Further tags

Γαλλική έκφραση που σημαίνει: αναζητήσατε τη γυναίκα. Όταν αναφέρουμε τη συγκεκριμένη φράση εννοούμε πως υπεύθυνη για κάποιο δυσάρεστο συμβάν είναι κάποια γυναίκα. M’ άλλα λόγια στην ατάκα: “πυρ, γυνή και θάλασσα τα τρία κακά του κόσμου”, ανοίγουμε την κουρτίνα 2.

Αν θέλει τώρα ο ποιητής να μιλήσει για διάσημες γυναίκες-αράχνες μπορεί να μιλήσει αρχικά για την Εύα (πρώτη διδάξασα -αυτό το μήλο στο λαιμό μας έχει κάτσει από τότε),τη Μεσσαλίνα (που ’χε κάνει τάρανδο απ’ τα κέρατα τον βλάκα τον Κλαύδιο), την Κλεοπάτρα που πήρε στο λαιμό της τον Αντώνιο, τη μεγάλη Αικατερίνη που υποσκέλισε το βλάκα το σύζυγο της τον Πέτρο το Γ', προτού τον φάει λάχανο και τα λοιπά και τα λοιπά.

Όπως γαρ, λέει και το άσμα, ο Αντώνης ο βαρκάρης ο Σερέτης, για χάρη της Κάρμεν από ψαράς έγινε ταυρομάχος και μετά μακαρίτης.

Ωστόσο κυκλοφορεί και ως παράφραση της φράσης σερσέ λα φαμ, η φράση: σερσέ να φαμ, την οποία έλεγε ο Καραγκιόζης. Η φράση αυτή σημαίνει: αναζητήστε σαν κίνητρο για κάποια κακή πράξη τη μάσα, την απληστία, τον εύκολο πλουτισμό.

Μερικές φορές το σερσέ λα φαμ και το σερσέ να φαμ συνδυάζονται (βλ δεύτερο παράδειγμα).

  1. Σερσέ λα φαμ (ρεμπέτικο άσμα)

Κι αν γυρίζουμε ξενύχτηδες τα βράδυα
κι αν ρομάντσες τραγουδάμε στα σκοτάδια
κι αν τα νιάτα μας τα κάνουμε ρημάδια
και με πόνο τα ποτήρια μας ρουφάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Κι αν δεν πάμε στη δουλειά μα και στο σπίτι
κι αν ο έρως μας τραβάει σαν τον μαγνήτη
κι αν γουστάρουμε τον βίο του αλήτη
κι αν δεν έχουμε και σήμερα να φάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Κι αν η μοίρα μας ταράζει στα χαστούκια
κι αν στα μάγουλα το δάκρυ κάνει λούκια
κι αν τα τρώμε μέχρι φράγκο στα μπουζούκια
κι αν στη ψάθα κακομοίρηδες ψοφάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Συνθέτης:Βασίλης Τσιτσάνης

  1. - Έμαθα που λες πως ο Κώστας μετά από τέτοια περιουσία, είναι πια πανί με πανί. Απ’ ότι ξέρω δεν χαρτόπαιζε. Ξέρεις τι έφταιξε;
    - Σερσέ λα φαμ αλλά και σερσέ να φαμ φίλε. Δύο σε ένα.
    - Δηλαδή;
    - Να….του πέσε από κοντά μια τσουλίτσα, τον έκανε να την ερωτευθεί τρελά, τον παντρεύτηκε και αφού τον έχωσε καλά καλά μες’ το βρακί της, τον κατάφερε να γράψει όλη την τεράστια περιουσία του στο όνομα της και μετά …. τον χώρισε.

  2. (http://www.basketblog.gr/index.php;option=com_content&task=view&id=13392&Itemid=26)

Σερσέ λα φαμ Του Γιώργου Κογκαλίδη
31/07/2008 (21:01)

Θα αφήσει τον... γάμο να πάει για... πουρνάρια; Το ερώτημα πλέον είναι ένα: Ποιος είναι ο «γάμος» και ποια τα «πουρνάρια». Όπως και να ‘χει το ζήτημα, η μέλλουσα κυρία Σύμτσακ ενδέχεται να καθορίσει το μέλλον του παίκτη της ΑΕΚ, ο οποίος ενδέχεται να μείνει εντός κι επί τ’ αυτά, παρότι τα έχει βρει σε όλα με τον Δημήτρη Δρόσο.
Ο φόργουορντ της «Ένωσης» συμφώνησε σε όλα με τον μεγαλομέτοχο του ΠΑΟΚ, αλλά υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα. Πριν από λίγο καιρό έκανε πρόταση γάμου στην καλή του, η οποία όμως δεν δείχνει διατεθειμένη να φύγει από το «κλεινόν άστυ». Αν δεν ξεπεραστεί η αντίρρησή της, δεν αποκλείεται ο Σύμτσακ να παραμείνει στην ΑΕΚ, καθώς ο Δημήτρης Δρόσος δεν έχει κόψει τους δεσμούς με τη νέα διοίκηση (δεν είναι μυστικό) και έχει υποσχεθεί ότι θα βοηθήσει κατά το δυνατόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που εκφράζει ενθουσιώδη επιδοκιμασία - αυτά είναι!, αστεράτο!, σπεκάουα!, όλα τα λεφτά!, όλα τα λέιζερ πάνω σου! και το παλιό, κλασικό «ένας ρούμπος στην κυρία».

Το douze points!!! μπορεί να κολλάει σε άλλη καλή ατάκα που προηγήθηκε, ειδικά αν ήταν αποστομωτική, και τότε συνιστά γνήσια επιβράβευση. Λέγεται όμως και ειρωνικά - π.χ. αν κάποιο παιδί-βιολί ανακοινώσει με ύφος σαράντα καρδιναλίων και ως μεγάλη ανακάλυψη κάτι γνωστό από τότε που βγήκαν οι λάσπες.

Douze points!!! σημαίνει δώδεκα πόντοι στα Γαλλικά και η έκφραση προέρχεται από το σύστημα βαθμολογίας στη Γιουροβίζιον - κάθε χώρα δίνει πόντους σε δέκα τραγούδια, από 1, 2, 3 μέχρι τους 8 και μετά 10 ποντούς στην δεύτερη επιλογή και 12 στην τοπ. Σο, που λέει κι η mes, όταν ο κάθε Αλέξης Κωστάλας δίνει τα αποτελέσματα της τηλεφωνικής ψηφοφορίας στη χώρα του είναι παράδοση οι παρουσιαστές να τα επαναλαμβάνουν και στα Αγγλικά ΚΑΙ στα Γαλλικά - στα Αγγλικά για να τα καταλάβουμε και στα Γαλλικά διότι οι Γάλλοι είναι φορτικοί και σωβινιστές και το έχουν επιβάλλει. Το douze points!!! είναι το τελευταίο πράμα που ακούγεται στον κάθε γύρο της ψηφοφορίας και έχει μείνει ως εμβληματική φράση της γενικότερης μαλακίας της Γιουροβίζιον, ειδικά όπως την προφέρουν οι παρουσιαστές που μιλάνε γαλλικά μια φορά στα δύο χρόνια.

Επίσης εμβληματική φράση είναι και το nul points=μηδέν πόντοι, το αντίθετο δηλαδή. Αυτό, όμως, δεν λέγεται τόσο συχνά - μόνο στην ανακεφαλαίωση της συνολικής βαθμολογίας - π.χ. United Kingdom: no points, Royaume Uni: nul points. Ως συνήθως.

Το Douze points!!! - και το nul points - είναι ατάκες με διεθνή εμβέλεια και με ιδιαίτερη διάδοση σε χώρες που προ καιρού έχουν πάρει την Γιουροβίζιον στην πλάκα. Η Ελλάδα, η οποία το 2006 είχε διατάξει τις πρεσβείες της στο εξωτερικό να κάνουν καμπάνια υπέρ της Βίσση, προφανώς και δεν συγκαταλέγεται σ' αυτές. Η Ιρλανδία, από την άλλη, που έστειλε πέρσι ένα τραγούδι-παρωδία με τον τίτλο (ανορθόγραφο) Irelande Douze Pointe και με ερμηνευτή μια γαλοπούλα, είναι, προφ, παράδειγμα προς μίμηση. Ατυχώς, το τραγούδι δεν πέρασε στον τελικό.

Ανάδοχοι λήμματος: Hank - ΔΠ, Vrastaman - σχόλιο εδώ.

  1. - And twelve points goes to the Netherlands ... - Netherlands - twelve points!! ... Les Pays-Bas - douze points!!!

  2. - Ρε συ, έχω καυτή είδηση ... φρέσκο πράμα ... η Θεανώ τον έστειλε το Νούλη ... - Αγορίνα μου, εσύ ... Douze points!!! ... τίποτα δεν σου ξεφεύγει ...
    - Ε, μαλάκα, είπαμε ... το αυτί της γής είμαι ... αυτό που θάθελα να ξέρω τώρα είναι ποιός βάζει στη Θεανώ ...
    - Εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδελφό λήμμα του σο. Από το γαλλικό «non;» που έχει τη σημασία του αγγλικού «isn't it;» και που λέγεται στα ελληνικά «έτσι δεν είναι;» όπου είναι το μακρύτερο απ' όλα. Έτσι λοιπόν, χάριν συντομίας, καταφεύγουμε στο γαλλικό, αλλά με μια αγγλική χροιά (παραλείπουμε δηλαδή το τελευταίο -ν, το οποίο έτσι κι αλλιώς δεν προφέρεται απόλυτα στη γαλλική).

(παρένθεση: για τους ρωσσομαθείς, παραπέμπει στο αλλά (но,...) και στην περίπτωση αυτή το αφήνουμε αιωρούμενο, υπονοώντας το κόμμα, σα να επρόκειτο να συνεχίσουμε την πρότασή μας).

Τέλος, ουδεμία σχέση έχει με το ιαπωνικό θέατρο του Νο.

Έγινα κατανοητή νομίζω, νο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο ταχυτήτων (αγγλογάλλικο).

- Φίλε, τον βλέπεις αυτόν; Έχει δέκα γκόμενες κάθε βράδυ στο κρεβάτι του.
- Αφού είναι ντουμπλ φαστ ο τύπος. Τις μισές τις ρίχνει με μπαρούφες, τις άλλες μισές με το μπιγκιγκίνιον. Είναι ο εραστής του μέλλοντος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «φύγε», «δίνε του», «σπάσε». Προέρχεται εκ του γαλλικού aller (προστακτική β' πληθ.: allez) που, με τη σειρά του, σημαίνει πηγαίνω -αν δεν έχω κάψει τη RAM μου. Έγινε ευρέως γνωστό από την Αννίτα Πάνια που το έλεγε όταν έδιωχνε τα ψώνια από το πλατό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Nτεφορμέ-ντεφορμάρισμα: Όρος κατ' αρχήν ποδοσφαιρικός (που πέρασε και σε όλα τα αθλήματα), που αναφέρεται σε ομάδα ή σε συγκεκριμένο παίκτη ή παίκτρια. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη «déformé(e)», που σημαίνει παραμορφωμένος, εκτός σχήματος, παραποιημένος, εκτός φόρμας (και με την αθλητική έννοια).

Ας ξεκινήσουμε από το σύνολο. Μία ομάδα είναι ντεφορμέ, όταν πάει σκατά (σε απόδοση), σε σχέση με την εικόνα που είχε στα φόρτε της (στο φορμάρισμα της). Όπως και στη ζωή, έτσι και στα αθλήματα, η ζωή κάνει κύκλους κατά το ο,τι ανεβαίνει κατεβαίνει, ο,τι γυρίζει σταματά. Για να μην κουράζω με άπειρες λεπτομέρειες, φανταστείτε θεωρητικά ότι μια ομάδα έχει τις άλφα δυνατότητες (βάση ρόστερ, προπονητικού τιμ, διοίκησης). Όταν η απόδοση συμβαδίζει με το τέλειο, τότε μιλάμε για φορμάρισμα, δλδ η ομάδα αποδίδει κοντά στο 100%. Όταν αυτό το ποσοστό πέσει κάτω του 50% (για κάποιο εύλογο διάστημα), τότε μιλάμε για ντεφορμάρισμα, δλδ η ομάδα είναι ντεφορμέ. Αυτό πάντα συμβαίνει, και οι λόγοι πολλοί και διάφοροι. Ψυχολογική ή σωματική κούραση, γρίνες, ατυχίες λάθη προπονητικά, και ενίοτε ο αμφίδρομος (δλδ ψιλοπουστράκος) Ερμής. Σε επίπεδο μεμονωμένου παίκτη, επίσης υπάρχει ντεφρομάζ. Εκεί που κάποιος βγάζει μάτια, ξαφνικά τζίφος.

Στα ατομικά αθλήματα ισχύει το ίδιο. Απλά εδώ έχουμε λιγότερους παράγοντες για ντεφορμάρισμα, αφού μιλάμε για έναν αθλητή και άντε το πολύ δύο τρεις προπονητές.

Στη σλανγκ τώρα (ώρα δεν ήταν;) χρησιμοποιούμε τον όρο, όταν δεν έχουμε διάθεση, ή όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, που υπό φυσιολογικές συνθήκες (ή στις μεγάλες φόρμες μας) θα γουστάραμε πολύ.

-Τον τελευταίο μήνα όλο μπακούρης μας εμφανίζεσαι. Γεράσαμε Μουσιού Καζανόβα, και τα πιπίνια μας αγνοούν;
-Σσσσς ρε! Δεν είναι ώρα να κρεμάσω τα παπούτσια μου. Διανύω περίοδο ντεφορμαρίσματος. Θα επανέλθω με πιπίνι κατηγορίας champions' league, και θα προσκυνάτε πάλι, και θα πετάτε δίευρα κάτω σαν το Ζούγα. Λιγούρηδες της κακιάς ώρας.

-Μαράκι μου, να περάσω να σε πάρω να πάμε για ψώνια; Είδα κάτι μοντελάκια στης Μrs Raxevski (ανάθεμα το για όνομα αυτό το μαγαζί), μούρλια.
-Άσε φιλενάδα. Είμαι ντεφορμέ. -Γιατί φιλενάδα;
-Γνώρισα ένα παιδί, άλλο να σου λέω... Έπαθα σοκ. Αλλά μου φάνηκε λίγο αλλόκοτος, λίγο παντρεμένος και πιστός στη γυναίκα του. Φλερτάραμε, με άναψε αλλά δεν.
-Και πως λέγεται ρε φιλενάδα ο θεός που σε έριξε στο καναβάτσο;
-Electron!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό παλιάς κοπής που σημαίνει «τι σημαίνει», «τι είναι», «τι πα' να πει». Συνώνυμο του παλαιοελληνισμού τι εστί στην αργκό.

Απευθείας μεταφορά από το γαλλικό qu'est-ce que c'est (δείτε εδώ οι μη γαλλό- αλλά αγγλομαθείς), από τους πολλούς γαλλισμούς που πέρασαν στα ελληνικά από τις αριστοκρατίες εποχής για να διασωθούν τελικά μέσα στην αργκό. Βλέπε ακόμη μανδάμ, σερσέ λα φαμ και άλλα.

  1. Πεσέιρο; Κεσκεσέ Πεσέιρο;
    Μια ανάσα λέει από τον Παναθηναϊκό βρίσκεται ο Πεσέιρο. Μαϊστα. Και εμείς τώρα τι πρέπει να κάνουμε; Να γελάσουμε ή να κλάψουμε; Κεσκεσέ Πεσέιρο που θάλεγε κι ο Αλέφαντος. Μ' αυτόν ρε θα κοντράρουμε τον γαύρο και το αεκάκι και θα χτυπήσουμε τίτλο; Πλάκα κάνουμε τώρα;
    (από ιστολόι)

  2. Και κάτι άλλο ρε μάγκες, γιατί θα τρελαθώ. Ποια είναι η Κάτια; Τι είναι η Κάτια; Κεσκεσέ Κάτια; (από ιστολόι)

  3. jesus: το «δαγκώνω» λέγεται γενικότερα στην ελλάδα νομίζω κ έχει όντως μια εσάνς ποστίλας
    aias.ath: Κέσκεσέ λὰ ποστιλά;
    Vrastaman: Σετ αν μπιέν μαλακί ντε Χεσούς. Ρεκάρντ ισί.
    (γαλλομαθείς αργκόστροφοι παλιάς κοπής στο διαδίκτυο)

(από Vrastaman, 07/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμαστε σε κλασικές κυριούλες αλλά ούτε και σε τσατσάδες ντέλων.

Μαντάμ αποκαλείται χαϊδευτικά από την υποκουλτούρα των ρέιβερ η μεθυλενεδιοξυμεθαμφεταμίνη (MDMA), το κύριο συστατικό του ναρκωτικού ecstasy.

- Την τελευταία φορά που έγραψα για την «μαντάμ», το mdma, μου διαμαρτυρήθηκες οτι η περιγραφή μου γύρω από το πως την ακούς με την ουσία ήταν ξερή και ελλειπής...
(εδώ)

- Οχι ρε αδερφε τι να κλάσει η μορφινη μπροστα στη «Μανταμ»;;; Το κυριο συστατικο του ecstasy ειναι και αμα το βρεις ατοφιο και καθαρο κανεις κατι trip-ακια τρομερα!!!!
(εδώ)

(από Vrastaman, 15/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη προέρχεται από τα γαλλικά (marqué(e) που σημαίνει σηματοδοτημένο, κατηγοριοποιημένο, ταμπελαρισμένο). Στην ανωτάτη ελληνική μαστορική σλανγκ μαρκέ σημαίνει «για τον συγκεκριμένο τύπο». Ο χαρακτηρισμός μαρκέ πάει συνήθως σε εργαλεία και ανταλλακτικά. Κάποιες φορές (λανθασμένα κττμγ) υπονοεί και το «κατά παραγγελία» (custom made).

Όπως λέει και ο σύντροφος Μαρξ, σκοπός κάθε εταιρείας είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους, και ύστερα όλα τα άλλα. Οπότε οι μεγάλες εταιρείες θέλοντας να βγάλουν και από την μύγα ξίγκι, πατεντάρουν μηχανισμούς και εξαρτήματα των τελικών βιομηχανικών ή καταναλωτικών προϊόντων τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν αυτά τα μηχανήματα χαλάνε, ή όταν χρειάζονται συντήρηση, να αναγκάζουν τον ιδιοκτήτη να απευθύνεται στην ίδια εταιρεία (ή στο συμβεβλημένο συνεργείο, που ο μηχανικός του ακολουθεί συγκεκριμένα σεμινάρια και ο ιδιοκτήτης του πληρώνει νταβατζιλίκι στην μαμά εταιρεία). Άρα κονομάνε και από εκεί. Βεβαίως οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι το κάνουν αυτό για την ασφάλεια του τελικού χρήστη, ώστε να μην ανοίγονται τα μηχανήματα από άσχετους και άλλα τέτοια φίδια...

Ένα παράδειγμα για να γινόμαστε πιο κατανοητοί: Τα μεγάλα επαγγελματικά εργαλεία της γερμανικής BOSCH (κομπρεσέρ π.χ.), για να τα λύσεις, έχουν γύρω στις δέκα ασφάλειες, που συγκρατούν τα εξαρτήματα μεταξύ τους. Κάποιες από αυτές είναι επίτηδες καλυμμένες ή περιπλεγμένες, δυσκολεύοντας ή καθιστώντας αδύνατον για κάποιον να τις απασφαλίσει (με τα κανονικά εργαλεία). Η BOSCH βέβαια παράγει και πουλάει (ακριβά) στα συμβεβλημένα συνεργεία, ένα εργαλείο (μαρκέ), ακριβώς για την αφαίρεση αυτών των ασφαλειών.

-Μάστορα, ψάχνω ένα εργαλείο για αυτό εδώ το παξιμάδι.
-Για δώσ' το εδώ. (βάζει γυαλάκι πρεσβυωπίας) Μπα δεν το 'χουμε. Είναι μαρκέ. Νομίζω ότι έχω δει ξανά τέτοια τετράγωνα μπουλόνια. Πρέπει να είναι από εξωλέμβια.
-Δίκιο έχεις, αλλά που θα βρω;
-Θα πάρεις τηλέφωνο στην εταιρεία από όπου την πήρες, και ή θα σου το πουλήσουν, ή θα σε στείλουν σε κάποιο συνεργείο εξειδικευμένο. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι αφότου τα βγάλεις, να έρθεις εδώ και αν δεν είναι μαρκέ και τα μπουλόνια, να σου δώσω κάποια συνηθισμένα, να μην παιδευτείς την επόμενη φορά.
-Μερσί αφεντικό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασυζητητί, εγγυημένα, κάτι παραπάνω από σίγουρα (με τη μορφή επιρρήματος ή επίθετου).

Παλαιός ορισμός της χαρτοπαικτικής διαλέκτου που χρησιμοποιείτο αντί του ελληνικού « αβλεπί », προερχόμενο δε απ' το Γαλλικό «sans voir» (=χωρίς να δω).

Στην ορίτζιναλ εκδοχή του, αφορά το πρώτο ποντάρισμα στα παιχνίδια της πόκας, πριν δουν τα φύλλα τους οι παίκτες, αλλά και σαν ψαρωτικό αντίδοτο σε υψηλό ποντάρισμα ενός παίκτη, πριν ανοίξει ο ντίλερ το τελευταίο φύλλο στο ντεκ. Ήταν πιο συνηθισμένο, σαν έκφραση, στα κυριλέ τραπέζια της υψηλής κοινωνίας (και καλά), με την απαιτούμενη αξάν, σιρμάν (sûrement = βεβαίως). Απευθείας εισαγωγή απ' τα καζινό του Μονακό στο δικό μας Mont Parnasse (σε λίγο θα εμφανιστεί κι ο Κωσταντάρας με την Κοντού, καρφώθηκα!).

Αργότερα μεταπήδησε στο χρηματιστήριο για «προοπτικές» και πάρε - δώσε μετοχών. Είναι συνηθέστερο δε σαν απάντηση διαβεβαίωσης, για περιπτώσεις που απαιτείται μια (στοιχειώδης έστω) πρόβλεψη-πρόγνωση.

Συνώνυμα: αβλεπί, γκαραντί, στάνταρ.

  1. - Τέτοια παιχτούρα και να χαραμίζεται στο πρωτάθλημα της ψωρογιώργαινας;
    - Από του χρόνου τον βλέπω σε καμιά πριμέρα και βάλε.
    - Σάνβουαρ!

  2. - Μάστορα, μου τσιμπάει λαδάκια, βγάζει μπλε καπνό απ' την εξάτμιση κι ανεβάζει θερμοκρασίες.. Πάμε για φλάντζα;
    - Σάνβουαρ! Μη σου πω και ρεκτιφιέ...

(από granazis, 27/04/10)(από granazis, 27/04/10)Στο 7:00. (από patsis, 21/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified