Further tags

Χαρακτηρισμός των Δόκιμων Αξιωματικών κατά την Β' φάση της εκπαίδευσής τους (3ος - 4ος μήνας).

Βλέπε ορισμό της λέξης αλφάς.

- Αχ και πότε θα γίνουμε Βητάδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φιλικός χαρακτηρισμός για άλλον φαντάρο που είναι κοντινή σειρά (συνήθως προηγούμενη ή επόμενη).

Οι φαντάροι της ίδιας σειράς αλληλοϋποστηρίζονται ανεξαρτήτως προσωπικής συμπάθειας ή όχι. Ωσεκτουτού και οι κοντοσειρές αντιμετωπίζονται συγκαταβατικά...

Λέγεται και «κοντοσειρά».

- Σε χώσανε πάλι ρε κοντοσειρά; Υπομονή κάνε να απολυθώ εγώ και θά 'ρθει κι η σειρά σου να καραπαλιώσεις να χώνεις τους νέους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φυλακιοφύλακας, εκ του Φ.Φ. (=Φύλαξ Φυλακίου). Ο σκοπός της κεντρικής εισόδου του φυλακίου - συνήθως είναι ο μόνος σκοπός.

Ποιος είναι σήμερα φίφης ρε μάγκες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός άβγαλτος, που γυρίζει μόνος ή με ομοϊδεάτες σε μέρη με κόσμο και κοιτάζει λιγωμένα τις όμορφες γυναίκες. Κατά κανόνα είναι δειλός και δεν εκδηλώνεται προς το άλλο φύλο. Χωρίς να ενοχλεί, πλην του αδιάκριτου βλέμματός του, χλευάζεται συνήθως από τους άλλους άνδρες.

- Δες τον καβλάμπουρα πως ξερογλείφεται για την Ποπίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λοχίας υπηρεσίας στον στρατό, συνήθως έφεδρος υπαξιωματικός ή παλιός φαντάρος. Αν είναι καλός αποκαλείται μπράδερ λούι, ενώ εάν είναι αυστηρός αποκαλείται σίστερ λούι. Μέσα στις υποχρεώσεις του είναι η σύναξη για την μεσημεριανή αναφορά και μια νυχτερινή έφοδος στις σκοπιές.

Έλα ρε μπράδερ λούι, μην με αναφέρεις που κάπνιζα στην σκοπιά...

Modern Talking, Brother Louie (1986). (από patsis, 28/07/11)

Brother Louie είναι ένα 80s τραγούδι των Modern Talking...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συλλαβικός αναγραμματισμός της λέξης γκόμενα.

Γνώρισα χθες μια μεναγκό σούπερ!

(από Vrastaman, 27/05/10)αν ο κόσμος ήταν μεναγκό... (από MXΣ, 27/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχολόγος σε συντομογραφία.

Συνήθως προφέρεται μόνο το αρχικό γράμμα για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι εκείνος που μιλάει παρακολουθείται από ψυχολόγο...

- Δεν μπορώ να έρθω το απόγευμα, έχω ψι...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άνδρας που απλώς συνοδεύει μια γυναικεία παρέα, χωρίς να σχετίζεται με καμία από τις κοπέλες.

Οι γυναίκες τον παίρνουν μαζί τους για να μην φαίνονται μόνες και τον παρατούν διαρκώς για να μιλήσουν σε άλλους άντρες, όπως παρατάνε και μια βαλίτσα για να χαιρετήσουν κάποιον στον δρόμο...

Συνώνυμα: γκομενοφύλακας, γκομενοβοσκός, μουνοφύλαξ.

- Κοίτα τον Δημητράκη με τις γκόμενες! Παίζει καμία;
- Μπαααα, αποσκευή τον έχουν για να μην βγαίνουν μόνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος που τα ξέρει όλα, ο προπέτης.

Συνήθως φλύαρος, που καταντάει κουραστικός και απευκταίος.

Μην κάνεις τον ξερόλα σου ξαναλέω! Άσε να μιλήσει κι ο Γιώργος που το έχει σπουδάσει το πράγμα!

(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε αντιστοιχία με την λέξη ξερόλας, εκείνος που τα μπορεί όλα.

- Μην τον εμπιστεύεσαι τον μπορόλα, πάλι θα σε κρεμάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified