Further tags

Through pass.

Κάθετη πάσα στο προ (και γενικά στο ποδόσφαιρο). Γίνεται με το κουμπί Δ (δέλτα ή τρίγωνο), και είναι η γαμιστερώτατη λειτουργία του υπέρτατου αυτού παιχνιδιού. Γίνεται και σκαφτή με ταυτόχρονη χρήση του «ελ-ένα» (L1-φτερό).

Είναι φυσικά η κάθετη πάσα στον κενό χώρο, ώστε ο παίκτης που τη δέχεται να βρεθεί στην πλάτη της άμυνας. Ο παίκτης που κάνει την πάσα (καλύτερα να είναι το δεκάρι μας), πρέπει να τη στείλει μπροστά από τον παίκτη μας, ώστε να κερδίσει χώρο, μακριά από τους αντίπαλους αμυντικούς, πριν τον αντίπαλό τερματοφύλακα, την κατάλληλη στιγμή, πριν μαρκαριστεί ο φορ μας και βγει οφ σάιντ, αλλά όχι και πολύ νωρίς, ώστε να εκμεταλλευτούμε όσο το δυνατόν περισσότερο κενό χώρο και να μεγιστοποιήσουμε τις πιθανότητες για γκολ.

Ακούγεται περίπλοκο, και έτσι είναι. Η θρου πας είναι μία τομή στο χωροχρόνο, μια επίδειξη ανώτερης τεχνικής, που μόνο ένας καλός παίκτης του προ μπορεί να εκτελέσει σωστά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθικός χώρος όπου γεννιούνται και ξεκινούν από το μηδέν μεγάλες ιδέες και μεγαλόπνοα εγχειρήματα, όπως τεχνολογικές επινοήσεις, εμπορικές επιχειρήσεις ή μουσικά συγκροτήματα που κατόπιν κατακτούν τον κόσμο.

Οποιοδήποτε πρότζεκτ συλλαμβάνεται από δυο-τρεις (μπορεί και τέσσερις) φίλους στο γκαράζ του σπιτιού του ενός, συναντά την απόλυτη επιτυχία επειδή είναι δουλεμένο με κέφι, φαντασία, μπρίο, μεράκι, τό 'να, τ'άλλο και λοιπά.

Από το γκαράζ του σπιτιού ξεκίνησαν άλλωστε η αυτοκινητοβιομηχανία του Henry Ford, η Apple του Στηβ Δουλειές, η Amazon, οι Nirvana και πάει λέγοντας.

Πρόκειται φυσικά για Αμερικλανιά, όπως και η άλλη μυστική τοποθεσία, η πίσω αυλή (back yard), όπου κρύβουμε τα σκουπίδια, τις αμαρτίες μας και οτιδήποτε θα μας έφερνε σε δύσκολη θέση αν έβγαινε στο φως.

Μόνο που στο Ελλάντα οι περισσότεροι μένουμε σε διαμερίσματα και δεν διαθέτουμε ούτε αυλές ούτε γκαράζ.

- ...και το e-shop είναι ένα παράδειγμα πετυχημένης ελληνικής διαδικτυακής επιχείρησης, καρπός της φαντασίας και δημιουργικότητας τριών φίλων, που γεννήθηκε στο γκαράζ του σπιτιού του ενός, στα Β.Π...
(Τάσος Τέλλογλου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παραθέτω ορισμό σύμφωνα με τη χρήση που εχω συναντήσει. Malakia, αν εννοούσες κάτι άλλο, σορρυ).

Το Famous Grouse είναι γνωστή μάρκα σκωτσέζικου ουίσκυ, με σήμα μια πέρδικα. Η διαφήμιση που καθιέρωσε την πέρδικα αυτή ως σήμα κατατεθέν του αυτού ουίσκυ, ήταν μια κατά την οποία γέμιζαν την πέρδικα με φιλιά.

Όταν κάποιον τον φιλάνε συνεχώς, λέμε ότι «τον έκαναν famous grouse». Στους ελληνάρες οφείλεται η λανθασμένη ανάγνωση του «famous» αντί για «φέημους», ως φάμους -ή στους μη-αγγλομαθείς;

Πωπω, η Μαρία είναι τρομερά διαχυτική! Με γέμισε στα φιλιά! Φάμους γκράους μ' έκανε!

(από Khan, 14/01/12)

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οτιδήποτε τυχαίο όπως:

  • Πρόσωπο
  • Αντικείμενο
  • Τοποθεσία
  • Φράση

Ο λόγος που χρησιμοποιούμε την αγγλική λέξη αντί της ελληνικής είναι γιατί γλιτώνουμε μία συλλαβή (2 αντί 3). Γκέγκε;;

- Πήγαμε θέατρο με την Μαρία.
- Έπαιζε κανένας γνωστός ηθοποιός;
- Μπα. Κάτι ράντομ φοιτητές ήτανε και μαλακιζόντουσαν. Ευτυχώς είχε ελεύθερη είσοδο.

- Την Κυριακή γιορτάζει ο Αλέξης αλλά δε παίζει μία.
- Μην αγχώνεσαι. Πάμε μαζί και θα ετοιμάσω κάνα ράντομ δώρο από αυτά που μου φέρανε στα γενέθλια.

- Που βγήκατε την Κυριακή;
- Σε ένα ράντομ μπαράκι, πλατεία Καρύτση. Ξέρεις μωρέ, ένα από αυτά τα μικρά, ούτε που θυμάμαι πως το λέγανε.

- Ωχ, έρχεται ο διοικητής. Σβήσε το τσιγάρο και βρες μια ράντομ δικαιολογία μη φάμε καμιά καμπάνα.

Πιστόλιον FB Radom Vis Mod 35, πολωνικῆς κατασκευῆς καὶ προελεύσεως (από aias.ath, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «πριζομπρέκι» προήλθε από το γνωστό σε όλους Prison Brake. Είναι μια παραλλαγή του τίτλου της ταινίας. Το χρησιμοποιούμε σε διάφορες εκφράσεις και θα το συναντήσετε στην Κρήτη.

Γαμώ το πριζομπρέκι μου!

Άντε να μη σε στείλω σε κανένα πριζομπρέκι βραδιάτικα! (Κοινώς, άντε στο διάολο!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μια σουηδική βότκα. Αλλά το λέμε και όταν κάποιος είναι ο number one, ο τελειοτερότερος, πολύ καλός ή πολύ κουκλί, γκόμενος ή γκόμενα (εξαρτάται απ' το φύλο).

Και υπάρχει και το επίρρημα αμπζοφακινλούτλυ, που θα πει σίγουρα, οπωσδήποτε, δε σηκώνω αντιρήσεις φίλε! Το 'πε ο Παπακαλιάτης σε μια σειρά και μετά έμεινε.

  1. - Είδες το νέο γκόμενο της Μαρίας*;
    - Ναι.
    - Μιλάμε είχαμε πάει για μπάνιο, και έχει τον άμπζολουτ κώλο!!!!
    - Έχει όμως και ωραία γκριζογαλάζια μάτια.
    - Αλλά κυρίως άμπζολουτ κώλο!!
    - Λολ φιλενάδα.....
  • φανταστικό όνομα.
  1. - Θα έρθεις το βράδυ στο Άνιμαλ**;
    - Αμπζοφακινλούτλυ!!!!!
    - Έτσι μπράβο!

** Η συζήτηση ήταν τον Σεπτέμβριο.

(από Mr. Cadmus, 22/01/12)Αψολούτ φιάλη (από Vrastaman, 22/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

New moon - νιου μουν: Έτσι ονομάζεται κάθε άντρας (συνήθως νεαρής ηλικίας), που μαγνητίζει τα βλέμματα των γυναικών με την εκθαμβωτική ομορφιά του.

Ένας άντρας για να θεωρηθεί νιού μουν πρέπει να τηρεί κάποιες προϋποθέσεις, όπως π.χ. να έχει τέλειο σώμα, καλοσχηματισμένους κοιλιακούς, να ντύνεται ωραία και να έχει δικό του προσωπικό στυλ. Επίσης, σπουδαίο ρόλο παίζει το να έχει ωραίο πισινό.

Το νιού μουν έρχεται πρώτο στην κατηγορία σέξι ανδρών. Συγκεκριμένα, υπάρχει το μουν (που είναι ο μέσος άνδρας), το νιού μουν και το φουλ μουν (που είναι το απόλυτο αρσενικό καθώς σπάνια συναντάται στη καθημερινή ζωή).

O χαρακτηρισμός των ανδρών ως νιού μουν είναι εμπνευσμένος από την ταινία Twilight και συγκεκριμένα από τον Jacob Black (Taylor Lautner) που θεωρήθηκε από την πρώτη στιγμή new νιού μούν-αρος από συγκεκριμένη ομάδα γυναικών.

- Χτες πέρασε ένα new moon από δίπλα μου.

- Είδα τον Κώστα μετά από πολύ καιρό και ομολογώ πως έχει γίνει new moon.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το εγγλέζικο «I don't know», «δεν ξέρω». Μαγκιόρικη έκφραση, προφέρεται αγρόσυρτα και σταθερά, με σιγουριά, όχι επιθετικά. Δείχνει αδιαφορία, απαξίωση για τις μικρές (στη ματιά του ομιλητή) λεπτομέρειες, ξεγνοιασιά, και αναδίνει μια ζεστασιά για τη ζωή και τα σημαντικά πράγματα σε αυτή. Γιατί η άγνοια είναι ευτυχία.

- Και τι θα γίνει λες; Θα πιάσουν τόπο οι σπουδές και τα χαρτιά μας ή τσάμπα παιδευόμαστε τόσα χρόνια; Θα βρούμε καμιά δουλειά σχετική ή θά 'μαστε συνέχεια από 'δω κι από 'κει;
- Αρονόου...

(από marooned, 30/01/12)Πάντα ξεκάθαρος στα μηνύματά του ο Ozzy (από marooned, 31/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, κατά το anti-doping control, σχηματίζεται το αντιγόπινγκ κοντρόλ, ή, συνηθέστερα, απλώς αντιγόπινγκ, που σημαίνει το μάζεμα αποτσίγαρων- γοπών από χώρους του στρατοπέδου. Αποτελεί καψώνι ή και αναγκαία μορφή καθαριότητας. Λέγεται και γόπινγκ (ένα από τα πολλά στρατιωτικά γερούνδια, όπως έρπινγκ, πύλινγκ, πευκοβελόνινγκ κ.τ.ό.) ή ξεγόπιασμα.

Πλέον έχει ξεφύγει από τον στρατό, και γίνεται ιδιαίτερα σε παραλίες τα καλοκαίρια, από άτομα που είναι επιφορτισμένα με την καθαριότητά τους ώστε να μην είναι αντιτουριστικές. Επίσης, αναλαμβάνεται ενίοτε από ακτιβιστές ως προσφορά στην οικολογία και την πατρίδα. Σ' αυτήν την μη στρατιωτική χρήση έχει, κττμγ, περισσότερη σημασία ο όρος κοντρόλ, αφού υπάρχει σύντονη προσπάθεια να ελεγχθεί η παραλία (ή άλλος χώρος) από γόπες που μας εκθέτουν.

Στη σημερινή συγκυρία, όπου ασκείται κριτική στην ελλαδιστανική νοοτροπία του «καθαρίζω το σπίτι μου, και πετάω τα σκουπίδια στο δρόμο», το αντιγόπινγκ κοντρόλ είναι επίκαιρο, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ευγενείς μορφές εθελοντισμού (ή και επαναστατικού δεθελοντισμού) και σε συναφή αυτοκριτική της νοοτροπίας του πετάω τη γόπα μου όπου νά 'ναι, η οποία χρονικώς συνέπεσε με το ντοπάρισμα της μεταπολίτευσης, το οποίο έχει ήδη υποστεί αντιντόπινγκ κοντρόλ (κυριολεκτικά και κυριολεκτικά).

  1. μικροί ψαράδες έτοιμοι;;;;; σήμερα το πρόγραμμα έχει αντιγοπινγκ control. (Εδώ).

  2. Αντιγοπινγκ σφουγγριστρα και καλλιοπη ειναι για σας τους Ι4.
    Ο στρατος ειναι εκπαιδευση και επιστημη.Εκτος και εχετε δει ποτε Spetsnaz να σφουγγαριζουν.
    Σε μας τα κανανε αυτα οι Ι3 θαλαμοφυλακες και οι Ι4 σαν εσας που ηταν να φυγουν και τελειως με μεταταξη συνηθως. (Εδώ).

  3. Βοήθησε τους προσκόπους στο «αντιγόπινγκ« (Εδώ).

  4. ετσι μου τη ΄δίνει η απαισιοδοξία του ΕΛΛΗΝΑ(ΡΑ) (και ο καναπες του ....) ε αφου και ο αλλος αφηνει την μπανανόφλουδα στην παραλία εγω θα κανω αντιγοπινγκ ; ε αφου δεν υπαρχει αξιοκρατια στις προσληψεις εγω θα παω με το σταυρο στο χερι ;
    ε αφου παρκαρουν ολοι παρανομα εκει εγω γιατι να πληρωσω παρκινγκ; ε αφου λαδώνουν για να κανουν τη δουλεια τους εγω να μη λαδωσω ; και ποιος θα τρεχει στα δικαστηρια μωρε ;;;;;;;;;;
    ΕΓΩ ΘΑ ΣΩΣΩ ΤΟ ΚΟΣΜΟ ΜΩΡΕ ΩΧΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥ..... !!! ;;;;; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απλό ρήμα, αποτελούμενο από το λολ / λωλ (αγγλ. lol, δηλ. laughing out loud) και την κατάληξη -άρω, και στη γλώσσα του διαδυκτίου σημαίνει γελάω.

Η χρήση του λολάρω (τουλάχιστον στον γραπτό ιντερνετικό λόγο) εκφράζει την κυριολεκτική κατάσταση γέλωτος, στην οποία βρέθηκε ο χρήστης αφού είδε ή διάβασε κάτι που θεωρεί αστείο, και διαφοροποιείται από το απλό λολ ή lol, που πλέον χρησιμοποιείται καταχρηστικά και σχεδόν μετά από κάθε πρόταση, χωρίς να δηλώνει απαραίτητα την διάθεση του χρήστη να γελάσει.

Όσον αφορά τον προφορικό λόγο, το λολάρω χρησιμοποιείται από τον ομιλητή όταν θέλει να δώσει έναν τόνο ειρωνείας στην απάντησή του προς το, όχι και τόσο πετυχημένο, αστείο του συνομιλητή του (π.χ. να λολάρω τώρα ή μετά;). Αντιθέτως το λολ ή lol σημαίνει ότι ο χρήστης γελάει από ευγένεια, χωρίς να συνοδεύεται απαραίτητα από ειρωνεία, δοκιμάζοντας, κατ' αυτόν τον τρόπο, την νοημοσύνη του συνομιλητή, αλλά και την δική του ευγένεια, με την προφανή δήλωση ότι είναι ευγενικός που δεν γελάει ακριβώς (αντ' αυτού λολάρει).

  1. Στο Highlander είναι ο McCloud με μια γκόμενα σε ρομαντικό δείπνο υπό το φως των κεριών, και κρατάνε από ένα ποτήρι μπράντυ στο χέρι. Σε κάποια φάση ρωτάει η γκόμενα: «Shall we have a toast;». Και μεταφράζει ο μάγκας στους υπότιτλους:«Θες ένα τοστ;» Λολάρω κάνα 5λεπτο λέμε.... (Από εδώ)

  2. αφασία ειναι τα ανεκδοτάκια ειδικά αν τα ακούς από προικισμένο αφηγητη …στο internet βεβαια χάνουν αρκετή από την γοητεία τους αλλά εγώ και έτσι λολάρω. (Από εδώ)

  3. λολολολολ! λολάρω, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, βλέπω απο τον μικρό μου αδερφό παιδιά... άστε βράστε είναι η εκπαίδευση πλέον... (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified