Further tags

Αρκετά παλιά έκφραση με χαρακτήρα απόφανσης / συμπεράσματος.

Σε πρώτο επίπεδο αναφέρεται στη δύσκολη ζωή που διάγουν όσοι εγκατέλειψαν τα εγκόσμια αποφασίζοντας να μονάσουν. Παλιότερα, αλλά και σήμερα ακόμη, ο μοναχικός βίος προκαλούσε - δια ευνόητους λόγους - τόσο τον σεβασμό όσο και την απέχθεια. Το να παρατήσει ένας νέος / νέα την οικογένειά του και να πάει σε μοναστήρι εθεωρείτο μεγάλη συμφορά. Στο Βυζάντιο, το μοναχικό σχήμα επιβαλλόταν ως τιμωρία και η περιβόητη «κουρά» ισοδυναμούσε με ένα είδος θανάτου. Η ζωή του μοναχού είναι δύσκολη, κυρίως διότι δεν γαμεί. Αποστολή του - υποτίθεται - είναι η διακονία του Θεού και όχι οι επίγειες σαρκικές απολαύσεις. Γι' αυτό και πολλοί καλόγεροι κατά καιρούς δε την πάλεψαν και τα βροντήξαν.

Σε δεύτερο επίπεδο, το βαριά η καλογερική επεκτείνεται σε όσους - λιγότερο ή περισσότερο ενσυνείδητα - έχουν επιλέξει έναν μονήρη και αντικοινωνικό τρόπο ζωής, που αποκλείει τον έρωτα. Σ' αυτούς προσήκει η ταμπέλα «κοσμοκαλόγερος» (που λέγεται συνήθως για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη). Ορισμένοι κήνσορες της εποχής μας επιφυλάσσουν τον χαρακτηρισμό αυτό στο πολυάριθμο εκείνο τμήμα της νεολαίας που - όπως αυτοί θέλουν πιστεύουν - έχει κλειστεί σπίτι του και χαραμίζει τα νιάτα του, μονάζοντας στο Μοναστήρι του Ίντερνετ...

Βαθμιαία η έκφραση απέκτησε έναν ακόμη γενικότερο χαρακτήρα. Παραπέμπει σε οποιοδήποτε δύσκολο εγχείρημα έχει αναλάβει να φέρει εις πέρας κανείς. Ένας αγώνας με κατά τεκμήριο ισχυρότερη ομάδα, μια απαιτητική power point παρουσίαση στο γραφείο για τη Δευτέρα που μας έρχεται κ.ο.κ.

  1. - Πώς νιώθεις πασά μου τώρα που την ξεφόρτωσες τη γυναίκα σου και δεν έχεις κάποιον να σου πρήζει τ' αρχίδια κάθε πρωί;
    - Τι να σου πω ρε φίλε... Βαριά η καλογερική... όπως τα λες είναι, αλλά απ' την άλλη έχω να γαμήσω τρεις μήνες. Όλο στο χειρωνακτικό τη βγάζω..

  2. - Φίλε τα 'μαθες τα ωραία; Η εταιρεία πάει κατά διαόλου λένε... Θα γίνουν απολύσεις, αλλάζει κι η διεύθυνση...
    - Βαριά η καλογερική για όποιον αναλάβει. Θα τρέχει και δε θα προλαβαίνει.

(από johnblack, 21/05/09)(από johnblack, 21/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Kαθιστώ κάποιον μισερό από το ξύλο. Δέρνω άσχημα. Συνώνυμο του «μισερεύω».

- Ψάχνω το Γιωργάκη, άμα το επετύχω πουθενά θα το μισερώσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tο ξύλο, ο τσακωμός. Χρησιμοποιείται επίσης και στον πληθυντικό ως «ραβδές». Συνοδεύεται από το ρήμα «παίζω», καθώς συναντάται στην Κρήτη.

  1. Το Σαββάτο φέρε το παρεάκι σου στην πλατεία να παίξουμε ραβδές.

  2. Ο Μπαγιάκος έπαιξε ραβδί με τον ξάδερφό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως, αν κάνεις μονίμως τα χατίρια σε μια γυναίκα, θα σου κάνει τη ζωή δύσκολη. Πρέπει να την παιδέψεις και λίγο (κατ' άλλους: να της ρίχνεις και καμιά ψιλή) για να σ' έχει εκείνη στα όπα-όπα (να σε λέει, όπως λέμε «θείο»).

Ετυμολογικά, προέρχεται από τους ψαράδες που, κατά παράδοση, είθισται να «σβουρίζουν» τα χταπόδια για να μαλακώσουν: τα κοπανάνε με δύναμη σ' έναν βράχο αρκετές φορές (από 40 ως 100, αναλόγως τον ψαρά, και οι αριθμοί πάντα διακρίνονται από ακρίβεια όσο και συμβολισμό). Όπως το λαχταριστό μαλάκιο, λοιπόν, έτσι και η γυναίκα (το μουνί, στην προκειμένη φράση, συνεκδοχικά) μαλακώνει και γίνεται πιο τρυφερή και χαδιάρα όσο την παιδεύεις, όσο την «χτυπάς» (μεταφορικά, ελπίζω). Η πρακτική αποτελεσματική, καθώς αν το χταπόδι είναι φρέσκο, γίνεται αρκετά σκληρό, ιδίως στη σχάρα. Δεν είναι, ωστόσο, απαραίτητο να γελοιοποιείται κανείς στην παραλία: το ίδιο και καλύτερα αφραταίνει το χταπόδι αν το αφήσετε μια-δυο μέρες στην κατάψυξη. Δεν το συνιστώ για τη γυναίκα, φυσικά.

- Πάλι την έφτυσες, ρε, τη Ράνια; Θα σε παρατήσει, κακομοίρη μου, και θα τρέχεις...
- Ρε, το μουνί και το χταπόδι, όσο το χτυπάς απλώνει, λέμε.
- Ναι, και το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν το ξέρει ιδρώνει, αλλά λέω μη σου τα φορέσει καμιά μέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολόιδιος, πανομοιότυπος, ξεπατικωτούρα, σαν αντιγραφή με καρμπόν (το μπλε φύλλο με το μελάνι που βάζαμε κάααποτε ανάμεσα σε δυο σελίδες και ό,τι γράφαμε στην επάνω περνούσε και στην από κάτω). Λέγεται για τα πάντα.

Συνώνυμα: φτυστός, τάλε κουάλε.

  1. Απόδραση καρμπόν
    Δραπέτευσαν ξανά με ελικόπτερο οι Παλαιοκώστας και Ριζάι. Ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό των δραπετών του Κορυδαλλού, έχει εξαπολύσει η αστυνομία. Η πανομοιότυπη απόδραση με ελικόπτερο εγείρει σοβαρότατα ερωτήματα.
    (από τον Σκάι)

  2. - Τα έκανα θάλασσα, είπα στη Μαίρη «Γεια σου Κάτια» και με στραβοκοίταξε.
    - Ε δε νομίζω, αφού το ξέρει ότι μοιάζουν πολύ.
    - Μόνο πολύ; Καρμπόν είναι σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτονομημένη φράση από ανέκδοτο, συνώνυμη με το ωραία φέτα.

Το ανέκδοτο είναι το ακόλουθο:

Τυπάς, ολίγον γκάου, συνευρίσκεται σε οικία τραβελιού, χωρίς να γνωρίζει την αρχιτεκτονική κάτοψη της κυρίας. Όταν εκείνη τον ρωτά αν θέλει μια μπύρα, αυτός απαντά καταφατικά, σκεπτόμενος ότι λίγο αλκοόλ θα τον ανέβαζε κάπως…

Από την κουζίνα, η βε, του φωνάζει: Ξέρεις, δεν έχω κλειτορίδα.
Κι αυτός απαντά: Καλά, δεν πειράζει, πιάσε μια amstel, τότες.

Χρησιμοποιείται όταν υπονοούμε ότι :

  • αυτά που λέγονται στην συζήτηση είναι μαλακίες ή τρία πουλάκια κάθονται
  • μην κρίνεις το βιβλίο από το εξώφυλλο του
  • ότι κάποιος είναι περήφανος στ' αυτιά / έχει μαρμέλαδα στ' αυτιά
  • ασχετοσύνη στο έπακρο, κάποιος που δεν έχει δει το σημείο σου.
  1. - Πάμε πλατεία σήμερα; - Δεν το είπες σωστά, πλλλατεία λέγεται.
    - Καλά πιάσε μια amstel τότε ρε σλανγκαρχίδη, πάλι στο slang.gr την έβγαλες ψες βράδυ με την mes…
    - Yes master…

  2. - Βγήκα χτες με τον Λάκη, καλό παιδί, αλλά με φαίνεται ολίγον αρκουδοπεταλούδα.
    - Καλά, πιάσε μια μπύρα Δουκαίνη μου, τι αρκουδοτέτοιο με λες. Σε γύρισε σε όλα τα μαγαζιά το τεμέτερον, σε πήρε λουλούδια, σε πήγε σπίτι τ', βγάλατε τα μάτια σας και ακόμα αμφιβάλλεις. Τι να σε πω τώρα; Μω την πίστη σ', σέφτελη.

  3. - Τσίφτη, πιάσε ένα 12άρι γερμανικό και ένα στραβοκατσάβιδο.
    - Να βάλω γάλα ;
    - Καλά πιάσε μια amstel, μιλάμε!
    - Γλυκό, όπως πάντα, αφεντικό, ναι ;

  4. - Καλά ρε σαψάλω, δεν σε είπα να μην πατήσεις το F7 πριν τελειώσει το download; - Μα δεν το πάτησα το F7 αλλά το Esc, σε λέω αλήθεια.
    - Καλά, δεν πειράζει, πιάσε μια amstel τώρα.
    - Δεν έχω μπύρα, να σε κάνω ένα φραπέ;

(από BuBis, 22/05/09)(από BuBis, 22/05/09)κλειτοριδική... (από BuBis, 08/07/09)

Δες και από την πόρτα σου περνώ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση —από μικροτσούτσουνους— στην ερώτηση «τι μετράει πιο πολύ στην ικανοποίηση της γυναίκας: το μήκος ή η τεχνική».

Το ντιπέητ φυσικά δεν έχει καταλήξει σε τελικά συμπεράσματα, πέρα από κάποιες αποχρώσες ενδείξεις.

Χρησιμοποιείται ωστόσο ως μια κουβέντα παρηγοριάς από πολλές γυναίκες προς τους συντρόφους τους, χωρίς φυσικά να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα (τους), τις επιθυμίες (τους) και τις ανάγκες (τους).

Σλανκικώς δε, λέγεται όταν αναγνωρίζουμε την μικρότητα μας με βάση κυρίως τα υλικά αγαθά, αλλά θέλουμε να προβάλουμε τις —καλά κρυμμένες— εσωτερικές μας ποιότητες και προτερήματα.

  1. ‘Έλα μωρουλίνι μου, μην βλέπεις αυτόν τον τρίποδο και κομπλάρεις, Η τεχνική μετράει πιο πολύ Αντρούτσο μου! Έτσι κι αλλιώς εσύ φιλάς καλύτερα!

  2. - Μπορεί αυτός να είναι μπρούκλης και να είναι χεσμένος στο τάλιρο, αλλά εγώ έχω το τούτο μου και τον τρόπο μου… - Ναι ρε τρόμπα, η τεχνική μετράει πιο πολύ. Άντε ρε κοιτάξου στον καθρέφτη και τράβα μια παχιά!

(από BuBis, 25/05/09)Δώρο μου το έκαναν. (από poniroskylo, 25/05/09)(από BuBis, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάτη, χαράμι, κόλπο, κομπίνα, λαμογιά, δολοπλοκία, μαλαγανιά.

Γενικά, φέρσιμο μαϊμούς που για την εξασφάλιση τροφής, σεξ και επιβίωσης κάνει άπαντα τα παραπάνω και όχι μόνο.

Απαντάται σε πληθυσμούς του Ενδόξου Βορρά που έχουν έρθει από την Εγγύς Ανατολή.

  1. Άιντε, φτάνουν τα μαϊμουτζιλίκια και ότι δήθεν νοιάζεσαι για μένα και τα συναισθήματα μου. Το μόνο που σκέφτεσαι είναι να με ξεσκίσεις άγρια. Γι αυτό λοιπόν κι εγώ αύριο σεξ !

  2. Άσε τα μαϊμουτζιλίκια, ρε μπαγάσα, εγώ δεν μασάω. Σιγά μην σε δώσω χίλια ευρώ γι αυτόν τον χάρο. Κι εσύ κι αυτός είστε για τον χουρδά. Τι gti, GTP είστε!

  3. Γι αυτό λένε όλα αυτά τα μαϊμουτζιλίκια οι ρεμπεσκέδες; Για λίγα ψηφαλάκια; Φέτος θα πάρουν τον πέοντα μου!

(από BuBis, 22/05/09)(από panos1962, 17/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε ότι σε κάποιον είναι σαν να έβαλαν νέφτι στον κώλο άμα δεν μπορεί να σταθεί σ' ένα μέρος και γυρνάει σαν τη σβούρα. Το λέμε και άμα κάποιος τρέχει πολύ γρήγορα. Η έκφραση βγήκε γιατί το νέφτι τσούζει πολύ.

- Μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Βρασίδας με δυο φουσκωτούς για να πάρει τα λεφτά, την έκανε με χίλια. Λες και του είχανε βάλει νέφτι στον κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Η έννοια αφορά κάποιον που τα έχει γραμμένα όλα στα αρχίδια του και είνα αραχτός.

(στο στρατό)

- Καλά ρε μαλάκα, φυλάει ο μαλάκας σκοπιά χωρίς κράνος και εξάρτηση;
- Μιλάμε το άτομο είναι πολύ χύμα... Κάτσε να βγεί η έφοδος και τον βλέπω στον ντάκο αύριο το πρωί!!!

Γραψαρχιδίνη (από allivegp, 22/05/09)Fukitol (από allivegp, 22/05/09)Starxidiamol (από allivegp, 22/05/09)

Δες επίσης και χύμα στο κύμα, χυμαδιό, το, χυμείο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified