Μολύνω. Μαγάρας, μεταφορικά, για άνθρωπο που κάνει κουτοπονηριές και απατεωνιές.

  1. Μη φας το τυρί, το έχουν μαγαρίσει οι μύγες.

  2. Ο βρωμιάρης φίλησε το παιδί στο μάγουλο και το μαγάρισε.

  3. Μη κάνεις παρέα με αυτόν, είναι μεγάλος μαγάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάπας, ο μαλθακός, ο άνοστος, αυτός που είναι σαν μουλιασμένο παξιμάδι.

Ρε είδες τον γκόμενο της Κικής; Τι μουλιάπας είναι αυτός...!!!

"Άνθρωπος μουλιάπας, χαρά Θεού, στίχος παιδιού, στίχος τρελού, το Μητσοτάκ" (από Khan, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν έχουμε γκώσει από ψευδοεπαναστάτες που δεν ξέρουν τι θέλουν να κάνουν, το λέμε για να μην μας τα πρήζει ο άλλος με το τι θα κάνει τελικά, αν θα διαλέξει να συγκρουστεί ή να κάτσει καλά και υπάκουα.

Μας τα 'πρηξες με τον διευθυντή σου. Ή κάνε το γραφείο του λίμπα να μη μείνει κολυμπηθρόξυλο ή σκάσε και κολύμπα!

(από Γιάαννης, 16/03/14)Και τα κάνει λίμπα, σκάσε και κολύμπα, η Γιαλαλαού! (από Khan, 16/03/14)

Βλ. και σκάσε και κολύμπα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.

Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).

Από το φίλαθλο κοινό

1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα

2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!

3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!

Εκτός γηπέδου

4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα

5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη σύνθετη: πούτσος + ραχάτι (αδράνεια).

Η συνήθης κατάσταση ενός πούτσου, εκτός των τριών περιπτώσεων του όταν γαμάει, μαλακίζεται ή κατουράει ο κάτοχός του.

Μεταφορικά η ολική κατάσταση αδράνειας του εν λόγω κατόχου.

- Με τι ασχολείσαι τελευταία;
- Με τίποτα… Πουτσοραχάτι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κολακεία στα καλιαρντά, εκ του μουσαντέ και του γλείφω.

  1. Δεν θα πω μουσαντογλειψού αλλά μαρή μια χαρά τα γράφεις. Άντε και για πάρτη σου θα βάλω το μουγκαφόν να παίζει για σένα κι θα ανάβω με καγκελοκαρικεντέ τα κεριά για να κάνω κι ατμόσφαιρα. Α, δεν σου 'πα, γνώρισα ένα θεομιλιονάρη με μια μπάρα τεράστια, θεομπούκουρα μωρή περνάω και στα δικά σου! (Αποκατέ).

  2. -τελικά δεν είναι τυχαίο που είσαι θεά.
    -Α μαρή μουσαντογλειψού.... Μη και ντρέπομαι!!!!!!!!!! (Αποκατέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφενός, ρατσιστικός χαρακτηρισμός του αφρικανικού πέοντα ο οποίος θεωρείται (και μάλλον δικαίως) ιδιαίτερα ευμεγέθης.

- ΟΛΟ το καστ μαυροι γυμνασμενοι κ κουλ, παντου nigga δηλαδη, οι μονοι λευκοι ειναι οι γκομενες που ψαχνονται να φανε αραποπουτσα... (εδώ)

Too beaucoup! (1'18'')

Αφεδύο, αραπόπουτσα αποκαλείται και η μελιτζάνα με λολαδερή διάθεση. Η έτσι χρήση τεκμηριώνεται τόσο στην Β. Ήπειρο...

- στους Δρύμαδες, χωρίο της Χιμάρας, και εκεί την ποδία την λένε μπροστομούνα! Και την μελιτζανα μαυρόπουτσα!
- αυτή είναι μια εκδοχή , τη λέγανε στα χωριά του βούρκου έτσι και αραπόπουτσα επίσης, αλλά στα Ριζά την έλεγαν μαύρη...
(Φόρουμ Βορειοηπειρωτώνε)

with the sympathy

...όσο και στην ορεινή Αρκαδία - βλ. Λαγκαδινό Λεξικό (Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 31.) του αείμνηστου Τζίμη Τσαφαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ε.λ.π.α. δηλάδη αυτός που έχει να δει τσιτσι απ'τον καιρό του Πάγκαλου. Είναι δηλάδη Επικίνδυνος Λόγω Παρατεταμένης Αγαμίας..αλλιώς τον λες και ελπάριο..

Έλα πούσαι...θα πάμε μπαρότσαρκα...? Ναι,ναι,ναι...να δούμε κάνα μουνί,κάνα κωλί,κάνα βυζί...ξέ'ς... ....ρε μάγκα...?μπας και είσαι ελπα?

Got a better definition? Add it!

Published

Κολλιτσίδα - συνήθως αναφέρεται στο Galium spurium. Φυτό με μικρούς σπόρους στρογγυλούς που κολλάνε πάνω σε τρίχωμα ή και σε ρούχα και μεταφέρονται με αυτό τον τρόπο σε άλλες περιοχές.

Γέμισε κολλιτσίδα το τρίχωμα του σκύλου και δεν βγαίνει αν δεν το κουρέψεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Συχνάκις-πυκνάκις, οι παλαιότεροι ίνα δώσουν έμφαση εις όσα λένε σχετικά με τα λεγόμενα κάποιου, αφού αναφέρουν τα λόγια του τελειώνουν μετά της φράσεως "πριν πεθάνει". Εστί δε πλεονασμός, διότι πώς είναι δυνατόν να χωρίζονται τα αναφερθέντα κάποιου σε προ θανάτο και μετά θάνατον; Εξαιρείται ο γνωστός δοσίλογ...εεε, γερμανοτσολ... εεεε πρωθυπουργός της Ελλάδος κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχ... εε περιόδου, ο οποίος σύμφωνα με τον υιόν του ομίλησε εκ του τάφου! Ιδέτε το σχετικόν σύνδεσμονεμφανιζόμενο κείμενο συνδέσμουεμφανιζόμενο κείμενο συνδέσμου και ιδέτε και ούτον σύνδεσμον: εμφανιζόμενο κείμενο συνδέσμουΌμως, ποιητική τη αδεία και χάριν έμφασεως, η φράση αυτή νοηματοδοτείται. Άλλες πάλι φορές, ελέγεται δια χάριν αστειισμού.

Παράδειγμα: Φαίδων: "... διότι όπως είπε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, πριν πεθάνει,..." Αγαθοκλής: "συγνώμη δια την διακοπήν, αλλά ημπορούσε ο Ελευθέριος να ομιλεί και μετά θάνατον;" Φαίδων: "Σχήμα λόγου ήτο η φράσις "πριν πεθάνει"! " Αγαθοκλής: "εν αντιθέσει με τον Ιωάννη Ράλλη;" Φαίδων και Αγαθοκλης: (γελωτες εις την καθαρεύουσαν)

Got a better definition? Add it!

Published