαν εντελώς στην παραγωγή των ενδυμάτων. Φραγκοφορέθηκα, έλεγαν στην Μικρά Ασία, ντύθηκα Ευρωπαϊκά. Φραγκιά έλεγαν την Γαλλία και γενικά την δυτική Ευρώπη. Ο φραγκοράφτης έφτιαχνε ανδρικές φορεσιές. Έπαιρνε με τη μεζούρα τα μέτρα του πελάτη. Μετρούσε: στήθος, πλάτη, μάκρος, μανίκια, καβάλο. Ρώταγε «είσαι δεξιός ή αριστερός;» Έβαζε σημάδια πάνω στο ύφασμα και το έκοβε...
(εδώ)

- Δεν ξέρω αν είμαι αριστερός ή δεξιός. Νομίζω πως δεν χωράω πουθενά, αλλά καλού-κακού θα ρωτήσω το ράφτη μου.
(εκεί)

- Πιστεύω ότι «δεξιά κι αριστερά» υπάρχει σήμερα μόνο στα…ανδρικά παντελόνια..που γίνονται με παραγγελία στο ράφτη. Κι αν λάβουμε υπόψιν ότι στην πλειοψηφία οι άνδρες αγοράζουν έτοιμα τα παντελόνια τους αντιλαμβάνεστε το αποτέλεσμα…
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σιδερώστρα, η Αλίκη και όλα τα «αλικοειδή».

ασίστ: Jesus

από σχόλιο εδώ:

Μακράν η πλέον επαναστατική πράξη σε επίπεδο αισθητικής, μετά το κατέβασμα της προτομής της Αλίκης κάτι χρόνια πίσω από τα παιδιά της σχολής καλών τεχνών και την ανάρτηση στη θέση της τραβεστοειδούς κεφάλας της ανεκδιήγητης μακαρίτισσας, μιας σιδερώστρας.
Αδελφέ μου να αγιάσει το χεράκι σου!

(από alamo, 28/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Προφέρεται: Μπαλντήρ-γ-ια όπως καινούρ-γ-ια –όχι όπως πλυντήρια).

Τουρκομερίτικη έκφραση ορισμένων περιοχών της Β. Ελλάδας, που σημαίνει (επιτιμητικά) τα γυμνά-εκτεθειμένα μέρη του σώματος ή την γύμνια εν γένει.

Προέρχεται από την τούρκικη λέξη baldir = μοσχαράκι και συνεκδοχικώς ποδαράκι μοσχαριού.

Κατ’ επέκταση το σύνθετο baldırı çıplak σημαίνει γύμνια (όπως αγγλ. stark / bollocks naked = τσιτσίδι) και σήμερα πήρε τη σημασία των ακαλύπτων μελών του σώματος ιδίως της γυναίκας.

Αντίστοιχα στην Ελλάδα, τα (unisex) γυμνά μέρη του σώματος λέμε «κρέατα» και η πλήρης γύμνια λέγεται τσιτσίδι (είτε εκ του ιταλ. cicci = βυζιά/μαστοί είτε εκ του τουρκ. çırılçıplak = θεόγυμνος είτε εκ του παιδικού τσιτσί = κρέας), ενώ ειδικώτερα για τα γεννητικά όργανα, σώζονται στη νεοελληνική λογοτεχνία τα ντροπαλά: «Άσχημα κρέατα», η «φύση», το «γένος», το «φύλο» κλπ.

Την έκφραση χρησιμοποιεί ατόφια ο Νίκος Κοεμτζής στο βιβλίο του «Το Μακρύ Ζεϊμπέκικο».

  1. Ρίξε κανα χράμι, κανα πεσκίρι πάνω σου και μάσ’ τα μπαλντήρια σου, μη μας γελάει ο μαχαλάς.

  2. -Τι έτσι θα μού ’ρθεις έξω;
    -Γιατί, τι έχω;
    -Που τά ’χεις βγάλει όλα όξω, αυτό λέω!
    -Ααα! Το σχέδιο; Είναι της μόδας, έτσι τα φοράνε τώρα…
    -Άμε παιδάκι μου ντύσου λέω, κι εσύ μην πουντιάσεις κι εγώ να μην τσακώνομαι με τους αρκουδόμαγκες για τα μπαλντήρια σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, ειναι μια ευφάνταστη καρναβαλική αμφίεση (δες φωτό) που σκέφτηκε κάποιο τσικλίκι και κατάφερε πολυ πετυχημένα να συνδυάσει τον Νίκο Γκάλη με τον 'Αλις Κούπερ.

Μεταφορικά, γκάλης κούπερ μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος απο αυτούς τους σαρανταπεντάρηδες που εξακολουθούν να παίζουν ακόμα μπάσκετ και να πιάνουν για ώρες το γηπεδάκι της γειτονιάς κάνοντας ολντ φάσιον φιγούρες εμπνευσμενες απο τον Γκάλη (σπάσιμο όχι στον αέρα αλλα στο έδαφος), κηρύττοντας το ήθος στους νέους συμπαίκτες (μη βρίζετε παιδιά μου, εμείς είχαμε ήθος στα νιάτα μας), και έχοντας στυλιστικό ντρες κόουντ εμπνευσμένο από τα '80ς (παπούτσια στράικ, σταράκια, κορδέλες στα μαλλιά, μάλλινες φανέλες του Μίλωνα ή του Σπόρτινγκ για να ψαρώνουν οι νιούφηδες)

Πας όλο αγωνία στο γηπεδάκι για μπάσκετ και πάλι το γήπεδο είναι πιασμένο απο ΑΥΤΟΥΣ.

- Ψηλέ, πα' να φύγουμε.
- Κάτσε ρε να τους δούμε, έχουν χαβαλέ.
- Ωχ τι κάνει, ρε μαλάκα, αυτός με τα στράικ, σπάσιμο στο έδαφος;
- Θεός ρε, γκάλης κούπερ...

(από kapetank, 24/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που παρομοιάζει την επίδοση ενός αυτοκινήτου στο να διατηρεί την μη ευθεία τροχιά του παρά την επίδραση της φυγοκέντρου, με αυτήν ενός μέσου σταθερής τροχιάς και δη τρένου.

Το να μπεις / βγεις / στρίψεις τρένο, προϋποθέτει δύο βασικές παραμέτρους, την ελαχιστοποίηση της πλαγιολίσθησης και τη βελτιστοποίηση του χρόνου εισόδου-εξόδου. Για την ακρίβεια χρειάζεται η ανεπαίσθητη πλαγιολίσθηση κυρίως κατά την έξοδο, ούτως ώστε ο πίσω άξονας -εάν είναι (και αυτός) κινητήριος- να γλιστρήσει ακριβώς κάθετα πάνω στην εφαπτομένη του διαγραφόμενου τόξου και να σπρώξει το αυτοκίνητο χωρίς χαμένες μη εφαπτομενικές συνιστώσες. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πραγματικό τρένο έχει 2 κατευθυντήριους άξονες ανά βαγόνι (bogies) και έτσι έχει όλους τους τροχούς πάνω στην εφαπτομένη του τόξου (δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς, θα εκτροχιαστεί) και από αυτήν την αρχή εμπνεύστηκαν οι κατασκευαστές να βελτιώσουν πολλά επίδοξα τρένα των δρόμων βάζοντας τετραδιεύθυνση (Peugeot 405 Mi16, Nissan Skyline R34, Renault Laguna III).

Αναγνωριστικά στοιχεία του τέλειας διαγραφής στροφής, στην οποία και το λήμμα αναφέρεται, είναι η μη αντιληπτή δια γυμνού οφθαλμού πλαγιολίσθηση και το χαρακτηριστικό σφύριγμα των ελαστικών, που οφείλεται στις μικροποσότητες συμπιεσμένου και θερμασμένου αέρα που πασχίζει να βγει από την διεπιφάνεια ελαστικού-οδοστρώματος, του οποίου η έναρξη σηματοδοτεί και την επίτευξη σωστής θερμοκρασίας των ελαστικών.

Απαραίτητο στοιχείο για να μπορεί ένα αυτοκίνητο να μπει τρένο, είναι να είναι στημένο.

Το στήσιμο, εκ του αγγλικού set-up, σημαίνει, την επίτευξη του μάξιμουμ της πρόσφυσης αφενός απευθείας από τα ελαστικά (πλάτος πέλματος, γόμμα) και αφεδύο, μέσω της ανάρτησης, από την σωστή φόρτισής των.

Στα αγωνιστικά μονοθέσια, αλλά και στα hypercar (McLaren F1, Ferrari F50, Enzo, Koenigsegg κ.α.), το κέντρο βάρους είναι κάτω από το επίπεδο που ορίζουν τα ανώτερα σημεία έδρασης των αναρτήσεων, οπότε η εφαρμοζόμενη σε αυτό συνισταμένη φυγόκεντρου και βάρους προκαλεί ελάχιστη ροπή κατά τον διαμήκη άξονα του πατώματος (το πλαίσιο δηλαδή δεν γέρνει προς το εξωτερικό της στροφής). Γι' αυτό και χρησιμοποιούνται οριζόντιες αναρτήσεις που επιτρέπουν μικρές κατακόρυφες διαδρομές, και σε αγωνιστικές συνθήκες και ελαστικά-μπαλόνια (όπως στην F1), των οποίων το πλευρικό μέρος παραμορφώνεται υπό την επίδραση της φυγόκεντρου, όμως διατηρεί την πρόσφυση.

Στα αυτοκίνητα παραγωγής, το κέντρο βάρους είναι ψηλά, και το αυτοκίνητο στη στροφή γονατίζει. Το στήσιμο του λοιπόν επικεντρώνεται στο πόσο θα μπορέσει να μην υπερφορτιστεί η εξωτερική δυάδα τροχών και ολισθήσει και πως δεν θα αποφορτιστεί η εσωτερική (σήκωμα τροχού). Για να επιτευχθούν όλα αυτά, το αμάξι πρέπει να ενισχυθεί σε θέματα ακαμψίας με θολόμπαρες, ψαλιδόμπαρες, κέητζ και ρέστα, να γίνει δηλαδή τραπέζι, να περιορίσει τις κλίσεις με σκληρότερη ανάρτηση, αντιστρεπτικές ράβδους κλπ., να γίνει δηλ. «ξύλο» ή «κούτσουρο», και να φορέσει ένα χαμηλοπρόφιλο λάστιχο, που θα έχει το ελάχιστο περιθώριο παραμόρφωσης.

Όλα αυτά βεβαίως θυσιάζουν την άνεση (το αυτοκίνητο «διαβάζει» τις ανωμαλίες του δρόμου), την ανάβαση κράσπεδου, διαλύουν τις πέτρες στα νεφρά, και στην περίπτωση βροχής επιφέρουν το φαινόμενο «κακλαμανάκης» (η σανίδα μου πλανάρει). Γι΄αυτό και τα ακραία στημένα ονομάζονται πολεμικά, ενώ οι πιο χρηστικές και καθημερινές περιπτώσεις βολτάδικα (όροι που αναφέρονται και σε μηχανικές μετατροπές).

  1. Για να λέμε και του στραβού το δίκιο όμως με την ίδια ανάρητηση και δικό μας toe, έγραψε πολλά χιλιοστά παραπάνω στο Vbox... - Οτι πληρώνεις παίρνεις... Κανένας όμως απο εσάς δεν θα ήθελε αυτό το αυτοκίνητο στα Βριλήσια πχ... θα ήθελε και ένα σετ after market νεφρά... (απο το όλο σετάρισμα τραπέζι) (από εδω)

  2. Τώρα φυσικά αν αυτές οι αναρτήσεις συνδυαστούν και με τα ελαστικά της Dunlop SP Sport, 225/40/18 για πίσω και 215/40/18 για εμπρός, το αμάξι πραγματικά «μπαίνει τρένο» στις στροφές με αρκετά χιλιόμετρα (από εδώ)

  3. Με τα εργοστασιακά ελατήρια ελαφραίνει πολύ ο πίσω άξονας και το αυτοκίνητο γονατίζει στην μπροστινή ανάρτηση (απόεδώ)

  4. Βέβαια καταλαβαίνω οτι οσο πιο κούτσουρο ειναι το αμορτισέρ τοσο καλύτερο κράτημα εχει στις στροφές. (απόεδώ)

  5. Το S3 σεταπ σε Ibiza προσωπικα δεν θα το συνιστουσα...Το αυτοκινητο εχει πολυ ροπη και χανει τον βολταδικο χαρακτηρα του. Παει ειτε ταπα, ειτε κυρια. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάβουρας ή καβούρι δεν είναι μόνον άλλο ένα συνώνυμο για τον κάγκουρα, η σλανγκική βιβλιογραφία του οποίου εκτείνεται σε 8 (!) ομώνυμα λήμματα.

Κάβουρας λέγεται κι ο μποντιμπίλντερ. Παρεπιδημεί σε γυμναστήρια (σιδεράδικα ή μη) και άλλους συναφείς χώρους άθλησης, όντας μανιακός με τα βάρη. Ένας αξιοπρεπής κάβουρας, έχει επιφέρει δια της εκγύμνασης αλλαγές στο σωματότυπό του, κατά τρόπο που να παραπέμπει στο γνωστό οστρακόδερμο. Περισσότερα σχετικά ακολουθούν λίγο παρακάτω.

ΣΥΝΩΝΥΜΑ.

- μπιλντεράς
- μπιλντέρι - μπίλντερ - σφίχτης
- σφίχτερμαν
- μποντέος / μπονταίος
- σβάρτσος
- τίγκας
- τέζας (βλ. και σχόλιο εδώ)
- φουσκωτός
- φούσκας
- πρησμένος
- πρήστης / πρηστάκης
- χεσμένος
- χτιστός / χτιστάκης
- τούμπανο(ς) / τουμπανιάρης / τουμπανέιρο / τουμπανιαζόλ
- ντούκι
- σώμας
- κορμάδι
- φίδι (σημασία νο. 3)

ΓΙΑΤΙ Ο (ΣΩΣΤΟΣ) ΜΠΙΛΝΤΕΡ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΕΜΦΑΝΙΣΙΑΚΑ ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟ.

- Ο ρήαλ κάβουρας είναι αν μη τι άλλο αρματωμένος (οστρακόδερμον γαρ, όπως κι ο αστακός). Ο μπίλντερ, προσθέτοντας στο σώμα του μυική μάζα, «αρματώνεται» κι αυτός, «εξοπλίζεται», γίνεται πιο μάχιμος, πιο σκληρός, πιο άγριος.

- Ειδικότερα, ο ρήαλ κάβουρας διαθέτει δυο τεράστιες και αιχμηρές δαγκάνες, στις οποίες αντιστοιχούν προφάνουσλυ τα πρησμένα και φλεβιασμένα άνω άκρα του μπίλντερ.

- Ο ρήαλ κάβουρας θεωρείται πως κινείται αδέξια και κωμικά. Στο «περπάτημά» του δεν υπάρχει χιασμός και χάρη των κινήσεων αλλά πηγαίνει κάπως μονόπαντα. Παρομοίως κι ο μπίλντερ: τα ογκώδη χέρια του είναι κατά την κίνηση σχεδόν κολλημένα στο σώμα. Πέφτουν άχαρα και «βαριά» προς τα κάτω. Πώς λέμε χορευτής; Ε, καμία μα καμία σχέση. Μόνο μια συμπαγής μονολιθική μάζα, χωρίς ίχνος κομψότητας και ραδινότητας. Είναι το λεγόμενο «περπάτημα με την πλάτη». Υπάρχει επίσης και το περπάτημα «με το στήθος», όταν ο σφίχτης προχωρά αγέρωχος, με το στέρνο προτεταμένο και τα χέρια ομοίως άκαμπτα.

- Τα κάτω άκρα του καρκίνου είναι πολύ μικρά, σχεδόν ατροφικά, αν συγκριθούν με τις επίφοβες τανάλιες του. Παρομοίως και αρκετοί μπίλντερς: τα πόδια τους είναι υπερβολικά λεπτά σε σχέση με τον τουμπανιασμένο τους κορμό, κάτι για το οποίο γίνονται συχνά αντικείμενο χλευασμού, ακόμη κι από άμπαλους με το bodybuilding. Η εξήγηση για την ασυμμετρία αυτή είναι απλή: η προπόνηση ποδιών είναι γενικά η περισσότερο επίπονη, ενώ για αρκετούς θεωρείται και πολύ βαρετή. Το αποτέλεσμα είναι η παραμέλησή της και η μη ομοιόμορφη ανάπτυξη άνω και κάτω σώματος.

ΚΑΒΟΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΑΓΚΟΥΡΕΣ.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο το να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, οι ιδιότητες του κάβουρα-κάγκουρα και του κάβουρα-μπίλντερ. Η επιδειξιμανία και η προσκόλληση σε φαλλοκρατικά στερεότυπα, είναι - κατά κανόνα - κοινός παρονομαστής και για τις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων. Εννοείται βέβαια πως υπάρχουν και κυριλέ σφίχτες, μορφωμένοι, με διδακτορικά, με καλές δουλειές κλπ. Επίσης, το να μοντιφάρει κανείς το σώμα του ώστε να φέρνει σε καβούρι, απαιτεί γνώση, αφοσίωση, μεθοδικότητα. Πράγματα που συνήθως λείπουν από τον κλασικό καφρούλιακα. Από την άλλη, το να ασχολείται κανείς τόσο πολύ με το σώμα του και την εμφάνισή του, είναι κατά κάποιο τρόπο καγκουριά, ενώ ο ίδιος καθίσταται ένα είδος φρικιού...

Μια χτυπητή ομοιότητα μεταξύ του κάγκουρα και του μπίλντερ (στην αρχετυπική τους μορφή πάντα), είναι το περπάτημα. Μαγκιόρικο, με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια προτεταμένα σαν να κρατάνε καρπούζια. Είναι εκπληκτικό το πόσο αξεδιάλυτα συγχέονται στη συνείδηση ενός άσχετου περί τα μπιλντέρικα, ο κάβουρας-μπιλντεράς και ο κάγκουρας. Ο τελευταίος, ακόμη κι αν αντικειμενικά από πλευράς σωματικής διάπλασης ανήκει στον αδιάφορο μέσο όρο, μπορεί, με την κατάλληλη αλήτικη περπατησιά, υφάκι, κινησιολογία, λεξιλόγιο, κολλητά ρούχα κλπ, να δώσει την εντύπωση του τούμπανου και του γυμνασμένου...

  1. - Η Μαιρούλα τα έφτιαξε με κάποιον απ' το γυμναστήριό της.
    - Πάντα της άρεσαν οι κάβουρες...

  2. - Πω ρε πούστη, τι καβούρι είν' αυτός; Σαν να κουβαλάει το σπίτι του στην πλάτη του...
    - Μη μου πεις οτι θα σε χάλαγε να ήσουν έτσι.

  3. - Ο Πάνος έχει χτυπήσει κάτι πρωτεΐνες τελευταία κι έχει καβουροποιηθεί.

  4. - Μωρό μου σταμάτα να χτυπιέσαι τόσο στο γυμναστήριο. Τα καβούρια είναι ντεκαβλέ την σήμερον...

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός ψηλής και άχαρης γυναίκας (συνήθως με βυζί ταψί), της οποίας το όλο στήσιμο και παρουσιαστικό θυμίζει το γνωστό λαχανικό (βασικό συστατικό της χωριάτικης σαλάτας), ενώ το ξανθό χρώμα του μαλλιού παραπέμπει σε γυναίκα από χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ.

- Πρέπει να σου γνωρίσω τη φίλη μου την Τάνια.
- Ποια ρε, αυτή την αγγούροβα;

βλ. και αγγούρω ή ξυλάγγουρο, ξυλαγγούρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified