Selected tags

Further tags

Ρόκ συγκροτήματα της δεκαετίας του εξήντα - εβδομήντα - ογδόντα που τραγουδάνε ακόμα και σήμερα και κάποιοι από αυτούς μοιάζουν πια με αρσενικές γριές.

Rolling Stones, Who, Whitesnake, Van Halen κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντά με δύο τελείως ετερόκλητες σημασίες.
Πρώτον, για να δηλώσει ότι ο ντιτζέι στο μαγαζί είναι τόσο γιατομπούτσο, που άμα δεν πιεις, δεν την παλεύεις μία. Και δεύτερον, αντί του «θα τον πιούμε», δηλαδή όταν βιώνεται το χρονικό ενός προαναγγελλόμενου πέοντα.

Αποτελεί εμφανή παραποίηση ονόματος γνωστού διατρίψαντος περί την καλλιτεγνείαν, του οποίου θα διατηρήσουμε την ανωνυμία.

  1. - Γιατί τραβιόμαστε σ' αυτό το σκατόκλαμπο κάθε φορά με τον ντιτζέι πιέστο, δεν μπορώ να το καταλάβω. Πιάσε μια γύρα σφηνάκια, κολλητέ.

  2. - Αύριο παίζουμε με το Ξανθό Γένος.
    - Καλά, ντιτζέι πιέστο. Κερνάει καπότες ο Πούτιν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίμνη των κύκνων στα τούρκικα.

(Σε κατάστημα πώλησης δίσκων κλασσικής μουσικής μπαίνει χαβαλετζής πελάτης)
- Περικαλώ πιάσε το παπί χαβούζ εφέντημ Τσαϊκόφσκι.
- Τι εννοείτε;
- Α καλά. Ρε μεγάλε πιάσε τη λίμνη των κύκνων του μπάρμπα-Τσαϊκόφσκι και δώστο στα γρήγορα. Το πάω δώρο σε ένα γκομενάκι που κάνει κρα για τέτοιου είδους άσματα.
- Εσάς δε σας αρέσουν αυτά τα άσματα;
- Ποσώς. Εγώ να την ασπαστώ θέλω. Και από εκεί και πέρα αναλαμβάνει ο φούφουτος. Και μη ρωτήσεις ποιος είναι ο φούφουτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του μαλάκας.

Εκ της γνωστής ατάκας του Χ. Κλυνν «δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!»

Τί είπε πάλι ο νταλάρας!

(από Khan, 19/03/15)

Δες και νταλαροειδές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ρήση βασίζεται στο ομώνυμο μιούζικαλ (La cage aux folles) του Χάρβει Φερστίν.

Ένας χώρος όπου τα μέλη του το παίζουν, δείχνουν ή παρουσιάζονται ως τρελοί και εκκεντρικοί. Ένας τέτοιος προσδιορισμός, θα μπορούσε να δοθεί σε μια οικογένεια, σε μια παρέα, σε ένα τμήμα μιας εταιρείας, σε μια εταιρεία, σε μια τοπική κοινωνία και γενικότερα σε οποιοδήποτε κοινωνικό σύνολο ανθρώπων λειτουργεί με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και διαφορετική κουλτούρα και νοοτροπία, από την κουλτούρα των ατόμων του περιβάλλοντα χώρου. Τα άτομα ζουν απομονωμένοι από τις επιδράσεις των άλλων, στον κόσμο τους, με τους δικούς τους κώδικες και τους δικούς τους κανόνες με αποτέλεσμα να προσδίδεται στο χώρο τους μια διακριτότητα. Γι' αυτό οι άλλοι αντιλαμβανόμενοι αυτή τη διακριτότητα, θεωρούν το συγκεκριμένο χώρο ως κλουβί και τους «αυτοεγκλωβισμένους», ως τρελούς.

- Όλα τα άτομα στο λογιστήριο, είναι πάρε τον ένα και χτύπα τον άλλο. Ένα μάτσο ανισόρροποι, που κανείς δεν έχει καλή γνώμη για αυτούς. Αυτοί όμως δένουν αρμονικά μεταξύ τους.
- Έχει να κάνει με τη φύση της δουλειάς τους;
- Όχι. Μιλάω για το χαρακτήρα τους. Είμαστε χρόνια συνάδελφοι και τους έχουμε γνωρίσει προσωπικά.
- Πώς το εξηγείς;
- Απλά, ο διευθυντής του τμήματος που είναι κι αυτός κάπως έτσι και χειρότερα, έχει κάνει τις προσλήψεις. Οπότε καταλαβαίνεις... Όμοιος ομοίω και κοπριά στα λάχανα.
- Εμ...άμα δεν ταιριάζανε δεν θα συμπεθεριάζανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Club όπου και ακούνε τα νεκρώσιμα άσματά τους τα μαυροφορεμένα κατατονικά μετά-πανκο-γοτθικά eμάκια.

- Πάμε Dark Sun; Έχει βραδιά-αφιέρωμα στους Legendary Pink Dots.
- Γουστάρω πεθαμενάδικο! Κάτσε να βάλω πρώτα το μαύρο νυφικό μου!

Βλέπε και γκοθάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευφραδέστατος. Μιλάει... μιλάει... μιλάει. Παίρνει μπρος με ελάχιστη εξωτερική διέγερση. Δεν κάνει εύκολα κοιλιά ο λόγος του. Έχει μόνιμα έμπνευση κι αν βρεθεί σε κατάλληλο περιβάλλον, που επικροτεί το μπλαμπλάδιασμά του, πλακώνεται σε συνεχόμενο new bla bla downloading. Εκεί που οι άλλοι σταματούν αυτός έχει ντούρασελ. Οι άλλοι συνεισφέρουν με μικρές δόσεις, τις οποίες αυτός τις ενισχύει ως amplifier (ενισχυτής) 10 to 50 (εξ ου και ο όρος) και τις κάνει υπεραποδόσεις.
Αν είχε τα κατάλληλα κονέ θα ήταν ίσως η απάντηση στο Σεφερλή, στο Μητσικώστα, στο Λαζόπουλο κ.λπ.

Σε ένα πάρτυ δυο φίλοι σχολιάζουν τις λεκτικές ικανότητες ενός φίλου τους, στην προσπάθεια του να διπλαρώσει ένα πιπινάκι.
- Καλά, για κόψε το Γιώργο. Έχει πλακωθεί τόση ώρα σε ένα ατέλειωτο μπλαμπλάδιασμα. - Πήγα λίγο προς τα 'κει προηγουμένως. Προσπαθεί να την εντυπωσιάσει. Του ρίχνει δεκάρικο, παίζει για πενηντάρικο.
- Πας στοίχημα ότι από την όλη φάση θα πιάσει μόνο παντελονόψαρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνική στην κιθάρα, κατά την οποία η άκρη της παλάμης (αριστερή άκρη αριστερού χεριού για αριστερόχειρες) αγγίζει τη χορδή ελαφρά και δίπλα στον καβαλάρη, ταυτόχρονα με τη νύξη της. Το αποτέλεσμα είναι να μειωθεί το πλάτος ταλάντωσης και κατά συνέπεια η διάρκεια της νότας, η οποία, χωρίς να σιγαστεί πλήρως, παράγεται με μία «υπόκωφη» πλέον χροιά.

Σε ροκ και μέταλ ιδιώματα η τεχνική συνδυάζεται σχεδόν αποκλειστικά με εφέ παραμόρφωσης, συχνά για να διευκρινίζει τον επιτονισμό φράσεων ο οποίος αλλιώς θα χανόταν, λόγω ακριβώς της παραμόρφωσης.

Στην κλασική κιθάρα η τεχνική ονομάζεται πιτσικάτο, παραπέμποντας στον ήχο της ομώνυμης –αλλά διαφορετικής– τεχνικής για έγχορδα με δοξάρι.

  1. Όχι ρε φίλε πάλι ριφ με μπουκωτές, έλεος!... Ούτ' ο Μετάλικα νά 'σουνα πιά. Όχι άλλο κάρβουνο!...

  2. Στο τέλος κάθε στίχου παίζεται αυτό [...] pm (pm=palm mute ή «μπουκωτή» στο ελληνικότερον) (απο το Kithara.vu)

Σύγκρινε με κούφια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαέστρος περιπαιχτικά (μπαμπαδίστικο χιούμορ).

  1. - Οι Φίλοι Μοντέρνας Μουσικής, μια χορωδία που φέτος κλείνει 20 χρόνια, ζητάει τενόρους. [...] Όσοι ενδιαφέρεστε παρακαλώ στείλτε μου πμ.
    - Σαν δεν ντρέπεσαι να ζητάς τενόρους για τους Μοντέρνους και να μην ζητάς για την Χορωδία Αθηνών, που στο κάτω κάτω έχει και 85 χρόνια ιστορία.
    - Η Αθηνών μέχρι το καλοκαίρι βολεύεται με τες γυναίκαι, με τέτοια ρεπερτόρια που διαλέγει ο μανέστρος της.
    (από φόρουμ)

  2. - Πώς λέγεται το ρύζι που διευθύνει ορχήστρα;
    - Μανέστρος.
    (παιδικό ανέκδοτο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πώς μπορείς όσο πιο λακωνικά γίνεται να περιγράψεις τη συμπρωτεύουσα; Αρκεί να αλλάξεις το «θ» με «ξ»... Μια πόλη που έννοιες όπως χαλαρότητα, διασκέδαση, καλοφαγία, ομορφιά (κυρίως γυναικών) κτλ οδηγούν αναπόφευκτα σε αυτό που περιγράφει η παραπάνω λέξη-έννοια: το απόλυτο ξεσάλωμα... Η λέξη χρησιμοποιείται από γηγενείς αλλά κυρίως από όλους εμάς που όταν μπορούμε απολαμβάνουμε τις παραπάνω ομορφιές της Θεσσαλονίκης.

Όσον αφορά την προέλευση της λέξης, πάμε στο 1993 και στο ομώνυμο άλμπουμ (και τραγούδι) των Ξύλινων Σπαθιών «Ξεσσαλονίκη».

- Πού θα πας ρε Ανδρέα πάλι τριήμερο;
- Φίλε ένα έχω να πω στα παιδιά... Ξεσσαλονίκη ...
- Όχι ρε τύπε, κατάλαβα! Πανικός! - Άσ' τα θα γουστάρουμε τρέλα!

(από profhths, 01/08/08)Ξεσσαλοnike - Ξεσσαλadidas - Ξεσσαλοpuma (από Galadriel, 25/02/09)(από Khan, 26/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified