Further tags

Λέγεται σε γυμναστήρια και παραλίες ειρωνικά για μποντιμπλντερούδες / πρησμένες / φουσκωτές / σφίχτερ-γκόμενες που έχασαν τελείως το μέτρο κι απέκτησαν τη σωματάρα του Λάινο (Lion-O) από την ομώνυμη σειρά κινούμενων σχεδίων.

Μερικές συχνάζουν στην Ερεσσό της Λέσβου. Τυχαίο; Δε νομίζω.

- Γιαδέ!! Με τρόπο. 6 και 20.
- Μαμάα!! Μια Θάντερκατ!!
- Τι 'ναι αυτό ρε πούστη μου!! Το μπούτι μου, το μπράτσο της!!
- Τη γαμάς;
- Με μεταλλαγμένα δεν έχω σχέσεις.

(από sstteffannoss, 14/11/10)Lion-O (από poniroskylo, 16/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ένα πολύχρωμο κατασκεύασμα φτιαγμένο από nylon, που έχει δυο βασικές χρήσεις / ιδιότητες:

1) την μεταφορά πολλών παιχνιδιών / ρούχων / σχολικών / κ.τ.λ. και 2) τον ακριβή υπολογισμό των ημερών έως τα Χριστούγεννα.

- Ρε φίλε, όλη μέρα χτες με έτρεχε η δικιά μου στα καταστήματα...
- Αγόρασε πολλά;
- Πολλά; Τρεις JUMBOσακούλες γεμίσαμε! Μου έπεσε ο ώμος να τα κουβαλήσω σπίτι!

- 28 μέρες ως τα Χριστούγεννα!!
- Έβαλες τη JUMBOσακούλα;

(από Khan, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν και το μπετόν προέρχεται από τα γαλλικά (béton) ομοίως μ’ εμάς αποκαλούν κι οι Ιταλοί betoniera:

1. Το γνωστό μηχάνημα και το γνωστό όχημα, παραγωγής μπετόν που χρησιμοποιούνται στην οικοδομική.

2. Η υπερβολική χοντρή γυναίκα.

Τα αγελάδα, βόδι, γουρούνα είναι υποκοριστικά· τα [κήτος], φάλαινα, όρκα, φώκια παραπλανούν, αφού είναι προς εξαφάνιση ενώ αυτή όχι· τα τόφαλος, θωρηκτό, φρεγάτα, παπόρι, ξυγκοβουνό, είναι πιο κοντά στην εξωτερική περιγραφή αλλά δεν καλύπτουν το βασικό χαρακτηριστικό της διαρκούς μασάς.

Την περιγράφει πολύ παραστατικά στο «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα» ο Μάρκος Σεφερλής παρέα με την γνωστή ιδιορρυθμία στα ερωτικά γούστα που τολμώ να περιγράψω σαν μπετονιερολαγνεία· το παχυσαρκολαγνεία (fat fetishism) μου φαίνεται κάπως, αλλά περί σλανγκο-ορέξεως...

3. Θαμώνες μπαρ και άλλων διασκεδάδικων (όχι απαραίτητα χοντροί) που καταναλώνουν ξηροκάρπια και λοιπά συνοδευτικά του ποτού σε τεράστιες ποσότητες. Το αλκοόλ είναι απλώς η αφορμή. Από γκαρσόνια και μπάρμεν ακούγονται και τα: «Έβαλε μπρος τη μπετονιέρα», «Ακόμη δε πήρε φωτιά η μπετονιέρα;» ενίοτε και σαν σφόλια. Ένα τρατάρισμα με μπαγιάτικα ψιψιψόνια («Στείλε τα ληγμένα / μπίο») μπορεί να στείλει το μήνυμα αλλά μερικοί συνεχίζουν ακάθεκτοι. Παρεμπιπτόντως, το φαινόμενο παρατηρείται εντονότερο λόγω οικονομικής κρίσης.

Υποσυνομοταξία αυτών, αποτελεί η «αυτοτροφοδοτούμενη μπετονιέρα». Παρατηρείται σε κινηματογράφους και μεγάλα κέντρα όπου υποβοηθούμενοι από το σκότος και το ημίφως, καρμίρηδες (ή οικονόμοι, όπως το δει καθείς) κουβαλούν δικές τους σνακοπρομήθειες προς κατανάλωση.

Σε κινηματογράφους μπορεί να σου γίνουν τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια αν έχεις τη γκαντεμιά να καθίσει δίπλα σου μια μπετονιέρα σε δράση. Στις λοιπές περιπτώσεις, αν γουστάρεις, σηκώνει και τράκα: η ποιότητα είναι αισθητά καλύτερη.

4. Tο «τη γυρνάει τη μπετονιέρα» αλλού στο σάη.

  1. «Τη μπετονιέρα μην κατηγοράς - αυτή σου δίνει για να φας» (ανεπανάληπτοι στίχοι απ’ τη «μπετονιέρα» του Ζωρζ Πιλαλί)

  2. «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα»
    Στίχοι, Μουσική, Πρώτη εκτέλεση: Μάρκος Σεφερλής:

Κάτι θέλω να σου πω που καιρό κρατώ κρυφό
ψάχνω λέξεις για να βρω
πιο καλά να εκφραστώ.

Δε θέλω να μου προσβληθείς
ούτε να μου παρεξηγηθείς
για το λόγο λοιπόν αυτό
απόξω - απόξω θα σ' το πω

Κάνανε ζάρες οι βυζάρες σου
και σακουλιάσαν οι ματάρες σου
το δαχτυλίδι δε χωράει πια στο χέρι σου
και είναι εφτά κιλά το κάθε κωλομέρι σου.

Η κυτταρίτιδα έφτασε στ' αμήν
παραγγελία κάνεις το μπλου τζην
δύο καρέκλες για να κάτσεις δε σου φτάνουνε
αυτά μωρό μου όμως βλέπω και με φτιάχνουνε.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
που τρως σαν πούστης όλη μέρα
ψάχνω για να 'βρω κάποια λύση
αυτή η σχέση μη διαλύσει.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
σου 'φερα γκούντα και γραβιέρα
να τρως συνέχεια ψάχνω λύσεις
φοβάμαι μην αδυνατίσεις.

Μοιάζεις με μίνι φαλαινίτσα
έχεις τεράστια κοιλίτσα
σαν δυο αρκούδων έχεις κώλο
αυτές που ζουν στο Βόρειο Πόλο.

Από το πάχος λεν θα χάσεις την υγεία σου
εσύ μην τους ακούς, άδειαζε τα ψυγεία σου
ότι δε φαίνονται σου λένε τα παΐδια σου
εσύ μην τους ακούς γράφτους όλους ... κανονικά

  1. –Τι 'ναι αυτή η στοίβα ρε;
    – Ό,τι πιατικό γλίτωσε απ’ τη μπετονιέρα στο 15. – Με μια σφήνα Κάτυ μόνο; Κρύψ’ τα κάσιους και στείλε μπίο.
    – Μπίο γιοκ εδώ και μισή ώρα.
    – Λες να ‘χει καβάντζα η μπουζουκλερί απέναντι;
    – Κι εκείνα από ‘κει ήταν.
    – Πω ρε πούστη μου!! Μα που τα βάζει;
    – Να ψήσω τραχανά με στραγάλια στα μικροκύματα ντεμέκ εξωτικό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το μεγεθυντικό επίθημα -ούμπα της γαμοσλανγκοτέτοιας, δηλώνεται ότι πρόκειται για βυζιά που είναι ευμεγέθη, ευβαρή και μεγαλοπρεπή. Τα βυζιά, δηλαδή, από τα οποία θα ευχόμασταν να φάμε βυζοσκάμπιλο, ακόμη και με κίνδυνο της σωματικής μας ακεραιότητας, τα βυζιά για τα οποία θα κάναμε και τον μαλάκα ή τον Ισπανό τουρίστα στην κοιλάδα των Τεμπών. Κατά προτίμηση φυσικά, φευ συχνά είναι κονάτα. Η φορέας τους λέγεται βυζουμπάτη.

  1. Αν της περισσεύουν κιλά στην περιοχή τους στήθους, τα μοστράρει επιδεικτικά σε στυλ «μαλάκα δεν είναι λίπος, βυζούμπες είναι» ενώ αν έχει μεγάλο κώλο, τον περιφέρει με την υπεροψία του «αν οι πλατείες δεν αξίζανε, δε θα τους δίναν κι όνομα». (Εδώ).

  2. ΒΥΖΙΩΝ ΕΓΚΩΜΙΟΝ. Βυζιά,βυζάρες,βυζούμπες,μπαλονια,κλπ. όπως και να τα λένε είναι το αντικείμενο του πόθου.Enjoy.. (Από το εξειδικευμένο βλόγιον byzares.blogspot.com, μην το χάσετε οι βυζολάγνοι).

  3. άλλο τα βυζά,άλλο οι βυζάρες,άλλο οι βυζούμπες και άλλο οι βυζόμπαλες. (Αναλυτικός φορουμόβιος εδώ).

  4. Το σωστο στηθος πρεπει να εχει 3 προυποθεσεις:
    -Να ειναι ΦΥΣΙΚΟ
    -Να ειναι ΜΕΓΑΛΟ
    -Να ειναι ΤΕΡΑΣΤΙΟ.
    Ο καταλληλοτερος δεικτης για το αν μια γυναικα εχει ωραιο στηθος ειναι το κεφαλι της...Ναι σωστα διαβασατε το κεφαλι της.Αν το καθε βυζι ειναι μικροτερο απο το κεφαλι της τοτε απλως δεν ασχολεισαι.Αν κεφαλι-βυζι ειναι περιπου ιδια το πραγμα αρχιζει να αποκτα ενδιαφερον.Αν ομως το καθε βυζι ειμαι μεγαλυτερο απο το κεφαλι, τοτε τη γαμας και μετα την παντρευεσαι για να μην προλαβει αλλος. (Ανατομία του στήθους).

  5. φωναζει την κοπελα και μαγκες ερχεται στο σαλονι μια καυλα . μια 23 μουνιτσα ψηλη με βυζουμπες . μεσ τα υγρα ητανε!!! αμεσως δινω τα λεφτα και μπαινω μεσα . ενα δωματιο αρκετα καλο θα μπορουσα να πω. μπαινει κι αυτή μεσα , και ξεκιναει το παιχνιδι . αρχιζει να με γλιφει απο πανω μεχρι κατω . να αρχιζει να παιζει με τις βυζουμπες της, με τον κωλο της, με το μουνι της τον πουτσο και με καυλωνει του πουστη. (Ευμενής μπουρδελοκριτική Εδώ).

Veronica Zemunova (από Khan, 10/01/11)(από Khan, 20/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οποιοδήποτε σφαιρικό αντικείμενο μεγάλου μεγέθους, και κυρίως:

  1. Το μεγάλο κεφάλι ενός κεφάλα.

  2. Τα αρχίδια που μας τα έχει πρήξει κάποιος και μας τα έχει κάνει καρπούζια.

  3. Οι μεγάλες βυζούμπες.

Για το καρπούζι ως σλανγκικό γεγονός βλ. και δεν χωράνε δύο καρπούζια σε μία μασχάλη, καρπούζια στις μασχάλες, μάπα το καρπούζι.

  1. Εν πάση περιπτώσει, δεν ξέρω πώς την είδε ο τύπος αλλά ότι μας τα έκανε καρπούζια σήμερα μας τα έκανε... (Εδώ).

  2. Τότε με πλησίασε και κούνησε τα καρπούζια της για να με καυλώσει.

(από Έλενα, 10/01/11)(από Έλενα, 10/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βυζί που είναι τούμπανο, δηλαδή: α) μεγάλο, ώστε είτε να αγκομαχάει αν βρίσκεται εντός μπλουζακίου, σουτιέν, μαγιό, είτε να αψηφά την βαρύτητα, εάν είναι ελεύθερο, β) σφριγηλό χωρίς ίχνη χαλαρότητας, γ) εκφράζον πλαστικές αξίες. Με λίγα λόγια το τέλειο ζυβί. Η φέρουσα μπορεί να ονομαστεί τουμπανοβύζα, ή, αν είναι κοντή, μικρός τουμπανιστής.

Αντώνυμα: γατόβυζο, τσιμπουρόβυζο, πλάκα, κόντρα πλακέ.

Σχετικό: μπανανόβυζο.

  1. ο τιτλος τα λεει ολα. το βυζι τουμπανο αλλα η συμμετοχη 0. 10 στο παρκινγκ λογω μηχανης,1 στην τσατσα διοτι εμφαννιτηκε με ρωτησε εαν εχω ξαναπαει της απαντησα ναι, 6 στον χωρο τα δωματια μεσαιου μεγεθους χωρις καποιο ντεκορ ντουζιερα αλλα το αιρκοντισιον κλειστο και εκανε και ζεστη χθες, εμφανιση 7 βαζω λογω του οτι τα τουμπανοβυζα με φτιαχνουν πολυ. (Αμφίθυμος κριτικός μπορντέλου εδώ).

  2. - ελα φλωρε μπαλαμουτιαζω την γιαγιακα τωρα που σε μιλω

- ελα ρε σπορε εφυγες νοκαουτ στα γρηγορα και συ
ασπρη πετσετουλα και λοκ φλωρακι και μετα θα κλαιγεσαι στα τουμπανοβυζα της μανας σου.
(βρις-οφ εδώ).

Ολτάιμ κλάσικ τουμπανοβύζοβα. (από Khan, 15/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυσικό χάρισμα σε θηλυκό να έχει πάθει τουρλοβυζίαση: η γκομενούλα σχετικά αδύνατη με τεράστιους, τουρλωτούς βύζους.

Τουρλοβυζίαση: η γκομενούλα σχετικά αδύνατη με τεράστιους, τουρλωτούς βύζους.

(από stratos98, 15/03/11)

Σχετικά: βυζανάδειξη, βυζαρού, βυζόμπαλο, βυζού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που καθιερώθηκε από τον προπονητή Νίκο Αλέφαντο, όπως και τα μάθε μπαλίτσα και τα πάντα όλα. Σημαίνει κάποιον που είναι καταπληκτικός, πάρα πολύ καλός, μεγαλειώδης, και άλλα υπερθετικά, όπως ούμπερ, έξτρα πρίμα γκουντ, κάτσε κάλλιστα, με λίγα λόγια υστερεί μόνο έναντι του Vankouf, του Chuck Norris και του Μάκη, ενώ παίζει μπάλα κάπου στο επίπεδο του Βέλτσου και του Τάκη Τσουκαλά.

Συνώνυμα: τιτανομέγιστος, γιγαντομέγιστος κ.τ.ό.

  1. O ΕΝΑΣ,Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ,Ο ΤΙΤΑΝΟΤΕΡΑΣΤΙΟΣ ΤΟΝΙΣ ΣΦΗΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ! (Εδώ).

  2. Ο τιτανοτεράστιος ηγέτης (κοινώς “κωλοτούμπας”) προτείνει κατάργηση συντάξεων (εδώ).

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη σύμμειγμα (αγγλιστί, portmanteau word) από το σεντόνι και - διαλέγετε και παίρνετε - την Ιλιάδα, την Αινειάδα, την Ιερεμιάδα, κάτι όχι μικρό, τέλος πάντων.

(Για τον όρο portmanteau word και την απόδοση του στα Ελληνικά δείτε εδώ κάποια σχόλια στο translatum.gr)

Σύμφωνα με το λεξικό του Ιδρ. Τριανταφυλλίδη, σεντόνι, πέραν του προφανούς, σημαίνει και «κείμενο εξαιρετικά εκτεταμένο (ανακοίνωση, άρθρο κτλ.) σε εφημερίδα ή σε περιοδικό». Ο συμφυρμός ενός σεντονιού, που ήδη μακρηγορεί ως μη έδει, με, ας πούμε, την Ιλιάδα των 15.000 αράδων παράγει τον όρο σεντονιάδα.

Είναι ένας χαρακτηρισμός πολύ παραστατικός και πολύ καυστικός. Το απλό σεντόνι αναφέρεται σε ένα κείμενο μεγάλο, με διάθεση ελαφρά σκωπτική. Η σεντονιάδα, όμως, είναι ένα γραπτό που δοκιμάζει την ανθρώπινη αντοχή όχι μόνο με την έκτασή του αλλά και με την κακοτεχνία, την περιττολογία και την ανιαρότητα του. Αλλά, επιπλέον, είναι και ένα γραπτό όπου αποτυπώνεται ανάγλυφα η μεγάλη ιδέα που έχει ο συγγράψας για τον εαυτό του και το πόνημά του - και αυτό το κάνει ακόμη πιο ενοχλητικό.

Οι όροι σεντόνι και σεντονιάδα προέρχονται, όπως λέει και το λεξικό, από τον χώρο του Τύπου. Ήταν σε χρήση, σίγουρα, από την δεκαετία του '70 και είναι πιθανώς πολύ παλαιότεροι. Στις εφημερίδες τους μεταχειρίζονταν (και μεταχειρίζονται) οι δημοσιογράφοι, με την γνωστή αβρότητα με την οποίαν σχολιάζουν την δουλειά των συναδέλφων, και επίσης, στάζοντας ακόμη περισσότερο δηλητήριο, οι διορθωτές και οι υλατζήδες που τρώνε λούκι για να σουλουπώσουν τα ασουλούπωτα.

Για το πώς προέκυψε η παρομοίωση με το σεντόνι (του κρεβατιού), έχω ακούσει δυο εκδοχές:

  • Το σαλόνι μιας μεγάλου σχήματος εφημερίδας απλωμένο στο φουλ πλησιάζει σε διαστάσεις το σεντόνι - λέμε τώρα. Ένα άρθρο που πιάνει όλο το σαλόνι είναι σεντόνι.
  • Σεντόνι λεγόταν το ρολό στα τηλέτυπα καθώς ξετυλιγόταν - στην προ φαξ εποχή στα τηλέτυπα ερχόνταν οι ατελείωτες ανταποκρίσεις των πρακτορείων, οι ανακοινώσεις τύπου κλπ.

Προκρίνω την πρώτη ως προγενέστερη.

Σχετική με τη δεύτερη είναι και η χρήση που αναφέρει ο στέφανος εδώ και που αναφέρεται, νομίζω, στα πάκα διάτρητου χαρτιού που χρησιμοποιούσαν οι παλιοί εκτυπωτές.

Ο όρος σεντονιάδα χρησιμοποιείται πλέον εκτεταμένα και για ηλεκτρονικά κείμενα. Δυο-τρεις οθονιές μίνιμουμ, θα 'λεγα.

Όταν η σεντονιάδα είναι δική μας, είθισται να συντάσσεται με τη λέξη «συγνώμη».

  1. Φιλική συμβουλή προς όλους: Προσπαθήστε να εκφρασθείτε όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Χίλιες λέξεις δεν είναι λίγες. Στο κάτω κάτω, το μεγάλο κοινό δύσκολα διαβάζει μια σεντονιάδα. Είναι ο μόνος όρος που θέτουμε, για να υπάρξει χώρος και για άλλους αρθρογράφους. (Παραινέσεις προς επίδοξους αρθρογράφους, από την Ελευθεροτυπία, φύλλο της 21/2/2001, εδώ - το κειμενάκι έχει πλάκα).

  2. Ηθελα πάρα πολύ να ανοίξουμε το μπλογκ με μια σεντονιάδα όλων των νυχτερινών περπατημάτων ενός καυτού καλοκαιριού που μας λείπει ήδη. (Από εδώ - το μπλογκ λέγεται τα Σεντόνια της Αφροδίτης).

  3. Αγαπητέ Shadow , κατ αρχάς συγνώμη για την σεντονιάδα, δεν το έκανα για να αποκρύψω οτιδήποτε αλλά στη παρούσα φάση όπως εξελίχθηκε το τοπίκιο δεν μπορούσα ούτε να το μικρύνω ούτε να το μεγαλώσω και άλλο. (Από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

- Τι είναι ένα 4 επί 4 στο βυθό;
- Μια τζιπούρα.

- Πώς λέγεται το ψάρι με 4 τροχούς;
- Τζιπούρα.

Τέτοιου είδους σύντομα ανεκδοτάκια-ερωταπαντήσεις (ανήκοντα σε έναν τύπο που μεσουράνησε για κάποιο διάστημα πριν καμιά δεκαετία, βλ. π.χ. καρχαρίνι) δημιούργησαν το μύθο της τζιπούρας.

Η τζιπούρα άρεσε κι επομένως αυτονομήθηκε από το ανεκδοτάκι, αντικαθιστώντας σε αρκετές περιπτώσεις το πολυχρησιμοποιημένο τζιπάρα (κοίτα μια τζιπάρα!).

Εικάζουμε οτι πρωτοχρησιμοποιήθηκε με διάθεση σκωπτική από μη κατόχους τετρακίνητου, αλλά, όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, οι κάτοχοι τζιπούρας (τζιπάτοι) πανηγύρισαν το χαρακτηρισμό και τον έκαναν παντιέρα τους, ακυρώνοντας έμπρακτα το όποιο αρχικό μειωτικό περιεχόμενό του.

Συγκεκριμένα τώρα, η τζιπούρα δεν είναι ένα οποιοδήποτε τετρακίνητο (π.χ. Lada Niva), αλλά το ευμέγεθες και πολυτελές τζιπ, με κινητήρα αρκετών χιλιάδων κυβικόπουλων (από τρίλιτρο βασικά και άνω), που ακτινοβολεί χλιδή και πιστοποιεί την οικονομική επιφάνεια του κατόχου, που ακούμπησε στο δρόμο λεφτά που σήμερα αγοράζουν άνετα πεντάρι στα Πατήσια.

Υπάρχει μια τεράστια φιλολογία περί τζιπάτων, για τη σχέση τους με το αντικείμενο του πόθου τους, την επιδειξιομανία τους και χλιδαμπουριά τους, τον κωλοπαιδισμό τους, τις μυκονιάτικες και αραχωβίτικες «αποδράσεις» τους, όλα χρονολογούμενα απ' τη χρυσή εποχή του κωστοπουλισμού / λαμογίστικου νεοπλουτισμού-οικονομισμού / ύστερου παπανδρεϊσμού και πρώιμου σημιτισμού, εκεί στις αρχές των ενενήντα. Αντιστεκόμεθα στον πειρασμό να επεκταθούμε, υπάρχει άλλωστε το οικείο λήμμα για όποιον επιθυμεί να συνεισφέρει στη σχετική φαινομενολογία.

Πριν σκάσουν μύτη στα καθ' ημάς τα θηριώδη Hummer (απ' τα οποία μόνο το πολυβόλο λείπει για να πας να πολεμήσεις στο Ιράκ) η υπέρτατη τζιπούρα ήταν το πορσικό Καγιέν, το οποίο πλέον απαντά συχνά ως Κουγιέν, εκ της σύνδεσής του με τον γνωστό πιθηκότροπο ποινικολόγο.

  1. Ειναι πολυ σπαστικο οταν γυριζεις απο την εκδρομη να εισαι σε μια καθαροαιμη τζιπουρα που ειτε μουγκρίζει ανυποφορα μετα τις 1000 στροφες (grand vitara- εχω και γω και θελω να το πουλησω) ειται κουνιέται σα βάρκα( LC, Pajero κλπ δυναμεις) ωστε να σε πιανει ναυτια αν δεν θες να σε περνανε τα 206 στο δρομο.
    (φόρουμ 4 τροχοί)

  2. ΤΣΟΥΠ… ρίχνουμε τα τέλη κυκλοφορίας για να τονωθεί η αγορά… και ως γνωστόν ο έλληνας με το πάθος και το φετίχ με τις ΤΖΙΠΟΥΡΕΣ πάει και αγοράζει το κάρο.
    (μουρμουρ.γρ)

  3. χθες σταματησε μια τζιπουρα και μου λεει ενας πολλα βαρυς αντρας απο μεσα....
    θηλυκια ειναι;
    Ναι
    Μου τη δινεις για ζευγαρωμα; (σκυλο-φόρουμ)

  4. και ξαφνικά στρίβει ένα τζιπ με φόρα από το φανάρι και φρενάρει απότομα στην πλατεία. Τζιπ. Τι τζιπ! Τζιπούρα!! Τανκς που θαρρείς γαμούσε κι έδερνε το οδόστρωμα. Και κατεβαίνει κύριος κοντός, χοντρός, με γυαλί με χρυσό σκελετό που άστραφτε και βρόνταγε και μπλούζα με άλογο τεράστιο σαν χλαπάτσα στο στήθος.
    (προταγκον.γρ)

  5. Ο,τι λογο εχει ο αυτοκινητιστης πολης να κυκλοφορει με την 4x4 τζιπουρα εχει και ο μηχανοβιος να κυκλοφορει με την γουρουνα
    (νοιζ.γρ)

Hint: οδηγεί τζιπούρα Κουγιέν (από Vrastaman, 10/04/11)Hint: οδηγεί τζιπούρα Κουγιέν (από Vrastaman, 10/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified