Η κανονική του σημασία είναι πόνος στην κοιλιά, ωστόσο χρησιμοποιείται Εβραίος για να χαρακτηριστεί η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας φαγητού, ή ποτού.

Σπανιότερα, η λέξη δεν αναφέρεται μόνο στην μεγάλη ποσότητα, αλλά γενικότερα, για να αντικαταστήσει το τάδε φαγητό ή τάδε ποτό.

  1. - Τι είναι όλος αυτός ο έμετος στο πάτωμα;
    - Ο γιος σου! Γύρναγε πάλι με τη λεγάμενη χτες το βράδυ, ήπιε τον περίδρομο κι ήρθε εδώ και ξέρασε.

  2. - Έλα σήκω να πάμε για μπάντμιντον. Έλα, πάμε, πάμεεε!
    - Άσε με να φάω τον περίδρομο, γαμώ τον Άη Βαγγέλη!

Η τραπεζαρία στη Νέα Μονή της Χίου (από dryhammer, 15/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στόμα στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος στα Καλιαρντά (1971) δίνει την ησιόδειο ερμηνεία ότι από το στόμα αρχίζει το χάος, κάτι σαν μια άβυσσο ένα πράμα. (Ιδίως αν πρόκειται για αδηφάγο καταπιόνα). Χαρακτηριστική έκφραση είναι το κοντροσόλ στο χάος που σημαίνει φιλί στο στόμα.

Για την ιστορία, Κοντροσόλ στο Χάος λεγόταν κι ένα πολύ ενδιαφέρον περιοδικό, που κυκλοφόρησε από το 1986 ως το 1992, το έτρεχαν ο Αλέξης Μπίστικας, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου και ο Παύλος Αβούρης και έχει πλέον αποκτήσει καλτ αξία. Τώρα και σε πεντέφι.

  1. ΤΟΥ ΑΒΕΛΑ ΜΙΑ ΠΟΜΠΑ ΧΟΡΙΣ ΣΑΜΠΟ ΚΑΙ ΚΑΡΙΚΟ. ΜΕ ΦΛΟΚΑΡΕ ΣΤΟ ΧΑΟΣ Ο ΚΑΤΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΛΑΤΣΕΨΕ ΤΑ ΜΠΟΥΤ. (Αποκατέ).

2. Κοντροσόλ Στο Χάος. Ντάξει το ΄ξερε πια πως είχε φάει γερό κόλλημα με την πάρτη του. Έκανε και ψυχανάλυση μήπως και μετριαστεί εντός της αυτός ο χαοτικός συναισθηματικός σωρός. Αρχίδια. Έχετε, λέει, ανάγκη ν' αποτινάξετε το πατρικό πρότυπο που όλα αυτά τα χρόνια της νιότης σας επεσκίασε τη ζωή σας, γι' αυτό και τώρα ελκύεστε από άτομα της άλλης όχθης. Και τι σκατά είναι αυτή η άλλη όχθη; Απάντηση δεν πήρε. Πήρε όμως το μηχανάκι της και κατευθύνθηκε και 'κείνο το πρωινό της Τετάρτης στο καφενείο. Θα ήταν εκεί. Σίγουρα. Πάντα ήταν εκεί. Αν ήταν τυχερή θα τον πετύχαινε στο σημείο του ρητορικού του οίστρου. [...] Eκείνη, τον πλησίασε. Κόλλησε τα κόκκινα χείλη της στο αυτί του.
Εγώ είμαι από ΄κείνες που δεν αγαπούν καμία φορά στη ζωή τους πραγματικά. Σήμερα όμως θέλω να ξεκουράσω τη γλώσσα μου πάνω στη δική σου. Να γείρω το κεφάλι μου στον ώμο σου, καθώς θα σημειώνονται θανατηφόρες εκρήξεις ανάμεσα στα πόδια μου. Θέλω να μου σφίξεις το χέρι μέχρι να μυρμηγκιάσει, καθώς το ραδιόφωνο θα παίζει Στελλάκη Περπινιάδη. Να με πας μέχρι το κρεβάτι μου και να με κοιμίσεις, ψιθυρίζοντάς μου με την μπάσα καυλερή σου φωνή τη λίστα της λαϊκής. Δεν έχω αποφασίσει αν θέλω να με γαμήσεις, αλλά σίγουρα λαχταρώ να με κοιτάς ίσα μες στα μάτια, την ώρα που τα δάχτυλά μου θα 'ναι μέσα μου. Έλα να ζήσουμε μια 24ωρη πορνογραφική νουβέλα, έκφυλε πλάνητα των ονειρώξεών μου!
Εκείνος, άναψε ένα σέρτικο απ' τα δικά της και κάρφωσε το βλέμμα του στη φωτογραφία του Πλαστήρα στον απέναντι τοίχο. Μετά από 3ώρες σιωπής, εκείνη τη βροχερή Τετάρτη, τη φίλησε. Και σαν οι γλώσσες τους ν' αυτονομήθηκαν συνεχίζοντας αεικίνητες στο κολασμένο χάος του διηνεκούς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άβυζη γυναίκα που μοιάζει με αγόρι στην προεφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται επίσης «τάβλα».

Το παίζει και σέξι, η παντόφλα!!

Βλ. και πλάκα, κόντρα πλακέ, απλώστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που τσέκαρα ότι λεγόταν στα νάιντηζ τουλάστιχον σε διάφορα Βόρεια Προάστεια της Αθήνας. Η λογική είναι περίπου η εξής:

Ο Ποπάι τρώει σπανάκι.

Η ελληνική βερσιόν του τρώει σπανακόρυζο που είναι πιο ελληνικό, περμαθουλώδες και ξενερουά.

Ergo, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο είναι ο κοντός και μικρὸς τὸ δέμας (καθώς κάμποσοι ομηρικοί ήρωες) τυπάς, που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει την φυσική του μειονεξία με το να μετατραπεί σε μπιλντέρι σφίχτερμαν. Πλην δεν πείθει κανέναν, και οι άλλοι εξακολουθούν να τον θεωρούν ως άνθρωπο-μισή μερίδα-μισή χαψιά, σπανακορύζου εν προκειμένω.

Τι να κλάσει μωρ' ο μηδέν βαθμοί, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εξαιρετικά ογκώδης άνθρωπος, είτε λόγω σωματικού πάχους, είτε λόγω εξαιρετικά πρησμένων μυών, ως απόρροια της εκγύμνασης με βάρη σε συνδυασμό με χρήση συμπληρωμάτων διατροφής (για να τηρήσουμε έστω έναν ελάχιστο βαθμό πολιτικής σαθρότητας...).

Η ονομασία χουλκ προέρχεται από την κάκιστη μετάφραση του αγγλικού Hulk (ήτοι ογκώδης, βαρύς, σωματώδης άνθρωπος, μαντράχαλος) στα τα παλιά εικονογραφημένα αριστουργήματα των εκδόσεων Καμπανά. Τελικά η συγκεκριμένη απόδοση κυριάρχησε στον ελληνικό χώρο, μέχρι την επανέκδοση του περιοδικού από την Μαμούθ Κόμιξ με την σωστότερη ηχητικά απόδοση ως Χαλκ, η οποία προκάλεσε σάλο μεταξύ του αναγνωστικού κοινού, συντελώντας στην έναρξη ενός μίνι εμφυλίου πολέμου που διαδραματίστηκε στις σελίδες της αλληλογραφίας του περιοδικού.

Παρότι ο εξαιρετικά ογκώδης λόγω πάχους είναι ως έννοια διαμετρικά αντίθετη με τον ογκώδη λόγω μυϊκού όγκου, αυτό δεν εμποδίζει την σημασιολογική -μέσω της χρήσης της λέξης- εξίσωση των δύο άκρων. Επίσης, η λέξη χουλκ χρησιμοποιείται περισσότερο αναφορικά με το αρσενικό φύλο και σε σπανιότερες περιπτώσεις με το θηλυκό.

  1. - Πώς έχει γίνει έτσι ο Τάκης;
    - Αφού έχει να βγει από το σπίτι 2 μήνες, όλη μέρα τη βγάζει με WoW και ντελιβεριές... αν τον δεις, σαν τον Χουλκ έχει γίνει από τα σουβλάκια.

  2. - Ρε συ, εγώ τον Υάκινθο τον θυμάμαι στο σχολείο να πίνει στα διαλείμματα το νουνού του και προχτές τον πέτυχα πορτιέρη στο κλαμπ, ένα ντερέκι με κάτι μπρατσόνια χοντρά σαν το πόδι μου. Τι μεταμόρφωση ήταν αυτή;
    - Έχεις χάσει επεισόδια... το 'ριξε στο σφίξιμο και μία μέρα σκάει μύτη σαν τον Χουλκ... φοβόμασταν να τον κοιτάξουμε σου λέω...

  3. - Άντε κουνήσου ρε τρόμπα να χάσεις κανένα κιλό, που μου 'σαι σαν τον Χουλκ!

  4. - Μ' αυτά που του δίνουνε εκεί μέσα, θα τον δεις μία μέρα να σκίζει τα ρούχα του σαν τον Χουλκ...

Δέν σας έχω ανάγκη... Γιατί \'μαι ο Χούλκ! (από vikar, 27/08/09)(από Khan, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του: την έχει αλογίσια.

Λέγεται γι' αυτόν που λόγω μεγέθους κυρίως μπορεί άμα λάχει και να γαμήσει γαϊδάρα στον ανήφορο, και άμα λάχει και να την γκαστρώσει κιόλας. (Για το τελευταίο μόνο υπάρχουν μερικές αμφιβολίες, αλλά χέστηκε η φοράδα Σταλλόνε).

Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.

Βάγγελας: Κι εκεί που η Λίλιαν διάβαζε ένα βιβλίο, ξέρεις από αυτά τα φθηνά, πήγε να πνιγεί η άμοιρη!
«Αμάν ρε Βάγγελα, μου λέει, την έχεις γαϊδουρίσια».
Μένιος: Και τι απέγινε;
Βάγγελας: Δε λέω, είναι μελετηρό κορίτσι, αλλά ήταν μια κατάσταση ήτανε στραβό το κλήμα, τό 'φαγε κι ο γάιδαρος!

(από Hank, 14/01/09)(από poniroskylo, 21/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που έχει μεγάλα προσόντα, που είναι κατάσταση ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, που είναι Γκουσγκούνης ή Peter North, αν δεν έχετε καταλάβει ακόμα, να το πω πιο παραστατικά, που έχει μια πούτσα Νάα μετά συγχωρήσεως.

Συνώνυμο: Την έχει γαϊδουρίσια.

Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.

Βάγγελας: Κι εκεί που ήταν να παίξω εντός έδρας με την Λίλιαν, βλέπει αυτή τον μπαργαλάτσο μου και μου δείχνει οφσάιντ.
«Βάγγελα, μου λέει, δεν γίνεται! Την έχεις αλογίσια! Θα πονέσει».

Περικλής: Δεν θέλω να σε απογοητεύσω, αλλά τα ίδια έχει πει και σε μένα. Αλογίσια και πρασιν' άλογα! Παλιό το κόλπο!

Η επιβίωση δεν είναι πάντα εύκολη! (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασσική σημασία του όρου αναφέρεται στην πόρτα του πλοίου.

Εδώ όμως ο όρος μπουκαπόρτα μπαίνει με την έννοια του στόματος, με την έννοια της πόρτας (πύλης) μπουκώματος. Με τη χρήση του όρου αυτού, υποβοηθούμαστε και από την κλασσική σημασία του όρου μέσω συνειρμού στις μεγάλες διαστάσεις της καραβόπορτας ώστε να υποδηλωθεί καλύτερα η έννοια της γρήγορης εισαγωγής τροφών (μπούκωμα, χλαπάκιασμα).

- Πώς γεμίζεις έτσι τη μπουκαπόρτα παιδάκι μου; Θα σκάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρό σε μήκος ανδρικό πέος.

Πού πάει μ' αυτή τη δαχτυλήθρα ο τρόμπας; Εμ δεν έχει, εμ απ' όξω τον έχει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα με πολύ μικρό στήθος.

- Ωραία αυτή η Μαρία που βγήκατε χτες; - Από πρόσωπο πολύ καλή, και σώμα αρκετά καλό αλλά κόντρα πλακέ ρε παιδάκι μου. Εγώ μεγαλύτερο στήθος έχω.

Βλ. και πλάκα, απλώστρα, κόντρα πλακέ, παντόφλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified