Further tags

Ο αιτώντο λήμμα στο Δημόσιο Πρόχειρο, εισηγήθηκε την ελληνική απόδοση του όρου Vagina dentata. Εδώ είμαστε, δώστε βάση στο νόημα γιατί έπεσε ρισέρτς, ήμουν τυφλή και βρήκα το φως μου αναλαμβάνοντας αυτό το λήμμα - δεν μπορώ, δεν μου επιτρέπεται, να μην μοιραστώ τόση γνώση:

Βασικά μιλάμε για ένα μουνί που τρώει καβλιά. Να ξέρουμε πού βρισκόμαστε εξαρχής και μετά συνεχίζουμε ως ακολούθως.

Το μουνί με δόντια - ορισμός: Ο ορισμός της Wikipedia για το Vagina dentata (ελεύθ. μτφ.): «Vagina dentata είναι ο λατινικός όρος για το αιδοίο με δόντια. Πολλοί πολιτισμοί έχουν λαϊκές ιστορίες σχετικά με γυναίκες που είχαν δόντια στα αιδοία τους, οι οποίες έχουν σκοπό να προειδοποιήσουν για τους κινδύνους που ενέχει το σεξ με άγνωστες γυναίκες και για να αποτρέψουν από ενέργειες βιασμού.». Έεετσι!

Το μουνί με δόντια - επιστήμη: Το αιδοίο με δόντια, λέει, φαίνεται ότι είναι το κλασσικό σύμβολο του φόβου του άντρα για το σεξ και ότι εκφράζει την υποσυνείδητη πίστη πως μια γυναίκα μπορεί να φάει ή να ευνουχίσει τον σύντροφό της κατά την διάρκεια της συνουσίας. Ο Φρόιντ αναφέρει ότι «πιθανώς δεν υπάρχει άντρας απαλλαγμένος από το φρικιαστικό σοκ της απειλής του ευνουχισμού στην θέα των γυναικείων γεννητικών οργάνων». Αλλά, (σύμφωνα με το The Woman's Encyclopedia of Myths and Secrets by Barbara Walker) ο Φρόιντ, λέει, το 'χε πιάσει λάθος (πάει και ένας αιώνας από τότε που ανακάλυπτε τον τροχό, όσο και να 'ναι, και τα μεταγενέστερα γατόνια τον βγάλανε σκάρτο): ο πραγματικός λόγος αυτού του «φρικιαστικού σοκ» είναι, λέει, ο συμβολισμός του στόματος, που πλέον αναγνωρίζεται διεθνώς στον μύθο και την φαντασία: «Είναι γνωστό στην ψυχιατρική ότι τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες φαντασιώνονται την είσοδο του αιδοίου ως στόμα». Τί λες τώρα!!!

Το μουνί με δόντια - τέχνη: Από όλα τούτα η τέχνη εμπνεύστηκε και βγήκε το ταινιάκι «Teeth», μιλάμε για τρελή αρρώστια το σενάριο. Η τύπισσα με το που τα 'παιρνε στην κράνα τους έκανε πουτσοκεφαλοκλείδωμα και ακύρωση - τους τα κοβε με δαγκιά [sic] και τα πέταγε στα σκυλιά. Έτσι! Να μάθουνε να σέβονται.

Λοιπόν κανονίστε, φράσεις του στυλ «σβήσε την λάμπα κι έλα να την φας» είναι πλέον επικίνδυνες (και πριν ήταν, από ό,τι φαίνεται, αλλά τώρα έγινε official).


ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ [I]Vagina dentata ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ -[/i] Επιλέχθηκαν, όπως με χαρά προσέξατε στο λήμμα, ως επικρατέστεροι οι εξής όροι:

  1. Αιδοίο το οδοντοφόρο(επιστημονική ορολογία): ο όρος προκύπτει από την απλή και ξεκούραστη μετάφραση, με έμπνευση από την διωνυμική ονοματολογία - λέμε τώρα (vagina το αιδοίο - dentata αυτό που φέρει όδοντες, δηλαδή δόντια, νομίζω αντιληπτόν).

  2. Δαγκανόμουνο (εύχρηστη ορολογία για χρήση στην καθομιλουμένη):
    ελεύθερη απόδοση του όρου, μονολεκτική και πασπαρτού, προκρίθηκε ανάμεσα σε πολλές άλλες υποψήφιες, κυρίως επειδή βρίσκεται σε αντιστοιχία με άλλους όρους, τους οποίους βάζω παρακάτω με * για να μην μαυρίσει εντελώς το κείμενο και χαθεί η ουσία. Η λέξη Δαγκανόμουνο εστιάζει κυρίως στις ιδιότητες ενός μουνιού με δόντια, άρα πάει ένα βήμα παραπέρα, δεν κολλάει στα τυπικά, έχει ποιητικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις. Γιατί τελικά, το βασικό πρόβλημα με το Vagina dentata, δεν είναι π.χ. ότι είναι άσχημο ή κάτι τέτοιο - το πρόβλημα είναι ότι δαγκάνει [sic].


Σύνθετες λέξεις, στα πρότυπα των οποίων διαμορφώθηκε το «δαγκανόμουνο»:
αγριόμουνο / βρωμόμουνο / αραχνόμουνο / γεροντόμουνο / ζαχαρόμουνο / φαρμακόμουνο κ.λπ.

  1. - Ανακαλείς τινά άνδρα ονόματι Τζον Μπόμπιτ, του οποίου η σύζυγος ακρωτηρίασε το πέος; Ήτο άτυχον τελικώς το γεγονός ότι δεν ήτο ενήμερος περί του Αιδοίου του Οδοντοφόρου...
    -Σώπα ρε μαλάκα μετά του το ράψανε και έγινε πορνοστάρ και χέστηκε στα φράγκα. Αλλά γιατί μιλάς παππουδίστικα, χάζεψες;
    -Δια να είμαι σύμφωνος με την σοβαρότητα του επιστημονικού ταύτου όρου.

-Το θέλω αυτό το μουνί, το θέλω δικό μου.
-Κανόνισε την πορεία σου, είναι δαγκανομούνα αυτή, την ξέρει όλη η πιάτσα, θα στην κόψει με το δαγκανόμουνό της και θα στην πετάξει στα σκυλιά.
-Μωρέ ας μου κάτσει εμένα και μετά ας με αυτοκτονήσει κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουκουλοφλώρος χαρακτηρίζεται ο τυπάς που, αν και φοράει κράνος – κασκόλ –μάσκα / γυαλιά σκι, έχει ακόμη μέσα του την ιδέα πως κάποιος κάπου πρόκειται να τον γνωρίσει και να τον κάνει «να πληρώσεις ρε αλήτη» για ότι έχει κάνει. Οπότε αποφεύγει συστηματικά την έκθεση σε οπτικό πεδίο κάμερας, τα πλιάτσικα σε μαγαζιά που βιντεοσκοπούνται για τη δική μας ασφάλεια (εκτός αν η λίστα του ντου έχει προϊόντα πρώτης ανάγκης οπότε κάνει την υπέρβαση), το να το παίξει ο ειρηνευτής που θα μπει ανάμεσα στους μπάτσους και στους μπάχαλους για να ηρεμήσει τα πνεύματα και άλλα.

Διαθέτουν την χείριστη φήμη ανάμεσα στις τάξεις των απλών και τίμιων κουκουλοφόρων και συχνά αναφέρονται και ως μαύρα πρόβατα. Κανείς δεν τους συμπαθεί, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν και να τους διώξουν, καθώς η πάλη κατά της πόλης που καίγεται - λουλούδι που ανθίζει είναι πραγματικά δύσκολη και χρειάζεται την συνδρομή όλων. Παρόλα αυτά, οι κουκουλοφλώροι επιτελούν μιας κάποιας μορφής έργο, με το να σπάνε μάρμαρα και να φέρνουν πολεμοφόδια, να ζωγραφίζουν με σπρέι διάφορα συνθήματα, να πασάρουν και να κουβαλούν τα μαλόξ και γενικά να χαμαλοδουλεύουν.

Αν διαβάζετε τον ορισμό και κάτι δεν σας έκατσε καλά, τότε μάλλον είστε αστυνομικός ή ανήκετε γενικά στα σώματα ασφαλείας, χουντάλας, ιδιοκτήτης μαγαζιού στο κέντρο και μη περιοριστικά. Για εσάς ο ορισμός είναι: γενικά όλοι αυτοί που κρύβονται πίσω από μία κουκούλα.

(Δύο τύποι συνομιλούν στην Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης 17 Νοεμβρίου)

- Λοιπόν, σήμερα το μενού έχει Στάρμπαξ και Ζάρα. Παίρνω εγώ Ζάρα.
- Εντάξει. Να το κάνουμε πέτρα ψαλίδι χαρτί ή να διαλέξω πρώτος.
- Άσε εμείς έχουμε ήδη κάνει τρελό τιμ. Εγώ, ο Κώστας ο ψηλάκος, ο Χρηστάκης ο άτσου, ο Πεπερικλής ο κεκές και ο Μίλτος ο ράπα.
- Τι λες ρε φίλε; Πάλι θα μείνω εγώ με τους κουκουλοφλώρους; Δεν στρέει, θέλω να διαλέξουμε ξανά.

Ποιος είπε ότι ο Τσίπρας χαϊδεύει τους κουκουλοφλώρους; (από Hank, 13/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό και χαριτωμένο αμνο- ή/και ερίφιο που όσοι έχουν ζήσει σε χωριό για ικανό διάστημα έχουν τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους λατρέψει και πιστέψει ότι με τη δύναμη του έρωτά τους μπορούν να μετατρέψούν σε pet πόλης...

Αλίμονο, το αρνί δεν είναι ιγκουάνα (όπως αντίστοιχα και το μουνί δεν είναι αρνί).

Αυτός ο καταραμένος και δίχως αύριο έρωτας είναι μεγάλο λάθος να αφυπνίζεται κατά τη διάρκεια της Μεγάλοβδομάδας.

- Μαμά, κοίτα το αρνάκι μου, το πάω βόλτα;
- Μην το τραβολογάς από δω κι από κει παιδί μου και το κατσιάσεις...
- Γιατί να μην το κατσιάσω μαμά..;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Μαγειρική) Ο φόβος μήπως καθαρίσεις υπερβολικά πολλές, ή υπερβολικά λίγες πατάτες, όταν θέλεις να τηγανίσεις πατάτες ή να φτιάξεις πουρέ.

Πηγή: Λύο Καλοβυρνάς.

Με είχε πιάσει γεωμηλοφοβία, αλλά τελικά οι πατάτες ήταν όσες έπρεπε για τους καλεσμένους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου έρχεται να κάνω τσίσα μου όταν τρέχει η βρύση, ειδικά δε την ώρα
που ξυρίζομαι.

Πηγή: Λύο Καλοβυρνάς.

Κατούρησα, μετά ξυρίστηκα και μετά νερούρησα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμωτής, που έχει το τακτ και την ευαισθησία του Ράμπο σε εξόρμηση στο Βιετνάμ και που, σε κουρεύει όπως θέλει εκείνος, παρά τα δάκρυά σου.

Οι Ραμπωτές αξίζουν να πάθουν ό,τι έπαθε η καριέρα του Συλβέστερ Σταλόνε.

Ραμπωτής που σου χρειάζεται ρε μάλετ!

από το Πλαθολόγιο του Λύο Καλοβυρνά, εκδ. Intro 2007.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν, κατά το σκούπισμα με ηλεκτρική σκούπα, περνάω ένα κομμάτι χνούδι ή κλωστούλα τουλάχιστον δέκα φορές με τη σκούπα, αλλά δεν το ρουφάει, οπότε τελικά σκύβω και το πιάνω, το εξετάζω και μετά το ξαναρίχνω χάμω για να δώσω μια ευκαιρία στη σκούπα να το πιάσει.

Πηγή: Λύο Καλοβυρνάς.

- Πέντε σκουπευκαιρίες της έδωσα της Μίλε, καιρός να το πετάξω στον σκουπιδοτενεκέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από τα: πούτσος + κεφαλοκλείδωμα (λαβή πολεμικών τεχνών γνωστή στους αγγλομαθείς ως headlock).

Κλείδωμα (lock): (μεταξύ άλλων) οποιαδήποτε λαβή πάλης κατά την οποία μέρος του σώματος του αντιπάλου διαστρέφεται ή πιέζεται
Κεφαλοκλείδωμα (headlock): η λαβή πάλης στην οποία το κεφάλι του αντιπάλου μαγκώνεται ανάμεσα στο εσωτερικό του αγκώνα και το σώμα του.
Πούτσος: το αντρικό μόριο (έχουν γραφτεί άπειρα, διαβάστε)

Πουτσοκεφαλοκλείδωμα: η λαβή που μπορεί να πραγματοποιηθεί από ιδιαίτερα γυμνασμένο αιδοίο στο μόριο του αντιπάλου κατά την διάρκεια πάλης στο σεξ με μάγκωμα και περιστροφή. Παραλλαγή του θέματος χωρίς περιστροφή αλλά μάγκωμα και απότομη κίνηση προς την ανάποδη (όπως όταν ανοίγουμε μπουκάλι μπύρας με το ανοιχτήρι).

Πιθανές συνέπειες:

Ψυχολογικές - Το όνειρο (σφιχτό, στενό, γυμνασμένο αιδοίο) γίνεται εφιάλτης. - Ξενέρωμα.

Παθολογικές

- Τρελό στραμπούληγμα.

- Κάταγμα πέους (νομίζατε ότι δεν γίνεται; νομίζατε ότι κάνω πλάκα; για ρίχτε μια ματιά στα μήδια... ).

- Ακρωτηριασμός αν η εκτέλεση πραγματοποιηθεί από δαγκανόμουνοκαι ενδεχομένως θάνατος από την επακόλουθη αιμορραγία (μη εξακριβωμένο, αλλά εικάζεται ότι φταίει που κανείς δεν έζησε για να το διηγηθεί).

Τρόποι αντιμετώπισης:

-Σεξ σε ρινγκ παρουσία διαιτητή: σε ένα ρινγκ υπάρχουν κανόνες για να αναδειχθεί κάποιος νικητής χωρίς να χρειαστεί να σκοτώσεις τον αντίπαλο σου ή να σε σκοτώσει αυτός. Όταν όμως η μάχη γίνεται εκτός ρινγκ δεν υπάρχουν κανόνες και φυσικά κανένας δεν ακολουθεί τους κανόνες του ρινγκ.

-Αποφυγή συνεύρεσης με μέλη ομάδων υψηλού κινδύνου: Στις ομάδες υψηλού κινδύνου συγκαταλέγονται:
* οι σβάρτσεςπου ξημεροβραδιάζονται στα γυμναστήρια (ειδικά αν ακούσετε την λέξη Plate φύγετε φύγετε φύγετε) * κυρίες που πίνουν νερό στο όνομα των ασκήσεων Κέγκελ(ρωτάς πχ «από Κέγκελ πώς πάμε;» αν αρχίσει και περηφανεύεται για το πόσο συχνά κάνει και τέτοια, μένεις σε εγρήγορση) * όσες έχουν φήμη δαγκανομούνας - ακόμα και αν πρόκειται για κακεντρέχειες, φύλαγε τα ρούχα σου για να χεις τα μισά. Επίσης σχετικές παροιμίες: Του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, He who runs away lives to fight another day (ελ. μτφ. - προσαρμογή: αυτός που τρέχει γρήγορα θα ζήσει να γαμήσει άλλη μέρα).

Αν καταλάβατε καλά, this is the twilight zone. Παίζει όμως και το θέμα αδρεναλίνη εδώ, σο, ό,τι σας φωτίσει ο γιαραμπής.

Σχετικό λήμμα: στραβοψωλιάζω


Δισψλαιμερ: Λέμε και καμια μαλακία να περνάει η ώρα ...

Από το λήμμα «αιδοίο το οδοντοφόρο» εμού της ιδίας από το οποίο προέκυψε και η έμπνευση για το παρόν: «Το μουνί με δόντια - τέχνη: Από όλα τούτα η τέχνη εμπνεύστηκε και βγήκε το ταινιάκι «Teeth», μιλάμε για τρελή αρρώστια το σενάριο. Η τύπισσα με το που τα 'παιρνε στην κράνα τους έκανε πουτσοκεφαλοκλείδωμα και ακύρωση - τους τα κοβε με δαγκιά [sic] και τα πέταγε στα σκυλιά. »

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκικός γλωσσοδέτης. Δοκιμάστε να το πείτε όσο πιο γρήγορα μπορείτε!

Clopyright: Mes.

-Σεξοπορνοανωμαλοδιαστροφικό πουτσομουνοκαυλομαλακομπούκωμα! Ορίστε, τό 'πα!
-Έχασες ένα «καριόλο»! Πάμε πάλι απ' την αρχή!
-Α, δεν παίζω, δεν παίζω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο, που προκύπτει από το «πεοφοβία» (ρωτήστε τις/ τους Γιαλόμες τι σημαίνει) και το στερητικό άλφα.

Σλανγκιστί σημαίνει τον αθεόφοβο γκέι που όχι μόνο δεν φοβάται το πέος, αλλά και το αναζητεί- επιζητεί. Δηλαδή είναι ο παραπάνω από κραγμένος, είναι ο αδίστακτος γκέουλας που δεν θα κάνει πίσω μπροστά σε τίποτα!

Μπορεί να χαρακτηρίσει και κοπέλα τελειωμένη, και κυριολεκτικά, εννοώ και γυναίκα.

Ο όρος εισήχθη στην σλανγκικήν από τον Ιησού.

- Τι κάνει ο Σάκης; Ακόμα το κάνει το ωτοστόπ;
- Αν το κάνει λέει! Γύρισε όλην την Ευρώπη κάνοντας ωτοστόπ σε νταλικέρηδες ο απεόφοβος! Ως το Μαρόκο έφτασε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified