Further tags

Νεολογισμός για το εφιαλτικό σενάριο της εξόδου μας από το Ευρώ (άκα γκρέξιτ) και τις ολέθριες συνέπειες αυτού: κατάρρευση της Ελληνικής οικονομίας, «μετάδοση» στα άλλα γουρουνάκια, θεομηνία στην Ευρωζώνη, τσουτσουνάμι στις Ηνωμένες Πολιτείες και τέλος εκθεμελίωση της παγκόσμιας οικονομίας.

Τα κώματα εκμεταλλεύονται κάργα το σκιάχτρο του δραχμαγεδδώνα ως μητέρα όλων των καταστροφώνε: αφενός τα μνjημονιακά (Νέα Δημοπρασία, ΘΑΣΟΚ, άντε κι ο Κυρ Φώτης) ισχυρίζονται ότι μόνον αυτά μπορούν να προτάξουν τα στήθη ως νέοι Μπρους Γουίλλις, επαναδιαπραγματευόμενα τα όσα έχουν ήδη συμφωνήσει. Αφεδύο, τα αντιμνjημονιακά (τΣΥΡΙΖΑ, Καμένοι Έλληνες, Χρυσά Αυγά) προτείνουν να το παίξουμε αλάνια, καθώς τα αχαρτογράφητα συνεπακόλουθα του δραχμαγεδδώνα στην παγκόσμια οικονομία αποτελούν ισχυρό αντικίνητρο για τον εκδιωγμό μας από το Ευρώ. Μόνο το Κουκουέ προτείνει ανοιχτά την Δραχμή ως λύση, τι είχε και τι έχασε.

Στην πραγματικότητα το αγγούρι μάλλον θα είναι όλο δικό μας, καθώς η διεθνής τοκογλυφία έχει ήδη αρκούδως θωρακιστεί, ενώ όλο και περισσότερες φωνές τ. «δεν πρέπει να δαιμονοποιείται η επιστροφή στην Δραχμή» εκπέμπονται εκ του πονηρού τόσο στο Βερολίνο όσο και στις Βρυξέλλες.

- «Δραχμαγεδδών» ενδέχεται να είναι ο καινούργιος νεολογισμός που θα προστεθεί στο λεξιλόγιό μας μετά το grexit (ελληνική έξοδος) και έχει ήδη κάνει την εμφάνισή του σε ιστοσελίδες ξένων ΜΜΕ. Αναφέρεται στην αλληλουχία των δεινών που συνεπάγεται μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ όχι μόνον για την ίδια, αλλά και για την Ευρωζώνη.
(εδώ)

- Ορισμένοι βλέπουν και την αστεία πλευρά σε όλα αυτά. Η κωμική τηλεοπτική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» παρουσιάζει τη δραχμή ως μετεωρίτη που μετά από 10 χρόνια εξοβελισμού του στο διάστημα επανέρχεται ως «Δραχμαγεδδών» που καταστρέφει τα πάντα στο διάβα του.
(εκεί)

- Currently, Greece, an EU member state, is having…a little cash flow problem: 100 percent negative cash flow. Threats to expel it from the Euro are becoming more common. If that happens, they’ll have to return to their former currency; the drachma. When that happens, it will be called…drachmageddon, the battle of the Euro’s end times as a Greek currency. With the reintroduction of the drachma, you could probably rent Greece for a few Euros a month.
(over there)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές, έχουμε την αίσθηση πως έχουμε δώσει στον άλλο να καταλάβει πως έχουν τα πράγματα. Ωστόσο ο άλλος δείχνει να μην αντιλαμβάνεται την κατάσταση. Δείχνει να μην πιάνει τι του λέμε, μένοντας ατάραχος (π.χ. μας κοιτάει σα χάνος, παραμένει αδρανής), εμμένοντας στο βιολί του (π.χ. εμμένει στις προκαταλήψεις και στα όποια κολλήματα του), κλπ. Έχει αρχίσει να μας κουράζει το στιλ του. Τότε είναι που μπορεί να εκφέρουμε την ατάκα.

Ας δούμε όμως αναλυτικότερα πότε θα μπορούσε να συμβεί αυτό.

  • Τού 'χουμε σπάσει το θέμα σε κέρματα... τό 'χουμε κάνει φραγκοδίφραγκα. Λες κι έχουμε κλέψει παγκάρι. Έχουμε κάνει ρινίσματα τη σκέψη μας. Δεν πάει άλλο. Ξέρουμε πως ο τύπος δεν έχει εγκεφαλογράφημα ευθεία, όπως ξέρουμε πως δεν πιάσαμε και κανένα ειδικό θέμα που χρειάζεται κάποιο απαιτούμενο υπόβαθρο γνώσεων που ο άλλος δεν διαθέτει. Απλά, ο άλλος δεν είναι σε καλή φυσική κατάσταση. (π.χ. πιωμένος, κουρασμένος, άρρωστος, αλλού γι' αλλού λόγω προβλήματος, αλλού για αλλού γενικώς). Βλ. παρ. 1.
  • Διαπιστώνουμε πως είναι σκράπας σε κάποια απλά θέματα, π.χ. θέματα που χρειάζονται στοιχειώδεις γνώσεις, πιασάρικα υπονοούμενα για τα οποία θεωρούμε άσκοπο να αναλύσουμε περαιτέρω τη σκέψη μας (βλ. παρ. 2), θέματα που απαιτούν στοιχειώδη αντίληψη (βλ. παρ. 3).
  • Η αντιπαράθεση με κάποιον δεν προχωράει. Θεωρούμε πως ο άλλος έχει τα... κολλήματα, τις... προκαταλήψεις, είναι γκαούγκαγκας, αούγκανος, κλπ. (βλ. παρ. 4).

    Εκφέροντας την ατάκα είναι σα να του λέμε με υποτιμητικό τρόπο, πως αφού δεν καταλαβαίνει θα πρέπει να φύγουμε από τη λεκτική επικοινωνία, ζωγραφίζοντας (οπτικοποιώντας) και καλά τη σκέψη μας. Απλοποιούμε έτσι τα πράγματα δίνοντάς του και καλά... εύληπτες εικόνες.

  1. - Καλά... μιλάω τόση ώρα και συ δεν έχεις καταλάβει τίποτα. Και δε λέω τίποτα σπουδαίο ρε γαμώτο. Τι να κάνω πια; Να σ' το ζωγραφίσω;
    - Το ξέρω... αλλά είμαι λιώμα στη κούραση. Αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι.
  1. Θα ανέβεις για ένα τελευταίο ποτό; = Θέλω να κάνουμε sex. Πρέπει να στο ζωγραφίσω για να το καταλάβεις; Δες
  1. Και δεν κλαίγομαι αν θες να ξέρεις... Εκφράζομαι! Και είμαι αρκετά δυνατή, για να εκφράζω ακριβώς και τον πόνο και την αδυναμία μου. Δεν το παίζω... Τό 'πιασες, ή να στο ζωγραφίσω; Δες

  2. Τράβα... κι άσε τις μαλακίες! Κατερίνα με λένε και είμαι κορίτσι! Γκέγκε; Ή να στο ζωγραφίσω επειδή είσαι αυτιστικό; Δες

Στα παραδείγματα που προέρχονται από το νέτι διατηρήθηκε η (λανθασμένη) ορθογραφία «να στο ζωγραφίσω». Συναφές και το «ζωγράφισέ το», στο λήμμα με δικά σου λόγια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εύγε νονέ acg, το λεξικό σ' ευχαριστεί για την πρότασή σου κι εγώ άλλο τόσο.

Μουνίλα λοιπόν, όπως είπε κι ο νονός, είναι η λέξη-βασίλισσα στο βασίλειο των -ίλα. Ευωδιαστή και βρωμερή βασίλισσα συνάμα και όχι σαν την κωλίλα που, βεβαίως, είναι μόνο δυσάρεστη (υποθέτω ακόμα και για τους κοπρολάγνους). Κατά κοινή παραδοχή όμως, δεν πρόκειται για καμιά υπέροχη οσμή, αλλιώς δεν θα τελείωνε σε -ίλα. Τό 'χουν αυτό όλες οι μυρωδιές που βγαίνουν από το σώμα ή όσες, όπως η φαγητίλα, κατευθύνονται προς αυτό. Η μουνίλα είναι μάλλον η μόνη σωματική μυρωδιά που ακόμα διατηρεί και θετικές πλευρές. Δεν τις έχει χάσει, όπως η ιδρωτίλα, η ποδαρίλα, η κωλίλα, η στοματίλα, κλπ. Σαν την φαγητίλα ή την ψητίλα, μπορεί να αρέσει και να προκαλέσει, τουλάχιστον μέχρι να περατωθεί η πράξη για την οποία σε καλεί. Μετά, όταν μένει πάνω σου, μπορεί και να γίνει εφιάλτης.

Είναι λοιπόν η μυρωδιά που βγαίνει από τα γυναικεία κολπικά υγρά και, κατ' επέκταση, απ' όλη την σχετική περιοχή του γυναικείου σώματος. Μπορεί να έχει μικρό βεληνεκές (δηλ. να πρέπει να φτάσουμε κοντά στην πηγή της για να την οσμιστούμε) αλλά και ευρύτατο, όπως όταν πχ. μπαίνουμε σε γυναικεία αποδυτήρια σε μέρα ζέστης, υγρασίας και συνωστισμού. Είναι κάτι αντίστοιχο της βαρβατίλας, με τη διαφορά ότι έχει μόνο κυριολεκτική σημασία ενώ η λέξη βαρβατίλα μπορεί να χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Προσωπικά μου έχει τύχει να ακούσω μόνο από έναν άνθρωπο τη μεταφορική χρήση της λέξης («μου κάνει για μουνίλες αυτό το μέρος» είπε, και εννοούσε κάτι αντίστοιχο του αρχιδόκαμπου). Η λέξη χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για εμφατικούς λόγους ή υποτιμητικά (βλ. παρ. 2)

Θετική όψη του φαινομένου:
η φρεσκοσαπουνισμένη ή αρωματισμένη μουνίλα (η γκόμενα μόλις έχει βγει από το ντους), όπου το σαπούνι υπερτερεί της σωματικής μυρωδιάς
η φρέσκια ή νεανική (η γκόμενα δεν είναι πάνω από 22), όχι τόσο βεβαρημένη από ουσίες συσσωρευμένες στον οργανισμό από τον χρόνο η μουνίλα της καβλοπυρέσσουσας γυνής (πρώτο πράμα, σε ποσότητα, άρα πάει έτσι και με την οσμή. Χτυπάει κάθε νεύρο της αντρικής ύπαρξης)
η μουνίλα υγιεινής διατροφής (της γυναίκας που τρέφεται μόνο με καρατσεκαρισμένες τροφές που κάνουν το μουνόχυμα να ευωδιάζει και μόνον. Σπάνιο είδος που συνεπάγεται μάλλον υστερική γκόμενα αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα.)

Η αμφισβητούμενη όψη του φαινομένου:
η μουνίλα της αγάμητης (άσπιλη, ανόθευτη, ιδανική, ή μήπως μπαγιατεμένη και βρωμούσα;;;)
Η μουνίλα της παρθένας (το ότι μας φτιάχνει είναι ιδέα μας ή τό 'χει;;;)

Τέλος, για όσους αντέξουν, η αρνητική όψη του φαινομένου:
Η άπλυτη μουνίλα (ξινή, επιθετική, με έντονη την απομυρουδιά των ούρων)
η σπερματομουνίλα (συνδυασμός σπερματίλας και μουνίλας. Φτούκακα. Ιδιαίτερα την επόμενη μέρα.)
η των τελευταίων ημερών της περιόδου μουνίλα (καμένο ντουί)
η μετά από κατανάλωση ψαρικών και θαλασσινών μουνίλα, κυρίως μετά την πέψη (καμένο ντουί)
η μουνίλα του τσιγάρου - σε ηλικίες άνω των 40 (δημόσια ουρητήρια)
η αλκοολική μουνίλα (σε γυναίκες άνω των 50)
η ιδρωμένη μουνίλα (μετά από πολύωρο περπάτημα το καλοκαίρι)
και το χειρότερο: η άρρωστη μουνίλα (από μύκητες και λοιπούς επισκέπτες του αιδοίου)

Γενικά: όποια ουσία πίνει ή καταπίνει η γυναίκα, μυρίζει και στα υγρά της όπως και στα ούρα της -και το σαπούνι δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή. Πώς όταν, γυναίκες- άντρες, κατουράμε κόκκινο μετά από παντζάρι; Ή καλύτερα: πώς, όσο και να πλύνουμε τα δόντια μας, η σκορδίλα παραμένει; Οι άντρες οφείλουν να έχουν υπ' όψιν πως, καμιά φορά, όταν η γυναίκα λέει όχι είναι γιατί έχει τους λόγους της τους οποίους δεν γίνεται να εξηγήσει και πως η περιέργεια σκοτώνει τη γάτα.

Για πολλούς άντρες κάθε είδος μουνίλας είναι ευπρόσδεκτο αρκεί που είναι μουνίλα.
Για πολλούς άλλους είναι καταναγκαστικό έργο η επαφή μαζί της.
Γνωρίζω και κάποιον ο οποίος σιχαίνεται το σαπουνισμένο και θέλει το άπλυτο.

Όσο για τις γυναίκες, δεν έχουν και την πιο άριστη σχέση μαζί της. Κάνουν ό,τι μπορούν να την καλύψουν, με αποτέλεσμα μερικές φορές να δημιουργούν γυναικολογικά προβλήματα εκ του μη όντος. Υπάρχουν κοπέλλες, κυρίως οι νεότερες, οι οποίες λόγω απειρίας και έλλειψης ενημέρωσης, κινούμενες από την επιθυμία «να μη μυρίζουν», κάνουν τακτικά εξωτερική αλλά και εσωτερική πλύση του κόλπου με αντισηπτικά, με αποτέλεσμα να ξηραίνεται ο κόλπος και να είναι πιο ευάλωτος σε μικρόβια πάσης φύσεως. Έτσι φτάνουν ακριβώς στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Αλλά για να τελειώσουμε ευχάριστα, η μουνίλα κάνει ωραίο χαρμάνι στα χέρια με άρωμα και μυρωδιά τσιγάρου. Ακόμα κι αν τα χέρια έχουν πλυθεί, βαστάει αρκετή ώρα. Και είναι μια ωραία ανάμνηση της στιγμής που μόλις πέρασε. Ίσως να έπρεπε να λέγεται αλλιώς εν τοιάυτη περιπτώσει και να μη φέρει αυτό το -ίλα.

Βασανίζω το μυαλό μου μήπως παρόλη τη διατριβή κάτι έχω ξεχάσει, αλλά if so, πιστεύω πως θα συνεισφέρετε αν χρειαστεί...

  1. - Καλά είσαι σοβαρός, δεν έχεις κάνει ποτέ σου γλειφομούνι;
    - Όχι κι ούτε πρόκειται. Σιχαίνομαι τη μουνίλα.
    - Μεγάλε, θες βοήθεια εσύ...

  2. - Πλύνε ρε μαλάκα τα μούτρα και τα χέρια σου, θα μυρίζεις μουνίλες και θα σε καταλάβει η Φρόσω ότι ξενοπήδηξες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Ποιον πρέπει να γαμήσω/πηδήξω για να γίνει το x πράγμα;».

Μάλλον αμερικανικής προελεύσεως έκφραση (who do I have to fuck κλπ). Δηλώνει αγανάκτηση για υπηρεσία η οποία, ενώ οφείλεται και αναμένεται, δεν παρέχεται, καθυστερεί ή παρουσιάζει εξοργιστικές επιπλοκές στην πράξη.

Το fuck στα αγγλικά σημαίνει ό,τι και το γαμάω / πηδάω στα ελληνικά, με την επιπλέον σημασία του κάνω σεξ με κάποιον ασχέτως ρόλου (το λένε και οι γυναίκες δηλαδή, αντί του κάθομαι σε κάποιον).

Μετά από αναμονή που μας φαίνεται ατελείωτη, μετά από πολλά μπερδέματα και πολλές προσπάθειες από μέρους μας, φτάνουμε σε ένα σημείο που είμαστε πρόθυμοι να ανταλλάξουμε το κορμί μας για το πολυπόθητο αποτέλεσμα. Το μόνο που δεν ξέρουμε είναι ποιος θα το πάρει ώστε να κλείσει το deal, και αυτό ακριβώς ρωτάμε, για να τελειώνουμε.

Επειδή όμως στα ελληνικά η σημασία του γαμάω ως τιμωρώ/δέρνω είναι πιο συνηθισμένη απ' ό,τι στα αγγλικά, η φράση έχει σχεδόν πάντα διπλή σημασία: «σε ποιον πρέπει να πουλήσω το κορμί μου» αλλά και «ποιον πρέπει να δείρω για να έχω επιτέλους το τάδε».

  1. Από εδώ:

- Ποιον πρέπει να πηδήξω για να πιω ένα καφέ;
- τον παγκο εκει στο βαθος... απο πισω θα βρεις την καφετιερα lol.

  1. Από εδώ:

Ποιον πρέπει να πηδήξω για να κάτσει επιτέλους κάποιο συνθηματικό; Όσες φορές μπήκα, ήταν αφού αναγκάστηκα να κάνω αίτηση καινούριου συνθηματικού, το οποίο δεν μπόρεσα ποτέ να κάνω πράσινο(ούτε καν πατώντας αμέτρητα τυχαία πλήκτρα) και άσχετα με το αν χρειάζεται ή όχι να είναι πράσινο(ασφαλές), αφού γράψω το συνθηματικό, το επιβεβαιώσω και σώσω τις αλλαγές, αν κάνω [...]

  1. Από εδώ:

Οκ, τέρμα η πλάκα, ποιον πρέπει να γαμήσω για να ξεκολλήσουμε από τον κουραδόβαλτο; Είμαι και large ο πούστης, το ξεμάτιασμα έπρεπε να το παραγγείλω για την πάρτη μου...

  1. Από εδώ:

Δηλαδή, Ποιόν Πρέπει Να Γαμήσω Για Να Έχω Ίντερνετ; Σήμερα θυμήθηκα μια φίλη από το πολύ βαθύ παρελθόν. Συνήθιζε να πηγαίνει σε δημόσιες υπηρεσίες για διάφορες δουλειές κι όταν έβρισκε τον γνωστό τοίχο, φώναζε: «Δηλαδή, πρέπει να γαμήσω κάποιον για να κάνω την δουλειά μου; Όχι πείτε μου, αν είναι να το δούμε...»

  1. Σε άλλη μορφή από εδώ, με σαφώς πιο κυριολεκτική σημασία:

πω πω ζηλεύω και θέλω κ εγώ εκπομπή!!!! επιτέλους.....σε ποιον πρεπει να κατσω για να μου δώσει εκπομπη στο πανμέγιστο μοναδικό και ανυπέρβλητο PamakRadio;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραυγή. Δεν κυριολεκτεί. Δεν έχει σταθερή σημασία. Ανάλογα με την κατάσταση και τα συμφραζόμενα μπορεί να δηλώνει επιθετικότητα ή αγανάκτηση ή στέρηση ή κορεσμό ψυχής ή νοσταλγία. Ή, ό,τι άλλο θέλεις να βγάλεις από μέσα σου - ειδικά αν είσαι φαντάρος ή μετανάστης ή, γενικώς, κοντεύεις να πλαντάξεις.

Η αρχική χρήση της φράσης ήταν στο στρατό. Με την μορφή Αχ Μαρία, τα μπούτια σου την ξεκινούσε ο βαθμοφόρος, δίκην παραγγέλματος, και ακολουθούσαν οι φαντάροι για να κρατούν ρυθμό στο βήμα: ταν τατάτα τατά τα ταν ...

Την φράση, με αυτή τη μορφή, κατέγραψε ο Νικόλας Άσιμος στο τραγούδι «Καλέ Στρατιώτη», στο στέκι που είχε μετά τη Μεταπολίτευση του '74 στον Λευκό Πύργο στη Σαλονίκη (βλ. Παρ.1 και μήδι 1).

Πιο γνωστή είναι η φράση στην μορφή τα μπούτια σου Μαρία, όπως την είπε ο Τζίμης Πανούσης στο τραγούδι «Κάγκελα Παντού» στα μέσα της δεκαετίας του '80 (βλ. Παρ.2 και μήδι 2).

Γιατί Μαρία; Και γιατί τα μπούτια της;

Μαρία, εικάζω, γιατί είναι μάλλον το πιο συνηθισμένο γυναικείο όνομα στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να είναι εξ ίσου εύκολα - και είναι - το κορίτσι της διπλανής πόρτας με το οποίο ο Έλληνας αρσενικός ονειρεύεται ν' ανοίξει σπίτι αλλά και η καραπουτανάρα που γουστάρει να την ξεσκίσει μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Ιδανικά, βέβαια, η γυναίκα που κάνει και τα δύο - κάτι που ούτε η Αφροξυλάνθη (με την παραδοσιακή έννοια), ούτε η Λίλιαν μπορούν να συνδυάσουν. Το δε οικείο του ονόματος Μαρία κάνει και το όλο πράγμα πιο προσιτό.

Σε ό,τι αφορά τα μπούτια, σημειώνω απλώς ότι στα Ελληνικά η λέξη αυτή έχει πολύ εντονότερη σεξουαλική φόρτιση απ' ό,τι έχουν εξίσου κοινές λέξεις για τους μηρούς σε άλλες γλώσσες - π.χ. thighs στα αγγλικά, cuisses στα γαλλικά - βλ. και μπουτάρες, άνοιξε τα μπούτια της, ανοιχτομπούτω, πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα, στα μπούτια τα γιαούρτια.

  1. Τι λεν ουρέ στους φαντάρους για να ισθάνουντι αφεντικά κάπ' αλλού;
    Το ρυθμό, το ρυθμό, τον θυμάστι το ρυθμό ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... (Νικόλας Άσιμος, Καλέ Στρατιώτη)

  2. Τα μπούτια σου Μαρία / σκοπιά Κ.Ψ.Μ. αγγαρεία
    Δεκαπέντε χιλιάδες και μία / στραβάδια απολύομαι
    τριαντά τρία χρονάκια θητεία / στραβάδια απολύομαι
    (Τζίμης Πανούσης, Κάγκελα Παντού)

Περίπου στο 1\'30" (από poniroskylo, 21/06/09)Επίσης στο 1\'30" (από poniroskylo, 21/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν συστηματικά αποδίδω τραβηγμένες απ' τα μαλλιά ελληνοκεντρικές ετυμολογίες σε ξένες λέξεις.

Φόρος τιμής στον χαρακτήρα του ελληνοαμερικλάνου Γκας Πορτοκάλος («Γάμος αλά ελληνικά»), ο οποίος μπορούσε να ετυμολογήσει οποιαδήποτε αγγλική λέξη από τα Ελληνικά (π.χ. το «κιμονό» από τον «χειμώνα»).

Αγγλιστί: Portokalos syndrome.

Πάσα: Νίκος Σαραντάκος

- … σας ρώτησα στον τίτλο αν είναι ελληνική λέξη η βουβουζέλα (...) Η βουβουζέλα, διαβάζω στην αγγλική βικιπαίδεια, είναι σχετικά καινούργιο φρούτο (...) και η ετυμολογία της είναι αμφισβητούμενη (…) αυτό αφήνει περιθώρια να πορτοκαλίσουμε και να προτείνουμε ελληνική ετυμολογία. Μην ξεχνάτε ότι, όπως έχω γράψει παλιότερα, στη μυτιληνιά διάλεκτο «γουγουτζέλες» είναι οι κουκουνάρες. Αν σκεφτούμε ότι σε πολλά ελληνικά ιδιώματα το β και το γ εναλλάσσονται στην αρχή των λέξεων, είναι πολύ πιθανό οι γουγουτζέλες να μετατράπηκαν σε βουβουζέλες και στη συνέχεια οι προκατακλυσμιαίοι λέσβιοι ναυτικοί να τις μεταλαμπάδευσαν στους… άγλωσσους αφρικανούς. (εδώ)

Gus Portokalos (από Vrastaman, 14/06/10)(από GATZMAN, 25/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την πνιχτή μαλακία, άλλως τον αυτο-ερωτικό στραγγαλισμό ή την ασφυξιοφιλία. Συγκεκριμένα, πολλοί αυνανιστές προκαλούν εκούσια ασφυξία κατά την διάρκεια του χερογλυκάνου, με σκοπό να αυξήσουν την αίσθηση ηδονής κατά την κορύφωση λόγω μη οξυγονώσεως του εγκεφάλου.

Η πνιχτή καταγράφεται στην βιβλιογραφία από τον 17ο αιώνα, όταν χρησιμοποιήθηκε σαν θεραπεία για την στυτική δυσλειτουργία. Η αυτοερεθιζόμενοι της εποχής εμπνεύστηκαν παρακολουθώντας δημόσιους απαγχονισμούς, όπου διαπίστωναν ότι πολλοί κρεμασμένοι έφεραν στύση η οποία συχνά παρέμενε και μετά θάνατον.

Φυσικά η πνιχτή αποτελεί μέγιστη μαλακία, δεδομένου ότι πολλοί αφήνουν έτσι άδοξα την τελευταία τους πνοή. Γνωστά θύματα πνιχτής υπήρξαν ο συνθέτης Frantisek Kotzwara (1791), ο ηθοποιός Albert Dekker (1968), ο ζωγράφος κόμικς και πρωτοπόρος του graffiti Vaughn Bodé (1975), ο Άγγλος συντηρητικός βουλευτής Stephen Milligan (1994), o τραγουδιστής των INXS Michael Hutchence (1997), ο πρωταγωνιστής του τηλεοπτικού Kung Fu και του Kill Bill, ηθοποιός David Carradine (2009), o μόδιστρος Alexander Mc Queen (2010), o ηθοποιός Αndrew Koening (2010), κ.α. Στα θύματα φυσικά συγκαταλέγονται και γυναίκες.

Σε περίπτωση που είστε γονέας, συγγενής ή φίλος θύματος πνιχτής, μπορείτε να απευθυνθείτε για στήριξη εδώ.

Παιδιά, don’t try this at home!

Λάουρα: Τι πίκρα οι άνδρες παιδάκι μου, τους τα δίνω όλα, πνίγω το κουνέλι και την επομένη μου λένε να πάω να πνιγώ κι αλλάζουν πεζοδρόμιο.

Λίλιαν: Καιρός να πνίξεις – συγγνώμη – να κάνεις κάτι για τον εαυτό σου. Να’ σπώ στ’ αυτί: ...ψουψουψου...μια ωραία πνιχτή... μουμουμου....σκοινί και σαπούνι .... ψουψουψου.

Λάουρα: Ουαααου, φιλενάδα μ’ έφτιαξες!

Τ' όνομά του είναι η αιτία Διδυμότειχο μπλουζ
Τρύπα στη γεωγραφία Διδυμότειχο μπλουζ
αδειανή φωτογραφία, του παράλογου η θητεία
απαγχονισμένη μαλακία
Διδυμότειχο μπλουζ

(οriginal στίχοι πριν πέσει η μαχαιρίτσα της λογοκρισίας)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαζή έκφραση που δηλώνει απόλυτη αδιαφορία, με υπογραφή. Ήταν πολύ της μόδας κατά την δεκαετία του '80. Το «Στ' αρχίδια μας κι εμάς» παρουσιάζεται εδώ σαν να ήταν στίχος με την υπογραφή του ποιητή Κωστή Παλαμά. Παρόλο που δείχνει να κάνει συμπτωματικά ομοιοκαταληξία το όνομά του, μάλλον δεν είναι απολύτως τυχαία η επιλογή «εθνικού» ποιητή για τον... εθνικό αυτόν στίχο.

- Αν το κάνεις αυτό θα σου πούνε ότι είσαι μαλάκας...
- «Στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς»...

βλ. και *X/ΜΟΥ, *x/m, στ' αρχίδια μου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε παντελώς καμένο αντικείμενο, υποκείμενο ή πράξη. Για να μην ταυτολογούμε όμως:

  1. - nasos3: ΕΧΟΥΜΕ 4 ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΞΗΣ 9 9 9 9 ΚΑΝΤΕ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΠΡΑΞΗ ΜΕΤΑΞΥΤΟΥΣ (ΑΡΙΘΜ.ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ) ΠΟΥ ΝΑ ΔΙΝΕΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ 100. 99+9/9=100 ΕΚΑΝΑ ΚΑΜΕΝΙΑ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ ΚΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
    - Diavolos: Τι είναι τα ΚΑΜΕΝΙΑ ;
    - nasos3: KAMENIA=KAILIA=AKYRH KATASTASH=LATHOS
    (εδώ)

  2. - johnbev: Armenis αγορι μου εισαι βλαμενο; τι ειναι αυτή η καμενια;;;;;;;;;
    - johnmax: τελειως καμενια φιλεεε..χαχαχαχ
    (Σχόλια για φιλμάκιο στο συσιφόνι, στο φόρουμ του Scooter Club Hellas)

  3. - Destroy All Astromen! peite mou oti autous tous kserete k egw tous anakalipsa twra da giati alliws tha aporisw me tin epitixia autou tou thrent. theiki serfadiki kammenia i mallon o orismos autis. akouste opwsdipote k opws proskinisete edw pera!
    (σχόλιο στο φόρουμ Πάνκηδες-Σερφάδες-Σαϊκομπίληδες και λοιποί του διαβόλου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φορτώνω κάποιον με αγγαρεία, ήτοι εργασία άνευ πληρωμής. Στο Στρατό και όχι μόνο.

Συνώνυμα: χώνω, μπριζώνω / βάζω στη μπρίζα, καβατζώνω, ρίχνω μπαλάκι, χαντακώνω, μπιφτεκώνω, πήζω κάποιον, τρέχω κάποιον. Τα δύο τελευταία με την ενεργητική σημασία.

Εξ ου και «βυσμάτωμα» = χώσιμο, καβάτζωμα, τρέξιμο (π.χ. τον έχω στο τρέξιμο), πήξιμο (π.χ. τον έχω στο πήξιμο), μπιφτέκωμα, μπρίζωμα (κατά την 3η σημασία του Μέσιου ορισμού).

Το ρήμα απαντάται συνήθως ως παθητικό, με τον ίδιο τον βυσματωμένο να εκφράζει την ξενέρα και την αγανάκτησή του, πνέοντας μένεα κατά του βυσματοδότη.

[I]- Τον παλιόπουστα, με βυσμάτωσε να μεταφέρω αυτά τα κωλοβιβλία από το γραφείο του στην αποθήκη, γαμώ το Χριστό του!
- Έμ, κολλητηλίκια με τον καθηγητή μου 'θελες μωρή λουμπίνα...[/I]

Είναι εν προκειμένω ενδιαφέρουσα η αμφισημία του όρου βύσμα. Το να έχεις βύσμα (άκρη, δόντι, γωνία) είναι ευλογία, πολλώ μάλλον στις αντίξοες συνθήκες του Στρατού. Το να σε βυσματώνουν είναι, αντιθέτως, κατάρα. Το ίδιο παρατηρείται και με ορισμένα συνώνυμα, όπως το καβάτζωμα: καβατζωμένος νοείται συνήθως ο βολεμένος, είναι όμως και ο χωμένος, αυτός δλδ του οποίου ο πολύτιμος ελεύθερος χρόνος καβατζώθηκε, σφετερίστηκε από κάποιον άλλο.

Trivia - διαβάζετε με ευθύνη σας. Iστορικά, η αγγαρεία ως εργασία άνευ ανταλλάγματος, είναι μια εκ των υποχρεώσεων των δουλοπαροίκων (serfs), σε φεουδαλικά - δουλοπαροικιακά καθεστώτα. Oι serfs, όντας δεμένοι με τη γη που τους παραχωρήθηκε από τον άρχοντα - χωροδεσπότη, έχουν την επιπρόσθετη υποχρέωση να προσφέρουν άνευ αμοιβής εργασία, στο ιδιόκτητο κτήμα του αφέντη (reserve), για ορισμένες μέρες το χρόνο (συνήθως 21).

  1. - ...το γνωστό «βυσμάτωμα» των γιατρών-επιμελητών των Κ.Υ και Π.Ι., των αγροτικών γιατρών και των ειδικευόμενων. [...] Καλούνται να εφημερεύουν 15-18 ημέρες το μήνα και να εκπαιδεύονται στου «κασίδη το κεφάλι» χωρίς την παρουσία τις περισσότερες φορές των εκπαιδευτών τους - επιμελητών.
    (από εδώ)

  2. Αυτο βεβαια, σημαινει πως πλεον υπαρχουν δυο ειδων praetoriani, με εντελως διαφορετικους ρολους και βυσματωμα. Απο τη μια, ειναι οι αστυνομικοι που φυλανε τους πατρικιους, τους οποιους καποιοι ρατσισται και σεξισται τους ονομαζουν κοροιδευτικα φιλιπινεζες. Απο την αλλη, ειναι οι αστυνομικοι που ξυλοφορτωνουν τους αναιδεις πληβειους, τους οποιους καποια κωλοπαιδα τους ονομαζουν μπατσους-γουρουνια-δολοφονους, παρατσουκλι τελειως αδικο αφου τα γουρουνια ειναι γλυκουλικα ζωακια, και οποιος δεν με πιστευει να δει την ταινια Babe.
    (Από εδώ)

  3. Υγειονομικό, παρουσιάστηκα Μεσολόγγι, Τεχνικός Αποθηκάριος. :o
    Πραγματικές ειδικότητες:
    Ελαιοχρωματιστής πυροσβεστικών φωλεών (τις επισκεύασα - έβαψα όλες, σε δύο στρατόπεδα)
    Τηλεφωνητής (βυσμάτωμα από τους παλιούς επί ένα μήνα) (από εδώ)

wanted: καταζητούμενος ή επιθυμητός; (από BuBis, 28/09/09)μη με βυσματώνεις ρε γαμώτο... (από BuBis, 28/09/09)χωριανοί! αδικήθηκε ο μπλακτζόνης! (από BuBis, 28/09/09)Είναι ατομο ο έλεκτρον; Η μήπως έιναι συγγραφική ομάδα, όπως αναφέρει στο τρίτο του σχόλιο;  (από GATZMAN, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified