Further tags

Μια σχετικά παλαιά λέξη, την βρίσκω και στη Βικούλα να ορίζεται ως "η γυναίκα που επί πληρωμή κρατά συντροφιά σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης" και να ετυμολογείται (pardon my french): <γαλλικό consommatrice, θηλυκό του consommateur < consommer +‎ -ateur < λατινικά consummo < con + summo, αν και οι ίδιοι οι Γάλλοι μάλλον τη λένε entraîneuse (δες). Συνώνυμα: μπαρόβια, τσαγού, ενώ γενικότερο είναι το καμπαρετζού. Ο όρος υπήρχε τουλάχιστον από την ένδοξη εποχή των τρουμπαίων τη δεκαετία του 1960, ενώ δεν μπορώ να βρω από πότε λέγεται στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με σχετικά άρθρα στο Ιντερνέτι, η κονσοματρίς δεν είναι απαραίτητα πόρνη.

«Η κονσοματρίς δεν καταλήγει απαραίτητα στο κρεβάτι. Η δουλειά περιλαμβάνει τη συντροφιά στο μπαρ με ποτά, είναι φυσικά ερωτικοποιημένη παρέα αλλά δεν περιλαμβάνει το σεξ. Οι άντρες πάνε να πιούνε με γυναίκες, να χαλαρώσουν, αναζητούν την ευκαιρία μιας γνωριμίας και ίσως και μιας σχέσης, το σεξ δεν είναι αυτοσκοπός. Εκεί μέσα ο άνδρας δεν είναι κυνηγός, και δεν έχει ρίσκο. Γι' αυτό και συχνά, οι σχέσεις που δημιουργούνται καταλήγουν ακόμα και σε γάμο. [...] Η έρευνα ξεπέρασε τα δύο χρόνια, ξεκίνησα από Αθήνα, πήγα Ξάνθη, Ιεράπετρα, Τρίπολη, Κόρινθο, Αργος, ουσιαστικά ακολουθούσα κάποιες γυναίκες στις κινήσεις τους με μερικές από τις οποίες έχω ακόμα σχέσεις». Και σε ποιο συμπέρασμα κατέληξε; «Η έρευνα αυτή μου επιβεβαίωσε ότι υπάρχει ένα συνεχές οικονομικών και σεξουαλικών ανταλλαγών ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, από το ευκαιριακό σεξ, την αγοραία σχέση έως και τον γάμο». (Ο ερωτικός μας πολιτισμός).

Σήμερα ο όρος είναι πεπαλαιωμένος, οιονεί μπαμπαδισμός. Μια στριπτιτζού/λικνιτζού/φραπεδιάρα δεν θα αποκληθεί κονσοματρίς, ακόμη κι αν μέρος της δουλειάς που κάνει είναι το πουτό μαζί με τον χουρό. Οι κονσοματρίς είναι περισσότερο όχι αυτές που δουλεύουν στα γκλαμουράτα στριπ-κλαμπ, αλλά σε πιο παρακμιακά κωλόμπαρα, τα κονσοματζίδικα. Συχνά οι κονσοματρίς είναι πιο μεγάλες σε ηλικία, λιγότερο όμορφες και γκλαμουράτες από τις τζούδες και τις τρύπερ, και απευθύνονται σε αντίστοιχης ηλικίας και ωριμότητας (#not) θαμώνες ζαχοπουλάδικων. Ό,τι όμως χάνουν σε ομορφιά και νιάτα το κερδίζουν σε εμπειρία ζωής και ψυχολογία, καθώς έχοντας σπουδάσει στην Εκόλ Νορμάλ Συπεριέρ ντε λα Βι δεν έχουν να ζηλέψουν και πολλά από τις ψυχανάλατες γιαλόμες.

"Μαθαίνω τους πελάτες να διαβάζω"

Οι γυναίκες εκεί στολίζονται με τέτοια επιμέλεια μόνο και μόνο γιατί γνωρίζουν ότι το μάτι του άνδρα είναι πιο εξελιγμένο από το μυαλό του. Συνήθως συναντάς κοπέλες ή μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ, την Πολωνία, την Βουλγαρία, τη Ρουμανία και ελάχιστες Ελληνίδες που θέλουν να συμπληρώσουν το εισόδημα τους. Τα σώματα τους σε σχέση με των χορευτριών είναι ταλαιπωρημένα. Περισσότερο πρησμένα και τα μάτια στο πρόσωπο βαθαίνουν, σημαίνοντας κούραση. Οι κονσοματρίς ξέρουν πώς να κάνουν έναν άνδρα να χαρεί. Άμεσα ή υπαινισσόμενα μιλούν για το σεξ. Η φαντασίωση της πιθανότητας της σεξουαλικής συνεύρεσης καλλιεργείται συστηματικά αλλά αναβάλλεται επ’ αόριστον με ταχυδακτυλουργικούς τρόπους. Ικανές να μιλάνε για το πόσο καλές μητέρες είναι πριν αφεθούν. (Εδώ).

Αν πιστέψουμε τα άρθρα του Διαδικτύου, η δουλειά των κονσοματρίς είναι περισσότερο κοντά σε ψυχολόγο παρά σε πόρνη. Βλ. παρακάτω.

Επάγγελμα κονσοματρίς. Με τι ψυχολογία έρχονται οι άντρες στο μπαρ; Έρχονται άτομα που έχουν προβλήματα, παντρεμένοι και απογοητευμένοι πιο πολύ. Ο καθένας εκεί μέσα μπορεί να βγάλει ό,τι του ρθει εκείνη τη στιγμή, ό,τι ανωμαλία έχει. Ένας άνθρωπος έξω δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι αυτός. Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς έξω δεν τολμούν να μιλήσουν σε κοπέλα, μου το ΄χουν πει πάρα πολύ, λένε «θα έτρωγα χυλόπιτα». Είναι παντρεμένοι, είναι λεύτεροι, είναι νεαροί, είμαστε κάτι σαν ψυχολόγοι. Λένε σ΄ εμάς αυτά που δεν λένε σε άλλους, κάθε είδους ανωμαλία. Τι σου λένε δηλαδή; Τα προβλήματά τους με τις γυναίκες τους και με κάποιο τρόπο επειδή γινόμαστε ψυχολόγοι τους δένονται μαζί μας. Κι έρχονται, ξανάρχονται, μπορεί να φάνε σκάλωμα μαζί σου και σου λένε τα ίδια και τα ίδια. Εγώ έχω πελάτες που έρχονται και τρεις φορές την εβδομάδα ο καθένας. Έ, δεν θ΄ αλλάξει ρεπερτόριο. Μου λέει «έχω προβλήματα μαζί της, μου κάνει το ένα, μου κάνει το άλλο» Και πολλά κορίτσια παθαίνουν κρίσεις πανικού απ΄ αυτό. Μια φίλη μου που κάνει τη δουλειά 15 χρόνια παίρνει χάπια κατάθλιψης. Πίνει όλο το βράδυ, ξυπνάει το πρωί αισθάνεται τρόμο. Υπάρχει άγχος, μπορεί να φύγει μια κοπέλα χωρίς ένα ευρώ, εμείς δεν έχουμε μισθό. Αν δεν κάνει ποτά Και ποτέ δεν πρέπει να δείξεις ότι έχεις προβλήματα, επικεντρώνεσαι στα δικά του ενώ εσύ αυτό που σκέφτεσαι όταν πηγαίνεις κοντά του είναι τα χρέη σου, η οικογένειά σου, οι περισσότερες έχουν παιδιά. (Εδώ).

Ωστόσο, αυτή η συγκριτικά ειδυλλιακή εικόνα που παρουσιάζεται στο ιντερνέτι ενδέχεται να απέχει από την πραγματικότητα που μπορεί να υποκρύπτει πολύ μεγαλύτερη εκμετάλλευση των γυναικών αυτών. Πάντως το κονσοματρίς είναι ένας όρος που φαίνεται να καλύπτει μια γκρίζα ζώνη, καθώς χαρακτηρίζει γυναίκες που δραστηριοποιούνται όχι μόνο σε κωλάδικα, αλλά και σε σκυλάδικα, που προσπαθούν με διάφορους τρόπους να αυξήσουν τον τζίρο τους. Κατά συνέπεια, είναι και βαριά προσβόλα να πεις μια σκυλού κονσοματρίς.

Κατερίνα Στανίση: Ξέρεις, ειδικά τότε, ο πελάτης είχε μεγάλη δύναμη και πάντα δίκιο. Αν σε ζητούσε ένας θαμώνας κι εσύ δεν πήγαινες, μπορούσε να το πει στον μαγαζάτορα και να σε διώξει. Θα έπαιρνε άλλη τραγουδίστρια, που θα μιλούσε στους πελάτες. Σιγά το δύσκολο! Αλλά δεν υπήρξα ποτέ κονσοματρίς, πάντα ήμουν τραγουδίστρια. Αλλά τότε επιβαλλόταν να πας στον πελάτη να πείτε δυο λόγια. Η νύχτα ήταν σκληρή και αλύπητη. Θα έχανα τη δουλειά μου! Αυτό ήταν τότε το σύστημα. Γιατί να λέμε ψέματα στον κόσμο;». (Εδώ).

Κατ' επέκταση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά ως μειωτικός χαρακτηρισμός για άνθρωπο, ο οποίος προσπαθεί με πλάγιους τρόπους, όπως με σεξουαλικά δελέατα, να αποκομίσει οφέλη. Γενικά στον "χαρακτήρα" της κονσοματρίς είναι να τάζει πολλά και να πραγματοποιεί λίγα, ενώ υποδαυλίζει έναν άπειρο πόθο. Οπότε και μεταφορικά μπορεί να χαρακτηρίσει γυναίκα ή και άντρα που προσπαθεί να κερδίσει το μάξιμουμ που μπορεί προσφέροντας τα λιγότερα.

Θα κλείσω με ένα απόσπασμα από το αρρωστούργημα του μεγάλου μας λογοτέχνη και πολιτικού Πέτρου Τατσόπουλου Η Καρδιά του Κτήνους

-Τι σπούδαζες;
Υπομονή... Υπομονή...
-Πολιτική Επιστήμη.
Η απάντησή μου την έριξε σε βαθύ συλλογισμό. Στενοχωρήθηκε.
-Δουλειά που πήγες και διάλεξες...
Δεν πιστεύω να έπεσα σε πτυχιούχο κονσοματρίς που σνομπάρει τη σπουδαιότητα της δικής μου επιστήμης.
-Δεν σε κατάλαβα.
-Λέω δουλειά που διάλεξες.
Επανάλαβε εκλαμβάνοντας μάλλον την απορία μου για βαρηκοία. Αλλά συνέχισε κι επικάλυψε το παλιό μυστήριο των σπουδών της με νέο:
-Δεν βλέπεις που τους πήραν σβάρνα και τους καθαρίζουν έναν έναν;
Ανησύχησα. Δεν είχα πληροφορηθεί τη συνωμοσία εναντίον των πολιτικών επιστημόνων και ζούσα με την αυταπάτη πως οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, πεθαίνουν από φυσικά αίτια, το πολύ έως τροχαία.
-Άσε που είναι σάπιοι έως το κόκκαλο!
Ήξερε τόσα πολλά για τη διαφθορά του ακαδημαϊκού κατεστημένου;
-Για μια ψήφο πουλάνε την ψυχή τους στο διάβολο.
Όλα τα μαγειρέματα στις εκλογές διδακτικού προσωπικού; Μήπως δούλευε επιμελήτρια τα πρωινά;
-Ποτέ μου δε χώνεψα τους πολιτικούς.
Ένας προβολέας ξάφνου άναψε στο νου μου και φώτισε τη σκοτεινή πλευρά της σελήνης. [...]
-Γλυκό μου κορίτσι άλλο οι πολιτικοί επιστήμονες και άλλο οι πολιτικοί.

Εδώ

Ακολουθεί μια συγκριτική κωλομπαρολογία που δείχνει μια μετάβαση από το καραμελόδραμα....

"Είμαι του μπαρ, μα είμαι κυρία"

σε μια πιο προσγειωμένη κατάσταση από το Λίλιαν.

Ο τύπος στη γωνία

Σύγκρινε με τον κλάδο των στριπτιτζούδων (και των ηλεκτρολόγων):

Τι κι αν είμαι στριπτιτζού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ποτ-πουρί είναι συλλογή (ομοειδών, κατά προτίμησιν) ασμάτων, αδομένων εν σειρά και άνευ διακοπής, συνοδεία κιθάρας συνήθως, του τύπου τρίο Ατένε, τρίο Γκιτάρα, αφοι Τζαβάρα, αφοι Κατσάμπα και οι τοιούτοι. Εκ του γαλλικού pot-pourri, κατά κυριολεξίαν "πλήρες δοχείον". Δεν πρέπει να συγχέονται με το δοχείον νυκτός (το γνωστόν εις τους παλαιοτέρους καθοίκι) μολονότι άδονται (και αυτά) κατά τας νυκτερινάς ώρας. Εις τα καθ' ημάς "πλαίει-λιστ λάιβ". (Καμμία σχέσις με το "πνέει τα λοίσθια", παρά το προχωρημένον της ηλικίας τραγουδιστών και κοινού).

Ενίοτε η συλλογή δεν περιέχει ομοειδή άσματα, λόγω σχετικών απαιτήσεων του κοινού. Εν τούτοις, όλα (από παπαλάμπραινα, μέχρι μπέσαμε μούτσο) εκτελούνται καθ' όμοιον τρόπον. Εις την περίπτωσιν αυτήν έχομεν ποτ-πουρέ ή παπαχελληνιστί μέλτινγκ-ποτ.

Τέλος οι θαμώνες νυκτερινών κέντρων τοιούτου μουσικού είδους, λόγω του προκεχωρημένου της ηλικίας, αποκαλούνται ποτ-πουρά.

-Τι να σου πω Ευτέρπη μου! Πήγαμε στη χοροεσπερίδα του συλλόγου ραχητικών,

-Έχουν σύλλογο τα ραχητικά;

-Όχι καλέ, από την Άνω Ραχούλα, το χωριό της Δωροθέας. Τραγούδησαν τα Κατσαμπάκια, ένα ποτ-πουρί, τί παπαλάμπραινα, τί μάτια μπλέ, τι κουκουρουκουκού,

-ποτ-πουρέ, τότε. Και ποιοί ήσασταν;

-Ολη η παρέα απ' το ΚΑΠΗ!

-Κατάλαβα, ποτ-πουρά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξύλινο καδρόνι/δοκάρι τετράγωνης διατομής που χρησιμοποιείται σε οικοδομικές εργασίες, συχνά στο καλούπωμα για αντιστήριξη του ξυλότυπου.

Το Βικιλεξικό προτείνει δύο ετυμολογίες, από τα γαλλικά και τα ιταλικά:

  1. λατάκι < γαλλική latte (σανίδα) < αρχαία γαλλικά latte < αρχαία φραγκικά *latta < πρωτογερμανικά *lattō(n) / *laþþō(n) / *laþēn < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) (s)lat- (δοκάρι, κούτσουρο)
  2. λατάκι < ιταλική latta (τενεκεδάκι, κονσέρβα)

εδώ

Σε ελληνικούς εξειδικευμένους με την ξυλεία ιστοτόπους υποννοείται (και εδώ υποστηρίζεται ρητά) η προέλευση από το «έλατο», καθώς πρόκειται για ξυλεία ελάτου ή πεύκου: λατάκι<ελατάκι<έλατο.

Εδώ (στο σχόλιο 29) υποστηρίζεται το εξής: «Πληροφοριακά, λατάκι οι οικοδόμοι λένε ένα σανίδι που χρησιμοποιείται στο καλούπωμα < τουρκ. lata:πηχάκι». Πρέπει όμως να σημειωθεί πως η τουρκική λέξη lata φαίνεται ότι σημαίνει σανίδα και όχι καδρόνι ή δοκάρι. Με αυτήν μάλιστα τη σημασία (σανίδα) θυμίζει πολύ την γαλλική λέξη latte, πιο πάνω.

Τολμώ να πω ότι δεν μου είναι απόλυτα πειστική κάποια από τις προαναφερθείσες θέσεις για την ετυμολογία της λέξης.

  1. Από εδώ, ως προσθήκη στον ορισμό:

Λατάκι

1) Κομμάτι ξύλου τετραγωνικής διατομής 7,5 Χ 7,5 εκ. (αλλά υπάρχουν και 8Χ8εκ) που χρησιμοποιείται στο καλούπωμα. Δεν έρχεται σε επαφή με το μπετόν γιατί η χρήση του είναι για ενίσχυση του πετσώματος (ξυλότυπου). Κατά τη διάρκεια της ζωής του θα κοπεί αρκετές φορές κι όταν το μήκος του πέσει κάτω από 1μ, θα λέγεται μπαγάς.

2) Ξύλο ορθογωνικής διατομής που χρησιμοποιείται για αντιστήριξη (κόντρα) του ξυλότυπου στο καλούπωμα.

  1. Από εδώ:

Ναι, ενιαία σκυροδέτηση κορμού-πέλματος και το εκπληκτικό είναι ότι δεν έχει ούτε ένα λατάκι μέσα στην πεδιλοδοκό.

(από patsis, 23/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για επαγγελματικό εξοπλισμό κοπτοραπτικής εικόνας ή ήχου. Χρησιμοποιείται για την επεξεργασία ταινιών, τηλεοπτικών σειρών, εκπομπών, και ταλιμπάν, προκειμένου να περικοπεί ή να αλλάξει η σειρά των σκηνών κατά το δοκούν (για περισσότερα, βλ. εδώ).

Πιο αδόκιμα (αλλά και πολύ πιο ξύλινα), η μονταζιέρα φοριέται ολοένα και συχνότερα στο (παρα)πολιτικό ντισκούρ αναφορικά σε όσα «κέντρα» θέλουμε να επιδίδονται σε σταλινογκεμπελσικές μηχανορραφίες, χαλκεύοντας, κατασκευάζοντας και μοντάροντας ειδήσεις δίκην (μικρο)κομματικής προπαγάνδας.

Αυτό δηλαδή που εμείς οι σλάνγκοι αποκαλέσαμε μοντουλοκατυνιά, μπηφόρ ιτ γουός κουλ.

1.
- Σκληρή επίθεση εναντίον του Αντώνη Σαμαρά εξαπέλυσε ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζοντας τον «ως πρωθυπουργό της μονταζιέρας» και τον κατηγόρησε ότι για μια ακόμη φορά στην ΔΕΘ προσπάθησε να εξαπατήσει τους πολίτες με σωρεία ψεμάτων.

2.
- Μέχρι στιγμής το σύνηθες ήταν να χρησιμοποιείται για τα γραφεία των πολιτικών κομμάτων, για παράδειγμα, η μονταζιέρα του Μαξίμου ή η μονταζιέρα της Συγγρού, η μπλέ μονταζιέρα. Το γεγονός ότι η Κουμουνδούρου απευθύνθηκε με αυτόν τον χαρακτηρισμό στο πρόσωπο του ίδιου του πρωθυπουργού, υποδηλώνει μια ευθεία επίθεση με ιδιαίτερα αιχμηρή προσβολή για το πρόσωπό του...

3.
- ΣΥΡΙΖΑ: Οι δηλώσεις της εβραϊκής ένωσης θυμίζουν - «μονταζιέρα» της Συγγρού.

4.
- Η Τσαλιγοπούλου διαψεύδει τη μονταζιέρα Ιστοσελίδας: «Εγώ πάντως θα ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ»

5.
- Εντάξει! Η εμπάθεια τους έχει καταγραφεί. Και το μίσος τους επίσης. Οι μπλέ - κόκκινο - ροζ μονταζιέρες σε φωτογραφίες της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, δίνουν ρεσιτάλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που συνεπεία επιμελούς πειράγματος κατέστη ούμπερ τυμπανιαίο, γαμάω μανούλες, κιέτσ'. Συνήθως τουμπανιζέ αποκαλούνται τα κωλοφτιαγμένα auto/moto και τα υπερτούμπανα γκομενικά.

Εκ του τούμπανο και του γαλατικοπρεπούς γαμοσλανγκοτέτοιου .

1.
- Είναι πραγματικά πανέμορφη!! Να το χαίρεσαι με υγεία!
Χρόνια σου πολλά και ότι επιθυμείς!!
- niiiiiiiiiice ... τελικά το λευκό είναι το πιό ΤΟΥΜΠΑΝΙΖΕ χρώμα ... P.s. H πινακίδα μπροστά που μπαίνει ;;;;;;;

2.
- Κινητηρας τουμπανιζε απο ΕR6, πλαισιο χωροδικτυωμα και διαφορα αλλα εχουν επιτρατευτει για το εγχειρημα.
- Kαλο...95 κιλα δλδ πιο ελαφρυ απο παπακι με 95 αλογα,μαλλον καλα θα παει :-)

3.
Κρανίδι είμαι! Έχουμε ωραία μέρη εδώ για εξορμήσεις 4Χ4. Κανονίστε και θα σας βγάλω διαδρομή τουμπανιζέ!! Θα πάρετε λάσπη και για το σπίτι.

4.
- Aγορά Laptop τουμπανιζέ version - Ωστόσο, επειδή αναφέρεις τη λέξη τουμπανιζέ, θα σου πρότεινα να προσανατολιστείς σε ένα alienware laptop.

  1. - Δες τουμπανιζέ η Λάουρα, φέτες οι κοιλιακοί!

Τουμπανοϊνσέψιο (από Khan, 05/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλική έκφραση που σημαίνει: αναζητήσατε τη γυναίκα. Όταν αναφέρουμε τη συγκεκριμένη φράση εννοούμε πως υπεύθυνη για κάποιο δυσάρεστο συμβάν είναι κάποια γυναίκα. M’ άλλα λόγια στην ατάκα: “πυρ, γυνή και θάλασσα τα τρία κακά του κόσμου”, ανοίγουμε την κουρτίνα 2.

Αν θέλει τώρα ο ποιητής να μιλήσει για διάσημες γυναίκες-αράχνες μπορεί να μιλήσει αρχικά για την Εύα (πρώτη διδάξασα -αυτό το μήλο στο λαιμό μας έχει κάτσει από τότε),τη Μεσσαλίνα (που ’χε κάνει τάρανδο απ’ τα κέρατα τον βλάκα τον Κλαύδιο), την Κλεοπάτρα που πήρε στο λαιμό της τον Αντώνιο, τη μεγάλη Αικατερίνη που υποσκέλισε το βλάκα το σύζυγο της τον Πέτρο το Γ', προτού τον φάει λάχανο και τα λοιπά και τα λοιπά.

Όπως γαρ, λέει και το άσμα, ο Αντώνης ο βαρκάρης ο Σερέτης, για χάρη της Κάρμεν από ψαράς έγινε ταυρομάχος και μετά μακαρίτης.

Ωστόσο κυκλοφορεί και ως παράφραση της φράσης σερσέ λα φαμ, η φράση: σερσέ να φαμ, την οποία έλεγε ο Καραγκιόζης. Η φράση αυτή σημαίνει: αναζητήστε σαν κίνητρο για κάποια κακή πράξη τη μάσα, την απληστία, τον εύκολο πλουτισμό.

Μερικές φορές το σερσέ λα φαμ και το σερσέ να φαμ συνδυάζονται (βλ δεύτερο παράδειγμα).

  1. Σερσέ λα φαμ (ρεμπέτικο άσμα)

Κι αν γυρίζουμε ξενύχτηδες τα βράδυα
κι αν ρομάντσες τραγουδάμε στα σκοτάδια
κι αν τα νιάτα μας τα κάνουμε ρημάδια
και με πόνο τα ποτήρια μας ρουφάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Κι αν δεν πάμε στη δουλειά μα και στο σπίτι
κι αν ο έρως μας τραβάει σαν τον μαγνήτη
κι αν γουστάρουμε τον βίο του αλήτη
κι αν δεν έχουμε και σήμερα να φάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Κι αν η μοίρα μας ταράζει στα χαστούκια
κι αν στα μάγουλα το δάκρυ κάνει λούκια
κι αν τα τρώμε μέχρι φράγκο στα μπουζούκια
κι αν στη ψάθα κακομοίρηδες ψοφάμ'
σερσέ λα φαμ σερσέ λα φαμ

Συνθέτης:Βασίλης Τσιτσάνης

  1. - Έμαθα που λες πως ο Κώστας μετά από τέτοια περιουσία, είναι πια πανί με πανί. Απ’ ότι ξέρω δεν χαρτόπαιζε. Ξέρεις τι έφταιξε;
    - Σερσέ λα φαμ αλλά και σερσέ να φαμ φίλε. Δύο σε ένα.
    - Δηλαδή;
    - Να….του πέσε από κοντά μια τσουλίτσα, τον έκανε να την ερωτευθεί τρελά, τον παντρεύτηκε και αφού τον έχωσε καλά καλά μες’ το βρακί της, τον κατάφερε να γράψει όλη την τεράστια περιουσία του στο όνομα της και μετά …. τον χώρισε.

  2. (http://www.basketblog.gr/index.php;option=com_content&task=view&id=13392&Itemid=26)

Σερσέ λα φαμ Του Γιώργου Κογκαλίδη
31/07/2008 (21:01)

Θα αφήσει τον... γάμο να πάει για... πουρνάρια; Το ερώτημα πλέον είναι ένα: Ποιος είναι ο «γάμος» και ποια τα «πουρνάρια». Όπως και να ‘χει το ζήτημα, η μέλλουσα κυρία Σύμτσακ ενδέχεται να καθορίσει το μέλλον του παίκτη της ΑΕΚ, ο οποίος ενδέχεται να μείνει εντός κι επί τ’ αυτά, παρότι τα έχει βρει σε όλα με τον Δημήτρη Δρόσο.
Ο φόργουορντ της «Ένωσης» συμφώνησε σε όλα με τον μεγαλομέτοχο του ΠΑΟΚ, αλλά υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα. Πριν από λίγο καιρό έκανε πρόταση γάμου στην καλή του, η οποία όμως δεν δείχνει διατεθειμένη να φύγει από το «κλεινόν άστυ». Αν δεν ξεπεραστεί η αντίρρησή της, δεν αποκλείεται ο Σύμτσακ να παραμείνει στην ΑΕΚ, καθώς ο Δημήτρης Δρόσος δεν έχει κόψει τους δεσμούς με τη νέα διοίκηση (δεν είναι μυστικό) και έχει υποσχεθεί ότι θα βοηθήσει κατά το δυνατόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται υποτιμητικά και με επιθετικότητα -συνήθως για να διακόψει κάποιον την ώρα που λέει βαρύγδουπες μαλακίες.

Προέρχεται από διπλή μπλόφα εκφοράς της λέξης monsieur, που στα γαλλικά σημαίνει κύριος. Αυτός που την χρησιμοποιεί ξέρει ότι εκφέρεται μεσιέ, αλλά προτιμά την «παρωδία» μονσιέρ, προσθέτοντας και μια τάση ευτελισμού της δήθεν ξενικής αστικής παιδείας του συνομιλητή του. Χρησιμοποιείται μόνο για άνδρες.

- Μπλα, μπλα, μπλα, βαρύγδουπες μαλακίες...
- Δε μου λες ρε μονσερί... Έχει κι άλλον σαν εσένα η μάνα σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά με τον όρο αυτό νοείται ένα λάιτ είδος πορνείας που δεν περιλαμβάνει κατά κανόνα σεξουαλική επαφή. Ακολουθούν διάφορες σημασίες ξεκινώντας με την κύρια, από την οποία προέρχονται και οι υπόλοιπες, με διαφόρους βαθμούς εκπόρνευσης η κάθε μία.

  • Η μικράς διαρκείας πληρωμένη γυναικεία συντροφιά που παρέχεται σε ορισμένα είδη νυχτερινών μαγαζιών.

Είναι προφανές ότι η λέξη είναι γαλλική καθώς η συγκεκριμένη πρακτική μας έρχεται από το Παρίσι. Consommation λοιπόν στα γαλλικά σημαίνει κατανάλωση. Τίνος πράγματος; Μα φυσικά ποτών. Στα καμπαρέ του Παρισιού λοιπόν (τα γνήσια, τα καταγώγια, όχι αυτά που δείχνει κάθε πρωτοχρονιά στην κρατική τηλεόραση) το χαρτί δεν έβγαινε από τα μπαλέτα -αυτά ήταν το μεζεδάκι για την όρεξη- αλλά από τα ποτά που κερνούσαν οι πελάτες στις καμπαρετζούδες. Όσο πιο μεγάλη κατανάλωση έκανε ο πελάτης τόσο πιο πολλά έπαιρνε η καμπαρετζού.
Το σπορ γρήγορα πέρασε και στην Ελλάδα με ανάλογα καμπαρέ που δημιουργήθηκαν στην Τρούμπα (βλ. πολλές ελληνικές ταινίες).
Στη χρυσή εποχή του σκυλάδικου πέρασε στα σκυλάδικα για να καταλήξει τελικά στα '80ζ σε εξειδικευμένα πλέον μαγαζιά που λέγονται στην επίσημη αργκό παμπ, αλλά ο πολύς ο κόσμος τα ξέρει ως κωλόμπαρα ή κωλάδικα ή K-bar (προφ. κέι μπαρ - κατά το γκέι μπαρ).

Θα τα συναντήσει κανείς παντού. Από την πιο πολυσύχναστη γειτονιά της Αθήνας μέχρι το πουθενά, στο μέσον του τίποτα. Στα κωλόμπαρα δεν υπάρχει πλέον σώου. Είναι μικρά συνήθως μαγαζιά που θυμίζουν περισσότερο μπουρδέλο παρά μπαρ. Μοιάζουν αρκετά με τις καφετέριες του 80. Πολλά μικρά σαλονάκια με ψηλή πλάτη και ένα μπαρ. Διακόσμηση μίνιμαλ έως μηδέν. Χρώματα, όπως και στα μπουρδέλα, ροζ και μωβ, ή φαίνονται έτσι από το πολύ μπλακ λάιτ.

Ας δούμε επιτροχάδην πώς γίνεται το νταλαβέρι.

Ο πελάτης μπαίνει στο χώρο. Πάει και κάθεται σε ένα σαλονάκι. Ανάβει ακαριαία τσιγάρο. Κοιτάει στο μπαρ όπου κάθονται τα κορίτσια τα οποία πιο παλιά λέγονταν κονσοματρίς αλλά ο όρος πλέον έχει εκλείψει ολοκληρωτικά. Σήμερα λέγονται απλά μπαρόβιες. Αν καρφώσει μία, εκείνη σηκώνεται και πάει στο σαλονάκι. Αν πάλι δεν κοιτάξει προς τις κοπέλες για πέντε λεπτά, έρχεται μια οποιαδήποτε. Κάθεται δίπλα του και του πιάνει την κουβέντα, «Πώς σε λένε» και τέτοια. (Με μια πιθανότητα της τάξης του 99,99% η δεύτερη ερώτηση είναι «Τι ζώδιο είσαι;»). Στα καπάκια έρχεται το γκαρσόνι για παραγγελία. Ο πελάτης λέει τι θέλει. Τότε λέει κι η κυρία το σύνθημα: «θα με κεράσεις ένα ποτό;» Ο πελάτης γνέφει θετικά. Το γκαρσόνι επιστρέφει με τα ποτά. Του πελάτη είναι κανονικό (σε μέγεθος, γιατί σε περιεχόμενο είναι νιτρογλυκερίνη), αλλά της κοπέλας είναι πιο μικρό και δεν έχει ποτό, αλλά νερό με λίγη κοακόλα, διάλυμα που μοιάζει οπτικά με ουίσκι. Παράλληλα της αφήνει δύο μάρκες. Αυτό γιατί το ποτό της κοπέλας θεωρείται διπλό. Αν ο πελάτης είναι σπαγγοράμα και ήθελε να την κεράσει μονό, όφειλε να το διευκρινήσει από πριν. Η κοπέλα κάθεται και μιλάει με τον πελάτη όσο διαρκεί το ποτό της, συνήθως 5 λεπτά αν έχει κόσμο και 10 αν είναι χαλαρά. Για να επιταχύνει το τελείωμα του ποτού της αλλά και του πελάτη αλλά και για να τον μεθύσει κάνει συνέχεια «γεια μας». Μόλις τελειώσει ζητάει δεύτερο και ο κύκλος συνεχίζεται από την αρχή. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί κάποιος πολύ εύκολα να χαλάσει ένα ολόκληρο μηνιάτικο μέσα σε λίγη ώρα. Μια καλή μπαρόβια μπορεί πάλι να βγάλει ένα μηνιάτικο σ' ένα βράδυ. Η κοπέλα πληρώνεται στο τέλος της βραδιάς εξαργυρώνοντας τις μάρκες που έχει μαζέψει. Επειδή όμως, όσο νερό κι αν πίνει με τους πελάτες, θα πιει και τα ποτά της και θα γίνει λίγο γκολ, κι επειδή οι καταστηματάρχες σε αυτά τα μαγαζιά δεν είναι και η καλύτερη πάστα ανθρώπου, εννοείται ότι θα πέσει και η απαραίτητη σφαγή, είτε με κακή καταμέτρηση, είτε με απευθείας σούφρωμα μαρκών από την καβάντζα της κοπέλας. Γι' αυτό οι πιο ψαγμένες κρατάνε τις μάρκες σε τσαντάκι πάνω τους. Επίσης, αν το αφεντικό θέλει να εξασφαλίσει τη μέθη της κοπέλας, είτε για να τη ρίξει στις μάρκες είτε γιατί τη θέλει πιο διαχυτική με τους πελάτες, όταν εκείνη ζητάει κανονικό ποτό, εκείνος της βάζει από το πετρέλαιο των πελατών κι όχι από το γνήσιο που έχει για το προσωπικό.

Σημειώσεις:
Η κονσομασιόν δεν περιλαμβάνει σεξουαλική επαφή. Κανένα κωλόχερο είναι συνήθως επιτρεπτό. Κάποιες μπαρόβιες, αλλοδαπές κυρίως, επιτρέπουν μέχρι και προχωρημένο μπαλαμούτιασμα, κάτι που όμως θεωρείται ανεπίτρεπτο από το συνάφι γιατί χαλάει την πιάτσα. Γενικά έχει αποδειχτεί ότι το φάτε μάτια ψάρια είναι πιο προσοδοφόρο από τη βίζιτα και γι' αυτό έχει ανθήσει σε τέτοιο βαθμό αυτός ο θεσμός στη χώρα μας.
Κονσομασιόν γίνεται επίσης και στα στριπτιζάδικα, παράλληλα με το λαπ ντανς. Γίνεται επίσης και σε παρακμιακά σκυλάδικα. Με μια πιο χαλαρή έννοια γίνεται ακόμα και σε καφενεία από τη μία και μοναδική μπαργούμαν που υπάρχει και χωρίς μάρκες φυσικά.

  • Η περατζάδα που κάνει η τραγουδιάρα του σκυλάδικου στους καλούς πελάτες.

Επειδή οι καλές φωνές σπανίζουν, η μέση τραγουδιάρα πρέπει με κάποιον τρόπο να δικαιολογήσει το νυχτοκάματο. Έτσι εκτός από το καθαρά οπτικό σώου που δίνει στην πίστα, είναι υποχρεωμένη να περάσει κι από μερικά τραπέζια και με την εντυπωσιακή παρουσία της να ανεβάσει τους αγρότες ώστε του χρόνου που θα ξαναπουλήσουν το μπαμπάκι να έρθουν και να τα ξανακουμπήσουν στο μαγαζί.
Αντίστοιχη υποχρέωση βέβαια έχουν και οι σοβαροί καλλιτέχνες. Μια γύρα, όπως και να 'χει, θα την κάνουν.

  • Το να κάνει γύρες στους πελάτες το αφεντικό οποιουδήποτε μαγαζιού διασκέδασης (από ταβέρνα μέχρι μέγαρο) και να πίνει μαζί τους.
  • Γενικά, σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, το να βγαίνεις με πελάτες ή να αποκτάς τα οποιαδήποτε είδους κολλητιλίκια, για να κλείσεις μια δουλειά.

Σημείωση: Το κέρασμα σφηνακίων ή ποτού δεν θεωρείται κονσομασιόν.

  • Ειδικά για ηθοποιούς, η εμφάνιση προ της πρεμιέρας του έργου σε οποιαδήποτε τηλεοπτική εκπομπή τους δεχτεί.

Ο ηθοποιός έχει υποχρέωση να παραβρίσκεται ως γλάστρα σε όλη τη διάρκεια της εκπομπής και να σχολιάζει και καμιά μαλακία πού και πού. Σε αντάλλαγμα ο παρουσιαστής τον αφήνει στο τέλος να πει για την παράστασή του και να αναφέρει όλους τους συντελεστές της από σκηνοθέτη μέχρι ταξιθέτρια. Η αναφορά στους συντελεστές γίνεται πάντα με δύο άρθρα, ένα προ του ονόματος και ένα προ του επωνύμου.

  • Ειδικά για πολιτικούς, το σύνολο των πραγμάτων που κάνουν δημόσια (κόψιμο κορδελών, βαφτίσεις, επισκέψεις σε νοσοκομεία/ΚΑΠΗ/σχολεία, φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, Πάσχα με φαντάρους, και φυσικά τελευταίο αλλά όχι λιγότερο η περατζάδα στα παράθυρα των καναλιών).

Σημείωση: Στα σοβαρά κόμματα το κομσομασιόν δεν γίνεται χύμα αλλά βάσει σχεδίου υπό τις διαταγές ενός σκιώδους ειδικού που λέγεται spin-doctor ο οποίος προσλαμβάνεται από τους ανθρώπους που πραγματικά ελέγχουν την παράταξη (μεγάλοι χρηματοδότες). Όλα τα κομματικά στελέχη (από υποψήφιο βουλευτή στην πινέζα μέχρι πρωθυπουργό) είναι υποχρεωμένα να υπακούν απόλυτα στις προσταγές του spin-doctor και να κάνουν/λένε/φοράνε ό,τι τους πει αυτός.

  1. ~ Καλησπέρα!
    - Καλησπέρα!
    ~ Πώς σε λένε;
    - Άλκη! Εσένα;
    ~ Νατάσα! Τι ζώδιο είσαι;
    - Καρκινάκι! Εσύ;
    ~ Σκορπιός! Θα με κεράσεις ένα ποτό;
    (Νεύει καταφατικά. Εκείνη σηκώνει το χέρι στο μπαρ και δείχνει με τα δάχτυλα τον αριθμό 2)
    ~ Τι δουλειά κάνεις;
    - Έχω σπουδάσει ΙΕΚ, πληροφορική!
    ~ Κι εγώ έχω σπουδάσει χημικός μηχανικός στη Μόσχα!
    - Αλήθεια;
    ~ (Προφανώς όχι ρε μαλάκα) Ναι! Έλα, γεια μας!
    - Γεια μας!

  2. ~ Και δεν μας είπες, τι κάνεις φέτος;
    - Λοιπόν, ανεβάζουμε μια πολύ ωραία παράσταση, το «Σσεάουρ για δυλσεκιξούς», του Κουέντιν του Ταραντίνο, με την Ούμα τη Θέρμαν, το Τζων τον Τραβόλτα, το Σάμιουελ το Τζάκσον, το Μπρους το Γουίλις, το Στήβεν το Γουώκεν, τη Ροζάνα την Αρκέτ, σε σκηνικά κουστούμια του ...να τους πω και τους άλλους;

  3. Spin doctor του κόμματος: Ο Πρωθυπουργός παραπονιέται ότι έχεις καιρό να κάνεις κονσομασιόν.
    Υπουργός: Ρε Μήτσο είχα κάτι προσωπικά τελευταία.
    S.D.: Κοίτα μαλάκα να βαφτίσεις κάνα μπαστάρδι και να βγεις σε κάνα παράθυρο γιατί σε βλέπω να παίρνεις χοντρό πουλί στον επόμενο ανασχηματισμό. Άντε γιατί πολύ το παραχέσαμε εδώ μέσα.
    Υπ: Ναι ρε Μήτσο! Έγινε! Μην πεις τίποτα στο Μεγάλο! Να, παίρνω την Όλγα τώρα!

[Κουίζ: Βρείτε ποια ταινία φωτογραφίζω στο παράδειγμα Νο 4! Οι τρεις πρώτοι θα λάβουν δωρεάν αναγραμμαντισμό!]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιρρηματικός τροπικός τύπος, προερχόμενος από τη λέξη σελέμης. Ακουγόταν σε λαϊκές αστικές συνοικίες. Δείχνει τον τζαμπέ τρόπο απόκτησης, ενίοτε δε και μικροκλοπές.

- Ρε Βαγγελάκη, πού βρήκες ρε τα γλυκά που κουβάλησες; Άφραγκος δεν είσαι;
- Σιγά ρε, μην τα πλήρωσα...
- Α, κατάλαβα... Σελεμουάρ είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά από επίμονες (απ)αιτήσεις πολλών φίλων noms, nous ne disons pas), αποφασίζω να σα σκαταγράψω (σκόπιμο το κακέμφατο) μερικές απ' αυτές τις γαλλίζουσες εκφράσεις που ακούγονται τήδε κακείσαι, δίκην μεταφράσεων, και που θυμίζουν πλέον αυτόματους γουγλισμούς (no offense intended).

Πριν εμφανιστούν οι κομπιούτορες, συλλέγαμε, προ πεντηκονταετίας, τέτοια μαργαριτάρια, συνήθως ελληναγγλικά (καμία σχέση με greeklish), του τύπου: slowly the much oil, something is running at the gypsies', κλπ. Το αστείο συνίσταται στην αυτολεξεί μετάφραση χαρακτηριστικότατων ιδιωματισμών μιας γλώσσας εκ μέρους αμαθών, ή ημιμαθών, ή και εξελιγμένων γλωσσομαθών, αλλά με υψηλή αίσθηση του χιούμορ.

Από κλασικά μεταφρασομαργαριτάρια:

  • Δεκαετία '60, το Καμάκι στη Σκανδιναβίδα: I love you. Αυτή: I love you too. Αυτός: I love you three.
  • Δεκαετία '70, σε υπότιτλο της ΕΡΤ: General strike is coming = Έρχεται ο στρατηγός Στράικ.
  • Πάλι από υπότιτλο στην ΕΡΤ (Καμάκι στο Love Boat): How about a night cap; = Θες ένα νυχτερινό σκουφάκι;
  • Από βιβλίο περί ανασκαφών: Ένα ταμείο γεμάτο κόκκαλα = Une caisse pleine d'os.

Φυσικά, στην εδώ πλάκα, η σύνταξη, η σειρά των λέξεων, οι πτώσεις, κλπ., δεν αλλάζουν. Όσο πιο παλιός, λαϊκός, δυσνόητος και χαρακτηριστικά ρωμέικος ο ιδιωματισμός, τόσο καλύτερο το καλαμπούρι. Και οι πιο μοντέρνοι σλανγκισμοί έχουν τη θέση τους, αρκεί να' χουν πλάκα. Ωστόσο, για να βρεθεί η αντιστοιχία τους σε άλλες γλώσσες, είναι... «αλλουνού παπά ευαγγέλιο». Μ' άλλα λόγια, η αυτολεξεί μετάφραση ιδιωματισμών (έστω και λεξικολογικά σωστή) δε βγάζει νόημα για τους ξένους, απαιτείται μια απόδοση στην άλλη γλώσσα. Και μη μου πείτε ότι δεν είναι αργκοσλάνγκ.

Salue-moi le platane: Χαιρέτα μου τον πλάτανο

Et Nicolo guet-apens: Και Νικολό καρτέρει

Nous la passerons vitre: Θα την περάσουμε τζάμι

Nous l'avons peinte: Τη βάψαμε

Mes animaux lentement:Τα ζώα μου αργά

Chose qui remue: Πράμα που σαλεύει

Baise pilaf: Γαμοπίλαφο

Et je baise le cas: Και γαμώ την περίπτωση

De la ville je viens et au sommet cannelle: Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα

Laisser bouteille: Αφήνω μπουκάλα

Encore on l'a pas vu, Jean on l'a sorti: Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε

Ne font pas toutes les abeilles miel: Δεν κάνουν όλες οι μέλισσες μέλι

Οù il te fait mal et où il t'égorge: Πού σε πονεί και πού σε σφάζει

Elle le noie le lapin:Τον πνίγει τον κούνελο

De la putain le barreau: Της πουτάνας το κάγκελο

Mâche la chèvre tarama;: Μασάει η κατσίκα ταραμά;

Mystère train tu es: Μυστήριο τρένο είσαι

Il s'explique pistache salée: Ξηγιέται αλμυρό φιστίκι

Déchirer le chat: Σκίζει τη γάτα

Elle l'emmène la lettre: Το πάει το γράμμα

Sans plaque: Χωρίς πλάκα

Plaque-plaque, nous la poulâmes: Πλάκα-πλάκα, την πουλέψαμε

Il les trouva bâtons (piques):Τα βρήκε μπαστούνια

Il sait pas où vont les quatre: Δεν ξέρει πού παν τα τέσσερα

D'autre pope évangile: Αλλουνού παπά ευαγγέλιο

Fou pope te baptisa: Τρελός παπάς σε βάφτισε

Vis mon Mai, que tu manges trèfle: Ζήσε, Μάη μου να φας τριφύλλι

Verts chevaux: Πράσιν' άλογα

Ils nous l'ont tombée, grand: Μας την πέσανε, μεγάλε

Taloche nuage: Καρπαζιά σύννεφο

Que manque la merise: Να λείπει το βύσσινο

Propre ciel, éclairs ne craint pas: Καθαρός ουρανός, αστραπές δε φοβάται

Bonjour Jean, fèves je sème: Καλημέρα Γιάννη, κουκιά σπέρνω

45 Jeans, d'un coq savoir: 45 Γιάννηδες, ενός κοκκόρου γνώση

Lièvres avec étoles: Λαγούς με πετραχήλια

Le renard 100, le goupil 110: Η αλεπού 100, το αλεπόπουλο 110

Il a goujon: έχει βύσμα

Les têtes dedans: Τα κεφάλια μέσα

De la Vierge les yeux: Της Παναγίας τα μάτια

Je dis et vérité: Λέω κι αλήθεια

Je le liai mon âne: Τον έδεσα το γάιδαρό μου

Boiteux, tordus, à Saint Pantaléon: Κουτσοί, στραβοί, στον Αϊ Παντελεήμονα

Trois oiselets assis: Τρία πουλάκια κάθονται

Trois braillent et deux dansent: Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν

Trοis et le coucou: Τρεις κι ο κούκος

Des trois, le plus long: Απ' τα τρία, το μακρύτερο

Tu me feras les trois, deux: Θα μου κάνεις τα τρία, δύο

Tu me péteras les couilles: Θα μου κλάσεις τ' αρχίδια

Siffle-moi chouraves: Σφύρα μου κλέφτικα

Eclaire-moi et je glissai: Φέξε μου και γλίστρησα

Il me la tombe: Μου την πέφτει

Il me la sort avec rouge: Μου τη βγαίνει με κόκκινο

Les figues-figues et la bassine-bassine: Τα σύκα-σύκα και η σκάφη-σκάφη

Il me la visse: Μου τη βιδώνει

La bouille viande: Τα μούτρα κρέας

Je m'explique épée: Ξηγιέμαι σπαθί

Plaque tu me fais;: Πλάκα μου κάνεις;

Ici je te veux, crabe: Εδώ σε θέλω κάβουρα

Fête trois couvertures: Γλέντι τρικούβερτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified