Further tags

Ο μηχανισμός ανοίγματος και κλεισίματος σε παλιά σπίτια. Ίσως και τμήμα μόνο του μηχανισμού ως ελατήριο σε παρόμοιες κατασκευές πορτών. Μάνταλο.

Προέλευση μάλλον τούρκικη που μέσω Μικράς Ασίας πέρασε Ελλάδα.

Χρήση κυριολεκτική και μεταφορική. Μεταφορικά το λέμε όταν χαλάμε, σπάμε κάτι μέχρι αχρηστίας:

Άτιμο παιδί πώς το βαρούσες έτσι ρε το πιάνο? Τού'σπάσες τα ζεμπερέκια!

Καλά ε άμα αγοράσω εγω ένα σπόρ αμάξι όλο πατητός θα πηγαίνω, θα του γαμήσω τα ζεμπερέκια.

Έχω στον πούτσο μου βιολιά/ έχω και τουμπερλέκια/ κι όπως γουστάρω τα βαρώ/ και σπάω τα ζεμπερέκια. Γεώργιος Καραϊσκάκης (παράθεση από την ταινία: Οι ιππείς της Πύλου, 01:19:40).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλικανιά για αυτόν που δεν έχει ζωή, για τον λούζερ, για αυτόν που ολόκληρη η (μη) ζωή του μόλις και μετά βίας θα έφτανε σε συναρπαγή και βίωμα μία βραδιά από τη ζωή του Βασίλη Τερλέγκα. Οι νόου λάιφερς βρίσκονται παντού, αλλά κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φλώρουμ και σάη. Επίσης στα γκέιμζ/ βιντεοπαιχνίδια. Τους καταλαβαίνεις από το πόσο πωρωμένοι - καμένοι είναι, από το ότι γράφουν ακατάπαυστα και από κάποιες άλλες ενδείξεις, λ.χ. από το πότε γράφουν. Υποθέτουμε ότι είναι άνεργοι, άεργοι, πάντως όχι άστεγοι γιατί μένουν αγαμήτου και απάρτου γωνία. Και κυρίως τους καταλαβαίνουμε από το ότι εμπλέκονται ως τηλέμαχοι σε διαδικτυακές έριδες, όπου φαίνεται ότι ξέρουν όλα τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούν στο νέτι γιατί δεν έχουν τίποτα άλλο να κάνουν και τρώνε τρελά σκαλώματα με κάποιες έριδες που έχουν γίνει προ Χριστού, και τις κρατάνε ιντερνετικό μανιάτικο, γιατί δεν έχουν πού αλλού να διοχετεύσουν την προσοχή τους. Η απάντηση σε όλα αυτά είναι get a life ή ως αρκτικόλεξο: gal.

Disclaimer: Όλα τα παραπάνω δεν ισχύουν για όσους γράφουν πολύ στο σλανγκρ, όπου είναι απολύτως φυσικό να περνάμε ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας λόγω της αγάπης μας για την αργκό και για να μεταλαμπαδεύσουμε εξάλλου γλωσσικώς τις εμπειρίες μας από μια ζωή γεμάτη σεξ, ναρκωτικά, αυτοκίνητα, στρατό, περιθώριο. Καλού κακού πάντως, για να μη με πείτε νόου λάιφερ σταματώ τον ορισμό εδώ παραπέμποντας στο Urban για περισσότερα.

  1. και ο καλύτερος τρόπος ενα φριστάιλ να γράψω να κράξω τον κάθε νόου λάιφερ φορουμίτη οι ρίμες μου πονάνε, θα του βγούνε απ'τη μύτη. (Χιπχοπάς στιχώνει).
  2. ΠΑΛΙ ΜΕΣΑ ΠΕΣΑΤΕ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ ΜΟΥ ξημεροβραδιάζονται στο προφίλ μου οι νόου λάιφερς και καλά κάνουν αλλά πόσο χαίρομαι για το γλέντι που κάνω στη χολή τους. (Από Φέισμπουκ).
  3. Έχω ξυπνήσει από τις έξι Κυριακάτικο και κάνω υπομονή να τουιτάρω στις οκτώ έτσι για να μη με πείτε και τίποτα παράξενη ή νόου λάιφερ. (Από Τουίτερ).
  4. Kαι ενα για τους νόου λάιφερ που δεν κάνουν τίποτα εκτός από το να λιώνουν εδώ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηλικιωμένη που έχει πολύ έντονα πάνω της τα σημεία της φθοράς, νομίζω εκ του τουρκικού ρήματος çürür= φθείρω.

  1. Τη δουλειά της κάνει η τσουρογρια και για τα λεφτά που μας έχει δώσει και για τη θεσούλα της ενδιαφέρεται. (Από θάψιμο της Κριστίν Λαγκάρντ στο Φέισμπουκ).
  2. ΚΑΚΟΓΑΜΗΜΕΝΗ ΤΣΟΥΡΟΓΡΙΑ ΦΕΤΟΣ ΕΛΑ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ, ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ. (Ksipnistere με φωνακλά τζιλφάκια επίδοξο καλοκ-εραστή της Άγκελας Ζάουερ).
  3. δεν το ακουσα ολο το κομματι γιατι προτιμω να παω να παρω γλειφοκώλι σε καμια τσουρογρια παρα να το ακουσω. (Hip Hop).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το παρτάλι (< τουρκικό partal), που σημαίνει το φθαρμένο κουρελιασμένο ύφασμα και το -γκόμενα, σημαίνει τη γυναίκα που είναι εντελώς τελείως τελευταία, δεν βλέπεται, είναι χαμηλότατης κοινωνικής και πχοιοτικής υποστάθμης, που είναι μπάζο, σαβούρα, σκουπίδω, αλλά κυρίως που βγάζει μια κοινωνικο-πολιτισμική υπανάπτυξη. Που τέσπα για να πας μαζί της πρέπει να πιεις τόσο που τελικά δεν μπορείς να πας μαζί της ή με οποιαδήποτε άλλη φορ δατ μάτερ (το double-bind της παρταλογκόμενας).

  1. Ρε παπάρα που δεν σε χωράνε τα ρούχα απο το πάχος, που έχεις να γαμήσεις από την εποχή που ο Νώε μάζευε τα μαϊμούδια για να διασώσει το είδος σου, πας να το παίξεις γαμιάς και πλούσιος ρε ρετάλι από τελευταίο ύφασμα μαγαζιού σε εκποίηση στα παιδάκια εδώ μέσα και να αποδείξεις ότι αν έχει κάποιος λεφτά πηδάει κάθε παρταλογκόμενα ξεκωλοδευτεράντζα, σαν αυτές που συναναστρέφεσαι και βαπτίζεις "μουνάρα" στα βαθιά σου όνειρα μετά από χρήση των ψυχοφαρμάκων που ρουφάς; Ζώο!. Ούτε αυτές δεν σου κάθονται, που είναι οι φώτο ρε ταμτάκο που έταζες; (Από βρις-οφ στο μπου).
  2. Είναι μια παρταλογκόμενα που μόνο αν ήσουν 10 χρόνια ναυαγός σε νησί του Ειρηνικού θα σκεφτόσουν να την πηδήξεις. (Από βρισ-οφ σε σόσιαλ μήδεια).
  3. Η καθε παρταλογκόμενα που την κάνει από την Φλώρινα και πάει Ξεσσαλονίκη ειτε για Σ/Κ είτε για να σπουδάσει και μας σπάει τον πούτσο με Check Ins και φωτογραφίες από το πόσο γαμάτα περνάει και πόσο χαίρεται που είναι στην γαμώπολη, ας της πει κάποιος ότι πρώτον είναι σαν να την έκλασε δεινόσαυρος όταν κάνει ντάκφεϊς και γράφει από πάνω "με τα φρεντουλίνιαζ μου" (καλά μακράν χειρότερο είναι όταν βγάζει φωτό με φόντο τον Λευκό Πύργο και γράφει "Εμένα αγάπη μου, δεν θα με κάνεις ποτέ να κλάψω") και δεύτερον, να μην δείχνει πόσο αγάμητη παρθένα είναι και ήρθε στη Θεσσαλονίκη να γαμηθεί από το χωριό της το αρμενο-αμμοχώρι και κάθε φορά που βλέπει γκόμενο που δεν βρωμάει σαν στάβλος, στάζει το μουνί της μέλι. Γκόμενα της πούτσας που νομίζεις ότι έγινες κάποια, τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο μωρή αρκουδιάρα. (Από κράξιμο στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπανεύκολο λολοπαίγνιο για το Μνημόνιο που λέγεται συχνά σαχλοποιώντας μια κατά τα άλλα δραματική συζήτηση για την οικονονομικοπολιτική κατάσταση της χώρας μας.

Επίσης, αυτός που θεωρεί ότι το Μνημόνιο δεν είναι και τόοοοσο κακό πράγμα, ότι έχει και καλές ρυθμίσεις, και ότι εν πάση περιπτώσει το Ελλαδιστάν για να γίνει Μεταρρυθμιστάν χρειάζεται να γίνει πρώτα Μνημονιστάν. Γενικότερα, εφόσον το μνημόνιο- αντιμνημόνιο είναι ο νέος διχασμός της χώρας μας (μετά τα Πασόκ-ΝΔ, Δεξιός- Αριστερός, παλαιοελλαδίτης- τουρκανάκατος, βασιλικός- βενιζελόμουτρο, κάτω ή πάνω απ' το αυλάκι, κλεφταρματολός ή ψαλιδόκωλος, ενωτικός ή ανθενωτικός και ταλιμπάν), έχουν εφευρεθεί και οι αντίστοιχες πολιτικές σλανγκιές. Λ.χ. οι μνημονιακοί λέγονται μνη στα πολιτικά κομμέ (θυμίζει μνι βασικά, μάλλον όχι τυχαία), ή πιο υβριστικώς μνημονόπανα και μνημούνια. Το τελευταίο σημαίνει ότι είναι και μουνιά / μουνάκια (τ. λαμο-γελάς, μουνάκι;). Θεωρούνται, επίσης, ως οι νέοι ενωτικοί στο νεο-βυζαντινιστάν. Από τους αντιπάλους τους συμφύρονται με τους νεοφιλελέδες, αν και οι αυθεντικοί φιλελέδες μάλλον θα ήταν εναντίον του τρόπου με τον οποίο πραγματώθηκαν (#not) οι μεταρρυθμίσεις από τους σαμαροβενιζέλους (ή και τους τσιπροκαμμένους ίσως στο μέλλον), ενώ και αντιστρόφως πολλά μνημούνια θέλουν ισχυρό κράτος και κράζουν τα φιλελέδια ως αιθεροβάμονες. Σε κάθε περίπτωση, λίγοι είναι αυτοί που θα πανηγυρίσουν το ότι είναι μνημονιακοί, παρόλο που υπάρχουν κι αρκετοί τέτοιοι τσεκουράτοι που τα λένε έξω απ' τα δόντια. Οι περισσότεροι θα αυτοχαρακτηριστούν ως ευρωπαϊστές. Από την άλλη, είναι οι αντιμνή στα κομμέ, αυτοί που πουλάνε αντιμνημόνιο, αυτοί που στο δίλημμα μνημούνια ή κομμούνια μάλλον θα προτιμούσαν το δεύτερο σκέλος, οι ανθενωτικοί του νεορωμιοσυνιστάν.

  1. Ξανά μανά, στους δρόμους, μνημούνια αυτοί, μάζωξη εμείς. Τι ρίξανε προχθές πάλι; Σιωνιστικό πράμα ήταν, ακόμη με τσούζουν τα μάτια. (Ksipnistere, παραδόξως με μικρογράμματη γραφή).
  2. Νά ἐξαθλιωθοῦμε πρό κειμένου νά συνειδητοποιήσουμε πώς σέ καμμίαν τῶν περιπτώσεων δέν μᾶς φταῖνε τά μνημόνια καί τά μνημούνια; (Πολυτονιστής που τον κόβω για μνη, εδώ).
  3. Στις δύο του Ιούνη με ξαναλές Μνημούνι. (Μπλογκ-άκης).
  4. Όλοι οι νεοφιλελεύθεροι τα μνημούνια μαζεύτηκαν εκεί. Μη σκοτώνετε τα κουνούπια. Αλλοι σας πίνουν το αίμα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαβαλεδιάρικο κράξιμο με το οποίο οι περαστικοί τρολάρανε τις προεκλογικές συγκεντρώσεις του Πέτρου Γαρουφαλιά (επικεφαλής του βασιλοχουντικού κόμματος της «Εθνικής Δημοκρατικής Ενώσεως») το 1974.

Στις συγκεντρώσεις αυτές ακούστηκαν και άλλες ευφάνταστες τρολιές όπως:

  • Πέτρο, κουνήσου, πέφτει το πουλί σου!

  • Πέτρο, πού στηρίζεσαι;

  • Πέτρο, πεινάμε, κατέβα να σε φάμε!

  • Πιο φαρδιά πουκάμισα!

  • Πιο φτηνές τυρόπιτες!

  • Βάλε τζατζίκι στο σουβλάκι!

  • Πήδα κάτω αρχηγέ!

  • Πέτρο είσαι νούμερο, νούμερο, νούμερο!

(βλ. εδώ, εκεί και παραπέρα)

Ο περί ίου ο λόγοςΟ Π. Γαρουφαλιάς ήτο παντρεμένος με την κόρη του ιδρυτή τςη φύρας Μπίξ

Άκουσα το σύνθημα για πρώτη φορά δια ράμφους μάινας σε φούρνο στα βλάχικα τση Βάρης προ τριακονταετίας και βάλε.

Πιο σκοτεινή και δυσοίωνη παραλλαγή του τσιτάτου εξεφράσθη και στις συγκεντρώσεις των αγανακτίστας:

  • "Γιωργάκη μαλάκα δεν ήρθαμε για πλάκα".. αυτό είναι το σύνθημα που ακούστηκε και ακούγεται στην Πλατεία Συντάγματος και σε άλλες πλατείες πόλεων. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας, μόνο με υβριστική χρήση και αρκετά πιο μειωτικά.

  1. Από εδώ:
    Και σύ μου απαντάς με αποχαυνωμένο το μάτι κουνώντας τις πλάτες σου σαν ξεδοντάρικο βλακόνι "δεν ξέρω".
  2. Από εδώ:
    skase re vlaka pou tha mas peis esu xatzireforma ti einai i AEK to idio kai sto vlakoni ton Ramon apo panw....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

διάλε τσ' απολυμάνες/απολυμάνους σου

Η έκφραση είναι Κρητικιά και χρησιμοποιείται σε καταστάσεις συναισθηματικής φόρτισης από τον ομιλητή, κυρίως δυσάρεστες που του προκαλούν αγωνία, θυμό, αγανάκτηση. Προέρχεται από τις λέξεις "διά((β)ο)λος" και τη μετοχή παρακειμένου "απολελυμένους" και μεταγενέστερα "απολυμένους" που στην εκκλησιαστική ρητορεία είναι αυτοί που έχουν φύγει από το ποίμνιο της επίγειας Εκκλησίας κι έχουν καταλήξει στην Εκκλησία του Θεού, δηλαδή οι πεθαμένοι (που έχουν απολυθεί από τον ζυγό των επίγειων και τους περιορισμούς της σάρκας, έχουν πάρει "απολυτήριο"), οι συγχωρεμένοι (ή κι ασυγχώρητοι, βλ. Χίτλερ).

Αποτελεί συνεκφορά, διότι δεν αναφέρεται στους συγχωρεμένους του διάλου (Θεός φυλάξοι!),αλλά μπορεί να αποδοθεί ως "ανάθεμα(, σ)τους νεκρούς σου" (προγόνους κυρίως, λόγω του κτητικού "σου"). Είναι έκφραση βαρυσήμαντη όταν χρησιμοποιείται για ανθρώπους (αφού βρίζεις τους νεκρούς κάποιου και ρίχνεις ανάθεμα στο ριζικό του απ'όπου προήλθε) και περιπαικτική όταν απευθύνεται σε άψυχα πράγματα, που λόγω ανιμισμού, ποιητική αδεία, πολλές εκφράσεις απευθύνονται από ανάγκη να επικοινωνηθεί ένα συμβάν αλλά δεν υπάρχουν μάρτυρες να το δουν και να το ακούσουν παρά μόνο αυτό το ίδιο το πράγμα για το οποίο γίνεται ντόρος.

α. - Μπάρμπα, πάλι εξέχασα τα κλειδιά τ'αμαξιού.
- Διάλε τσ' απολυμάνες σου, ανέ δεν έχεις κουζουλαθεί τελείως!Κι εδά, μπρε μπαϊλντισμένε (=σκασμένε), πώς να μπούμε μέσα θέλει;(= θα μπούμε)

β. Βαστά το Μαριώ ν-το δίσκο, μα πέφτει κάτω και ν-το σπα. Λέγει ν-του μεγάλα (=με μεγάλη φωνή, φωνιάζοντας):
"Διάλε τσ' απολυμάνες σου για δίσκος"!

Σύνταξη

  1. Χωρίς πρόσθετα, απλή εκφορά ως έχει. Η απάντηση του μπάρμπα στο πρώτο παράδειγμα, μπορεί να σταματήσει στην έκφραση χωρίς να συνεχιστεί. Αποδέκτης είναι ο ανεπρόκοπος ανεψιός ολόκληρος!

  2. Διάλε τσ' απολυμάνες σου + αρνητική υπόθεση (α(νέ) δεν) όταν θέλουμε να συμπληρώσουμε με πρόταση ένα σχόλιο. Απαλύνει το ξεσταύρισμα αλλά δεν το εξαλείφει. Αντιθέτως το γεγονός ότι το μετριάζει, κάνει την ειρωνεία πιο τσουχτερή, σε μια ψευδοπροσπάθεια να συμμαζευτούν τα ασυμμάζευτα που είναι ηλίου φαεινότερα κι έτσι τα καταδεικνύει χειρότερα. Με λίγα λόγια του τη λες του άλλου κανονικότατα.("ανέ δεν έεις κουζουλαθεί τελείως" = που πράγματι έχεις τρελαθεί εντελώς)

  3. Διάλε τσ' απολυμάνες σου + ουσιαστικό (με συμπληρωματικό δείκτη το "για") όταν θέλουμε να επεξηγήσουμε το πού/σε ποιον απευθύνεται ακριβώς η έκφραση και τί/ποιον αφορά. Μπορεί μετά το ουσιαστικό να γίνει και δεύτερη επέκταση με δευτερεύουσα αναφορική. Η απάντηση του μπάρμπα στο πρώτο παράδειγμα μπορεί να γίνει:

"Διάλε τσ' απολυμάνες σου, για μυαλό απού το'(χ)εις".

Τέλος μπορεί να προστεθεί και τρίτη επέκταση με αρνητική υπόθεση και να γίνει πλήρως:

"Διάλε τσ' απολυμάνες σου, για μυαλό απού το'(χ)εις, ανέ δεν είναι χάρβαλο σα γ-κι απατός σου"(=χαλασμένο σαν κι εσένανε τον ίδιο, δηλώνει την έμφαση).

Είναι τόσο σκωπτικό όσο και υποτιμητικό εδώ γιατί στα άψυχα ή μέρη του σώματος αναθεματιζουμε τα γονικά τους. Τα πρώτα δεν έχουν, παρά μόνο το ανθρώπινο χέρι που τά'φτιαξε και τα δεύτερα έχουν εμάς τους ίδιους αφού είναι μέρος μας.

Σχόλιο: Η έκφραση είναι τυποποιημένη και έχει επιφωνηματική χρήση. Γι' αυτόν το λόγο και δεν αναλύεται από το φυσικό ομιλητή στα περαιτέρω συστατικά της, εφόσον η λέξη "απολυμένος" μ' αυτή τη σημασία είναι απολίθωμα και δε χρησιμοποιείται πουθενά αλλού. Έτσι είναι επιρρεπής σε φωνολογικές αλλοιώσεις. Η κατάληξη "-ους" της αιτιατικής του πληθυντικού τις περισσότερες φορές ακούγεται ως "-ες". Το νόημά της είναι βαρύ αν και ασαφές για πολλούς χρήστες της έκφρασης σήμερα με μητρική γλώσσα την κρητική διάλεκτο. Η ίδια η έκφραση είναι απολίθωμα, μια νίλα που η αρχική της χρήση και προέλευση χάνεται στο χρόνο, στα μεσαιωνικά - βυζαντινά ελληνικά. Μόνο το "διάλε" είναι γόνιμο στη χρήση από μόνο του και ως συντόμευση όλης της έκφρασης αλλά και ως αντικατάστατο του "ανάθεμα". "Διάλε τσι παράδες σου, α δε μας εκάψανε" (= ανάθεμα τα λεφτά σου που - πράγματι - μας καταστρέψανε).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τουρκικό καρα (=μαύρος) και το σλανγκοτέτοιο τέτοιος.
Το αρσενικό Καρατέτοιος (με κεφαλαίο Κ) χρησιμοποιείται για να υποκαταστήσει επίθετο ονόματος με πρώτο συνθετικό το καρα· Πχ Καραμανλής, Καρατζαφέρης, Καραπιάλης. Η υποκατάσταση συχνά έχει ειρωνική και αποδοκιμαστική χροιά:

  1. ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΤΕΤΟΙΟΥ ο καρατετοιος, πηγη φωτος και αληθειας, κυβερνουσε τον υπεροχο αυτο λαο επι πολλα χρονια. κυβερνουσε αταλαντευτα, με στιβαρο χερι, σεμνα και ταπεινα, με μηδενικη ανοχη στη διαφθορα. ηταν ασπιλος, αμολυντος, ατρομητος, περισπουδαστος, σοβαρος, μεγαλειωδης, δεν φοβοταν κανεναν, ουτε τους νταβατετοιους τους οποιους κατατροπωσε.
    ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ καρατετοιε!
    κομανταντε (εδώ)

  2. […] Αγαπάει όμως ο θεός τον κλέφτη, αγαπάει και τον νοικοκύρη. «Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα Συ, ένας Υδραίος;». Ο Καρατέτοιος πάνω στον οίστρο του, ξέθαψε και τον «αρχολίπαρο», λέξη που τη χρησιμοποίησε τελευταίος στην πολιτική σκηνή ο καλλιεργημένος πολιτικός και αγωνιστής κατά της Χούντας Γιάννης Ζίγδης σε βάρος των Θανασοκανελλοπουλαίων αποστατών της ΕΔΗΚ [Οι μακαρονισμοί του κ.Καρα Τζαφέρη (=Μαυρογάϊδαρου) (Ροΐδη Εμμονές)
    οι ... κατατέτοιοι

  3. Α ρε βάζελοι ένας Καρατέτοιος έλειπε και μας τα πρήξατε στις αθλητικες εκπομπές! Άν παίζατε με τις δικές μας απουσίες θα σας ψάχναμε στην βαθμολογία να σας βρούμε! Άντε τώρα του χρόνου πάλι ξαναετοιμαστείτε να έρθετε στο ναό και να το ξαναπαλέψετε λαγοί! (εδώ)

ενδεικτική 'καρατέτοια'
Νά' ρθουμε στην "καρατέτοια" τώρα. Σχεδόν πάντα χρησιμεύει για να σε βγάλει απ΄την άβολη θέση να θέλεις να αποκαλέσεις κάποια, καραγούδα, καρακαηδόνα, καραμπαζάρα, καραμπιτσαριό και πάντως σάνβουαρ καρατσεκαρισμένη καραπουτάνα, αλλά να κωλύεσαι. Λες λοιπόν ένα "καρατέτοια" και καθάρισες, με τα ευκόλως εννοούμενα να παραλείπονται.

  1. Καρατέτοια πόσο ξεπουλημένη κόττα μπορείς να γίνεις; (εδώ)

  2. -ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ της να γραφει οτι ναναι η καθε καρατετοια για την Αμφιπολη. και δεν μας νοιαζει αν παιρνει μια ή 100 αμοιβες για να πει τα ασυστολα σκοπιανα ψευδη της. ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ δια της νομικης οδου ΔΙΟΤΙ ΨΕΥΔΕΤΑΙ ΜΕ ΔΟΛΙΟ ΣΚΟΠΟ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΙΣΗΣ και αποπροσανατολισμου (εδώ)

  3. - Agaphto Idrytiko melos na sou ypenthimisw oti p... ths Elladas den mporei na einai mia omada pou ta teleytaia 5 xronia exei parei ena double kai exei xasei 2-3 prwtathlimata ston ponto ;)
    -Ίσα ίσα καρατέτοιες της Ελλάδας είναι σε μια χώρα όπου παλεύουν 2-3 ομάδες για το πρωτάθλημα και βγαίνεις μονίμος 2ος. (εδώ)

  4. Η Τριπολιτσά έπεσε. Το Χάνι της Γραβιάς είναι παρελθόν. Μην ονειρεύεται κι ο Άδωνις την Περσεφόνη. Είναι μια καρατέτοια που ούτε λεφτά, ούτε πελατεία. Ας πουλήσει τίποτα ββλ με το κιλό πια. Για ανακύκλωση κατ’ ευθείαν, σα το τηλ. Κατάλογο του ΠΟΤΕ. (εδώ)

  5. Θυμιζουμε πως η Σπηλια δεν επεσε στην μλκ και την εμπαθεια που επεδειξαν ορισμένα Μπλογκς της .. αριστεράς, ο Θεός να την κανει, που εξαρχής εμφανιστηκαν βεβαιοι οτι ο ΣΤΡΟΣ ΛΑ ΚΑΝΤ ηταν .. ενοχος διοτι ηταν -ΛΕΕΙ- απληστος και κακός και 120 μερες των Σοδομων και αλλες απιστευτες μλι και φαντασιωσεις των εντελώς καρατετοιων και ΑΣΧΕΤΩΝ . Για ολους αυτους τους ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟΥΣ ΛΕΩ ΕΝΑ ΜΠΡΑΒΟ (εδώ)

Και για να κοελιοραμφιλοσοφήσουμε λιγάκι, τι είναι τελικά ο ανθρώπας, τι 'ν' κι η ανθρωπίλα του· απ' το να καραγουστάρεις την καραγκαγκάν καραμποντού, μέχρι να ελεεινολογείς περί τα καραπουτσαριά,
έ ν α
τ σ ι γ ά ρ ο
δ ρ ό μ ο ς
!

Καρα-lol!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προβαίνω σε ταλιμπανιές ήτοι, μεταξύ άλλων:

- Ξέρω ότι ταλιμπανίζω λέγοντάς τα αυτά, αλλά ως άνθρωπος (και όχι ως άτομο) δείχνω έμπρακτα τον σεβασμό μου στους μη αρτιμελείς συντοπίτες μου -πχ. με το να μην παρκάρω το ρημάδι μου στη διάβασή τους- και όχι ευνουχίζοντας τη γλώσσα μου (εδώ).

  • Είμαι πάρα πολύ εργατικός και αφοσιωμένος στην δουλειά μου, σε εκνευριστικό μάλιστα βαθμό (βλ. ταλιμπάν).

- Το φραπενείο βάρεσε κανόνι και έχω μείνει χωρίς δουλεία, τον δονητή μου μέσα!
- Δεν στέλνεις κάνα κουκουρίκουλουμ στο σλανγκρρ, μαθαίνω ότι προσλαμβάνουν μοντέλα. Εγώ έστειλα!
- Σιγά μην προσλάβει χλαμούτσες σαν εμάς ο Ρουμάνος! Εκεί δέχονται μόνο δίμετρα ουκρανάϊζερ που ταλιμπανίζουν μοντάροντας από το πρωί μέχρι το βράδυ!

- Νεοορθόθοξος είναι κάποιος που ταλιμπανίζει μετά από μεγάλες δόσεις αθεΐας, κι ανακάλυψε την Ορθοδοξία και τρελάθηκε (εδώ).

- Ταλιμπανίζω επικίνδυνα τώρα τελευταία. Ας ελπίσουμε οτι είναι περαστικό και οτι οφείλεται στην συσσωρευμένη αγανάκτηση και οργή (εκεί).

Κλείνοντας, πέον να καταγραφούν και οι ασόβαρες λολοπαιγνιώδεις αναφορές κυρίως ωσαννά φορά στο ταλιμπανιστήρι (εκ του ταλιμπάν και του μπανίζω).

- Η φευγαλέα θέα του αστραγάλου κάτω από την μπούργκα (το παραδοσιακό ταλιμπανιστήρι) αποτελεί πλέον παρελθόν. Στην απελευθερωμένη Καμπούλ το κυρίαρχο σύνθημα είναι: «Μπόμπα, τσόντα και καμπάνα» (Τζιπάκος, εδώ).

- Ποιος πάει για τουρισμό στο Πακιστάν; Να δει τι;
- Πάνε για …ταλιμπανιστήρι!!!! (διάλογος σε φλώρουμ, εκεί).

- Ταλιμπανιστήρι (ουσ. ουδ.): Τηλεχειριζόμενο αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο χωρίς πιλότο για την παρακολούθηση των Ταλιμπάν (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified