Further tags

Χιουμοριστική έκφραση, κυρίως μοτοσυκλετιστών, που περιγράφει την παροιμιώδη αντοχή των Honda ή διακωμωδεί την ενίοτε κακή τους ποιότητα.

- Βρε, ακόμη με το Τρανσάλπ ξακόσια κυκλοφορείς;
- Χόντα, όλο προσόντα, φίλε μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μικρή ποσότητα του νόμιμου και δηλωθέντος εμπορεύματος που μπαίνει στο άνοιγμα του εμπορευματοκιβωτίου (container) ή του φορτηγού για να κρύψει το μη δηλωμένο και παράνομο, που αποτελεί την πλειονότητα του φορτίου.

Από την καθιερωμένη σημασία της τάπας ως του βουλώματος στο άνοιγμα ενός δοχείου.

  1. - Και τελικά τι είχε το κοντέινερ;
    - Μπροστά τάπα από μαχαιροπήρουνα που είχε δηλωμένα και από πίσω μαϊμούδες. Πολύ πράμα, σαράντα χιλιάδες ρολόγια και εβδομήντα χιλιάδες αρώματα.
    - Τι μάρκες;
    - Ό,τι θες, ό,τι μάρκα υπάρχει στο εμπόριο. Στείλαμε έγγραφα στις εταιρείες για επιβεβαίωση ότι είναι απομιμήσεις και μετά πήγαν για καταστροφή όλα.

  2. Από εδώ:

Οι εγκέφαλοι των κυκλωμάτων της διακίνησης συνήθως χρησιμοποιούν για προκάλυψη -«τάπα» όπως λέγεται στη γλώσσα των τελωνειακών- πάσης φύσεως αντικείμενα, από… χαρτοπετσέτες και βρεφικές πάνες μέχρι γυαλικά, τηγάνια, παιδικά αμαξάκια, πλακάκια και έπιπλα. Τέτοιου είδους αντικείμενα τοποθετούνται στο κλείσιμο του κοντέινερ ώστε να παραπλανήσουν τους τελωνειακούς εφόσον ανοιχτεί το φορτίο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρωκτική τάπα, ή αλλιώς πρωκτική σφήνα, είναι σεξουαλικό παιχνίδι που εισάγεται στον πρωκτό και μένει «σφηνωμένο» εκεί.

Από το αγγλικό anal plug ή αλλιώς butt plug.

Βλ. και πρωκτοτάπα.

  1. Από το διαδίκτυο:

Της έβαλα μια τάπα στον κώλο και της είπα να ντυθεί. Έπρεπε να βγει να πάρει γλυκά χωρίς σουτιέν και κιλότα μόνο με το κοντό φουστανάκι της. Όσο θα έλειπε θα της ετοίμαζα την επόμενη τιμωρία.

2.

- Σκάσε μωρή πουτάνα μη σου βάλω τάπα.
- Τι φάση;

Χλιδαία τάπα (από Khan, 23/03/14)Τάπα με ουρά (από Khan, 23/03/14)Μεταμοντερνιάρικο "χριστουγεννιάτικο δέντρο" στο Παρίσι που ήγειρε αντιδράσεις. (από Khan, 18/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Λολαδερή εκδοχή της τάπας / πρωκτοτάπας.

Το σεξουαλικό αυτό βοήθημα είναι συνήθως βραχύτερο από το συμβατικό δονητάρι και φέρει προεξοχή ασφαλείας προκειμένου να σφηνώνει κοπροστεγώς στις σούφρες μερακλή(ού)δων. Για οδηγίες αποτελεσματικής και ασφαλούς χρήσεως, βλ. εδώ.

Γνωστό στην εσπερία ως butt plug.

- Πάντως εμείς το butt plug στο χωριό μου το λέμε πορδοβούλωμα
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γλειφτρόνι που φιλάει κατουρημένες ποδιές ή μια κατάσταση που είναι χλίδα και πολύ μέλι.

-Αυτόν τον κωλομεγλειφάτο τον Ταδόπουλο στο παράθυρο να γλείφει τον Χατζηπαπάρα τι τον βάλανε;

-Το πούλησε τελικά το σπίτι να μην πληρώνει και χαράτσια και πήρε ένα αμάξι κωλομεγλειφάτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μηχανή που σου παίζει τον πούτσο σου άμα τον βάλεις μέσα. Αλλά και η κοπέλα που κάνει πίπα με αυτόματο μηχανικό τρόπο και καλό ρυθμό.

Τσιμπουκιέρα τσιμπουκιέρα μοιάζεις με την φοντανιερα,
Το ψωμακι σαν βουτισεις κωλαρακι θα δωρισεις
Βουτα όλη την σαλτσουλα αυτό δεν σε κάνει τσούλα
Το τυράκι αν τσιμπισεις ισως να τον κολατσισεις
Τι και αν γύρισα τον κόσμο το αιδίο μυρίζει διόσμο
Κωλαράκι άμα δωσεις την βραδιά ισως να σώσεις.
http://juanitopoet.blogspot.gr/2009/12/blog-post_30.html

Παραλλαγή του γνωστού και μη εξαιρετέου φραπεδάιζερ (από Khan, 30/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λυόμενο είναι το μικρού μεγέθους κτίσμα το οποίο αποτελείται απο έτοιμα τμήματα, κάτι που καθιστά εύκολη την συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγιση του. Χρησιμοποιείται κυρίως για κάλυψη εκτάκτων αναγκών, πχ σεισμοί κλπ

Στην οπαδική slang όμως, λυόμενο ονομάζεται μειωτικά απο οπαδούς άλλων ομάδων το στάδιο Καραισκάκη, έδρα του Ολυμπιακού.

Το στάδιο χτίστηκε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και έλαβε κρατική χρηματοδότηση με αδιαφανείς διαδικασίες με αποτέλεσμα η όλη διαδικασία να γίνεται υπο την σημαία του «κονομήστε τώρα που γυρίζει και όποιος προλάβει».

Έτσι, το τελικό αποτέλεσμα είναι μάλλον άσχημο και φαίνεται αρκετά προχειροφτιαγμένο, κάτι που πιθανότατα ενέπνευσε τον εν λόγω χαρακτηρισμό.

Συνόνυμα: τηγάνι, Τρούμπα

  1. Η υπόθεση του γηπέδου Καραΐσκάκη ή αλλιώς τηγάνι ή αλλιώς λυόμενο, βρωμάει όπως ο βόθρος, όπως ο γαύρος δηλαδή... εδώ

  2. η φετινή χρονιά αναμένεται να έχει λιγότερους πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές για την ομάδα με έδρα το λυόμενο, αλλά με πολύ περισσότερο σανό…
    εκεί

  3. ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΤΙΠΟΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΝΩΣΤΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ ΠΛΕΟΝ,ΡΙΨΗ ΒΟΜΒΑΣ ΜΟΛΟΤΟΦ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΛΥΟΜΕΝΟ,ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΜΟΙΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΤ,ΟΠΟΥ «ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΔΕ,ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΕ,ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ» ΤΙΠΟΤΑ; παραπέρα, στα σχόλια

Ξεμείνανε κάτι σκαλωσιές (από Kilerakias, 31/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Το ξέρω, ξεχασμένος γαλλισμός είναι, τι νομίσατε ρε, ότι βγαίνανε βόλτα οι κοπελιές στη Φραγκιά με το απαυτό ανά χείρας; Έλα Παναγία μου, χαρτοφύλακα βαστάγανε les chaperdones, άντε ανοίχτε κάνα ντιξιοναίρ να ξεστραβωθείτε.

Τεσπα, από το παράδειγμα υπ' αρθιμόν ένα ανθιζόμεθα ότι η λέξη ήταν αν μη τι άλλο κατανοητή, τουλάχιστον σε ελληνικό μεσοπολεμικό αστικό περιβάλλον (για παραέξω δεν το κόβω). Κι όσο για τις χειροποίητες σερβιέτες υγειονομικού ενδιαφέροντος, αν θυμάμαι καλά σκέτο(;) πανιά τις λέγανε ανά την επικράτεια.

  1. Από πού βγήκανε και ξεχυθήκαν αυτά τα πλήθη των γυναικών στο Παρίσι; [...] Γυναίκες φοιτήτριες, υπάλληλες, μιντινέτες, γκαρσόνες [...] Γυναίκες, που βαστάνε στην αμασκάλη ή στο χέρι μια σερβιέτα με βιβλία ή νότες, βιολιά μέσα στη θήκη τους, παλέτες ή πινέλα [...]

(Χωρίον ανερυθριάστως κατσικωθέν από το βιβλίο «Κώστας Βάρναλης. Γράμματα από το Παρίσι», εκδ. Αρχείο 2013 ).

  1. Ο ανόητος μεταφραστής των «Καπετάνιων» του Ντομινίκ Έντ περιγράφει το αρχείο του Άρη τυλιγμένο σε μια πετσέτα, επειδή η γαλλική λέξη serviette έχει διττή σημασία (: πετσέτα, πεσκίρι, και, χαρτοφύλακας ).

Η. Πετρόπουλου «Ο κουραδοκόφτης», εκδ. Νεφέλη.

  1. Σερβιέτα φοράνε στη Σερβία. Στη Ρωσία φοράνε σοβιέτα.

«Είτε παίδες Ελλήνων, είτε παίδες βαρβάρων»
Δ. Ν. Μαρκόπουλος, Αθήνα 1994.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφρασις του Ούριου ανέμου, του ανέμου δηλαδή που πλέει προς την κατεύθυνση της κίνησης ενός πλοίου, του ευνοϊκού δηλαδή ανέμου (μεταφορικώς των ευνοϊκών συνθηκών).

Ταυτόχρονα σύνθετη λέξη από το ματσούρι και τον Ούριο άνεμο. Ματσούρι εκ του Αγγλικού mature, της ώριμης δηλαδή γυναικός. Το ματσούρι διανύει την 5η με 6η δεκαετία της ζωής του(45-60 περίπου) και είναι το επόμενο στάδιο του μιλφονιού και το πρώιμο του τζιλφονιού. Πολλές φορές είναι χήρες ή παντρεμένες με μεγάλα τέκνα που έχουν σκυλοβαρεθεί την έγγαμη ζωή τους και αναζητούν σεξουαλικά ερεθίσματα και τρόπους να εκτονωθούν σεξουαλικά κυρίως με μικρότερους τύπους (αλλά όχι και απαραίτητα).

Όταν μαζεύονται πολλά ματσούρια δημιουργείται ο ματσούριος άνεμος που καταπίνει στο πέρασμά του από ντόπια τεκνά μέχρι πλανόδιους μικροπωλητές Πάκηδες και Αφρικανούς που είχαν την ατυχία (ή την τύχη όπως το πάρει κανείς) να βρεθούν στο πέρασμά του.

Μέρη που συχνά δημιουργείται ματσούριος άνεμος είναι τα κομμωτήρια, τα στριπτιτζάδικα με ladies nights, τα swinger clubs κτλ.

- Πωπω φίλε κοίτα τέσσερις πενηντάρες που έχουν μπάρμπα τον Φουστάνο. Στην τρίχα και ψάχνονται σίγουρα όλες τους!
- Ματσούριος άνεμος θα μας καταπιεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο κόπανος για την σύνθλιψη, κονιοποίηση, πολτοποίηση και ανακάτεμα στερεών και λιπαρών ουσιών/συστατικών στου γουδί. Μπορεί να είναι ξύλινο, ορειχάλκινο, inox, πλαστικό, μαρμάρινο ή απο ηφαιστειακή πέτρα. Η λέξη είναι σύνθετη από τις λέξεις «Ίγδιον»(γουδί) & «χείρ»(χέρι). Χρησιμοποιείται ακόμα μιας και υπάρχουν παρασκευές που απαιτούν λεπτότερους χειρισμούς από εκείνους ενός αυτόματου πολυκόπτη/multi(σκορδαλιά, ταραμοσαλάτα, γουακαμόλε, σύνθλιψη υλικών για κοκτέιλ τύπου Mojito, Caipirinha κτλ.).

  2. Παρομοίωση για το μεγάλο, χοντρό και σκληρό σαν το γουδοχέρι πέος. Το ουσιαστικό «γουδοχέρι» ακολουθεί συχνά επιφώνημα θαυμασμού (ωωω, α, πωωω κ.α.) καθώς και την αντωνυμία «τί»(γουδοχέρι είναι αυτό;). Ειπώθηκε σαν ατάκα και στην Cult ερωτική ταινία του Νικ Τζάκσον «Ποιός θα πηδήξει την γοργόνα;»(1984). Παρατίθεται και σχετικό οπτικοακουστικό υλικό της εν λόγω σκηνής.

  1. - Με το multi το έφτιαξες αυτό το τέλειο γουακαμόλε; - Ποιό multi ρε μεγάλε, με το γουδοχέρι του Jamie Oliver, lάλλη φάση!

  2. - Πωπωπω μια ψωλάρα, τί'ν αυτό; Σαν γουδοχέρι είναι! (η ατάκα από την ταινία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified