Further tags

Ως νεόκοπο σλαγκικώς μπορεί να σταθεί άνετα δίπλα στα περισσότερο ή λιγότερο κλασικά δόντι, bluetooth και χαυλιόδοντας που επίσης περιγράφουν το βύσμα αυτόν δηλαδή που έχει γλείψιμο, κονέ, άκρες, για να πετύχει ένα οποιοδήποτε ρουσφέτι σε μια κοινωνία που ακόμα έχει μεγαλύτερη σημασία το ποιος είσαι, από το τι μπορείς να κάνεις.

Επιπροσθέτως, παρουσιάζει κι άκρως ενδιαφέρουσες ιδιότητες, αφού μια και αποκαλείται και σκυλόδοντο και αποτελεί βασικό γνώρισμα βρικολάκων και μοδάτων βαμπίρ κάθε είδους, η χρήση του μπορεί να δώσει επιπλέον διαστάσεις στο διαχρονικό φαινόμενο.

Η αμφίβολη (;) ανθεκτικότητά του στο χρόνο κι η ευρύτητα της χρήσης του, είναι κάτι που μόνο το μέλλον θα επιδείξει αφού η εμφάνισή του οφείλεται στην απροσδόκητα επιτυχημένη, ομώνυμη πολυβραβευμένη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου που προκάλεσε αντικρουόμενες κριτικές κι έφτασε να διεκδικήσει (δυστυχώς χωρίς επιτυχία) το Όσκαρ Ξένης Ταινίας για το 2011.

Η ομοιότητα του επωνύμου του σκηνοθέτη με το όνομα του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου ήταν ζήτημα χρόνου να αποβεί παραγωγική (έστω και σε επίπεδο λογοπαιγνίου) αλλά ομοίως με τον όρο, μένει στον πανδαμάτορα Χρόνο να αποδείξει αν το «κυνόδοντας του Άνθιμου» θα γνωρίσει επιτυχία παροδική (το πιθανότερο) ή όχι.

Για την ώρα χρησιμοποιείται (το τονίζω: περιορισμένα –δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι αλλιώς-) τουλάχιστον από κάποιους φαντάρους για συστρατιώτες - θρησκευτικά βύσματα (όχι απαραίτητα του συγκεκριμένου ιεράρχη).

Τα περιορισμένα κονέ μου δεν επιτρέπουν την επαλήθευση των (βάσιμων βλ. μήδι) υποψιών μου πως ο όρος παίζει (έστω εν είδει αθώου λογοπαιγνίου αδιάφορου για τον οποιοδήποτε -πλην του εχέμυθου σλάνγκου εξομολογητή) και στα εκκλησιαστικά ή όποια άλλα σινάφια.

  1. Χρειάζεται κυνόδοντας για να μπεις κάπου, σε αυτή τη χώρα.
    - Αυτοί που τα ‘φαγαν, δεν είχαν απλώς γερά δόντια, αλλά κυνόδοντα.

(Απ’ το δίχτυ)

  1. –Θα ‘ρθει τελικά για το τριήμερο;
    - Μπααα. Γαμήθηκε το σύμπαν. Τους βυσμάτωσε όλους ένας κυνόδοντας του Άνθιμου. (sic - σπαρταριστό)

Με έκπληξη (το ομολογώ) το βρήκα στο νέτι (από sstteffannoss, 28/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το Cabernet Sauvignon. Ποικιλία κόκκινου κρασιού που απαντάται στην greek ταβέρνα, ενίοτε αμφιβόλου ποιότητας και προέλευσης. Βλέπε και Θήβας Ρήγκαλ.

Μενού
Αγιορείτικο 14 ευρώ
Σοβινιον Μπλαν 24 ευρώ
Καμπερνέ Αχαρνών 16 ευρώ
...
Ταβερνέ Σοβινιόν 5 ευρώ

..προφανής η επιλογή

(από Vrastaman, 28/02/11)(από Vrastaman, 28/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική σλαγκιά - λογοπαίγνιο μεταξύ φοιτητών της Φυσικής κι ειδικότερα όσων ασχολούνται με τη Μετεωρολογία, που αναφέρεται στη Δύναμη Coriolis (από το όνομα του Γάλλου μαθηματικού και μηχανικού Gaspard-Gustave Coriolis 1792-1843).

Είναι μια φαινομενική δύναμη που χρησιμοποιεί κάποιος που κινείται, για να περιγράψει την παρέκκλιση απ’ την ευθεία που παρατηρεί στην κίνηση άλλων σωμάτων.

Μια και η Γη περιστρέφεται γύρω απ’ τον άξονά της, οτιδήποτε κινείται πάνω της δέχεται τις... καργιολο-επιδράσεις που γίνονται εμφανείς από κάποιον που παρατηρεί από την επιφάνειά της Γης, αλλά όχι από κάποιον αστροναύτη.

Η τιμή της εξαρτάται από την απόσταση του σώματος που κινείται από τους Πόλους και η φορά της από το ημισφαίριο στο οποίο γίνεται η κίνηση. Έτσι π.χ, στο Βόρειο ημισφαίριο, το νερό που τρέχει από την ανοιχτή βρύση στο σιφόνι, κυλάει με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού (στο Νότιο ημισφαίριο ρέει αντίστροφα).


Πριν κατηγορηθώ για τη μόρφωση που έπαθες αγαπητέ αναγνώστη, ομολογώ πως η φλασιά για τον άνοστο (για πολλές –τότενες- ανασφαλείς φελολόγους τουπαραλιγοναμπεί) όρο, προέκυψε απ’ τα εδώ σχόλια.

- (Κοιτά δεξιά) Πού θα πέσει ο πύραυλος το φελέκι μου;
- Στ’ αρχίδια μου. Εγώ για τα θέματα ήρθα.
- (Κοιτά ...έξω αριστερά) Πού θα πέσει ο πύραυλος το ξεσταύρι μου μέσα;
- Στο άσυλο. Πού αλλού;
- (Κοιτά ...πίσω) ψψττ! κοπελιάαα;
- Εμένα;
- Ναι! ναι!! Πού θα πέσει ο πύραυλος;
- Με λένε ...Πάτη.
- Ενδιαφέρον, εμένα Σσ ...Μίλτο, αλλά πού θα πέσει ο πύραυλος;
- Στo σημείο Τζι!!
- Την καργιόλα τη δύναμη την υπολόγισες;
- Χιχιχι! Χαλαρά.

Το κόκκινο παριστάνει τον παρατηρητή το μαύρο μια μπάλα που κινείται (από sstteffannoss, 26/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και τα μπορέλι και Μπορμπόκης, δηλαδή ένας μαγκίζων τρόπος να πεις μπορεί χρησιμοποιώντας το όνομα γνωστού ποδοσφαιριστή, εν προκειμένω του Βίκτορ Μπόρμπα Φερέιρα Ριβάλντο.

(από Khan, 21/02/11)(από Khan, 27/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και το μπορέλι, δηλαδή ένας μαγκίζων τρόπος να πεις μπορεί χρησιμοποιώντας το όνομα γνωστού ποδοσφαιριστή, ήτοι του Βασίλη Μπορμπόκη. Ή του Στέφανου Μπορμπόκη για τους παλαιότερους.

- Γιατρέ μου πάμε απόψε στον Μπάτμαν;
- Μπορμπόκης...

(από Khan, 21/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδισμός, που αναφέρεται ειρωνικά ή αυτοσαρκαστικά σε κάθε «τελευταίο τσιγάρο», που καπνίζει κάποιος, μετά από δήλωσή του ότι θα το κόψει το ρημάδι...

  1. -Κέρνα ένα τσιγαράκι ρε φίλος!
    -Καλά, εσύ δεν το’ χεις κόψει;
    -Ε, απ’ τα κομμένα καπνίζω...

(Στο περίπτερο της γειτονιάς):

-Πού ’σαι μάστορα, πιάσε ένα Άσσος μαλακό!
-Απ’ τα κομμένα;
-Βρε δώσε εκεί κι άσ’ τα δικά σου τώρα...
-Να χαρώ εγώ ένα λεβέντη με πυγμή!
-Πληρώνεσαι; Για κάνε μας τη χάρη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειναι παραφθορα του πουτσώνω.

Κατά συνέπεια, κωλοπετσωμένη = κωλοπουτσωμένη, κωλογαμημένη. Εκφέρεται θετικά και σημαίνει ασύμβατη, προχωρημένη, αχαλίνωτη, ορμητική, δυναμική κλπ.

Αντιθέτως, το πέτσωμα, τα πετσώματα , έχουν αρνητική έννοια και σημαίνουν προχειρότητα /-τες και μαλακία /-ες κλπ.

- Έγινε καλή δουλειά;
- Μπα, πετσώματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διαχειριστής ενός δικτύου (από το ρούτερ + άρχων, κατά το πτέραρχος)· υποκατηγορία του μπόφη, όπως είναι και ο ντάτα μπέης.

Συνήθως φωτοφοβικός τύπος που χρησιμοποιεί σωρηδόν όρους όπως βιλάν, 801, γουίφι (αυτό τυπικά με αηδία), και συναντάται σε περιβάλλοντα με πολλά καλώδια.

– Να φωνάξουμε κανέναν από τα δίκτυα να μας δώσει IP;
– Δεν θα φτιάξουμε καλώδιο για να φωνάξουμε όποιον να 'ναι. Για IP πάμε απευθείας στον ρουτέραρχο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χασίς προέλευσης από το Αφγανιστάν, κατά αντιστοιχία προς λ.χ. πολύτιμα κρασιά που παράγονται σε κάποιο σπουδαίο κτήμα. Λεγόταν περισσότερο στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ήταν περισσότερο στην επικαιρότητα ο καταζητούμενος στο Αφγανιστάν Osama bin Laden, ο οποίος βεβαίως ακόμη την απασχολεί παραμένοντας ασύλληπτος.

Είναι καλό πράμα, κτήμα Οσάμα σου λέω...

(από Khan, 15/02/11)(από Vrastaman, 25/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified