Further tags

Στις ταλιμπανικές περιόδους του ελληνισμού, έπρεπε να αποδειχθεί ότι η νεόνυμφη υπανδρεύθηκε όντας παρθένα. Γι' αυτό μετά το σεξ της πρώτης νύχτας, το ζευγάρι έπρεπε να κρεμάσει το σεντόνι με το αίμα από την απώλεια της παρθενιάς, σε δημόσια θέα ώστε να κατευνασθεί η οργή των κυρα-περμαθούλων και να περηφανευτεί κι ο γαμπρός ότι πήρε καλό πράμα. Συμβαίνει στην ταινία Στον Αστερισμό της Παρθένου με την Ζωή Λάσκαρη.

Παίζει κι η εκδοχή ότι κάποιοι γαμπροί εξίσου καταπιεσμένοι από τον θεσμό, αλλά δειλιάζοντας μπροστά στον κοινωνικό περίγυρο έβαζαν άλλο αίμα στο σεντόνι (λ.χ. από περίοδο, μικρό κόψιμο στο χέρι κ.ο.κ.) ώστε να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Δεν πιστεύω να συμβαίνει πια σήμερα, είναι θεσμός καταδικασμένος στην συνείδηση του λαού, αλλά έχει απαθανατιστεί σε ομώνυμο σκυλοτράγουδο.

Πάσα: Κνάσος.

Το παρθενόπανο

Ένα μήνα πριν το γάμο
Μου σκάσες την ιστορία
Πως αν θέλω να σε πάρω
Πρέπει νά βρω σκευωρία

Ρώτησα τι εννοείς
Αν και το ´λεγαν στη γύρα
Πως στο τέλος θα μου πεις
Πως παρθένα δε σε πήρα

Τι θα βγάλω τώρα εγώ
Το πρωί μετά το γάμο;
Το σεντόνι το διπλό
Δίχως το σημάδι πάνω;

Για ένα παρθενόπανο
Γινόμαστε κουβάρι
Άμα σ´αφησω τώρα εγώ
Να ´δω ποιος θα σε πάρει

Τη Λάσκαρη την πήρανε
Χωρίς υμενα παρθενίας
Γιατί αυτής της εκοφτε
Κι είχε σημαία Ιαπωνίας

Μου πες να κοπώ στο χέρι
Σαν τους Ψίθυρους Καρδιας
Θα με στείλει το χουνέρι
Για να κάνω μπάι πας

Σκέφτηκα έναν άλλο τροπο
Στον πατέρα σου να πω
Στην οργή να δώσει τόπο
Και εγώ να μη κοπώ

Μα την ξανασκέφτηκα
Προσκλήσεων παραγγελία
Και στο τέλος δέχτηκα
Ν´ αλλάξω ημερομηνία

Για ένα παρθενόπανο
Γινόμαστε κουβάρι
Άμα σ´αφησω τώρα εγώ
Να ´δω ποιος θα σε πάρει

Τη Λάσκαρη την πήρανε
Χωρίς υμενα παρθενίας
Γιατί αυτής της εκοφτε
Κι είχε σημαία Ιαπωνίας

Ήσουνα στις μέρες σου
Την πρώτη νύχτα στο κρεβάτι
Και την εβγαλά με σου
Μ´ εκμεκ και λίγο μάτι

Το σεντόνι βάφτηκε
Και στο μπαλκόνι βγήκα
Η ντροπή τινάχτηκε
Μα κράτησα την προίκα

Αν ήξερα τι ´ταν γραφτο
Για μενανέ να γίνει
Θα τρεχα αμέσως να κρυφτώ
Στη ζούγκλα με τους μπαμπουίνοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν αρκετές ερμηνείες της «φλόπας» στην καθομιλουμένη. Ιδού και 3 παραθέσεις:

  1. Φλόπα είναι μια ταινία / έργο που είναι τελείως μάπα (δες το σύνολο του Χόλυγουντ).

  2. Φλόπα μπόρει να έιναι και μια ατυχής περίπτωση βραδυνής μέθης και ρομάντσου, που το πρωί φαίνεται σαν ανεξήγητο δράμα.

  3. Φλόπα επίσης είναι ένα πολλά υποσχόμενο προϊόν, που τελικά αποδεικνύεται ότι είναι κακής κατασκευής.

  1. Πήγαμε στον κινηματογράφο τις προάλλες να δούμε το καινούργιο έργο με την Αντζελίνα και μιλάμε για μεγάλη φλόπα.,

  2. Άσε πού να σ'τα λέω Κώστα... Πάνω στη σούρα μου, την έπεσα σε μια τύπισσα και αποδείχθηκε μεγάλη φλόπα.

  3. Αγόρασα τις προάλλες τα Γούιντοους Βίστα και μίλαμε για πολύ φλόπα λειτουργικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη προέρχεται από τα γαλλικά (marqué(e) που σημαίνει σηματοδοτημένο, κατηγοριοποιημένο, ταμπελαρισμένο). Στην ανωτάτη ελληνική μαστορική σλανγκ μαρκέ σημαίνει «για τον συγκεκριμένο τύπο». Ο χαρακτηρισμός μαρκέ πάει συνήθως σε εργαλεία και ανταλλακτικά. Κάποιες φορές (λανθασμένα κττμγ) υπονοεί και το «κατά παραγγελία» (custom made).

Όπως λέει και ο σύντροφος Μαρξ, σκοπός κάθε εταιρείας είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους, και ύστερα όλα τα άλλα. Οπότε οι μεγάλες εταιρείες θέλοντας να βγάλουν και από την μύγα ξίγκι, πατεντάρουν μηχανισμούς και εξαρτήματα των τελικών βιομηχανικών ή καταναλωτικών προϊόντων τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν αυτά τα μηχανήματα χαλάνε, ή όταν χρειάζονται συντήρηση, να αναγκάζουν τον ιδιοκτήτη να απευθύνεται στην ίδια εταιρεία (ή στο συμβεβλημένο συνεργείο, που ο μηχανικός του ακολουθεί συγκεκριμένα σεμινάρια και ο ιδιοκτήτης του πληρώνει νταβατζιλίκι στην μαμά εταιρεία). Άρα κονομάνε και από εκεί. Βεβαίως οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι το κάνουν αυτό για την ασφάλεια του τελικού χρήστη, ώστε να μην ανοίγονται τα μηχανήματα από άσχετους και άλλα τέτοια φίδια...

Ένα παράδειγμα για να γινόμαστε πιο κατανοητοί: Τα μεγάλα επαγγελματικά εργαλεία της γερμανικής BOSCH (κομπρεσέρ π.χ.), για να τα λύσεις, έχουν γύρω στις δέκα ασφάλειες, που συγκρατούν τα εξαρτήματα μεταξύ τους. Κάποιες από αυτές είναι επίτηδες καλυμμένες ή περιπλεγμένες, δυσκολεύοντας ή καθιστώντας αδύνατον για κάποιον να τις απασφαλίσει (με τα κανονικά εργαλεία). Η BOSCH βέβαια παράγει και πουλάει (ακριβά) στα συμβεβλημένα συνεργεία, ένα εργαλείο (μαρκέ), ακριβώς για την αφαίρεση αυτών των ασφαλειών.

-Μάστορα, ψάχνω ένα εργαλείο για αυτό εδώ το παξιμάδι.
-Για δώσ' το εδώ. (βάζει γυαλάκι πρεσβυωπίας) Μπα δεν το 'χουμε. Είναι μαρκέ. Νομίζω ότι έχω δει ξανά τέτοια τετράγωνα μπουλόνια. Πρέπει να είναι από εξωλέμβια.
-Δίκιο έχεις, αλλά που θα βρω;
-Θα πάρεις τηλέφωνο στην εταιρεία από όπου την πήρες, και ή θα σου το πουλήσουν, ή θα σε στείλουν σε κάποιο συνεργείο εξειδικευμένο. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι αφότου τα βγάλεις, να έρθεις εδώ και αν δεν είναι μαρκέ και τα μπουλόνια, να σου δώσω κάποια συνηθισμένα, να μην παιδευτείς την επόμενη φορά.
-Μερσί αφεντικό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη Εξάθλια αναφέρεται προφανώς στην περιοχή των Εξαρχείων. Χρησιμοποιείται κυρίως από τα άτομα που συχνάζουν στην περιοχή και όχι από τα άτομα που την αποφεύγουν.

O ομιλητής με το λήμμα θέλει να δώσει χιουμοριστική έμφαση στην εξαθλίωση που υπάρχει στην εν λόγω περιοχή, η οποία όμως για κάποιο λόγο, αν και γίνεται αντικείμενο χλευασμού, εξακολουθεί να είναι όμορφη.

Συγγενής ορισμός του όρου είναι και ο «πρεζόδρομος», ο οποίος χρησιμοποιείται με τον ίδιο τρόπο και διάθεση από τους ίδιους ανθρώπους για τον πεζόδρομο της Μεσολογγίου στα Εξάρχεια.

-Tι λέει ρε μαλάκα, πού θα πάμε σήμερα;
-Ξέρω γω... λέω να χτυπήσουμε τίποτα Εξάθλια.
-Πάλι εκεί ρε μαλάκα... Όλο τους ίδιους και τους ίδιους βλέπουμε... Έχω βαρεθεί τη διαδρομή πρεζόδρομος - πλατεια... Πάμε πουθενά αλλού να δούμε άλλους ανθρώπους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κουβερτούλα χαρακτηρίζεται ένα ανέκδοτο (ο Θεός να το κάνει) το οποίο είναι τελείως κουφό και απελπιστικά κρύο.

Τόσο κρύο που η ακρόασή του οπωσδήποτε προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κουβερτούλας που να αγκαλιάζει στοργικά τον ακροατή, ώστε να μην δαγκώσει το καυλί του (ή να μην παγώσει το μύδι της) από την παγωμάρα που αυτό αποπνέει.

Κάπου εδώ, ο επισκέπτης (ή ο μόνιμος θαμώνας) του σλανγκγρ, ίσως αναρωτηθεί: Γιατί κάτι το οποίο είναι τόσο κρύο, χαρακτηρίζεται ως κουβερτούλα; Οέο;

Εύλογη η απορία αλλά υπάρχει καπάκι απάντηση. Η κουβερτούλα λοιπόν, είναι κατ' ευφημισμόν αναφορά στο κρύο ανέκδοτο, με σκοπό να απαλύνουμε κάπως την παγωμάρα του. Και εδώ είναι όλη η ουσία του λήμματος. Κάτι αντίστοιχο, για παράδειγμα, αποτελεί η προσφώνηση της Μαύρης Θάλασσας, ως Εύξεινου (δηλαδή φιλόξενου) Πόντου.

Αυτό το φαινόμενο, το της κατ' ευφημισμόν αναφοράς, είναι και ενδεικτικό της σοβαρότητας μιας κατάστασης. Και ο σοφός ελληνικός λαός έχει προφανείς λόγους να το χρησιμοποιεί και στο συγκεκριμένο λήμμα...

- Ακούστε ανέκδοτο παιδιά: Πώς λέγεται το βλήτο που είναι αγχωμένο και τρομαγμένο;
- Πώς;
- Πανικό-βλητο. Καλό;
- Μαλάκα κρυώνω ξαφνικά...
- Άκου και ένα άλλο....
- Όχι, άσε, την είπες την κουβερτούλα σου για σήμερα... Φτάνει! Έλεος δηλαδή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα μεγάλο ποτήρι κρασί.

Ο Κουρκουμπάτσος ήτανε και παρατσούκλι ανθρώπου που έπινε πολλά ποτήρια κρασί.

Παιδιά, έρχεται ο Γιάννης, κοίτα πώς είναι, τάπα τσι μεθιάς (δαυλί, κουρούμπελο), πρέπει να 'χει κατεβάσει πολλές κουρκουμπάτσες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συνήθης ορισμός αφορά την τσάπα, ίσως το πιο απλό εργαλείο σκαλίσματος η οποία όμως απογυμνώνει το χωράφι από κάθε λογής παράσιτο, αγριόχορτο κ.ο.κ.

Κατά το Καρδαμυλίτικο ιδίωμα άποψη, περιγράφει επίσης κάποιον ή κάτι το «γυμνό». Συνώνυμο με το «λαμνί», επίσης Καρδαμυλίτικης προελεύσεως.

- Γιάδε κατηβαίνω που λες στο Γιόσωνα και τους βλέπω να κολυμπούνε λαμνί..
- Λαμνί; τί είν αυτό;
- Εεε, δικέλλι βρε γιε μου..
- Αααα, λαμνί θα πει δικέλλι δηλαδή;
- Εαμέ.
- Kαι τι είπαμε ότι θα πει δικέλλι;
- Ε, άμε στο διάλο... άμ' εν ήξέρεις και το δικέλλι... πα' στο διάλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τερατώδης ψευτιά. Απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό: φίδια. Πρόκειται συνήθως για ψευτιά που λέει κάποιος όταν θέλει να παινευτεί, να κομπάσει, να το παίξει ιστορία. Υπερθετικός: ανακόντα.

Αν φίδι είναι το ίδιο το ψέμα, η πράξη του ψευδολογείν είναι ακριβέστερα η φιδιά (η λέξη υπάρχει με άλλη σημασία εδώ). Στην πράξη οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά αδιακρίτως.

Συνώνυμα:

- δράκος / δρακιά
- αρκούδες / αρκουδιές (μόνο πληθ.)
- μούσι (συνήθως πληθ., μούσια)

Αυτός που αμολάει φίδια είναι ο φιδέμπορας ή φιδίας.

  1. Το πέος και ειδικότερα το μεγάλο πέος. Οι λόγοι της παρομοίωσης πολλοί.

α. Το επίμηκες σχήμα και των δύο (ο πλέον προφανής λόγος)

β. Το φιδοκέφαλο είναι πλατύτερο και παχύτερο από το σώμα του φιδιού, όπως ακριβώς και ο πουτσοκέφαλος σε σχέση με το υπόλοιπο πουλί.

γ. Το δέρμα στην περιοχή του πέους και του οσχέου είναι εκπληκτικά λεπτό, σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν υπάρχει λίπος ούτε για δείγμα, εξού και τα πολλά φλεβίδια που διαγράφονται επί του πέοντα. Το ίδιο λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο είναι και το δέρμα του φιδιού, το «κουστουμάκι» του όπως λέγεται, που, ανά τακτά διαστήματα, το πετάει και βγάζει καινούριο.

δ. Η μεταξένια αίσθηση που αφήνει στο χέρι το φίδι όταν το χαϊδεύεις και η εξίσου μεταξένια αίσθηση που αφήνει - σύμφωνα με μαρτυρίες - στο στόμα ο πούτσος όταν τον γλείφεις.

ε. Το φίδι τυλίγεται, κουλουριάζεται. Όπως ακριβώς γίνεται με το μεγάλο πέος, και καλά. Οι προσοντούχοι αρέσκονται σε τέτοιου είδους κωμικές υπερβολές, π.χ. «την έχω τόσο μακριά που αναγκάζομαι να την τυλίγω για να βγω έξω» ή «την χρησιμοποιώ και για ζωνάρι άμα λάχει». Οι ίδιες υπερβολές χρησιμοποιούνται και προς χλευασμό των μονίμως κομπορρημονούντων προσοντούχων: «άμα την έχεις τόσο μακριά όσο λες, για δες αν φτάνει και στον κώλο σου!»

στ. Το φίδι, όπως και ο πέοντας, είναι ευλύγιστο και χώνεται σε τρύπες.

  1. Ως μπιλντεράδικη έκφραση, φίδι είναι ο φοβερά γραμμωμένος, ο σφαγμένος ή φέτας, ο οποίος όμως διαθέτει και έναν αξιοπρεπή όγκο (μυική μάζα). Κοινώς, τούμπανο, χάρμα οφθαλμών. Oι λόγοι της παρομοίωσης δύο:

α. Οι σωστοί σφίχτηδες έχουν καταφέρει να λεπτύνουν υπερβολικά τη μέση τους και να ογκώσουν το άνω μέρος του κορμού (στήθος, πλάτη, χέρια). Δες μήδι #1. Στα δε φίδια, ιδίως τις κόμπρες, εκπτύσσεται με εντυπωσιακό όσο και κομψό τρόπο το άνω άκρο του κορμού, που καταλήγει στο κεφάλι. Δες μήδι #2.

β. Στους γραμμωμένους / φετιασμένους τύπους, τα τετραγωνάκια που σχηματίζουν οι κοιλιακοί (πρωτίστως) αλλά και οι υπόλοιποι μύες, θυμίζουν έντονα το φολιδωτό δέρμα του φιδιού. Τα φίδια μοιάζουν να έχουν εξαπάκετο και βάλε... Δες μήδι #3.

1α. - Μαλάκα τι φίδι πέταξε πάλι ο γκιόζης ο Λάμπρος! Είπε πως είχε τη Δήμητρα σπίτι του και της έπαιζε κιθάρα, αυτή καύλωσε και μετά τη γάμησε. Έλεορ!

1β. - Τι αμετανόητος φιδέμπορας είν' αυτός ο Λάμπρος! Χτες καθόταν και μου έλεγε πως έχει πάει με περίπου 300 γυναίκες στη ζωή του. Και να μου περιγράφει και σκηνικά απ' τα γαμήσια. Αυτά πλέον δεν είναι φίδια, είναι ανακόντες αγόρι μου του είπα.

1γ. - Έπρεπε να ήσουν χτες βράδυ που προσπαθούσε ο Λάμπρος να ψήσει τη Χρυσούλα. Την άρχισε πάλι στις γνωστές φιδιές για τον πατέρα του που έχει εκατομμύρια σε καταθέσεις στην Ελβετία...

  1. - Μωρό μου ουάου! Τι φίδι είν' αυτό που έχεις; Και θα μπει μέσα μου τώρα όλο αυτό;

2β. - Πρόσεχε μη λες μαλακίες γιατί θα βγάλω έξω το φίδι και θα σε πουτσίσω...

  1. - Όσο και να κωλοχτυπιέσαι αγορίνα μου στα δικέφαλα και στα κοιλιακά, έτσι φίδι σαν τον Αλεξάκη δε γίνεσαι. Αυτός τραβιέται με τα σίδερα από 15 χρονώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρόστυχος άνθρωπος, αλλά όχι και ο τσέντο περ τσέντο πρόστυχος, κάτι τις λιγότερο και στο πιο χαϊδευτικό του επιθέτου.

Υπάρχει και η προστυχόφατσα, που καμιά φορά έχει (ή και όχι) την παραπομπή στο επίθετο όταν την μπανίζουμε.

- Και που λες, φόρεσα τον κόκκινο σκατοκόφτη της αδελφής μου και πέταξα τον μπούτσο μου από τα πλάγια... έβλεπα ρε φίλε τον εαυτό μου στον καθρέφτη και γκάβλωνα και ξανά μανά γκάβλωνα αχχχχχ...
- Πάψε ρε παλιό-προστυχάντζα δεν φτάνει που έχεις προστυχόφατσα είσαι και ανωμαλιάρης, ρε πούστη μου…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι οι συντομίες των λέξεων μαστάρια και βυζαρέλια.

-Δες στάρια που έχει η γκόμενα!!! Σαν αγελάδα είναι για άρμεγμα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified