Further tags

Η αγγλική γλώσσα. Συνδυασμός των «αγγλικά» και «αμερικάνικα».

- Πάμε να μιλήσουμε σε αυτές εκεί τις τουρίστριες που μας κοιτάνε τόση ώρα; - Και πώς θα συνεννοηθούμε, αφού τα αγγλικάνικά μας είναι χάλια!

Η λέξη υπάρχει και με μη αργκοτική σημασία, χαρακτηρίζουσα την Αγγλική εκκλησία, που ανάθεμα και καταλαβαίνω τι ρόλο βαράει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

greek + english
Όταν οι Έλληνες συνδυάζουν τα Αγγλικά με τα Ελληνικά.

- We are επικίνδυνοι and we want to σκοτώσουμε you.

(από Khan, 29/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθεση των λέξεων play + παίξε. Έχει τη σημασία του «παίξε».

(Δύο φίλοι παίζουν σκάκι)

-Φίλε,αυτή η κίνηση θέλει πολλή σκέψη...
-Έλα μην αργείς. Πλέξε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδικτυακή γλώσσα, αντίθετο του greeklish. Τα engreek είναι αγγλικά γραμμένα με ελληνικούς χαρακτήρες. Δεν χρησιμοποιείται και πολύ, αλλά όταν γίνεται έχει πολύ γέλιο και είναι τρομερή φάση.

Παράδειγμα από chat στο Windows Live Messenger περιλαμβάνεται παρακάτω.

- Σόου, χάου ντου γιου ντού;
- Αι έμ φάιν, άι τζάστ χέντ ε μπάθ.
- Αααα, νάις, άι ντιντ του. Γουάτ πέρφιουμ ντου γιου πουτ;
- Αι ντοντ.
- ... Οοου. Οκέη. Γουίλ γιου καμ του δε πάρτυ τουνάιτ;
- Νόου, μεν, αι χεβ εν ινγκλις λέσον. Ιτ σαξ, μπατ άι χεβ του γκόου.
- Γκάτ-ντέμιτ! Γιού αρ μίσιν δε τάιμ οβ γιούρ λάιφ, μπρο!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει απ' το loser (χαμένος) και το user (χρήστης).
Χρησιμοποιείται για κάποιον ανίκανο...

- Καλά ρε αυτός ο Ρούλης, πόσο πιο luser πια;
- Γιατί τ λες αυτό;
- Χθες έπιασε μια α' εθνικής, και αντί να τν ρίξει αμέσως, άρχισε ν τσ μιλάει για τη συλλογή του με τ γραμματόσημα!!
- LOL =]

Χρήστης Ελ. (από Galadriel, 07/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθεση δύο ανεξάρτητων βου-που-δοσλανγκικών εκφράσεων των αρχών της δεκαετίας του 90. Η 1η «τα λέμπελ» εχρησιμοποιείτο για καθορισμό σημείου συνάντησης της μαθητιώσας νεολαίας έξω από το γνωστό συνώνυμο φαστφουντάδικο της Αγ. Παρασκευής, ως σύντμηση της φράσης «τα λέμε στα λέμπελ». Η 2η προέρχεται από τον γνωστό και μη εξαιρετέο αγγλικό τύπο «σι γιου λέιζερ», του οποίου η σημασία είναι προφανής και δεν κρίνεται σκόπιμη η πλήρης ανάπτυξή της στο παρόν πεδίον.

Ως εκ τούτου, η φράση «θα βρεθούμε ύστερα έξω από τα λέμπελ» υποκαθίσταται , πολύ χαριτωμένα θα έλεγα (φαντάσου να το λέει ένα 16χρονο καβλοράπανο έξω από το ντηρί, τότε; ε; ε;) από το «τα λέμπελ λέιζερ».

- Μάριον; Πού είσαι μωρύ; Σε ψάχνω!
- Άσε μωρύ μαλάκω, ο γέρος μου με έχει φρικάρει τελείως! Τέσπα, άμα ξεμπερδέψω, τα λέμπελ λέιζερ...

βλ και τα λέμε λέιζερ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Υποκοριστικό» της λέξεως πρετζόνι, που προφανώς σχηματίζεται από την λέξη πρεζόνι μαζί με το «τζ» από την αγγλικάνικη ομόλογη της λέξη junkie.

Συνώνυμη με τις: πρέζονας, ζακιπρέ, ζέο, ζάκι.

Σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες λέξεις που χρησιμοποιούνται, ως επί το πλείστον, για άτομα που κάνουν χρήση πρέζας (βλέπε και ζαμπόν, ζουζού, κ.τ.λ.) η συγκεκριμένη χρησιμοποιείται κυρίως για να κοροϊδέψει ή να ειρωνευτεί κάποιον (πως αυτά που λέει δλδ είναι αποτέλεσμα χρήσης ουσιών) όταν αυτός είτε είναι μπουρδολόγος- παπαρολόγος με την καλή έννοια, είτε το μυαλό του (λέμε τώρα) έχει πνεύσει τα λοίσθια, με αποτέλεσμα αυτά που λέει να σε κάνουν να μην την παλεύεις, να βαράς ενέσεις.

(συζήτηση μεταξύ σλάνγκου κ «φιλομπαμπανιώτη»)
-…..αφού το έγραψε και ο Μπαμπινιώτης σε λέω. Είναι σίγουρο ρε…
- Εεε άμα το ’πε κι ο Μπάμπης αλλάζει το πράγμα… Δεν μας χέζεις ρε Τζόνι λέω 'γω; Άντε κόψε τα ληγμένα να ησυχάσουμε όλοι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.

Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)

- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάφος, δηλαδή το τσιγάρο που περιέχει χασίσι, αφού μετατρέπεται στα ποδανά ως φοσμπά, στην συνέχεια παίρνει και μια κατάληξη τέτοια που να θυμίζει τον τραγουδιστή Kurt Cobain του συγκροτήματος Nirvana. Παλαιότερη σλανγκιά όταν ήταν περισσότερο της μοδός το συγκρότημα, ναϊντίλα κιέτσ'.

Πάσα: Χότζας.

Παίζει πολύ φοσμπαίην στο λοφάκι...

(από Khan, 18/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Προφέρεται «βέρια»)

Προέλευση: σύμπτυξη 2 λέξεων, βέρι (=νταραβέρι) + area (αγγλ. = χώρος).

Είναι ο χώρος που είναι γνωστός λόγω του ότι γίνονται νταραβέρια (κυρίως με ναρκωτικά), παράνομες συναναστροφές μεταξύ περίεργων. Βarea είναι συνήθως πάρκα, εκκλησίες και πλατείες (στην Αθήνα η πιο γνωστή είναι η Ομόνοια).

*Το λήμμα δεν σχετίζεται με την πόλη Βέροια (εκτός αν κάποιος ξέρει κάτι καλό εκεί).

- Ρε φίλε, που θα βρούμε εδώ πέρα κάποιον να γίνουμε;
- Άραξε, έχω ακούσει ότι είναι μια πλατεία εδώ κοντά, κλασσική βarea!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified