Selected tags

Further tags

Αθλητική σλανγκιά για είδος αριστοτεχνικού σουτ ή πλασέ που περνάει πάνω από παίχτες και καταλήγει ακριβώς εκεί που θέλει ο μάστορας. Σλανγκίζεται κι ως σκαφτό, λόμπα, καντήλι και —στην υπέρτατα καγκουριάρικη μορφή του— λαμπρέτα.

Φυστικά παίζει και σε άλλα αθλήματα (μπάσκετ, μπιλιάρδο, κ.ά.)

1. Ψηλοκρεμαστό από τη σέντρα!!! Τα είδε όλα ο γκολκίπερ!

2. Το ψηλοκρεμαστό τακουνάκι του Ενγκμπακότο

Ψηλοκρεμαστός και με την κακή έννοια (από σφυρίζων, 03/04/13)Ψηλοκρεμαστή βάζει φωτιά στην Λεωφόρο. (από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με πηγή έμπνευσης το λήμμα ξυλοκόπος, θυμήθηκα την παραπάνω κορυφαία λέξη - επάγγελμα που χρησιμοποιείται στην ποδοσφαιρική αργκό.

Ψαράδες λοιπόν (η χρήση περιορίζεται στον πληθυντικό, αφορά δηλαδή ομάδες και όχι μεμονωμένους παίκτες) είναι το σύνολο των άτεχνων, άτσαλων και άμπαλων παικτών μίας ομάδας, που σε αντίθεση με τους υπόλοιπους άμπαλους και ξυλοκόπους, έχουν συγκεκριμένη πατρίδα και συγκεκριμένα την Σκανδιναβία και συνήθως τη Νορβηγία.

Όσον αφορά το λόγο χρήσης του εν λόγω επαγγέλματος: θυμίζω ότι, η Νορβηγία είναι μία χώρα, που η οικονομία της βασίζεται κατά πολυ στην αλιεία (νομίζω πρώτη σε εξαγωγές μπακαλιάρων), οπότε, επειδή οι άνθρωποι το τόπι δεν το κατέχουν, συμπεραίνουμε ότι στο ψάρεμα θα τα καταφέρνουν καλύτερα...

Διάσημοι ψαράδες - αντίπαλοι ελληνικών ομάδων τα τελευταία χρόνια είναι οι:

1) Ψαράδες της Νόρτσελαντ (με Ολυμπιακό)
2) Ψαράδες της Λιν (οι πλέον διάσημοι, γιατί είχαν κανει διπλό στην τούμπα, σε ένα ματς που οργίασαν οι φήμες για αβαβά, ενώ στη ρέβανς έφαγαν τρία γκολ και αποκλείστηκαν).

Στη θεωρητικά εύκολη κλήρωση του Ουέφα αναφέρομαι. Που έβγαλε τον ΠΑΟΚ αντιμέτωπο με κάποια Λιν από τη Νορβηγία, τον Αρη με τη Νιάου Νιάου Ζίμπρου Τσιτσινάου και τον Πανιώνιο με κάτι δανούς ψαράδες, ονόματι Νοβοσέλατς ή κάπως έτσι. **(http://archive.sport.gr/cafe/duplicate/2003/08/030829.asp)**

ΜΑΛΛΟΝ ΑΥΤΟ ΤΟ 5-0 ΜΗΔΕΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΨΑΡΑΔΩΝ ΘΑ ΤΟ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΣΤΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΕΚ Ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ .ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΟΤΙ ΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ ΤΗΣ ΑΕΚ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΑΝΟΙ(από το sport24)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του Ολυμπιακού, συνεκδοχικά από την ψαραγορά του Πειραιά. Ο χαρακτηρισμός αυτός (κάπως παλιός και όχι και τόσο συχνός σήμερα) παραπέμπει και στο κύριο παρατσούκλι των Ολυμπιακάκηδων, που είναι το γαύροι. Ως ψαραγορά δηλαδή μπορεί να εννοηθεί και καλά το μέρος όπου πωλούνται οι γαύροι.

  1. Στη δεκαετία του ’50, λ.χ., τότε που ο Ολυμπιακός έγινε και ονομάστηκε κατά γενική παραδοχή Θρύλος, δεν ήταν trendy για τον «καλό φίλαθλο» να υποστηρίζει τους «μαουνιέρηδες» και την «ψαραγορά»... δεν ήταν «comme il faut», δεν ήταν «καθώς πρέπει». (Εδώ).

  2. ολυμπι,ολυμπι,ολοι μπειτε μεσα τα πουλμαν να γεμισουμε στον πειραια να παμε τους γαυρους να γ*******
    και μετα και μετα στην ψαραγορα τους γαυρους να πουλησουμε το κυπελο να παρουμε που εμεις το αξιζαμε!!! (Ειρωνική τροπή του ύμνου του Ολυμπιακού εδώ)

(από Khan, 02/08/13)Οξύμωρον (από Khan, 02/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται στο ποδόσφαιρο το σύστημα 4-3-2-1, επειδή πάνω στο σχεδιάγραμμα του γηπέδου οι σημαδούρες-παίχτες δίνουν την εικόνα χριστουγεννιάτικου δένδρου.

Πρόκειται για διεθνή ιδιωματισμό: Christmas tree formation

- Πω πω, πάλι με χριστουγεννιάτικο δέντρο θα παίξουμε. Νύχτα το πήρε το δίπλωμα ο κόουτς;

(από allivegp, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα θαυμασμού από οπαδούς του Ηρακλή (και όχι μόνο) για τον Βασίλη Χατζηπαναγή, συνδυάζοντας τα θεία με το επώνυμο του επονομαζομένου «μάγου της μπάλας».

- Τι σέντρα έβγαλε το άτομο πάλι ρε πούστη μου; Έλα αγόρι μου, έλα!
- Χριστέ και Χατζηπαναγιά μου! Βάλ' το ρε Βάσια!

(από acg, 10/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο χορταρέας, δηλαδή κατά τον προσφυή ορισμό του Γεωργίου Ζάκκου, "η περίπτωση ανδρός ο οποίος καταναλίσκει μεγάλες ποσότητες χόρτου, ήτοι χασίς, μπάφου, μαύρου, νταφού".

  1. den sas goustaroume re xortarakides ai kai gamithite mia zoi to hiphop piso to pate. (Πρεζόνια και μαστούρηδες).
  2. Γνωστός χορταράκιας ο λευκοκέφαλος αετός-σύμβολο των ΗΠΑ. (Από το Luben).
  3. Είμαι ευσεβής χορταράκιας, ήμουν, είμαι και θα είμαι και δεν υπάρχει τίποτα το λάθος μ'αυτό, εκτός απο το κόστος του χόρτου». (Εδώ).

Στο Ιντερνέτι το βρίσκω και σε μία περίπτωση που φαίνεται να συνδέεται με το έτερο γρασίδι, ήτοι το γκαζόν του ποδοσφαιρικού γηπέδου, οπότε φαίνεται να σημαίνει τον πωρωμένο - καμένο με το ποδόσφαιρο ή τον ποδοσφαιριστή. Είναι εξάλλου και παρωνύμιο παράγοντα ποδοσφαιρικής ομάδας όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον γούγλη.

ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΧΛΟΟΤΑΠΗΤΑ ΤΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομάδα του Ηρακλή ή οπαδός της. Προκύπτει αφενός λόγω ρίμας με το Ήρα, την αρχή του Ηρακλή (άλλωστε ο Ἡρακλῆς δασυνόταν) και αφεδύο επειδή η ομάδα του Γηραιού αποκαλείται και γριά και οι οπαδοί της γριές, οπότε φανταζόμαστε ότι η εν λόγω γριά είναι επιπλέον και χήρα. Ο κύριος λόγος όμως είναι ο πρώτος, και εκτός από την ρίμα μπορεί να αποδοθεί και γραπτώς ως χΗΡΑ.

Άλλες ονομασίες: κωλόγρια, στρουμφάκι.

  1. Γιατι εχω την αισθηση οτι χΗΡΑ κ Φοφη θα παιζουν στην σουπερλιγκα του χρονου;;;;; (Εδώ).

  2. Χήρα γερά η πίπα είναι κοντά! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμφανέστατη, πέραν πάσης αμφιβολίας, παράβαση που συνίσταται σε επαφή της χειρός (βραχίονα, αντιβραχίου ή άκρας χειρός) ποδοσφαιριστή με την μπάλα, στη διάρκεια ποδοσφαιρικού αγώνα.

- Έι! Χερούκλα! Δεν το έδωσε ο πουλημένος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι καθυστερήσεις γενικά.

Τελευταία, στην μετά Γεωργίου εποχή καθιερώθηκε ο όρος μόνο για τις καθυστερήσεις στους ποδοσφαιρικούς αγώνες (90+).

Παλιότερα βέβαια χρησιμοποιούνταν από τους γονείς μας, και στο ουδέτερο, αλλά και στο θηλυκό γένος (η χασομέρια = το χάσιμο πολύτιμου χρόνου για την τέλεση κάποιας εργασίας).

Την τιμητική του είχε (και έχει στην περιφέρεια ιδίως) και το ρήμα χασομεράω (έτσι ασυναίρετο), που σημαίνει καθυστερώ το έργο μου για ασήμαντη αφορμή.

Η ρίζα του λήμματος πιθανολογώ ότι είναι το θέμα του αορίστου του ρ. χάνω = χασ και το ουσιαστικό μέρα, χάνω την μέρα μου δηλαδή, γεγονός ασύμφορο στην οικονομία της οικογένειας.

Παραθέτω μερικά παραδείγματα από μπλόγκς:

  1. Δείτε ποιος σκοράρισε για την γηπεδούχο ομάδα του Μακεδονικού στο 92ο λεπτό!!! Δηλαδή στο 2ο λεπτό των καθυστερήσεων ή στην καθομιλουμένη, στα χασομέρια!!! (σ.σ ο παίκτης ονόματι Χασομέρης).

  2. Οι κοινωνίες έχουν διαδικασίες, συζητήσεις, διαπραγματεύσεις. Αυτήν την χασομέρια την ονομάζουμε δημοκρατία.
    Ακούγοντας την Τετάρτη τον κ. Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στο Mega, πολλοί πρέπει να έμειναν με την απορία: αφού, όπως είπε, τα έκανε όλα σωστά κατά τη διακυβέρνησή του, τότε γιατί το 1993 τρέχαμε για να σωθούμε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο;

  3. Στο πρώτο αίμα που χύθηκε, χτίσανε και την πόρτα της εκκλησιάς, κι από κει και μπρος, ο ραγιάς δεν είχε το λεύτερο μήδε να ζυγώσει κατακεί, εξόν αν ήτανε- μια φορά το χρόνο- στην εορτή της αγίας, 26 του Αλωνάρη, οπόταν οι καλόγεροι μπορούσανε νάρθουνε ταχινή ταχινή να λειτουργήσουνε στο κλησουράκι χωρίς χασομέρια. (..Π. Πρεβελάκης « ο Γιώργης που λευτέρωσε το νερό».

Δημ Χασομερης του Μακεδονικου (από perkins, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται από το 2008 και δώθε, κυρίως από τους άμεσα θιγόμενους αεκτζήδες, ο γαύρος (greeklish: GAYros). Από το λοιπό φίλαθλο κοινό αποκαλείται και «διορισμένος».

Απόψε υποδέχεται τον χάρτινο στο κολασμένο οακα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified