Σημαίνει το επικοινωνιακό χάρισμα και είναι αντιδάνειο από την ελληνική λέξη χάρισμα από το αγγλικό charisma. Λέξη του 2023, συνηθίζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Έχει ριζ που λένε και οι Αμερικάνοι.
Σημαίνει το επικοινωνιακό χάρισμα και είναι αντιδάνειο από την ελληνική λέξη χάρισμα από το αγγλικό charisma. Λέξη του 2023, συνηθίζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Έχει ριζ που λένε και οι Αμερικάνοι.
Got a better definition? Add it!
Τα κομμέ είναι μια διάλεκτος παρόμοια με τα ποδανά σε ό,τι αφορά τη χρήση της. H ίδια η λέξη είναι η κομμέ version της λέξης «κομμένα».
Και εδώ τα χρησιμοποιούμε για να μη μας πάρουν χαμπάρι, αλλά το θέμα παίζει αλλιώς εδώ. Παίρνουμε τη λέξη που θέλουμε και την κόβουμε στην πρώτη συλλαβή συνήθως, ή όπου αλλού βολεύει προς αποφυγή μπερδέματος. Άμα τα συνδυάσουμε με τα ποδανά στον προφορικό λόγο, τότε το αποτέλεσμα είναι απλά ούμπερ!
Got a better definition? Add it!
το Χρι, το Κω, το Φλω
Η μανία που έχουν στη Σίφνο (ίσως κι αλλού, δεν ξέρω) να λένε 1-2 μόνο συλλαβές από τα ονόματα και να τα κάνουν όλα ουδέτερου γένους.
Ο Χρήστος, ο Κώστας, η Φλώρα, η Ευγενία, ο Απόστολος, ο Μανώλης, η Κατερίνα, ο ... Σφυρίζων, γίνονται το Χρι, το Κω, το Φλω, το Ευγέ, τ' Από, το Μανώ, το Κατέ, το Σφυ.
Με κοίταξε κι ύστερα άρχισε να μου χαμογελά: ― Είσαι φχαριστημένος, Μανώ μου;…
― Γιάντα δε μου τηλεφώνησες να κατέβω να σε πάρω απ’ τις Καμάρες; με μάλωσε η κεράτσα.
― Γιάντα να σε βάλω σε κόπο;
― Θα σου ‘στελνα τ’ Από να σ’ ανεβάσει με τη γαδάρα του. (από δω)
Την πολύ ιδιαίτερη γλώσσα των Σιφνιών ανάδειξε στο έργο του ο Μανόλης Κορρές (1922-1998), θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος.
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες Νιτσών: Αυτές που βγαίνει από το πουτανίτσα και αυτές που βγαίνει από το μουνίτσα.
Στη δεύτερη περίπτωση, ως νίτσα μπορεί να χαρακτηριστεί νεαρό πιπινοειδές και λολιτοειδές μουνίδιον που είναι στις καύλες του απάνω. Ενίοτε σχηματίζεται πλήρες ονοματεπώνυμο Νίτσα Μουνίτσα, με ένα τσαχπινογαργαλιάρικο ζενεσεκουά, άλλοτε αναφερόμαστε σε κάποια σέξι Ελε-Νίτσα ως νίτσα, άλλοτε λολοπαιγνιωδώς χρησιμοποιούμε μια Γενική Κτητική Νίτσα μου Νίτσα μου, you get the idea. Από την άλλη, μια χρησιμοποιούσα το αρκετά απαρχαιωμένο υποκοριστικό Νίτσα μπορεί να είναι και ηλικιωμένη θειόκα, το οποίο δεν μας αποθαρρύνει, αλλά μάλλον μας παροτρύνει να χρησιμοποιήσουμε και στην περίπτωση της θειας το εν λόγω υπονοούμενο.
Got a better definition? Add it!
αρτί, αρτάρω, ντιέμ(ι), (αν)φόλο, φαβ
Πολύ συνηθισμένη τουιτεράδικη αργκό, που ναι, και κατά την δική μου γνώμη, έχει μεγάλη σχέση με το σεκσ και το Fuckingham (βλέπε τα περισσότερα παραδείγματα).
Άρτι ή αρτί είναι η κοινοποίηση, το RT, δηλ. το retweet στο ελληνικό τουίτερ (μη το φοβάστε, δε δαγκώνει ;)). Και το ρήμα, αρτάρω.
Ντιέμ και ντιέμι είναι το προσωπικό μήνυμα, το DM (από το “Direct Message”).
Φόλο και το αντίθετό του ανφόλο (απ' το follow και unfollow, αντίστοιχα): να ακολουθείς κάποιον και να σταματάς, πατώντας το αντίστοιχο κουμπάκι.
Συνώνυμο του ανφόλο: κερνάω ανφρέντο
Φαβ (απ' το favorite) = να χαρακτηρίζεις αγαπημένο ένα τουί.
Συνώνυμο: φαβορίτα.
Got a better definition? Add it!
Το τουίτ σε ψευδοκουτσαβακική κι ελαφρώς κομμέ εκδοχή.
- Τα καλύτερα τουί τα έχουν γράψει άλλοι (εδώ)
- Θα φτιάξω ένα τουί που θα μιλάει για την μοναξιά μου. Ας πούμε μον- αξία μ- όν -ος μονά- ζω μόνος (μου) υπο- μόνος. Μετά, θα το δείξω και σε άλλους μόνους που ακολουθούν άλλους μόνους. Όμως, δεν έχω τουίτερ. Ούτε έμπνευση. Και οι στίχοι μου με το ζόρι είναι μέτριοι. Έτσι, θα γράψω μόνο είμαι μόνος (εκεί)
(εδώ)
Έτεροι εκσλανγκισμοί του τουιταρίσματος: τιτίβισμα, τσίου, τοιουίτ, τουιτάρισμα.
Got a better definition? Add it!
καραπαράκμα, παράκμα (η)
Καραπαράκμα είναι ο υπερθετικός της παράκμας, δηλαδή της παρακμής.
Είναι το μέρος κι οι συνθήκες που ζεί ο ανθρώπας ο οποίος, μαγκίτικῳ τῳ τρόπῳ, καλείται παράκμας.
Από τουίτη:
παρακμή, καραπαράκμα δεν ειναι 1η φορα αλλα παντα εκλαμβανεται σα να μην τρεχει τπτ
και κεί που είσαι στην παράκμα, σου ρχεται και η ταλαίπα. μη σου τύχει φίλη μου.
Στην Ολλανδία πάντως μ' εκείνα τα παλιά ποδήλατα πολύ παράκμα μου φάνηκαν οι Ολλανδοί... εμείς φαινόμαστε χαϊλίκι σκέτο μπροστά τους...
- Από καμάκια, σερβιτόροι. Τι παρακμή, μα τον Ξένιο Δία. Τον κανονικό, όχι αυτόν του κ. Δένδια.
- και τα καμάκια παράκμα ηταν αλλα ειχαν ενα στυλ τουλαχιστον
Ασίστ HODJAS:
"Επίσης, άπαιχτη η ημισκούμπρεια έκφραση «έφαγα παρακμή»..." HODJAS εδώ
Είσαι απ’ τη Brazil
Είμαι απ’ τα Ημί
Μπήκα μεσ’ το ζουμί
Μα έφαγα παρακμή
Got a better definition? Add it!
Θα σου τηλεφωνήσω.
Δεν πρόκειται απλώς περί συντομογραφίας, αλλά λέγεται πλέον έτσι ακριβώς και προφορικά (παίζει 2-3 χρόνια τώρα σίγουρα, μπορεί και παραπάνω).
-Θα μου πεις όταν είναι η ώρα;
-Ναι ρε, κουλ. Θα σου τηλ.
Got a better definition? Add it!
Νομίζω οτι αυτό το τελευταίο (το φυτό), εισήχθη σε αναγραμμαντείο και ανορθογραφείο και ούτως πως προέκυψε το τόφι, δηλ. ο φύτουκλας.
Τι φάση την είδατε όλοι λεξιπλάστες ρε τόφια; (εδώ)
Και βλέπεις κατι τόφια συμφοιτήτες σου με πτυχίο και λες τι κάνω λάθος (εδώ)
Ρε τόφια εσείς που φτάσατε 24 χρονών κι έρχεστε ακόμα να δώσετε εξετάσεις για πτυχίο με τη μάνα σας...τι φάση;;; (εδώ)
πραγματικά το forum του indy έχει γεμίσει με τόφια... (εδώ)
ειμαι λομπι δραχμης, μην συγκρινεσαι μαζι μ! εσυ καταλαβες τι σημαινει παραμονη ρε τοφι? καταλαβες η τα καψες ολα τ κυτταρα? (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Το δήδεν η αλλιώς το ποζεριλίκι. Κόβουμε το ντα από τη λεζάντα και βγαίνει η λέζα.
Όλα για τη λέζα τη σήμερον ημέρα. Μηδέν ουσία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified