Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσφιλής έκφραση που την ακούς κυρίως σε νεανικές παρέες και προσάπτεται σε πονηρούληδες, κουτσομπολάκους και ιντριγκαδόρους.

Χρησιμοποιείται χαρακτηρίζοντας και επιφανείς άνδρες-γυναίκες διαπλεκόμενους με εξουσία, και γενικά σε όσους κάνουνε λουμπινιές.

Από φόρουμ στο νέτι: Πούστη επερχόμενο το ξέρα ότι είσαι κρυφοπληγίτσα σου έταξαν πισωκολλητά και έτρεξες σαν στερημένη θείτσα, μωρή πιπίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε καμία περίπτωση, μακρυά από εμάς.

- Μήτσου μ', άκουσα στην τελεόραση στις ειδήσεις, ότι θα μας βάλουν φόρο και στον αέρα που αναπνέουμε...
- ΦΕΥ!!!... ρε τους παλιομπίμπιπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες φλορέτας:

1. Το περασμένο Σάββατο στον ηλιόλουστο Καραβά, έκανε την εμφάνιση του ένα θρυλικό μοτοποδήλατο που στις περασμένες δεκαετίες είχε γράψει ιστορία και είχε κάψει καρδιές. Μετά την μεταπολεμική εποχή της Ελλάδος, το βασικό μηχανοκίνητο μέσο μεταφοράς ήταν, η αξέχαστη σε όλους, «Φλορέτα». Οι νέοι της εποχής εκείνης επιθυμούσαν διακαώς και έκαναν τα αδύνατα δυνατά, ώστε να αποκτήσουν ένα από τα πιο δημοφιλή οχήματα. Ένα τέτοιο μοτοποδήλατο ήταν μεταφορικό μέσο, εργαλείο δουλείας και αντικείμενο διασκέδασης. Ανεβαίνοντας πάνω στην σέλα, ταυτόχρονα απολάμβαναν και μεγαλύτερης εκτίμησης στα μάτια του γυναικείου φίλου. Το θρυλικό αυτό μέσο, άρχισε να χάνει την αίγλη του, μετά από 30 περίπου χρόνια, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τα αυτοκίνητα σε μεγαλύτερο βαθμό.

2.
- Την ΦΛΟΡΕΤΑ αξίζει να την επαναφέρεις όσο δυνατό στην αρχικη μορφή - τούμπανο η φλορετα ολα τα λεφτα λεμε!!! - Α ρε φλορέτα αθάνατη...Γερμανικά πράματα για μια ζωή.

  1. - Τζους μωρή φλορέτα, που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!

Το πραπρά (από σφυρίζων, 13/02/13)Το πριπρί (από σφυρίζων, 13/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άκομψο και σκληρό μπινελίκι, συνώνυμο της ξεκωλιάρας, της ξεσκισμένης, του ξέψωλου.

Εξ των γαμοσλανγκοπροθήματος ξε- και της κωλήθρας (απόληξη του πρωκτού εκ της οποίας εκβάλλονται τα αφοδεύματα).

1. ΜΑΣ ΤΟ ΠΑΙΖΕΙ ΠΑΡΘΕΝΑ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΝΕ ΓΑΜΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΞΕΚΩΛΗΘΡΑ!!!!!!!!!

[2.](Μουνόπανααααααααααααααααααα, άι καριόληδες γαμώ τα σπίτια σας ξεκωλήθρες.) Μουνόπανααααααααααααααααααα, άι καριόληδες γαμώ τα σπίτια σας ξεκωλήθρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλο ένα ουτοπικό τοπωνύμιο της ελληνικής επαρχίας, όπως και τα Δρυμίκλανα, τα Σέκλανα, τα Τζιβιτζιλοχώρια, η Κωλοπετεινίτσα, το Λέτσοβο και το Κουραδόκαστρο.

Εν προκειμένω μιλάμε για απομακρυσμένο χωριό της υπαίθρου, του οποίου όμως οι κάτοικοι διάγουν πολυτελέστατο βίο κυκλοφορώντας θηριώδεις τζιπούρες Porsche Cayenne μες στα παραδοσιακά στενοσόκακα και τους επαρχιακούς δρόμους. Ο λόγος φέρεται να είναι ότι παντελόνιασαν ευρωπαϊκές επιδοτήσεις μετατρέποντάς τες σε τζιπ, γιατί μπόρεσαν (με διάφορα τερτίπια και την ανοχή του κράτους). Σε περίοδο μετα-μεταπολίτευσης τα καγιενοχώρια αποτελούν ακόμη μία απάντηση μεταξύ πολλών στο υπαρξιακό ερώτημα «γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε». Η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά για χλιδαία φαινόμενα βλαχοκυριλοσύνης.

1. Άρμα: To... Καγιενοχώρι της Θήβας (και της φοροδιαφυγής).
Πηγαίνεις στο μικρό χωριό Άρμα κοντά στη Θήβα και είναι σαν να έφτασες στο... Μόντε Κάρλο. Αυτή την σουρεαλιστική εικόνα αντίκρυσαν άνδρες του ΣΔΟΕ που επισκέφτηκαν την περιοχή πριν λίγους μήνες. Η επίσκεψη δεν ήταν χωρίς λόγο. Αυτοκίνητα πολυτελείας, άνω των 3.000 κυβικών κυκλοφορούσαν συνέχεια, ενώ παντού υπήρχε η αίσθηση άνεση και πλούτου.
To συμπέρασμα που έβαλαν οι άνθρωποι του ΣΔΟΕ, είναι ότι αγρότες καταχράζονται τις επιδοτήσεις για να διάγουν πολυτελέστατο βίο με όλες τις ανέσεις γι' αυτούς και τις οικογένειές τους.

  1. Στα καγιενοχωρια δεν είχαν πρόβλημα να διπλοδηλωνουν για τις επιδοτήσεις. Δεν ήταν κλεψιά. Η απλή δήλωση κ φορολόγηση απο το κράτος είναι όμως. (Από το τουίτερ).

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφορά στην εικαστική αισθητική των κινηματογραφικών οδοιπορικών εκδίκησης του ωτέρ Κουέντιν Ταραντίνο.

Οι εμμονές και επιρροές του Ταραντίνο περιλαμβάνουν το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, σπλατεριές τ. grindhouse, τζαπανάκια του Κουροσάβα, ταινίες blaxploitation και πάσης φύσεως περιθωριακές καλτιές των εξήνταζ και εβδομήνταζ. Το αίμα πάντα ρέει άφθονο, το χιούμορ είναι μαύρο, οι διάλογοι μένουν διαχρονικοί και οι μουσικές επιλογές προσεγγίζουν σε εκλεκτισμό εκείνες του Κιούμπρικ.

Μερικές εκσλανγκευμένες ταραντινιές: γουίνστον γουλφ, γουόκ δη ερθ, η αράχνη έπιασε δυο μύγες, κιλ μπιλ, να συνεχίσουμε εδώ ή στη στενή;

χ. Το Django είναι μια Ταραντινιά. Εχει τους γνωστούς χαοτικούς διαλόγους, τη γνωστή θεαματική βία, τη γνωστή πίστη στο κινηματογραφικό είδος που αντιγράφεται ή αναλύεται - ανάλογα πως το βλέπει κανείς. Εχει τις γνωστές ερμηνείες, την γνωστή κατακρεούργηση των κλισέ, τη γνωστή αποθέωση της παιδικής μνήμης.

χ. αδοξοι μπασταρδοι ταραντινια η τη λατρευεισ η τη μισεισ χωρισ κανενα βαθυτερο νοημα αλλα εχει γελιο η υποθεση: το 40 ενασ αμερικανοσ εχει μια ομαδα εβραιων και προσπαθει να σκοτωσει οσο περισσοτερουσ γερμανουσ γινεται το σεναριο ειναι καταπληκτικο εχει δραση και σημεια που βγαζει γελιο

χ. Ο Gaslamp επέστρεψε με έναν full ταραντινιά electro psychedelic prog δίσκο καλό σε γενικές γραμμές αλλά ελαφρώς φλύαρο σε σημεία, ενώ ο Lotus, κουστουμάρετε, γίνεται πιο σοφιστικέ και δημιουργεί έναν πιο εκλεπτυσμένο ας πούμε ήχο.

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δεν επικοινωνεί το μυαλό, δεν κάνει ρέτζιστερ. Λέγεται όταν τρώει κόλλημα/σκαλώνει ο εγκέφαλος και δεν μπορεί με τίποτα να φέρει στην επιφάνεια μια παλιά εικόνα, μια ιστορία, ένα πρόσωπο. Πχ όταν βλέπεις ένα γνωστό στον δρόμο, η φάτσα του σου φαίνεται γνωστή αλλά δεν μπορείς με τίποτα να θυμηθείς από πού τον ξές, πόσο μάλλον το όνομα του.

Είναι μάλλον δάνειο από το σύμπαν των Η/Υ, όπως τάχαμου η Μνήμη τυχαίας προσπέλασης (RAM) δεν επικοινωνεί με τον σκληρό δίσκο δηλαδή την Κύρια ή κεντρική μνήμη.

register /ˈredʒɪstəʳ/ = εγγράφω, εγγράφομαι.

- Πωω ρε φιλαράκι, πού είσαι ρε αλάνι τόσο καιρό, πού χάθηκες;
- ;;;!!!!!;;;
- Καλά ρε μαλάκα δε με θυμάσαι;
- Κάτσε ρε ψηλέ μισό, να κάνω ρέτζιστερ... ααα το μαλάκα το Γιάννη, πού 'σαι ρε μορφή; καιρούς και ζαμάνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κουφιοκέφαλος, ο ακατοίκητος, ο χαζός κατά μια έννοια. Όταν ρε παιδί μου δεν κάνει ρέτζιστερ, το κεφάλι δεν επικοινωνεί με το σώμα, «το παιδί δεν κάνει...», θέλει αλλά δεν το 'χει.

Κλασικά ο ανερούβαλος, ξεχνά το κινητό και τα τσιγάρα στο τραπεζάκι φεύγοντας από τον καφέ, κλειδώνει την πόρτα και τα κλειδιά είναι μέσα, πάει για μπύρες στο περίπτερο χωρίς να πάρει μαζί του λεφτά, και αλλά πολλά ωραία, καταλήγοντας συνήθως το ανέκδοτο της παρέας.

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν συνήθως κάπου στη Κρήτη καθώς ο ανερούβαλος είναι γέννημα-θρέμμα της Μεγαλονήσου.

Νικολής τση Μαριγώς: Μπρε συ Κωστή, ήντα 'ναι κειοσές ο Μανωλιός τση Αριάνθης. Επήγε πάλι στο Ηράκλειο να πλερώσει τσι τροφές και δεν εβάστουνε μαζί ντου μήδε τα λεφτά μήδε τη κάρτα τση Γιουρομπάγκ, εγάειρε οπίσω και είχενε και παραιτημένο στο ΚΤΕΛ το σάκο ντου...
Κωστής τση Πέτραινας: Ε, τον ανερούβαλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που πάει γρήγορα και απρόσεχτα, βρίσκει σε διάφορα αντικείμενα γύρω του.

Χρησιμοποιείται και στην αυτοκίνηση όταν κάποιος οδηγός πηγαίνει τσίτα τα γκάζια με παντιλίκια και βρίσκει πάνω σε κράσπεδα, κάδους, κτλ.

Σε διαδρομή μάουντεν μπίκε: έεελα ρε Βάγγο.. πω ρε πστ αρούβαλος έρχεται... πήρε και τους θάμνους και τα πεύκα μαζί χαχαχα.

Δες και ατσούμπαλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified