Further tags

Στη Μεθώνη από την Ενετοκρατία, υπήρχε ο νόμος της αρρενογονίας: ο πρώτος γιος κρατούσε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας. Οι αδελφές έπαιρναν μόνο το ποσό της προίκας που είχε συμφωνηθεί και τίποτα άλλο. Ίσχυε αυτό που λέγανε λοιπόν το «ό,τι πάρει η νύφη στην Καβάλα». Τούτο σήμαινε ότι η γυναίκα δικαιούται όσα πήρε μέχρι την ώρα που σαν νύφη καβάλησε το άλογο και πήγε στο σπίτι του άντρα της.

Από το νέτι εδώ.

Τούτο σήμερα φυσικά έχει αλλάξει αφού η γυναίκα εργάζεται και δεν ισχύει όπως πριν, γιατί καταργήθηκε εκ των πραγμάτων η προίκα και γυρίσαμε στο αντίθετο να λέμε ότι είναι δύσκολος γαμπρός και δεν πρόκειται να παντρευτεί αυτός που δεν έχει προίκα. εδώ.
Πού είναι οι καιροί που λέγανε: Ό,τι πάρει η νύφη στην καβάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χοντροκώλα γκόμενα, που είναι φαρδιά κάτω και στενή πάνω, αυτή που έχει μεγάλη λεκάνη.

-Κοίτα την αχλάδω που περνάει!

(από boulgaroktonos, 03/01/12)(από boulgaroktonos, 03/01/12)

Βλ. και αχλαδομουνοπατσαβούρα, αχλαδομούνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευγενική έκφραση για κάτι που είναι κλεμμένο. Εναλλακτικά ψειρισμένο.

Κύριε Γαβαλά θέλετε ένα φαγωμένο ρολογάκι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H πουστοποίηση.

Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί από τον Πλεύρη (père).

- Όχι στην εκπούστευση της ελληνικής γλώσσας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γεμίζω το στόμα μου με νερό και ραντίζω κάτι για να το υγράνω ελαφρά.

Το αναφέρει κάπου ο Πετρόπουλος, και ο Λουντέμης στο Παιδί που «τα μέτραγε τ' άστρα» γράφει, μιλώντας για στριφτό τσιγάρο τα εξής : «Το 'κοβες απ' το χωράφι, μπρέ παιδί, το κρέμαγες κι ερχότανε και γινότανε κίτρινο σα φλουρί. Το 'παιρνες ύστερα, γέμιζες το στόμα σου νερό, το μπούχιζες, και καθόσουνα σταυροπόδι και το 'κοβες γλυκά-γλυκά, κι ύστερα τ΄άναβες και μοσκοβόλαε η κάμαρή σου σαν εκκλησιά».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός για κάποιον που είναι γκαντέμης σε ό,τι αφορά την προσωπική του υγεία υπό την έννοια ότι αποτελεί πρώτο υποψήφιο για να εμφανίσει:

  • Συρροή σπάνιων συνδρόμων π.χ. ρευματικά νοσήματα, αυτοάνοσες παθήσεις, κ.α. παρόμοια,
  • Σπάνιες μορφές νεοπλασιών (π.χ. μαστού σε άνδρες),
  • Απαράλλαχτα θα εμφανίσει τις πιο κουφές παρενέργειες με τη λήψη ακόμη και των πιο συνηθισμένων φαρμάκων (π.χ. τοξική επιδερμική νεκρόλυση με λήψη ερυθρομυκίνης),

...και γενικά τραβά ασθένειες, ατυχήματα και τραυματισμούς σαν μαγνήτης. Ακόμη και σε ένα χώρο με πολλά άτομα το καλοκαίρι, τα κουνούπια θα τον προτιμήσουν από όλους και θα πέσουν πάνω σ' αυτόν να τον κάνουν βούκινο.

- Όντως λοιπόν, όπως οι περισσότεροι υποψιαζόμασταν όλα αυτά τα χρόνια, οι «γλυκοαίματοι» δεν είναι απλώς ένας παραδοσιακός μύθος: τα κουνούπια έχουν πραγματικά την τάση να «επιτίθενται» συχνότερα σε ορισμένους ανθρώπους! (από εδώ)

- Ρε παιδιά εμένα γιατί δεν με τσιμπούν ποτέ;;;; Είμαι κι εγώ πικροαίματη ;;;;; ( Εκαταλάβαν μας και τα κουνούπια....:π) (ο αντίποδας από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο απαθής. Ο τελών σε κατάσταση μακάριας αδιαφορίας. Ο ευρισκόμενος σε νιρβάνα. Αυτός που δεν παίρνει μυρωδιά και δεν αντιδρά σε τίποτε.

«Βούδας της Ραφήνας» έχει χαρακτηριστεί και ο τ. Πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής ΙΙ επειδή συνόψιζε στο πρόσωπό του τις παραπάνω ιδιότητες όταν θα περίμενε κανείς ν' αναλάβει δράση για φλέγοντα ζητήματα.

Ο «Βούδας» Καραμανλής, ο «Μαοϊκός» Πάγκαλος και άλλες ιστορίες… από το wikileaks (από εδώ)

(από Khan, 09/06/12)Ως "βούδας" χαρακτηρίζεται πλέον και ο Προκόπης Παυλόπουλος. (από Khan, 13/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφορά την περίπτωση κλανιάς, ασχέτως κατηγορίας (λαδερή, λιγδιάρα, τιρμπουσονέ, κατά ριπάς, κατσαρή, παραπονιάρα, Γης Μαδιάμ, κομπολογάτη, κλπ) η οποία κατά την έξοδό της στην κοινωνία συνοδεύεται από τη μύτη βρομερού κουραδόσκατου, γεγονός που οφείλεται συνήθως σε υπερβολικό σφίξιμο.

Προς αποφυγήν τέτοιων embarrassing καταστάσεων καλό θα είναι να ακολουθείται η συμβουλή του Ηλία Πετρόπουλου σύμφωνα με την οποία μια ζορισμένη πορδή καταλήγει συχνά σε ένα μικρό σκατουλάκι. Ας αναφερθεί και η ταυτόσημη Αγγλοσαξονική (Καναδάς δεκαετία 60) έκφραση «a fart with a turtlehead» (κλανιά με κεφάλι χελώνας).

- Πού τρέχεις ρε σαν παλαβός;
- Άσε, πάω για καινούργιο σώβρακο, μπουμπούνισα μια κομπρεσεράτη και βγήκε με ψαχνό.
- Ε καλά, άμα είναι να μας χέσεις να μη σε κρατάω...

(από Vrastaman, 03/01/12)

Βλ. χέκλασα, εχεκλάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν έχει σχέση με τις αλλαξοκωλιές. Αναφέρεται όταν βάζουμε μόνο την άκρη του πέους κοινώς πουτσοκέφαλο, εις τον πρωκτό. Με λίγα λόγια είναι σαν να βάζουμε την μύτη. Οι μυτοκωλιές γίνονται συνήθως σε γυναίκες που δεν είναι συνηθισμένες στον πρωκτικό έρωτα, ώστε να μην τις πονέσουμε πολύ.

- Ρε μωρό μου, μη μου κάνεις μυτοκωλιές, δεν είμαι καμιά παρθένα!

(από boulgaroktonos, 03/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεσπαθώνω/ξυπνάω έστω και αργά. Η έκφραση «σήκωσε κεφάλι» χρησιμοποιείται από όσους είναι μονίμως στη φάπα. Όταν λοιπόν σηκώνουν κεφάλι, τότε δείχνουν ότι έφτασε η ώρα να αντιδράσουν.

  1. - Δεν γνωρίζουμε πότε θα κάνουμε εκλογές φέτος.
    - Καλύτερα να μάθετε, γιατί άμα ο λαός σηκώσει κεφάλι όπως πέρυσι, τότε φέτος προβλέπω ότι θα σας κρεμάσει ανάποδα στο Σύνταγμα.

  2. - Πετρόπουλος, κάνε ζέσταμα.
    - Τι λες ρε κόουτς; Για να μπω στο '90; Μισή σεζόν βγάζω μάτια στην προπόνηση και τους περνάω σαν σταματημένους, για να με έχεις στον πάγκο; Δε μπαίνω και πες ότι μαλακία θες στον πρόεδρο.
    - Όπα ρε Κωστάκη, χαλάρωσε. Σηκώσαμε κεφάλι;

(από HardcoreGR, 04/01/12)(από HardcoreGR, 04/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published