Further tags

Το όπου γη και πατρίς που λένε όσοι δεν θέλουν να στεριώσουν, να προκόψουν και να γίνουν οικογενειόρχεις, αλλά προτιμούν τα one night stand, ή, ελλείψει των πρώτων, τα οne night slang. Συμπληρώνεται από το «αρκεί νά 'χει ψωμί να τρως και μουνί να γαμείς».

Ασίστ: Αυτοκτονημένος.

- Καλά, γιατί κουβαλάει στην δουλειά βαλίτσα ο Τσιλιμπούρδογλου;
- Δεν έχει μόνιμο σπίτι, οικογένεια, παιδιά, σκυλιά, γατιά. Όπου βραδιάσει και πατρίς!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση της οποίας η προέλευση εντοπίζεται σε παλιότερες εποχές, στα χωριά, όπου σε κάθε γιορτή, πανηγύρι και τα συναφή, η έναρξη των εορταστικών εκδηλώσεων δινόταν από την εκάστοτε μπάντα, τους οργανοπαίχτες (με την καλή έννοια).

Σήμερα, η έκφραση αυτή έχει χάσει αρκετά την αρχική της σημασία, της έχει αποδοθεί ένας μάλλον αρνητικός χαρακτήρας. Όταν χρησιμοποιείται, σημαίνει την είσοδο σε μια ενοχλητική κατάσταση διαρκείας την οποία ενδεχομένως έχουμε ξαναζήσει, χαοτική, ταραχώδη, ίσως λίγο βίαιη ή με σημαντικές για μας ανακατατάξεις, που μας προκαλεί δυσφορία και που θα θέλαμε να αποφύγουμε, αλλά είναι αναπόφευκτη.

- Μπαμπαααά, μπαμπά... είναι μακριά η Αυστραλία;
- Μπαμπάκια! Πωω ρε πστ! Άρχισαν τα όργανα πάλι... Σκάσε και κολύμπα, είπαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος βιάζεται και κάνει λάθη σημαντικά, που μοιάζουν με τη μεταφορά μιας γεμάτης (ξέχειλης) καρδάρας (όπως έλεγαν κι οι αρχαίοι Έλληνες) με γάλα, που θέλει προσοχή στο περπάτημα για να μη χυθεί το γάλα και αυτός που τη μεταφέρει ψωλοπαραπατά και του φωνάζει ο άλλος «σιγά ρε θείο θα χυθεί το γάλα».

Ατάκα πρώτο-ακουσμένη από τα χειλάκια του Χαρούλη του καθαρού.

Υπάρχει και η περίπτωση που κάποιος σου πουλάει μαγκιά και τον γειώνεις λέγοντας του την ατάκα «σιγά ρε θείο θα χυθεί το γάλα». Αντί της «σιγά ρε μάνγκα μας έκανες τα μούτρα κρέας», ή «για δες, ματώνω;» και του δείχνεις το ένα άκρο των χειλιών σου, εννοώντας «τσιμπάω;»: μια και δεν τσιμπάς το δόλωμα δεν έχεις και αίμα στα χειλάκια σου.

Επίσης, τραβάς και μια ροχάλα μεγέθους ταλίρου κρητικής πολιτείας λέγοντας του... «φτου ρε και κολύμπα». Αν σε φτύσει κατάμουτρα και σου πει «φτου ρε και σε πιτσιλάω» κάνε την αλάργα διότι είναι μαγκάκος πονηρός.

-Θα τον σκοτώσω τον παλιοπούστη, θα κλείσω συμβόλαιο θανάτου... Αλλά όχι, είναι ακριβό... Να τι θα κάνω, θα στείλω 5 παλικαράκια να τον κάνουν τόπι στο ξύλο!
-Σιγά ρε θείο θα χυθεί το γάλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαρίλα, κατάσταση κηδεία, κατάσταση αδράνειας και αφόρητης βαρεμάρας, στην οποία βρίσκεται ένας άνθρωπος ή μια παρέα, καθώς και μια υπηρεσία, μια γενικότερη φάση, κλπ. Είναι υπερθετικός του μουργέλα, είναι πιο κοντά προς το σαπίλα, καθότι η κατάσταση αυτή έχει ψοφήσει εδώ και καιρό και βρωμάει. Το «σαπίλα» όμως διαφέρει γιατί έχει κάποιο ίχνος κοινωνικής κριτικής μέσα, κάποια ένταση δηλαδή στο βάθος, ενώ το «ψοφιμίλα» είναι εντελώς τελείως ουδέτερο. Βαριέται κι αυτός που το λέει, δεν υπάρχει πάθος πουθενά.

  1. - Καιρό έχω να σε ρωτήσω, πώς πάει το τμήμα σου;
    - Τίποτα, ψοφιμίλα. Δεν κουνιέται πούστης, σου λέω.

  2. - Περάσατε καλά χθες;
    - Μπα, ψοφιμίλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χυδαία παραλλαγή της λατινικής έκφρασης «a posteriori» (εκ των υστέρων). Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει κάτι που έγινε με τρόπο που παραπλάνησε/αδίκησε τον ομιλούντα. Δυνητικό συνώνυμο του μπαμπέσικα.

- Και καλά ρε, δεν πήρες χαμπάρι ότι η εταιρεία έψαχνε για άτομο ακριβώς με τα προσόντα σου;
-Όχι βέβαια! Ο «φιλαράκος» μου ο Πετράκης φρόντισε να να πάρει τη δουλειά ο μπατζανάκης του και εμένα με ενημέρωσε α πουστεριόρι!

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασική έκφραση δήλωσης απόλυτης άγνοιας. Με άλλα λόγια, είμαι ανίδεος, δεν καταλαβαίνω Χριστό, είμαι παντελώς άσχετος.

- Γιαγιά, τσέκαρε την καινούργια μου κινητούμπα... έχει camera 11.1 megapixel, GPS, MLRS, GTP, GTPK, RTFM και φκιάνει και φραπέ.... μιλάμε, δεν υπάρχει...
- Τι μου λες παιδάκι μου... αφού έχω μαύρα μεσάνυχτα από αυτά...

Got a better definition? Add it!

Published

Σε θέση επιρρηματικού κατηγορουμένου, σημαίνει ολόκληρος, κατευθείαν, όπως είμαι. Παρόμοια σημασία με το ολοσούμπιτος.
Π.χ. μπήκαμε συμπούρμπουλοι = μπήκαμε κατευθείαν, όπως ήμασταν.

Ετυμολογικό σχόλιο: πιθανώς προέρχεται από το συμπούπουλος = «μαζί με τα πούπουλα», «αξεπουπούλιαστος, αμάδητος», που σε φράσεις όπως «ο σκύλος έχαψε το σπουργίτι συμπούπουλο» τείνει να λάβει τη σημασία του «κατευθείαν, χωρίς πολλά-πολλά».

Και όπως ήμασταν στο κέφι και δε γουστάραμε να το διαλύσουμε, φεύγουμε από το μαγαζί και σκάμε εφτά άτομα συμπούρμπουλοι στο σπίτι του Γιάννη, τρεις η ώρα το πρωί. Χαρές που έκανε η μάνα του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κόλπο», δόλιο τέχνασμα, τερτίπι, βρομοδουλειά, κατεργαριά, απατεωνιά, μπαμπεσιά, μπαγαποντιά, παπατζιλίκι, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ανέντιμη ή παράνομη δραστηριότητα για προσπορισμό κέρδους, αισχροκέρδεια, «εκμετάλλευση», νοθεία, «μαγείρεμα» με την κακή την έννοια (λογαριασμών, αποτελεσμάτων κ.λπ.), «μηχανή».

(Bαθιά ανάσα - συνεχίζουμε:).

Αναφέρεται κυρίως σε οικονομικές δραστηριότητες, παίζει όμως και σε ποδοσφαιρικά γήπεδα με την μορφή του τεχνάσματος παραπλάνησης του αντιπάλου και του διαιτητή ενδεχομένως, αν είναι πολύ πετυχημένη (π.χ. πάει ο άλλος να βαρέσει το φάουλ και πηδάει πάνω από την μπαλίτσα χωρίς να την αγγίξει και σκάει από το πουθενά ο δεύτερος που το βαράει κανονικά και τους αφήνει όλους κάγκελα, γιατί δεν το περιμένανε δεν τον περιμένανε α- α, γκολ).

«Κομπιναδόρος» είναι αυτός που κάνει την κομπίνα. «e-κομπίνα» είναι η κομπίνα που γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω διαδικτύου κ.λπ. «Κομπίνα από μέσα» (το λεγόμενον inside job) είναι μια κομπίνα με συνεργασία ανθρώπων του περιβάλλοντος του θύματος.

Ο όρος «κομπινεζόν» χλωμό να έχει ετυμολογική σχέση, αλλά πάλι δεν είναι να παίρνει και όρκο κανείς (μεταγενέστερη διόρθωση: έχει, έχει σχέση, το λέει ο χάνκυ στα σχόλια, το κομπινεζόν είναι βρακί και σουτιέν μαζί και αυτό από μόνο του είναι μια κομπίνα ως συνδυασμός). Σίγουρα έχει εννοιολογική σχέση όταν το κομπινεζόν κρύβει την κοιλάρα ή το πεσμένο βυζί εντέχνως, όσο να 'ναι είναι κι αυτό μια κομπίνα, αλλά είναι θεμιτή γιατί στον πόλεμο και στον έρωτα όλα επιτρέπονται.

Ο όρος κομπίνα εμφανίζεται και στην τέχνη, εφόσον άσμα ηρωικό και πένθιμο του Γιώργου Ζαμπέτα φέρει στίχο «Ελληνας χωρίς κομπίνα, πεθαμένος από την πείνα» κι αυτό αν το καλοσκεφτεί κανείς είναι πολύ τραγικό για την φυλή μας, αφού δείχνει πόσο κομπιναδόροι είμαστε. Και καλά να είσαι εσύ αυτό που τα τρως από τους άλλους - αν είσαι αυτός που στα τρώνε έχουμε θέμα. Έχουμε θύμα. Έχουμε πίκρα.

Από σχόλιο της ιρονίκ (16/6) εδώ:
Με την έκφραση αυτή κορόιδευε ο Κλυν αυτούς που το παίζανε ακόμα λαντέρνα φτώχεια και φιλότιμο ενώ ήταν πια μεσ' στην κομπίνα και απολαμβάνανε ακριβά υλικά αγαθά και γενικά έναν τρόπο ζωής που σαφώς δεν ανήκε στα λαϊκά πρότυπα που πρέσβευε, υποτίθεται, το πασοκ.

Από το μπλογκσυσλαγκιστή:
Αν θέλουν λιγότερη αθλιότητα στο χρηματιστήριο [...] Να βάλουν επιτέλους στην φυλακή τους υπεύθυνους της μεγάλης κομπίνας. Κι άμα δεν τους χωράνε οι φυλακές να σκοτώσουν και μερικούς από αυτούς τους ξεκωλιάρηδες.

Από το e-αρχείο της εφημερίδος:
«Το κάνουμε πάντα στην προπόνηση. Είναι κομπίνα!» έλεγε μετά το παιχνίδι ο Λουτσιάνο για να δικαιολογήσει το διαιτητή, αλλά στην ουσία προκάλεσε τη νοημοσύνη μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει και «γαμώ».

Υπήρχε ένα παλιό ανέκδοτο πριν από χρόνια:
- Πώς λέγεται ο Ολλανδός σεξολόγος;
- ;
- Βαν Χώστεν!

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόλογος: Η σύγχρονη ζωή, που μας παρασέρνει ώστε να χρησιμοποιούμε αλληλοσυνδεόμενα γκατζετάκια ακόμα και στην τουαλέτα (βλ. σχετική αναφορά στο λήμμα σλανγκοπαθής), με πρώτα και καλύτερα τα κινητά (τα οποία κουβαλάμε πάνω μας, κολλητά με το σώμα μας, ενίοτε δυο-δυο και σπανίως απενεργοποιούμε), μας έχει μπλέξει με την ανοχή μας σε μια, πρωτοφανή για την φυσική ιστορία του πλανήτη μας, πλημμύρα πηγών ύποπτης ακτινοβολίας η οποία δύσκολα θα βγει σε καλό για την υγεία μας.

Η πρωτότυπη σλανγκιά: Ακουσμένη από πιλότο πολεμικής αεροπορίας, η έκφραση αποδίδει την ελαφρώς μοιρολατρική ανησυχία αυτών των ανθρώπων για το γεγονός ότι σε πολλά μαχητικά, κάτω από τη θέση τους στο κοκπιτ, βρίσκονται όργανα ραντάρ που εκπέμπουν ισχυρότατες ακτινοβολίες, προς τα έξω βέβαια, αλλά για μια αμερικλανιά ή μια γαλλικούρα που δεν φτιάχτηκε από χέρια ελληνικά δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Έτσι, λοιπόν, φοβάται κανείς πως, μετά από μια περιπολία στο Αιγαίο πέλαγος μπορείς να αρμέξεις τη σαύρα χωρίς ν' ανάψεις το φως, αφού οι όρχεις σου θα φωσφορίζουν από την ακτινοβολία που απορρόφησαν...

Η γενίκευση: Κάθε φορά που κοιμόμαστε σε δωμάτιο απέναντι από μια και καλά διαφημιστική πινακίδα ή κανέναν διώροφο ξεκάρφωτο θερμοσίφωνα, τα οποία κρύβουν φυσικά κεραία κινητής τηλεφωνίας, κάθε φορά που το καλοκαιράκι βάζουμε στην μπανάνα μας ένα και δύο και περισσότερα κινητά να κάνουν παρέα στον παργαλάτσο μας, κάθε φορά που οι καημένοι οι φαντάροι και οι μονιμάδες των διαβιβάσεων μπαίνουν στα ΕΡΜΗΣ και στα παρόμοια (που πιάνουν μέχρι και τα σιμπί των ταξί της Άγκυρας, λέμε τώρα...) η έκφραση έρχεται να προβλέψει και να ξορκίσει ταυτόχρονα το κακό που μπορεί να πάθουν τα ανεκτίμητα αυτά μέλη μας.

Να σημειωθεί ότι στους στρατιωτικούς δίνουν κάτι γάλατα (!) για αντιστάθμισμα. Είναι να μην ανησυχήσεις περισσότερο;

- Νταξ ναούμ, το παράκανες λίγο. Ψυγείο με WiFi και ίντερνετ;
- Για να μην απασχολώ το πισί που κατεβάζει με δορυφορική.
- Ο δεύτερος υπολογιστής;
- Τον έχω με WAN με το πανεπιστήμιο.
- Στα τρία χιλιόμετρα; Καλά τι κεραίες έχεις βάλει;
- Είναι όλα προβλεπέ για να μην παρεμβάλλονται με τα κινητά και τα iridium, ντοντ γόρι.
- Εγώ φίλε σ' αυτό το σπίτι δεν κοιμάμαι. Καλά ρε, δεν φοβάσαι για την υγεία σου; Ουρά θα βγάλεις στο τέλος! Τ' αρχίδια μου φωσφορίζουν εδώ μέσα...

Φωσφοριζέ αρχίδια για το αυτοκίνητo. Τι θα πει πού ακριβώς χρειάζονται; (από patsis, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified