Selected tags

Further tags

Ο βετεράνος, ο παλαίμαχος, ο παλιός, το παλιοσείρι - στρατιωτικές εκφράσεις (εξού και η αναφορά στην καραβάνα) που βγήκανε και απέξω από τα στρατόπαιδα και τις λέμε και οι λοιποί άσχετοι.

Ο ξεσκολισμένος, ο έμπειρος, ο γνώστης, ο ξύπνιος και συνεπώς ψύχραιμος σε δύσκολες καταστάσεις που δε μασάει. Χρησιμοποιείται από τους κοινούς θνητούς και ως αντίστοιχη των γκουρού, σενσέι, επαΐων κλπ.

Αντίστοιχη έκφραση με το «παλιά πουτάνα στο κουρμπέτι», και βεβαίως και το γριά πουτάνα... (θεγκζ σις), εφόσον όσα ξέρει ο δικός της κώλος, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.

Πάσα: γαϊδουράγκαθος.

κλασομούνι: Το φαινόμενο οφείλεται σε συσσώρευση αέρα στον κόλπο καθώς ο μπούτσος τρομπάρει μέσα-έξω. Και, ως γνωστόν, ότι μπει, θα βγει. Είναι λίγο embarrassing για τη γκόμενα, αλλά άμα είναι παλιά καραβάνα, βάζει τα γέλια και πάτε γι' άλλο ένα.

Από εδώ - Brasil/Ημίζ: Στο καμάκι είμαι παλιά καραβάνα
Διάσημος ράπερ
Φορώ μπαντάνα
''Θες να γίνεις των παιδίων μου η μάνα;''

Από εδώ: gaidouragathos (από τα σχόλια παρακάτω): Μια παλιά καραβάνα που ήξερα, έλεγε: «Τον άντρα τον θέλω νάναι σπασμένος, χαρακωμένος...».

Εδώ: Είναι αυτό που λέμε παλιά καραβάνα... Το σκόρ είναι υπερβολικό γιαυτό που έπαιξε η ΆΕΚ σήμερα. Μπορεί να δείχνει μια επιβλητική ομάδα που κέρδισε άνετα αλλά ένα έχω να πώ και να επισημάνω. (81'-88') τρία γκόλ. Και σίγουρα έπαιξε ρόλο η εμπειρία και οι παλιές καραβάνες τισ ΆΕΚ. (Λύμπε,Δέλλας,Μπλάνκο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια φορά κι έναν καιρό κάποιος επινόησε την λαμπρή έκφραση πούτσα και καράτε, για να περιγράψει την κατάσταση απόλυτης και ταπεινωτικής συντριβής ενός αντιπάλου, συγκεκριμένα στο γήπεδο. Ήταν μια εκσυγχρονισμένη μορφή του κλασικού σεξ και ξύλο, με την πούτσα να αντιστοιχεί φυσικά στο σεξ και το καράτε στο ξύλο. Τα μόνα δύο πράγματα για τα οποία αξίζει να ζει κανείς σε αυτή τη ζωή, όπως λέει ένας φίλος μου μπάτσος (τυχαίο;).

Ενώ αρχικά η πούτσα και το καράτε δήλωναν δυο διαφορετικά πράγματα, με τον καιρό η διάκριση αυτή ατόνησε και επήλθε αφομοίωση του δεύτερου στο πρώτο. Πιο απλά, καράτε σημαίνει πλέον, υπό ορισμένες πραγματολογικές συνθήκες εκφοράς, γαμήσι, σεξ, πήδουλας.

«Ξύλο και καράτε στον Πρετεντέρη»: το πάντα επίκαιρο αυτό σύνθημα επιβεβαιώνει την συνωνυμία σεξ-καράτε και φυσικά μεταφράζεται «ξύλο και πούτσα...». Αν το καράτε σήμαινε ξύλο, τότε θα είχαμε πλεονασμό, κάτι που ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί τελείως.

  1. - Φεύγω, πάω να πάρω τη Λίτσα με τ' αμάξι.
    - Κατάλαβα, πάτε για καράτε;
    - Όχι ρε, για φαγητό πάμε, έχει τα γενέθλιά της.
    - Και μετά καράτε για τη χώνεψη, ε;

  2. - Πού ήσουνα χτες;
    - Μπα, τίποτα, είχε έρθει η Λίτσα απ' το σπίτι μου.
    - Παίχτηκε καράτε;
    - Μπα, είχε τα ρούχα της.
    - Την πίστεψες;
    - Ναι, το τσέκαρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ότι κάτι είναι προφανές, πασίδηλο, εμφατικό. Κάτι που δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, κάτι που ακόμη και οι τυφλοί το βλέπουν.

Επίσης, σημαίνει ότι κάποιος πετάει σπίθες, κάνει εκπληκτικά πράγματα, κυριολεκτικά αγγέλους και παπάδες.

- Καλά, πάλι κατάπιε το στραγάλι ο αρχιδόπουστας; Το μπέναλ έβγαζε μάτια!

- Μιραλάς με Πάντελιτς στην επίθεση του Θρύλου, βγάζουν μάτια στα τελευταία ματς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία πιο εξελιγμένη μορφή του «Θα πεις τον δεσπότη Παναγιώτη», μάλλον αυτοσχέδια.

Πω ρε γαμώτο! Τι την ήθελα αυτή την πίτσα στις 11 το βράδυ.. Το πρωί μού 'ρθε ο Παναγιώτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια κι έξω, μπιγκ, τσακ-μπαμ, σε ντετέ.

παλιότερο: μπαμ-μπαμ (=τσάκα-τσάκα)

νεότερο: στο μπαμ

επιτακτικό: στο μπαμ-μπαμ.

~~~~~

Επίσης η λέξη μπαμ δηλώνει και ρυθμό: την θέση, όχι την άρση και είναι αντίστοιχη του «ταμ».

  1. Στο μπαμ τριαδα... Καλησπέρα παικταράδες μου, Μια γρήγορη τριαδούλα για σήμερα γιατί μείναμε πίσω λόγο φόρτου εργασίας και υποχρεώσεων

  2. Έλα ρε Βαγγέλη να το φτιάξουμε εδώ μπαμ-μπαμ, να τελειώνει!

  3. Σχετικα λιγη ωρα κρατησε η τελετη ορκωμοσιας για την αναληψη της προεδριας της Αμερικης απο τον Μπαρακ Ο-μπαμ. Εγινε στο μπαμ-μπαμ.

  4. Τι κοινό έχει μία βόμβα, ένα τυρί και το 'ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας';- Μπαμ τύρι τύρι τύρι...

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιείται για ένα άτομο που δεν καταλαβαίνει Χριστό, περνάει κάτι στο ντούκου, είναι στον κόσμο του, και γενικά δεν του καίγεται καρφί για το τι λέει ο συνομιλητής του, παριστάνει τον κουφό, και βάζει τα λεγόμενα από το ένα αυτί και βγάζοντας τα μετά από το άλλο.
Είναι ίδιο νοηματικά με το «στου κουφού την πόρτα (όσο θέλεις βρόντα)», μόνο που στην θέση του «κουφού» χρησιμοποιείται το «kung fu» για να προσδίδει μια κάποια αστειότητα.

- Πιστεύω ότι πρέπει να παρατήσεις την Στέλλα.
- Γιατί; Γκομενάρα είναι, με θέλει, την θέλω, γούστο κάνουμε. Εσύ τι ζόρι τραβάς;
- Έλα ρε μαλάκα, αφού ξέρεις ότι είναι πρώην του Γιάννη, και δεν γουστάρει να την βλέπει!
- Ε και; Στα τρία μου!
- Στου kung fu την πόρτα όσο θέλεις βρόντα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aντίστοιχο του «όλο μέλι και από τηγανίτα τίποτα'': σημαίνει ότι κάτι μπορεί να φαίνεται καλύτερο από ότι είναι στην πραγματικότητα και αυτό να μας μπερδεύει.

- Τί τεράστια αυτή η σακούλα που σου έκανε δώρο ο φίλος σου;
- Μπαα... περισσότερο είναι το περιτύλιγμα... μη το βλέπεις έτσι, όλο αρχίδια είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν κάποιοι άνθρωποι έχουν μια μεγάλη έφεση στις ξεπέτες και τα τεκνά και οφείλουμε να τους το αναγνωρίσουμε όπως την αντίστοιχη έφεση των ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών.

Ειδικά αν μας γνωρίσουν και εμάς κανένα γκομενάκι να καβατζωθούμε και εμείς.

- Τον ξέρεις τον Αντρέα από την Πάτρα;
- Ποιον, αυτόν τον πέφτουλα; - Φίλε, βάζει την κάλτσα στο συρτάρι τις περισσότερες φορές. Άνθρωπος των γαμάτων και των τεκνών, ο μινάρας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To αλαλάζουν με σαδιστική ικανοποίηση μπροστά σε μεσμερίζουσες οθόνες ορμονόπληκτοι και μετέφηβοι εξολοθρεύοντας με το τζόιστικ ανά χείρας εικονικούς τυπωμένους κακούργους που αραβοφέρνουν ή μεταναστοφέρνουν (ή μετανάστες που κακουργοφέρνουν), σαρκοβόρα τέρατα που ποτέ δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της καρέτα - καρέτα, ή και οχήματα παντός είδους, καταναλώνοντας τα γνωστά τοξικά πολιτιστικά προϊόντα της σήμερον με μόνο κέρδος τη ματαιόδοξη εγγραφή ενός ευφάνταστου νικάβαταρ σε λίστες φήμης.

Αλλά έχει ξεφύγει, όπως κι αρκετοί που το χρησιμοποιούν.
Τώρα παίζει, όλο και συχνότερα, και για δίποδα σαρκοβόρα, κάθε άλλο παρά εικονικά, μερικά εκ των οποίων αποφεύγουν να πολυκυκλοφορούν εκτός οθόνης, γιατί είναι αλλεργικά σε γαλακτοκομικά, μούντζες, κατάρες και σοδομισμό του ίματζ τους.

Ή έμμεση πλην σαφής καταγγελία του ανυπόφορα κιτσάτου θεάματος που δεν πείθει κανέναν για τις σωτήριες προθέσεις του, η ενσωματωμένη αγανάκτηση, η άτυπη υπόσχεση του επερχόμενου game – over, αλλά και η μυρωδιά από καναπέ, υπόσχονται ένα μέλλον που μπορεί και να είναι ανάλογα επικό.

Άσε που εμπεριέχει και κάτι από Alain Badiou ο οποίος, μάλλον, δεν έχει ιδέα από LoL.

1.
ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΙΕ Π..Ε ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).

2.
- Η Βουγιουκλάκη κατέστρεψε τη νοοτροπία της Ελληνίδας γυναίκας και το συνεχίζει το Sex and the City.
- Ελπίζω να μη βλέπεις.
-Γιατί εσύ βλέπεις;
- Φυσικά! - Και εγώ προσπαθώ να πετάω τα αρνητικά κύματα. Λέω ψόφα, ψόφα, ψόφα συνέχεια. Συνεχίζουν το καταστρεπτικό έργο της Αλίκης Βουγιουκλάκη.

3.
Έλα βρε ρουφιάνε ματατζή όπα όπα όπα όπα, ψόφα, ψόφα, ψόφα, ψόφα!!!
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).

4.
Το νόημα της συγκεκριμένης λέξης, έτσι όπως τη χρησιμοποιεί η αμερικανική κυβέρνηση, εξακολουθεί να μου διαφεύγει. Απελπισμένος την κατατάσσω πλέον δίπλα στα άλλα μυστήρια του σύμπαντος. «Μπαμπά τι σημαίνει αυτοσυγκράτηση;». Ίσως τελικά αυτοσυγκράτηση σημαίνει να είναι υποκριτής και να υποκρίνεσαι ότι δεν είσαι. Αυτοσυγκράτηση σημαίνει να δολοφονείς καθημερινά με συνταγή γιατρού. Και ίσως εν κατακλείδι αυτοσυγκράτηση είναι ένας εύσχημος τρόπος για να πεις: Ψόφα επιτέλους! ψόφα, ψόφα, ψόφα.

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη εκδοχή του κοψοφλέβικου γαλλιστί όμως αυτή τη φορά.

Η τραγουδίστρια τους Natalia Jimenez πιστεύω ότι έχει φοβερή φωνή ειδικά όταν ερμηνεύει σλόου-κοψοφλεβέκομμάτια.

Got a better definition? Add it!

Published