Selected tags

Further tags

Ο χαρακτηρισμός έχει διπλή έννοια, ανάλογα με την ετυμολογική επιρροή της λέξης μπουζούκι:

1. O κεφάλας (περσική επιρροή)

Επί οθωμανικής περιόδου, ο μεγάλος ταμπουράς (με την τρύπα του ηχείου μπροστά), λόγω περσικής γλωσσικής επιρροής, λεγόταν bozorg (بزرگ ), που σημαίνει μεγάλο στα Περσικά (συνώνυμο του οθωμανικού büyük). Η λέξη ελληνοποιήθηκε ως μπουζούκι που σημαίνει μεγάλος ταμπουράς.

2. O ξεροκέφαλος, δηλ. ο έχων χαλασμένο κεφάλι (τούρκικη επιρροή)

Πολλοί προσπάθησαν να συνδέσουν το μπουζούκι με το πιο κοντινό ηχητικά τουρκικό bozuk, που σημαίνει χαλασμένο, κατεστραμμένο. Είναι καταφανές πως αυτό δεν ισχύει, αφού το μπουζούκι ο μεγάλος ταμπουράς (bozorg-i) ήταν και είναι μια χαρά κουρδισμένο και αγαπημένο όργανο, ο οποίο ουδείς θεωρούσε χαλασμένο. Άπειρες φωτογραφίες και παλαιές γκραβούρες βεβαιώνουν του λόγου το αληθές με απλή πληκτρολόγηση στο γούγλοεικόνες. Βλ. επίσης μελέτες των Νίκου Φρονιμόπουλου (επισκεύασε τον ταμπουρά του Μακρυγιάννη), Ηλ. Πετρόπουλου, Δημ. Σταθακόπουλου και τόσων άλλων.

Ιστορική περέκβαση: το μπουζούκι ανήκει στην αρχαία οικογένεια των Πανδουροϊδών εγχόρδων οργάνων της ανατολικής μεσογείου, που στο διάβα των αιώνων είχε τα ονόματα: πανδουρίς ή τρίχορδον, φάνδουρος, ταμπούρα, ταμπουράς (π.χ του Ρήγα Φεραίου και του Μακρυγιάννη) και πολλά άλλα ονόματα ανάλογα το μέγεθος, τις χορδές, το κούρδισμα και το μέρος που το έπαιζαν ( π.χ bulgari, dort teli, iki teli, cura, baglama, saz, liogari κ.λ.π.) Τέλος, το αμερικάνικης προέλευσης μπουζούκι που χρησιμοποίησαν οι ρεμπέτες αποτελεί υβρίδιο κατασκευής μάλλον του Επ. Σταθόπουλου που πάντρεψε στις ΗΠΑ, τον παλιότερο παραδοσιακό μπουζουκοταμπουρά με το μαντολίνο και έβγαλε ένα νέο όργανο/ υβρίδιο, το τρίχορδο ρεμπέτικο μπουζούκι με τάστα και μηχανικά κλειδιά/γρανάζια που πια δεν ήταν απλός μπουζουκοταμπουράς, αλλά συγκερασμένο όργανο. Κάτι που έγινε και λίγο αργότερα (κατ' άλλους παράλληλα) και με το 4χορδο μπουζούκι.

  1. Περσικό:
    - Μπαμπά, μπαμπά, έχω μεγάλο κεφάλι, μπουχουχού... [μπαμπάς χαϊδεύει επιφάνεια γκλάβας υιού με μεγάλες κυκλικές κινήσεις] - Τσώπα, τσώπα τώλα, μικρέ μου μπουζουκοκέφαλε!

  2. Οθωμανικό:
    - Άντε ρε μπουζουκοκέφαλε! Ξεροκέφαλε και κατεστραμμένε άνθρωπε!

(από Vrastaman, 03/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε όλους αυτούς που ενώ ακούν διάφορα είδη μουσικής... θα πάνε στο techno party βρε αδερφέ! Θα προδώσουν δηλαδή το είδος μουσικής που ακούν το οποίο δεν συνδέεται καν με την techno.

Χθες πετάγαμε γαρύφαλλα στον Κιάμο και τώρα με πουλάς για αυτό το πάρτυ στη Στενή Ευβοίας. Και συ techno Βρούτε;

έντεκα χορεύεις μες στην ντίσκο, δύο στα μπουζούκια λες τη βρίσκω (από volk, 12/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη μορφή θα διαλύσουμε, δηλώνει κατάσταση απόλυτης μπυρο-ρακο-κατάστασης με φίλους, γκομενάκια, αλτέρνατιβ μουσικάκια για αλτέρνια μωρά, και κυρίως πιώμα μέχρι χεσίματος. Χρησιμοποιείται κυρίως με το μόριο θα, αλλά μετά από ρακές προφέρεται το α.

- Αλέκο, πάμε για ρακές με τον Τάδε, το Λάκη τον ρακοφονιά και κάτι κυριλογκόμενες.
- Θα διαλύσουμε...
Μέτα από δυο ώρες ρακοχαβαλέ κι ατελέσφορο καμάκι στα μωρά. - Αλέκο, α διαλύσουμε....

Βλ. και βαράω διάλυση

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να τονίσουμε ότι ο άλλος παίζει καταπληκτικά. Βγαίνει από την έκφραση παίζω παπάδες.

Εχθές πήγα στο Rock Wave και οι τύποι παίζανε γριούλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω ένα ταξίμι, και γενικά αυτοσχεδιάζω πάνω σε κάποιο όργανο (τυπικά από αυτά που συγκαταλέγονται στα όργανα της λαϊκής, ρεμπέτικης, και παραδοσιακής ορχήστρας) άνευ συνοδείας.

Το ταξίμι στην λαϊκή μουσική παράδοση αποτελεί έναν σύντομο, εισαγωγικό αυτοσχεδιασμό που λειτουργεί σαν εισαγωγή σε κάποιο κομμάτι (και που χρησιμοποιεί τους δρόμους ή τις κλίμακες του κομματιού) με σκοπό να μπάσει τον ακροατή στο λεγόμενο ήθος του κομματιού αυτού (δηλαδή την διάθεση που αποπνέει). Υπό αυτή την έννοια, το ταξίμι κατά κάποιο τρόπο έχει μία παραπλήσια λειτουργία με τα απηχήματα της ορθόδοξης εκκλησιαστικής (λέγε με βυζαντινής) μουσικής.

Σε πιο σύγχρονο κόντεξτ, μπορείς να ταξιμάρεις ακόμη κι αν δεν παίζεις ρεμπετολαϊκοόργανα, ή αν βρίσκεσαι σε διαφορετικό μουσικό περιβάλλον (ροκιές, τζαζιές, κλπ κλπ). Στην περίπτωση αυτή, η χρήση του εν λόγω ρήματος ή προδίδει σαρκασμό εκ μέρους του χρήστη, ή χρησιμοποιείται για να προσδώσει μία εσάνς μαγκιάς στα λεχθέντα.

  1. Οπως κατάλαβες τραβιέμαι κι εγώ με ένα τέτοιο όργανο. Αν και το έχω αφήσει στην άκρη για να ταξιμάρω στο μπουζούκι τα τελευταία χρόνια. (Από εδώ)

  2. Νίκο όπως σου είπα και στο MSN (Pads) θα χρειαστείς μόνο σπίτι σου,όχι σε μαγαζί ζωντανά κλπ.Πάρε μια πιο απλή μέθοδο (όπως εγώ).
    Χρησιμοποίησε «χαρτάκια» θα σου δείξω πως για να το κάνεις γρήγορα ή να έχεις σε λειτουργία και το Pa80 σου (ακόμα καλύτερα) για να έχεις και όλο το LE ελεύθερο για να ταξιμάρεις σε όλες τις οκτάβες. (Από εδώ)

  3. Όσο για μένα, Γιάννη, ζήτησα απ' το αφεντικό όπως έπαιζες, να χτίσει πόρτες και παράθυρα, να το πάρεις απόφαση, να μην μπορείς να φύγεις, να μείνουμε κι εμείς μαζί, κι όσο αντέξουμε. Πόσο; Δέκα μέρες; Είκοσι; Ένα μήνα; Κάποτε θα γίνει, μακάρι να γινόταν έτσι, με σένα να ταξιμάρεις απ' το πάλκο,χωρίς να υπάρχει χρόνος για να σε σταματήσει. (Από εδώ)

  4. Όταν ακούς τουμπερλεκιές απο τα περισότερα ΄΄παραδοσιακά΄΄ μουσικά σχήματα τα λέμε σήμερα , περιμένεις να βγεί και καμιά Χανούμισα για χορό τσι κοιλιάς. Μάλιστα και κάποιοι τουμπερλεκάδες ταξιμάρουν κιόλας!!!τρομάρα μας. Κάποιοι άλλοι πιο κουλτουροκρητικοί βάζουν λέει μπεντίρ!!! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Το πιατάκι στο οποίο κατέθεταν οι μερακλήδες τον οβολό τους υπέρ αναξιοπαθούντων μπουζουξήδων που αναγκάζονταν να βγουν με το ζητιανόξυλο στη γύρα από κουτουκίου εις κουτούκιον για τον επιούσιο.

Ετυμολογικώς, ο λημματογράφος εικάζει ότι η εδώ έννοια της λέξης συνδέεται με το σφουγγάρι που το βουτάς στον κουβά, κι όσο νερό κρατήσει.

Ιστορικώς, η σφουγγάρα στην Ελλάδα γνώρισε δόξες στην τριακονταετία 1930-1960, αν και αυτού του είδους η εύσχημη επαιτεία (βλ. παράδειγμα Νο 2 ) ουδέποτε (ευτυχώς) εξέλιπε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Αν και οι πλανόδιοι μουσικοί κάποτε κοσμούσαν με την Τέχνη τους βασιλικές αυλές, οι ρεμπέτες στους οποίους αναφέρεται το λήμμα είχαν μάλλον διαταραγμένες σχέσεις με την εξουσία (βλ. παράδειγμα Νο 1).

Στις μέρες μας, το πάλαι ποτέ πιατάκι έχει αντικατασταθεί από κάποια μπανάνα, ταγάρι, κασκέτο, ή, στην περίπτωση των στατικών και όχι περιφερόμενων μουσικών (βλ. παράδειγμα Νο 4), από την ανοιχτή επί του εδάφους θήκη του οργάνου τους.

Το λήμμα είναι αφιερωμένο σε όλους τους μουσικούς του σάιτ.

  1. [...] Για να ζήσω γύρισα και με το πιατάκι από ταβερνάκι σε ταβερνάκι. Δεν είναι ντροπή. Αλλού μ' αφήνανε αλλού με διώχνανε. Μέχρι που με πιάσανε επί αλητεία. Τ' ακούς ; Με πιάσανε επί αλητεία. Ρε πού καταντήσαμε.

(Γιώργος Μουφλουζέλης, από τη Ρεμπέτικη Ανθολογία του Τάσου Σχορέλη, εκδ. Πλέθρον).

  1. [...] ο Μαρινάκης, παρέα με τον Ποτοσίδη [...] στις άσχημες στιγμές γυρίσανε με το πιατάκι (το σφουγγάρι όπως το λέγαμε) από κουτούκι σε κουτούκι [...] Όποιος από τους παλιούς έχει πει πως δεν το έκανε αυτό, λέει ψέματα [...] Το έκανα κι εγώ [...] «εύσχημη επαιτεία» [...] το όργανο τότε το λέγαμε ζητιανόξυλο [...]

(Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης, ομοίως).

  1. [...] βγήκα πολλές φορές στο «σφουγγάρι» [...] από ταβέρνα σε ταβέρνα, παίζαμε και τραγουδάγαμε κι ύστερα βγάζαμε πιατάκι, το λεγόμενο σφουγγάρι [...] Ο Μάρκος, ο Γενίτσαρης, ο Κηρομύτης, ο Μπαγιαντέρας, ο Ρούκουνας, ο Χατζηχρήστος [...]

(Μαρίνος Γαβριήλ ή Μαρινάκης, ομοίως).

  1. Ήμουνα εξασκημένο ζητιανάκι. Καθηγητής στη Σφουγγάρα. Ξέρεις τι είναι η σφουγγάρα ; Βουτάς το όργανό σου, πας και κάθεσαι εκεί που περνάει ο πολύς κόσμος, αρχινάς να παίζεις, σε βλέπει ο άλλος, του αρέσεις και σου πετάει το κέρμα του.

(Στέλιος Βαμβακάρης, εδώ).

  1. Γυρολόγος μπουζουξής με σφουγγάρα εκεί.

  2. [...] Τρεις άνθρωποι ξεχωρίζω. Ο συγχωρεμένος ο Απόστολος ο Χατζηχρήστος [...], το ίδιο κι ο Παπαϊωάννου [...] λέγανε στους μαγαζάτορες :
    - Όταν έρχεται αυτό το παιδί να βγάζει σφουγγάρα, δεν θα το διώχνετε.
    Το ίδιο κι ο Στράτος [...]
    (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατεπείγουσα μέθοδος για τη αφαίρεση φράντζας-κουρτίνας, άραχνου μακιγιάζ και κλαψομούνικου ύφους, εν όψει εισόδου στην οικία ή την εργασία του γονέα ή σε οιονδήποτε χώρο είναι απαραίτητη η ευπρεπισμένη εμφάνιση.

Η αποτυχία της μεθόδου μπορεί να επιφέρει από απλούς κακεντρεχείς σχολιασμούς και βλέμματα, έως καρδιακά κι εγκεφαλικά επεισόδια σε εγγύτερα πρόσωπα (μητέρα, πατέρας και λοιποί συγγενείς).

- Θα πάμε σπίτι σου αργότερα;
- Πρέπει να κάνουμε emoκάθαρση πρώτα, διαφορετικά η μάνα μου θα πάθει ταμπλά....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην μουσικοτεχνική σλανγκ, πεταλάδες αποκαλούνται οι οργανοπαίκτες (κυρίως κιθαρομπασίστες, αν και όχι μόνο ετούτοι) που χρησιμοποιούν πετάλια ή πεταλιέρες (μεμονωμένα πετάλια εφέ τύπου distortion, fuzz, wah, delay κ.α. ή συγκεντρωμένα σε ένα μηχάνημα) με σκοπό να διαμορφώσουν τον ήχο τους διαφορετικά απ' ότι θα ήταν εάν επέλεγαν να παίξουν καρφί. Η πρακτική αυτή συναντάται και σε γκρουποφάσεις, αλλά και σε πιο μοναχικές μουσικές εξερευνήσεις, σε πάρα πολλά είδη μουσικής -με εξαίρεση, ίσως, τα μουσικά ιδιώματα όπου το καρφί είναι άποψη.

Οπωσδήποτε ο ήχος του κάθε οργανοπαίκτη είναι πολύ σημαντικό πράγμα, είτε παίζει μόνος κι άμπαντος, είτε παίζει σε γκρουπ ή ακολουθεί επαγγελματική καριέρα. Τα πετάλια είναι εργαλεία και η χρήση τους μπορεί να βοηθήσει κάποιον στο να δώσει ένα πιο προσωπικό στίγμα, ενώ μπορούν εξίσου να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης, εκτελεστικά ή και συνθετικά ακόμη. Όμως, πολλοί πεταλάδες από κάποιο σημείο και μετά ενδέχεται να αναπτύξουν το λεγόμενο GAS (Gear Aquisition Syndrome), οι ασθενείς του οποίου διακατέχονται από μία ξέφρενη μανία να αγοράζουν συνεχώς εξοπλισμό (ασχέτως τύπου) και να αναβαθμίζουν το rig τους. Επίσης, υπάρχει και η αντίθετη περίπτωση (καθόλου σπάνια, ειδικά σε πιο μικρές ηλικίες): ο οργανοπαίκτης μπορεί να έχει ένα σετ από μπλιμπλίκια που να περιλαμβάνει της Παναγιάς τα μάτια, και να επιλέγει πολύ συγκεκριμένους προκάτ ήχους, ή να μην παίζει τίποτα παραπάνω από πολύ βασικά, έως και παιδικά πράγματα στο όργανό του. Με λίγη θέληση όμως από την πλευρά του, καθώς και με εξωτερική βοήθεια, τα πάντα διορθώνονται -αν όχι επιτόπου, τότε σίγουρα με τον καιρό και την συσσώρευση εμπειρίας. Η πραγματικά δημιουργική χρήση των πεταλιών κάθε τύπου (καθώς και οποιουδήποτε μουσικού εξοπλισμού) θέλει ψάξιμο, και δεν πετυχαίνεται ποτέ με την καλημέρα.

Μία άλλη περίπτωση πεταλάδων είναι οι κατασκευαστές τέτοιων πεταλιών, είτε ως ονομαστές εταιρείες εξοπλισμού, είτε ως μοναχικοί, μερακλήδες και καραψαγμένοι τεχνίτες (που βαράνε όμως τις κατασκευές τους στο Θεό).

Μία εναλλακτική εκδοχή της λέξης είναι πεταλάκηδες.

Παραγγελιά στην ερημιά, στη μοναξιά και στον καημό μου από τον Δεινόσαυρο.

  1. υπάρχουν άπειρες κόπιες αυτού του πεταλιού, σχεδόν όλοι οι «πεταλάδες» φτιάχνουν από μια δική τους έκδοση! Είναι πολύ απλή κατασκευή και πάρα πολύ καλό πετάλι, εγώ έχω κάνει ένα από τις οδηγείς που δίνει αυτό το site και το έχω σχεδόν πάντα ανοιχτό. Αν πιάνουν τα χέρια σου με το κολλητήρι δοκίμασε το (Από εδώ)

  2. Α! Δοκίμασα κ την κιθάρα κ όλα τα πετάλια. Η κιθάρα δεν είχε πρόβλημα, ενώ τα πετάλια που έβγαζαν αυτόν τον θόρυβο ήταν το overdrive κ ο κομπρέσσορας όταν δεν τοποθετούσα το noise reduction. (πάντως τόσοι πεταλάδες κυκλοφορούν, κανέναν δεν τον ενοχλεί αυτός ο θόρυβος ή μόνο εγώ είμαι ο γκαντέμης της παρέας, που μου έτυχε το πρόβλημα αυτό, τελικά;) (Από εδώ)

  3. Σαφώς καιι μια πεταλιέρα ή ένα midi controller θα είναι πιο βολικό σε ακραίες αλλαγές σε ήχους, αν συνηθίσεις όμως μπορείς να έχεις την ίδια ευελιξία και με πετάλια :). Μπορούν να σου το επιβεβαιώσουν ένα σωρό πεταλάκηδες αυτό (Από εδώ)

(από Mr. Cadmus, 05/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα προερχόμενο από τον αγγλικό ιντερνετικό όρο seed και την κατάληξη -άρω (αγγλ. seeding). Χρησιμοποιείται στην γλώσσα του διαδικτύου, και συγκεκριμένα στα τόρρεντς (αγγλ. torrents), μεταξύ των κατεβασάκηδων και σημαίνει: τροφοδοτώ το σάη, από όπου κατεβάζω, με τα απαραίτητα σίντς ή seeds, τα οποία, στη συνέχεια, καθιστούν το κατέβασμα του εν λόγω τόρρεντ πιο εύκολο και πιο γρήγορο και από άλλους χρήστες, δημιουργώντας ένα αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των κατεβασάκηδων και, γενικότερα, μία ωραία ατμόσφαιρα, δεδομένου ότι υπάρχει ένας ικανοποιητικός αριθμός χρηστών που σιντάρει.

Σημειώνεται ότι το σιντάρισμα μπορεί να γίνει είτε κατά το κατέβασμα ενός τόρρεντ, είτε αφού αυτό έχει κατέβει (ανάλογα με το σάη) και είναι, συνήθως, μία πολύωρη, αλλά όχι και τόσο κουραστική, διαδικασία που επιτελείται προαιρετικά (αφού υπάρχει και η επιλογή να μην σιντάρω) για καθαρά πρακτικούς λόγους (είπαμε αλληλεγγύη!).

  1. Είσαι θεός. Κατέβηκε αστραπή.Θα σιντάρω και 'γώ
    να γίνουμε τέσσερεις! ;-D (Εδώ)

  2. Κατά τύχη ανάκαλυψα αυτό το πρόγραμμα( BitStorm Lite) για να κατεβάζω και να σιντάρω τορρέντς.
    Είναι πανάλφρο και σχετικά γρήγορο, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να καταλάβω μετά την ολοκλήρωση του κατεβάσματος αν συνεχίζει να σιντάρει και με πόση ταχύτητα. Ελπίζω να μπορεί κάποιος να μπορεί να με βοηθήσει;;;;;;;;!!!!!!!! :;: (Εδώ)

  3. Συμφωνώ και θα σιντάρω οσο μπορώ.Πρέπει όμως αυτο να το κάνουν όλοι οσοι εχουν κατεβάσει τα torrent. (Εδώ)

(από Nick Sinister, 30/03/12)

Βλ. και σηντάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μορφή της λέξης πανκιό, παίζει μόνο στο αρσενικό, απ' ευθείας εξελληνισμός του «πανκ» και ίσως η πιο κλασσική μορφή της λέξης χαρακτηρίζουσα όχι τη μουσική (που αποκαλείται αυτούσια πανκ, πανκ ροκ, ή πανκιές, στο «ακούω πανκιές») αλλά τα άτομα.

Το «πάνκισσα» δεν τό 'χω ακούσει.

- Καλά μωρέ πας καλά; Το πανκιό με τη μοϊκάνα σου καρφώθηκε απ' όλες τις γκόμενες στο μαγαζί; Θα σε βάλει να κόψεις την κοτσίδα αυτή. Πάνκη θα σε κάνει.
- Τι πανκιό και μαλακίες. Άμα τη γαμήσω γώ θ' ακούει τζαζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified