Η φανταστική σλανγκική χώρα στην οποία ισχύουν όλα όσα πρεσβεύει η woke κουλτούρα. Εκ του αμερικανικού Wokeland (< woke & Oakland).
Στη Γουοκολάνδη τα φύλα αυξάνονται κάθε χρόνο. Πέρσι είχαμε 62 φύλα, φέτος έχουμε φτάσει τα 103.
Η φανταστική σλανγκική χώρα στην οποία ισχύουν όλα όσα πρεσβεύει η woke κουλτούρα. Εκ του αμερικανικού Wokeland (< woke & Oakland).
Στη Γουοκολάνδη τα φύλα αυξάνονται κάθε χρόνο. Πέρσι είχαμε 62 φύλα, φέτος έχουμε φτάσει τα 103.
Got a better definition? Add it!
Πριν κάμποσα χρόνια, το 1981 αν δεν απατώμαι, ο γνωστός από τότε δημοσιογράφος Τέρενς Κουίκ παρουσίαζε το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, από την μοναδική και κρατική τηλεόραση, απ' ευθείας τα αποτελέσματα των τότε βουλευτικών εκλογών.
Εκείνο το βράδυ, πάρα μα πάρα πολλές φορές, ανέφερε τη φράση «συνδεόμαστε με Κ.Α.Ι.Ρ.Ο.», τα οποία και ήταν τα αρχικά από ένα τηλεφωνικό πληροφορικό σύστημα της εποχής για μετάδοση δεδομένων, που μάλλον μόνο ο ίδιος το γνώριζε, μιας και που ποτέ ξανά δεν ξανακούστηκε, τουλάχιστον τόσο επανειλημμένα.
Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει τη μυστηριώδη ανατολίτικη ατμόσφαιρα που δημιουργούσε η λέξη, χρησιμοποιώντας την κατά κόρο και αποφεύγοντας να δώσει ιδιαίτερες τεχνικές λεπτομέρειες γι' αυτήν, όπως θα όφειλε λόγω της συνήχησής της με τη γνωστή και όμορφη εξωτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου, με την οποία όμως και δεν είχε απολύτως καμία σχέση.
Τόσο πολύ αναφέρθηκε εκείνο το βράδυ (γέμιζε το στόμα του Τέρενς, γελούσαν και τ' αυτιά του, όταν το' λεγε), έτσι ώστε να καταντήσει να γίνει σλόγκαν.
Τελικά σήμερα η φράση κατέληξε να σημαίνει επίδειξη αδιαφορίας, περιφρόνησης και κώφευσης στα λεγόμενα κάποιου.
Γενικώς η σύνδεση παραπέμπει σε τηλεφωνική τοιαύτη και μάλιστα, όταν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία ή παράκληση («μια στιγμή να σας συνδέσω”), απαρρέκκλιτα σημαίνει ότι το τηλέφωνο που σας συνέδεσαν 1) δεν θα απαντάει ποτέ, 2) θα είναι συνεχώς κατειλημμένο, 3) εάν απαντήσει θα σας πουν ότι ο υπάλληλος απουσιάζει, 4) θα σας ζητήσουν να καλέσετε εσείς ... αργότερα επειδή είναι απασχολημένοι, 5) θα σας απαντήσουν ότι δεν γνωρίζουν, 6) θα σας απαντήσουν ότι δεν είναι αρμόδιοι, 7) θα σας επιπλήξουν που τους χαλάσατε την ησυχία.
Ουδόλως απορίας άξιον λοιπόν είναι, πως κάθε έκφραση που περιέχει το ρήμα «συνδέω», κατέληξε να έχει αρνητική εννοιολογική σημασία.
- Καλά ... εγώ του μιλούσα κι αυτός με είχε συνδέσει με Κάιρο.
Got a better definition? Add it!
Παπαρωνύμια βαπτίζω σλανγκική αηδία υπαρκτά ακρωνύμια που το σλανγκεπώνυμο πλήθος παραφράζει λολαδερώ τω τρόπω. Το κλασικότερο παράδειγμα έρχεται από τα όχι και τόσο ευτυχισμένα παιδικά μας χρόνια: δέν έχουμε ηλεκτρισμό (Δ.Ε.Η.), ούτε τηλέφωνα έχουμε (Ο.Τ.Ε.)• έχουμε όμως τουρισμό (Ε.Ο.Τ.). Βγάζουν ακόμα γέλιο, 40 χρόνια μετά.
Το σάη έχει ήδη πάμπολλα καταχωρημένα, κυρίως φαντραρώνυμα και μπατιρώνυμα (© sarant). Ας πανηγυρίσουμε το φαινόμουνο «παπαρωνύμια» αποδελτιώνοντας τα κυριότερα:
Οργανισμοί, γραφειοκρατικά, πολιτικά, αθλητικά, μπατιρώνυμα
Φαντραρώνυμα
Πηγές: νέτι, σλάνγκρρ, sarantakos.
Got a better definition? Add it!
Εθνικό και πολιτικό αυτοφαυλιστικό για την Ελλάδα της μεταπολίτευσης στην οποία κυριάρχησε το κόμμα Πα.Σο.Κ. (κυρίως στην τριακονταετία 1981-2011) επηρεάζοντας όμως (ακόμη και μετά την παρακμή του) και άλλα κόμματα που υπέστησαν και συνεχίζουν να υφίστανται πασοκοποίηση. Η κατάληξη -λάνδη, όπως είδαμε και στο Ευρωλάνδη, μπορεί να σημαίνει μεταφορικώς διαφορετικά πράγματα. Καταρχήν: α) Κατάληξη δυτικοευρωπαϊκής, γερμανικής χώρας με μια ευρεία έννοια που μπορεί να περιλαμβάνει και φραγκικές και αγγλοσαξονικές χώρες. Όμως, εφόσον μιλάμε για εθνικό αυτοφαυλιστικό, τότε περισσότερο: β) Μια τριτοκοσμική χώρα, όπου και η ονομασία και η ταυτότητά της έχουν δοθεί από αποικιοκράτες δυτικοευρωπαίους κυριάρχους της και που εν πάση περιπτώσει παρουσιάζει συμπτώματα τριτοκοσμισμού. γ) Ίσως, πιο τραβηγμένα, ο όρος να βγάζει και μια αφέλεια, σαν η χώρα να έχει καταστεί θεματικό πάρκο σε στυλ Ντίσνεϊλαντ.
Εν προκειμένω, μάλλον εννοείται η Ελλάδα ως μια χώρα που ακολούθησε τριτοκοσμικές λύσεις και πορεία επί των κυβερνήσεων Πα.Σο.Κ. και άλλων πασοκοποιημένων κωμάτων της μεταπολίτευσης, ενίοτε χρυσωμένες από το πασοκοχαρούμενο αφήγημα του εκσυγχρονισμού και μιας πεποίθησης ότι μπορούν να συνδυαστούν η προοδευτική ευρωπαϊκή πορεία της χώρας με σοσιαλιστικά/ σοσιαλδημοκρατία πρωκτάγματα, διαθλασμένα και μέσα από τις παθογένειες του ελληνικού κρατισμού, νεποτισμού και γραφειοκρατίας. Δίνω τον λόγο στα παραδείγματα, που τονίζουν τον τριτοκοσμικό χαρακτήρα της πασοκικής Ελλάδας, ενίοτε ίσως και τη σχέση της με ξένα συμφέροντα.
Τώρα σε δύο περιπτώσεις που βρήκα, ως Πασοκολάνδη εννοείται πολύ συγκεκριμένα η Κρήτη ως το πασοκονήσι (και νυν συριζονήσι) που ψήφιζε σε πολύ μεγάλα ποσοστά Πα.Σο.Κ.
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας (το) ζητάει κι η γυναίκα (το) κρατάει (αγνό και παρθένο).
Γίνεται λογοπαίγνιο με το «Ζητούνι» (παλιά ονομασία της Λαμίας) και το ρήμα «ζητώ», αντίστοιχο με τη φράση «είναι από την πάρω κι όχι απο τη δίνω», όπου γινεται παρήχηση των νησιών των Κυκλάδων Πάρος και Τήνος.
Η φράση περιγράφει με σαφήνεια τα ελληνικά ήθη μέχρι και τη δεκαετία του '60, όσον αφορά στους ρόλους των δύο φύλων και τις προγαμιαίες σχέσεις. Όπως έχουμε δει σε πάμπολλες ελληνικές ταινίες της εποχής, η παρθενιά ήταν η προίκα της κόρης (π.χ. «Ο ατσίδας» ή «το στρίβειν διά του αρραβώνος », όπως τη θυμούνται οι περισσότεροι).
Πάντως μέσα στη δεκαετία του '70 τα πράγματα άλλαξαν, αρχικά με την αποδοχή των σχέσεων μέσα στον αρραβώνα (βλ.το παράδειγμα του λήμματος φαναριέρης και το δεύτερο παράδειγμα του παρόντος λήμματος), για να φτάσουμε σε ραγδαίες αλλαγές προς τα τέλη της δεκαετίας αυτής.
Υπήρξα «αυτήκοος μάρτυς» των παραδειγμάτων που ακολουθούν και τα μεταφέρω όσο πιο πιστά μπορώ.
Η μάνα του γαμπρού (κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '60) διηγείται για τα (ανεπιθύμητα γι' αυτήν) παντρολογήματα του γιου της:
- Τι να κάνουμε; Αφού την «πείραξε» θα την πάρει. Κι εκείνη όμως έπρεπε να την κρατήσει τη βράκα της. Ο άντρας είναι απ' το ζητούνι κι η γυναίκα απ' το κρατούνι.
Το δεύτερο παράδειγμα (στις αρχές του '70) δεν περιέχει τη φράση αλλά είναι σχετικό με την προαναφερθείσα αλλαγή των ηθών.
Ο πατέρας της νύφης, όταν τον ρωτούν «πότε με το καλό ο γάμος», απαντά (με δόση αυτοσαρκασμού):
«Ο γάμος έχει γίνει! Η στεφάνωση θα γίνει το Πάσχα.»
Got a better definition? Add it!
Φανταστική χώρα, όπου φύονται τσουτσούνια. Όπως λέμε Τσετσενία. (Καμία σχέση!)
- Τα μάθατε για το Λάκη; Πάει εθελοντής στη Τσετσενία.
- Σώπα καλέ! Μάλλον εθελόντρια αδελφή στη Τσουτσουνία πάει!
Got a better definition? Add it!
Υπερρεαλιστικό τοπωνύμιο. Απαντά στην ερώτηση «πού πήγε;» όταν, βασικά, απάντηση δεν υπάρχει ή αγνοείται. Το Ταμτούμ βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο Τιμπουκτού και του Διαόλου τη Μάνα, δηλαδή πολύ μακριά. Ελέγχεται βάσιμα κατά πόσον στο Ταμτούμ μπορεί κανείς όντως να προμηθευθεί αλεπουτόμαρα αλλά ακόμη και αν τα βρει τα αλεπουτόμαρα στις μέρες μας είναι μάλλον αμφιβόλου χρησιμότητος - δηλαδή, το όλο ταξίδι μάλλον θα αποβεί μάταιο και μεγάλη ταλαιπωρία.
Ως κάπως πιο προσγειωμένη εκδοχή λέγεται και το στο ΤαμΤούμ για μαϊμούδες.
- Καλά, πού χάθηκε πάλι ο Δημητράκης; Εδώ ήταν πριν ένα λεπτό. Πού πήγε;
- Στο Ταμτούμ γι' αλεπουτόμαρα ... Πού θες να ξέρω και τι με νοιάζει κιόλας; Άει παράτα μας ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Νησί της άγονης γραμμής. Έχει φανταστικές παραλίες, 0.4 κατοίκους, ένα γαϊδούρι, έναν πάγκο που πουλάει μόνο μπαταρίες, λεμονάδες Κλιάφα και προφυλακτικά, και μια ελιά στη μέση. Πρόκειται για τον ιδανικό προορισμό για τους εντεχνindie, τα μέλη της νεολαίας συνασπισμού και νεανίες βορείων προαστίων σε κρίση επαναστατικότητας, διότι εκτός από τα παραπάνω έχει τουλάχιστον τρεις συλλαβές όπως κάθε σχετικό νησί που σέβεται τον εαυτό του.
Όλα αυτά θα ήταν ωραία αν η Ίφκινθος (if + κινθος) υπήρχε. Στην πραγματικότητα αποτελεί ιδανική απάντηση στον μονόλογο ενός από τους παραπάνω ενώ κοκορεύεται για το πόσο ωραία πέρασε στην Κάσο, την Ελαφόνησο, ή την Οινούσα. Εκεί ο αναφέρων την Ίφκινθο απολαμβάνει την έκφραση των συνομιλητών του που τολμούν να μην γνωρίζουν αυτόν τον επίγειο μικρό παράδεισο.
- Που λες Μάκη, άλλο πράμα η Μακρόνησος... Παραλίες, σκηνές δίπλα στην θάλασσα, κάτι ψαρούκλες ναα (μετά συγχωρήσεως), μόνο 4 κάτοικοι και μια καντίνα... Ιστορικό υποόβαθρο... Αυτές ήταν διακοπές...
- Νταξ... Μακρόνησος... Λαστ Γίαρ... Εγώ φιλαράκι πήγα Ίφκινθο... Τι να μου πεις και συ...
- Ίφκινθο; Τι είναι αυτό ρε Μάκη;
- Καλά τίποτα δεν ξέρεις; Εκεί ήταν εξόριστος τον 15ο αιώνα ο Ολλανδός πρωτοαναρχικός Φαν Μπρόικελεν... Άλλη φάση αγόρι μου, τι να κλάσει η Μακρόνησος...
Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μυθικό χωριό κάπου στην Ψωροκώσταινα. Το ορίτζιναλ κωλοχώρι - εκκλησία, καφενείο, μονοθέσιο σχολείο, δυο γαϊδούρια κι ένα Ντάτσουν. Κάπου ανάμεσα στου διαόλου τη μάνα και στου διαόλου το ξεσταύρι. Μπροστά στην Κωλοπετεινίτσα το Λέτσοβο είναι Ελβετία.
Στην τρέχουσα, η Κωλοπετεινίτσα είναι ο κατ'εξοχήν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για έναν τόπο. Μονον η Άνω Κωλοπετεινίτσα νοείται χειρότερο μέρος.
Εν κατακλείδι, και η ατάκα κλασικού ανεκδότου όπου, αφού έχουν γίνει διάφορα, ο διεθυντής ρωτάει ξύπνιο υπάλληλο του τον οποίον θέλει να προωθήσει:
-Από που είπαμε ότι είσαι; - Από ένα μικρό χωριό, κύριε διευθυντά, δεν θα το ξέρετε έτσι κι αλλιώς. - Πες μου, παιδί μου. - Ένα κωλοχώρι είναι, κύριε διευθυντά. Βγάζει μόνο ποδοσφαιριστές και πουτάνες - Ε, ποιό είναι; Πες μου, μη ντρέπεσαι - Κωλοπετεινίτσα το λένε. - ΑΑΑ, από εκεί είναι η γυναίκα μου. - Σοβαρά; Και σε ποια ομάδα παίζει;
- Άστηνε, μωρέ, τη μερσεντοσουσού ... έβαλε το περιπτερόκλεϋ και νομίζει κάποια είναι ... στην Κωλοπετεινίτσα το σκατό τους παξιμάδι τοκάνανε μέχρι χτες ...
Λες πως ”Είναι φυσικό μια περιοχή πλούσια, με μεγάλο πληθυσμό, που προσφέρει στην οικονομία της χώρας, να ζητεί να την αντιμετωπίσουν διαφορετικά από την άνω κωλοπετεινίτσα με το χωματόδρομο.” Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Να την αφήσουμε λοιπόν την ”κωλοπετεινίτσα”, την κάθε ”κωλοπετεινίτσα”, να ερημώσει; (από το http://www.varometro.net/blog/)
Ένας απλός τρόπος για να αντιληφθεί κάποιος τον χαρακτήρα ενός άλλου ανθρώπου είναι να τον δει πως χειρίζεται την εκάστοτε εξουσία που του παρέχεται. Οποιαδήποτε μορφή εξουσίας! Από μία μικρή θεσούλα στο δήμο στην Κάτω Κωλοπετεινίτσα και από μία «σαρδέλα» που παίρνει ένα μπαζοδέκανο στον στρατό μέχρι το «βόλεμα» στις δημόσιες υπηρεσίες του Κράτους και την εκλογή στον βο(υ)λετικό θώκο στη Βουλή! (από το http://numbinvolos2006.blogspot.com)
- Μορφωμένο παιδί ... έχει βγάλει ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής στην Κωλοπετεινίτσα ...
- Ναι, κι ο δικός σου που σπούδασε Εκ.Πα.Πε. στο Πούτσεστερ καλύτερος είναι ...
- Με ποιον κληρωθήκαμε ρε στο τζαμπιον σλινγκ; Περνάμε; - Τσέλσι ... δεν την παλεύουμε ... μια Κωλοπετεινίτσα απ' τη Λιθουανία και η Βαλένθια ... όλη η ιστορία είναι να περάσουμε από το Ριαθόρ ...
Κι η Κωλοπετεινίτσα κέρδισε τον Ολυμπιακό,
Τον Όλυμπο και την Αθανασία.
(από το τραγούδι «Της Κωλοφωτιάς», στίχοι-μουσική: Νικόλας Άσιμος)
Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το αρχετυπικό 70s-80s gay bar, όπως έγινε διάσημο από την ατελείωτη σειρά ταινιών «Η μεγάλη των μπάτσων σχολή» (Police Academy) που από το 1984 ως το 1994 αρίθμησε 6 συνέχειες της αρχικής ταινίας.
Μέσα στο μπαρ Blue Oyster (Μπλε Στρείδι, αλλά και κατά μια άλλη ελληνικότερη μεταγλώτισση Μπλε Σύκο) βρίσκονται σκληρά αν και ευαίσθητα αγόρια με μουστάκλες και δερμάτινες στολές, που έχουν τον τρόπο να μαλακώσουν ακόμα και τον πιο κακό μπάτσο και μάλιστα να τον χορέψουν και ένα ταγκό στον ρυθμό του gay ύμνου El Bimbo (που διασκεύασε και ο Πάριος χωρίς gay πρόθεση με τίτλο «Ποτέ δεν σε ξεχνώ»).
(από ανάλυση του «Relax» από Frankie Goes To Hollywood)
«Το βίντεο ξεκινά δυναμικά. Ο Holly Johnson καταφθάνει με ταξί τύπου man-slave σε ένα γκέι S&M den, όπου όλοι είναι ντυμένοι σαν τους θαμώνες του Μπλε Στρειδιού της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής. Εκεί, υπό το άγρυπνο βλέμμα ενός χοντρού «bear» με στολή Ρωμαίου αυτοκράτορα, ο τραγουδιστής μπλέκει σε κάτι που μοιάζει με καυγά αλλά δεν είναι και «αναγκάζεται» να μπουσουλήσει στα τέσσερα, face to face με μια τίγρη.»
(«Άσε τα μούσια!»)
«Σκέφτομαι να αφήσω μούσι, αλλά δεν ξέρω ποιο στυλ αρέσει στις γυναίκες.
Μάνος, με e-mail
Ευτυχώς που σε πρόλαβα πριν κάνεις καμιά τρέλα. Οι γυναίκες, κατά πλειονότητα, προτιμούν ένα καθαρό, ξυρισμένο πρόσωπο. Εχουμε και λέμε λοιπόν. Μουστάκια: Blast from the past. Εν τω μεταξύ, υποψιάζομαι πως το έσκασες από το κλαμπ «Μπλε Στρείδι» της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής. Μούσι: «Είμαι ακαμάτης και μ' αρέσει». Γένια: Αν δεν είσαι ο Κάρατζιτς και πρέπει να κρυφτείς από τις μυστικές υπηρεσίες, δεν έχεις λόγο να το κάνεις.»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified